Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ένας Γερμανός αφηγείται πώς προσχώρησε στο ΕΑΜ

Επι­μέ­λεια: ofisofi //

Ο συγ­γρα­φέ­ας του ιστο­ρή­μα­τος αυτού, Gerhard Reihardf, γεν­νή­θη­κε στις 4 Μαΐ­ου 1916 στο Werdau κι άρχι­σε από πολύ μικρός να δου­λεύ­ει σε εργο­στά­σιο, για να γίνει τελι­κά κλει­δα­ράς. Στα 15 του κιό­λας προ­σχώ­ρη­σε, το 1930, στην Κομ­μου­νι­στι­κή Νεο­λαία Γερ­μα­νί­ας. Το 1936 πιά­στη­κε απ’ τη Γκε­στά­πο για παρά­νο­μη δου­λειά, δικά­στη­κε και κατα­δι­κά­στη­κε σε τρία χρό­νια φυλα­κή, ενώ παράλ­λη­λα χαρα­κτη­ρί­στη­κε ως «ανά­ξιος» για το γερ­μα­νι­κό στρα­τό. Το Νοέμ­βριο του 1942 επι­στρα­τεύ­τη­κε στην «Πει­θαρ­χι­κή Μεραρ­χία 999» και μετά τη βασι­κή του εκπαί­δευ­ση τοπο­θε­τή­θη­κε στο 961 Σύνταγ­μα, που προ­ο­ρι­ζό­τα­νε για τη Β. Αφρι­κή, όπου όμως δεν πρό­λα­βε να πάει, για­τί εν τω μετα­ξύ είχε συν­θη­κο­λο­γή­σει το Άφρι­κα – Κορ­πς του στρα­τη­γού Ρόμ­μελ. Τοπο­θε­τή­θη­κε τότε στο VI Τάγ­μα Οχυ­ρού και στάλ­θη­κε στην Ελλά­δα, όπου δια­δρα­μα­τι­στή­κα­νε τα γεγο­νό­τα που περι­γρά­φει στο αφή­γη­μα που δημοσιεύουμε.

Το Κεντρικό Συμβούλιο του Αντιφασιστικού Κομιτάτου "Ελεύθερη Γερμανία" της Ελλάδας

Το Κεντρι­κό Συμ­βού­λιο του Αντι­φα­σι­στι­κού Κομι­τά­του “Ελεύ­θε­ρη Γερ­μα­νία” της Ελλάδας

«Στα 1936, μόλις που είχα κλεί­σει τα 19, κατα­δι­κά­στη­κα σε τρία χρό­νια και δυό μήνες φυλα­κή με την κατη­γο­ρία ότι εσχε­δί­α­ζα πρά­ξη «εσχά­της προ­δο­σί­ας». Όταν απο­λύ­θη­κα απ’ τις φυλα­κές του Waldheim, έπια­σα δου­λειά σαν κλει­δα­ράς στο  Werdau. Όσο ο Χίτλερ σημεί­ω­νε στρα­τιω­τι­κές επι­τυ­χί­ες στον επι­θε­τι­κό του πόλε­μο, δεν επι­στρα­τεύ­τη­κα, για­τί είχα χαρακτηριστεί

«ανά­ξιος» για τις ένο­πλες δυνά­μεις. Όταν όμως άρχι­σε να δια­φαί­νε­ται η κάμ­ψη, επι­στρα­τεύ­τη­κα για την «Πει­θαρ­χι­κή Μεραρ­χία 999» και εκπαι­δεύ­τη­κα στο  Heuberg.

Στην ίδια διμοι­ρία με μένα υπη­ρε­τού­σαν ο σύντρο­φος Χάου­σουλτς καθώς και ο Μαξ Ρέν­νε και ο Καρλ Χού­μαν. Εξα­κο­λού­θη­σε η εκπαί­δευ­σή μας, αλλά στο δικό μας τμή­μα τα καψό­νια και οι προ­κλή­σεις ήταν ακό­μα χει­ρό­τε­ρα απ’ όσο στ’ άλλα. Πάνω από 600 ξύλι­νοι σταυ­ροί στο νεκρο­τα­φείο Stetten «νομό­τυ­πα» εκτε­λε­σμέ­νων ανδρών της 999 φανε­ρώ­νουν τις μεθό­δους με τις οποί­ες γινό­ταν η εκπαί­δευ­ση για τη νέα μας αποστολή.

Επρό­κει­το σύντο­μα να υπο­στού­με τη δοκι­μα­σία του μετώ­που. Αυτό κι εμείς το επι­ζη­τού­σα­με, αλλά για δια­φο­ρε­τι­κούς βέβαια λόγους. Εκεί θα καθα­ρί­ζα­με τους λογα­ρια­σμούς μας. Σύν­θη­μά μας ήταν: «Μάθε καλά το όπλο σου, σύντο­μα θα σου χρειαστεί».

Αρχές Ιού­λη ξεκί­νη­σε το « VI Τάγ­μα Οχυ­ρών», στο οποίο ανή­κα κι εγώ, και μέσω των ωραί­ων περιο­χών της Δυτ. Γερ­μα­νί­ας και της Αυστρί­ας, κατευ­θυν­θή­κα­με προς τα Βαλ­κά­νια και τη ζεστή Ελλά­δα. Όσο πλη­σιά­ζα­με στον προ­ο­ρι­σμό μας, οι εικό­νες που βλέ­πα­με απ’ τα παρά­θυ­ρα του τραί­νου αλλά­ζα­νε. Τώρα μας συνο­δεύ­α­νε πεσμέ­νοι τηλε­γρα­φό­στυ­λοι, καμέ­να βαγό­νια και πρό­χει­ρες βοη­θη­τι­κές γέφυ­ρες. Για μας αυτά όλα σημαί­να­νε πως βρι­σκό­μα­σταν σε περιο­χές δρά­σης παρ­τι­ζά­νων. Όταν το τάγ­μα μας κινή­θη­κε στους δρό­μους του Πει­ραιά, είδα­με στους τοί­χους των κτι­ρί­ων γραμ­μέ­να συν­θή­μα­τα ενα­ντί­ον των κατα­κτη­τών, που αν και δεν μπο­ρού­σα­με να τα δια­βά­σου­με, σημαί­να­νε για μας τους γερ­μα­νούς αντι­φα­σί­στες « προ­λε­τά­ριοι όλων των χωρών ενωθείτε».

Στη δια­δρο­μή ακό­μα, είχα­με πάρει την από­φα­ση να επι­διώ­ξου­με όσο το δυνα­τόν γρη­γο­ρό­τε­ρα να πάρου­με επα­φή με τις ελλη­νι­κές αντι­στα­σια­κές οργα­νώ­σεις. Έτσι, και κατά τα συμ­φω­νη­θέ­ντα μετα­ξύ μας, δήλω­σα αμέ­σως ασθέ­νεια, και μετα­φέρ­θη­κα για εξέ­τα­ση στο στρα­τιω­τι­κό νοσο­κο­μείο Αρσά­κειο, με την ένδει­ξη «υπο­ψία ελο­νο­σί­ας». Είχα εντο­λή να επι­διώ­ξω επα­φή με έλλη­νες πατριώτες.

Κάτι τέτοιο όμως ευκο­λό­τε­ρο λέγε­ται, παρά γίνε­ται. Φόρα­γα γερ­μα­νι­κή στο­λή, με τα φασι­στι­κά δια­κρι­τι­κά. Πώς θα κατα­λά­βαι­ναν οι άλλοι, ποιος ήταν τάχα ο πραγ­μα­τι­κός σκο­πός μου.

Με δια­τα­γή της Κομ­μα­ντα­τού­ρας, η συνοι­κία του Γκύ­ζη ήταν απα­γο­ρευ­μέ­νη για τους γερ­μα­νούς στρα­τιώ­τες, για λόγους «κιν­δύ­νου μετα­δο­τι­κών νοση­μά­των». Η πεί­ρα μου όμως απ’ την παρα­νο­μία μού έλε­γε πως ασφα­λώς κάποια άλλη θα πρέ­πει να ‘ ταν η πραγ­μα­τι­κή αιτία. Έτσι απο­φά­σι­σα να παρα­βώ τη δια­τα­γή και μπή­κα στη συνοικία.

Βεβαίωση του 50 Συντάγματος του ΕΛΑΣ ότι ο γερμανός στρατιώτης Χ. Γεντς υπηρέτησε στις τάξεις του κατά την Κατοχή

Βεβαί­ω­ση του 50 Συντάγ­μα­τος του ΕΛΑΣ ότι ο γερ­μα­νός στρα­τιώ­της Χ. Γεντς υπη­ρέ­τη­σε στις τάξεις του κατά την Κατοχή

Ήταν η 1η Αυγού­στου 1943, το θυμά­μαι σα να ‘ ταν σήμε­ρα. Περ­πα­τού­σα ολο­μό­να­χος στη φτω­χο­γει­το­νιά κοι­τά­ζο­ντας συνε­χώς γύρω μου. Ξαφ­νι­κά βρέ­θη­κα ανά­με­σα σε πολ­λούς νεα­ρούς που με ανα­γκά­σα­νε να μπω σε μια ταβέρ­να αρχι­κά κι από κει σε μια αυλή τρι­γυ­ρι­σμέ­νη από χαμη­λά σπίτια.

Εκεί δια­πί­στω­σα ότι ήμου­να κυκλω­μέ­νος από ένο­πλους άνδρες. Άρχι­σε τότε μια συζή­τη­ση που κι απ’ τις δυό πλευ­ρές ήταν πολύ προ­σε­χτι­κή. Αν και είχαν ακου­στά για τη μονά­δα 999, ήτα­νε στην αρχή πολύ επι­φυ­λα­χτι­κοί, για­τί υπήρ­χε φαί­νε­ται κάποια δυσά­ρε­στη σχε­τι­κή εμπει­ρία. Πήρα εντο­λή να ξανα­γυ­ρί­σω την επό­με­νη μέρα, πράγ­μα που έκα­να βέβαια. Ένας έλλη­νας φοι­τη­τής, ο Στα­μά­της, μου είπε να βρί­σκο­μαι στις 3 Αυγού­στου σε ένα ορι­σμέ­νο σημείο της Ιππο­κρά­τους, να φέρω όσα όπλα μπο­ρού­σα και να επι­βι­βα­στώ σ’ ένα μικρό Φίατ που θα βρι­σκό­ταν εκεί.

Εγκα­τέ­λει­ψα κρυ­φά τη συνοι­κία του Κολω­να­κί­ου, όπου είχα τοπο­θε­τη­θεί μετά τις ιατρι­κές εξε­τά­σεις στο νοσο­κο­μείο, και με μια μικρή βαλί­τσα όπου είχα τοπο­θε­τή­σει δύο αυτό­μα­τα και τέσ­σε­ρις γεμι­στή­ρες με πυρο­μα­χι­κά, έτρε­ξα προς την κανο­νι­σμέ­νη συνά­ντη­ση, αλλά και μιαν άγνω­στη για μένα τύχη. Στο μυα­λό μου περ­νά­γα­νε διά­φο­ρες σκέ­ψεις και βέβαια η πατρί­δα μου η Γερ­μα­νία. Όλες τους όμως ενι­σχύ­α­νε την από­φα­ση που είχα πάρει καθώς και την πίστη μου ότι είχα ενερ­γή­σει σωστά. Ξανα­θυ­μό­μου­να τα παλιό­τε­ρα χρό­νια, όπου το κόμ­μα μάς είχε διδά­ξει ότι ο εχθρός βρι­σκό­τα­νε στην ίδια την πατρί­δα μας κι ότι το καθή­κον μας ήταν η αλλη­λεγ­γύη και βοή­θεια προς τους λαούς εκεί­νους που κατα­πιέ­ζο­νταν απ’ τον ιμπεριαλισμό.

Το φια­τά­κι με οδή­γη­σε στο παρά­νο­μο στέ­κι των παρ­τι­ζά­νων της Αθή­νας. Και άρχι­σε μια περί­ο­δος αυστη­ρών αλλά ανα­γκαί­ων ελέγχων.

Στις 27 Σεπτεμ­βρί­ου, που ήταν και η επέ­τειος της ίδρυ­σης του Εθνι­κού Απε­λευ­θε­ρω­τι­κού Μετώ­που (ΕΑΜ), ήρθε στην κρυ­ψώ­να μου ο Στα­μά­της και με παρέ­δω­σε σε δύο άλλους φοι­τη­τές, το Σπύ­ρο και την Καί­τη. Επρό­κει­το για συνερ­γείο που θα’ γρα­φε συν­θή­μα­τα στους τοί­χους της Αθή­νας, και που εγώ θα τα συμπλή­ρω­να με καρι­κα­τού­ρες του Χίτλερ, του Μουσ­σο­λί­νι και του κου­ΐ­σλιγκ πρω­θυ­πουρ­γού Ράλ­λη. Την ημέ­ρα αυτή κυριαρ­χό­υ­σε στην πόλη μια ατμό­σφαι­ρα έξα­ψης. Οι άνθρω­ποι είχαν βγει στους δρό­μους, από μεγά­φω­να ακου­γό­ντου­σαν αντι­στα­σια­κά συν­θή­μα­τα, ενώ μηχα­νο­κί­νη­τες περι­πο­λί­ες των Ες – Ες δια­σχί­ζα­νε με αστρα­πιαία ταχύ­τη­τα τις γει­το­νιές. Ψηλά στην Ακρό­πο­λη είχαν ανά­ψει τρία τερά­στια φωτει­νά γράμ­μα­τα: ΕΑΜ. Έμα­θα αργό­τε­ρα ότι την επι­γρα­φή αυτή την είχε φτιά­ξει ο Μανό­λης Γλέ­ζος, που και παλιό­τε­ρα είχε κατε­βά­σει απ’ την Ακρό­πο­λη τη γερ­μα­νι­κή στρα­τιω­τι­κή σημαία.

Ακο­λου­θή­σα­νε πρά­ξεις τρο­μο­κρα­τί­ας. Στου Γκύ­ζη οι φασί­στες κάνα­νε ομα­δι­κές συλ­λή­ψεις. Ύπο­πτοι ή και τελεί­ως αθώ­οι του­φε­κι­στή­κα­νε. Εκα­το­ντά­δες φοι­τη­τές βασα­νι­στή­κα­νε μέχρι θανά­του στο Χημείο του Πανε­πι­στη­μί­ου της Αθήνας.

Στα τέλη του 1943 η οργά­νω­ση της Αθή­νας μ’ έστει­λε στο βου­νό να εντα­χθώ στο Λαϊ­κό Στρα­τό ΕΛΑΣ. Επί τρεις μήνες μετα­κι­νιό­μα­σταν κάτω από πολύ δύσκο­λες συν­θή­κες στην Πίν­δο. Το διά­στη­μα αυτό στά­θη­κε για μένα ένα σκλη­ρό σχο­λείο εμπει­ριών και αντο­χής. Είδα πολ­λά φοβε­ρά πράγ­μα­τα , αφού – όπως πλη­ρο­φο­ρή­θη­κα αργό­τε­ρα – πάνω από 1.800 κατοι­κη­μέ­νοι τόποι είχαν κατα­στρα­φεί και ισο­πε­δω­θεί από τους Γερ­μα­νούς. Οι έλλη­νες πατριώ­τες όμως μπο­ρού­σα­νε  παρ’ όλα αυτά να κάνου­νε τη διά­κρι­ση ανά­με­σα στους Γερ­μα­νούς της μιας και της άλλης πλευράς.

Μια προκήρυξη του Αντιφασιστικού Κομιτάτου "Ελεύθερη Γερμανία" προς τους γερμανούς στρατιώτες στην Ελλάδα

Μια προ­κή­ρυ­ξη του Αντι­φα­σι­στι­κού Κομι­τά­του “Ελεύ­θε­ρη Γερ­μα­νία” προς τους γερ­μα­νούς στρα­τιώ­τες στην Ελλάδα

Δεν κατορ­θώ­να­με πάντα να περ­νά­με ανά­με­σα στις γραμ­μές των εχθρών . Έτσι στην περιο­χή της Όρθρης, κοντά στο Βόλο, μετά από μια μάχη, κι αφού σχε­δόν όλα τα πυρο­μα­χι­κά μας είχαν εξα­ντλη­θεί , ο εχθρός μάς κύκλω­σε και βρε­θή­κα­με σε πραγ­μα­τι­κά δύσκο­λη θέση. Ο καπε­τά­νιος μας, ο καπνερ­γά­της Σπύ­ρος Κρα­πί­λης , απο­φά­σι­σε τότε να μιλή­σου­με στους γερ­μα­νούς και ιτα­λούς στρα­τιώ­τες και να κάνου­με έκκλη­ση στην ταξι­κή τους συνεί­δη­ση, για­τί ήταν η πρω­το­μα­γιά του 1944. Αρχί­σα­με να φωνά­ζου­με συν­θή­μα­τα με χωνιά. Ζωγρα­φί­σα­με εξάλ­λου με άσπρη μπο­γιά μερι­κά τέτοια συν­θή­μα­τα πάνω σε κομ­μά­τια αντι­σκή­νων και σε κου­βέρ­τες για να φαί­νο­νται από τον κάμπο. Μιλού­σα­με στους Γερ­μα­νούς και στους Ιτα­λούς στη γλώσ­σα τους και τους καλού­σα­με να περά­σου­νε στις γραμ­μές μας. Ύστε­ρα περι­μέ­να­με. Περι­μέ­να­με και κοι­τά­ζα­με απ’ τα βρά­χια όπου βρι­σκό­μα­στε προς τον κάμπο, προς μια θαυ­μά­σια στ’ αλή­θεια τοπο­θε­σία με την οποία μας είχε εξοι­κειώ­σει  η μάχη. Στις πλα­γιές ένα αρω­μα­τι­σμέ­νο δάσος, στην πεδιά­δα το μου­ντό πρά­σι­νο του ελαιώ­να, ενώ στο βάθος καθρε­φτι­ζό­ταν το Αιγαίο. Κοι­τά­ζα­με με ανυ­πο­μο­νη­σία και περι­μέ­να­με , μέσα σε μια παλ­λό­με­νη σιωπή.

Έξαφ­να ακού­σα­με πυκνούς πυρο­βο­λι­σμούς ενώ βλή­μα­τα πυρο­βό­λων αρχί­σα­νε να σκά­νε στο εχθρι­κό στρα­τό­πε­δο μαζί και με χει­ρο­βομ­βί­δες. Σε λίγο, ένας αντάρ­της του 54 Συντάγ­μα­τος του ΕΛΑΣ μας έφε­ρε την είδη­ση ότι ο σύν­δε­σμος που είχα­με στεί­λει στην ηρω­ι­κή μας Μεραρ­χία, στη «Δεκα­τριά­ρα μας» όπως τη λέγα­με , είχε φτά­σει έγκαι­ρα και η Μεραρ­χία είχε σπά­σει τον κλοιό των εχθρών. Είχε σημειω­θεί μάλι­στα και μια μικρο­α­νταρ­σία σε μια ιτα­λι­κή μονά­δα. « Σίγου­ρα συντε­λέ­σα­νε σ’ αυτό και τα πρω­το­μα­γιά­τι­κα συν­θή­μα­τά σας», λέγα­νε οι μαχη­τές του ΕΛΑΣ που συν­δε­θή­κα­νε πρώ­τοι με την ομά­δα μας.

Χαρή­κα­με για την απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα της πρω­το­βου­λί­ας μας. Στη συμπλο­κή πια­στή­κα­νε και 68 γερ­μα­νοί αιχ­μά­λω­τοι, που τους γλι­τώ­σα­με εμείς για να εντα­χθούν στη « Νέα Γερ­μα­νία» μας. Το ίδιο βρά­δυ ο ιτα­λός εργά­της μετάλ­λου Μάριο Αμό­ντα απ’ το Του­ρί­νο απηύ­θυ­νε χαι­ρε­τι­σμό στα δύο τάγ­μα­τα των ιτα­λών στα­σια­στών. Με θαυ­μα­σμό μα και λίγη ντρο­πή πήραν κι αυτοί μέρος στη διε­θνή πρω­το­μα­γιά­τι­κη γιορτή.

Η 13η Μεραρ­χία του ΕΛΑΣ επρό­κει­το να με οδη­γή­σει στους αντι­φα­σί­στες γερ­μα­νούς συμπα­τριώ­τες μου. Στο Καρ­πε­νή­σι συνά­ντη­σα το δόκτο­ρα Falk Harnack, αδελ­φό του εκτε­λε­σμέ­νου απ’ τους Γερ­μα­νούς γνω­στού αντι­φα­σί­στα Arvid Harnack. Ο Falk, που στην ελλη­νι­κή αντί­στα­ση ήταν γνω­στός με το ψευ­δώ­νυ­μο « Ίκτα­ρης», είχε δου­λέ­ψει στο ραδιο­φω­νι­κό σταθ­μό της Αθή­νας, κι έτσι ήταν σε θέση να δώσει στο αντι­στα­σια­κό κίνη­μα πολύ­τι­μες πλη­ρο­φο­ρί­ες, σώζο­ντας έτσι πολ­λούς πατριώ­τες. Κι αυτός, όπως εξάλ­λου κι εγώ – είχα το ψευ­δώ­νυ­μο Μανό­λης – είχα­με μάθει όταν ήμα­στε στην Αθή­να την ύπαρ­ξη στη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση του « Εθνι­κού Κομι­τά­του Ελεύ­θε­ρη Γερ­μα­νία» και είχα­με απο­φα­σί­σει  να δημιουρ­γή­σου­με κι εμείς ένα παρό­μοιο κομι­τά­το για τους γερ­μα­νούς αντι­φα­σί­στες που βρί­σκο­νταν στις γραμ­μές του ΕΛΑΣ, για να μπο­ρού­με έτσι να δου­λέ­ψου­με καλύ­τε­ρα στη δια­φώ­τι­ση του μετώ­που. Ακού­γα­με τις εκπο­μπές του σταθ­μού « Ελεύ­θε­ρη Γερ­μα­νία» της Μόσχας, που το περιε­χό­με­νό τους αντα­πο­κρι­νό­ταν εξάλ­λου στις δικές μας σκέ­ψεις , που επι­θυ­μού­σα­με να τις μετα­δώ­σου­με στους γερ­μα­νούς στρα­τιώ­τες που βρί­σκο­νταν απέ­να­ντί μας. Έτσι λοι­πόν κατα­στρώ­σα­με ένα πρό­γραμ­μα και συντά­ξα­με τις πρώ­τες προ­κη­ρύ­ξεις μας.

Το Καρ­πε­νή­σι βρι­σκό­ταν σε μια απε­λευ­θε­ρω­μέ­νη περιο­χή κι εδώ είχε σχη­μα­τι­στεί η πρώ­τη λαϊ­κή κυβέρ­νη­ση της Ελλά­δας στις 11 Μαρ­τί­ου 1944. Δια­λέ­ξα­με λοι­πόν το Καρ­πε­νή­σι σαν τόπο συγκέ­ντρω­σης όλων των γερ­μα­νών αντι­φα­σι­στών, κι από δω κάνα­με εξορ­μή­σεις στα διά­φο­ρα σημεία συγκρού­σε­ων με τον εχθρό. Εδώ εξάλ­λου θέλα­με να συγκε­ντρώ­σου­με μαζί με τους αυτό­μο­λους αντι­χι­τλε­ρι­κούς και τους γερ­μα­νούς αιχ­μα­λώ­τους. Και ν’ αρχί­σου­με τη δια­φω­τι­στι­κή δου­λειά μας, που δεν θα αφο­ρού­σε μόνο την τρέ­χου­σα πολε­μι­κή κατά­στα­ση, αλλά κυρί­ως τη μελ­λο­ντι­κή δημο­κρα­τι­κή Γερμανία.

Μια μέρα έφτα­σε σε μας ο σιδη­ρο­δρο­μι­κός υπάλ­λη­λος Rudolf Hermann, εργά­της χρι­στια­νο­δη­μο­κρα­τι­κής τοπο­θέ­τη­σης απ’ τη μικρή πόλη Neumark της Σαξω­νί­ας, που μια συντα­ρα­κτι­κή περι­πέ­τεια τον είχε οδη­γή­σει στο βου­νό απ’ τα τέλη κιό­λας του 1942. Εκεί­νη την επο­χή, επι­στρα­τευ­μέ­νος με το βαθ­μό του δεκα­νέα στην υπη­ρε­σία των σιδη­ρο­δρό­μων, του είχαν ανα­θέ­σει τη φρο­ντί­δα της συσκευα­σί­ας και φόρ­τω­σης πορ­το­κα­λιών και λιγνί­τη, σε κάποιο σταθ­μό κοντά στις Θερ­μο­πύ­λες. Κάθε τόσο έδι­νε μερι­κά φρού­τα στα πει­να­σμέ­να παι­δά­κια της περιο­χής. Ο διοι­κη­τής του όμως δεν έδει­χνε κατα­νό­η­ση γι’ αυτή τη χρι­στια­νι­κή αγά­πη προς τον πλη­σί­ον γι’ αυτό και τον τιμώ­ρη­σε με αυστη­ρή φυλά­κι­ση. Μια φορά μάλι­στα τον υπο­χρε­ώ­σα­νε να παρα­στεί στον απαγ­χο­νι­σμό ενός χωρι­κού, μέσα στην αυλή του ίδιου του σπι­τιού του. Όμως ο δεκα­νέ­ας δεν το άντε­χε πια, και έτσι παρου­σιά­στη­κε μπρο­στά μου ο χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­της εργά­της  R. Hermann  σαν ένας γενιο­φό­ρος βετε­ρά­νος παρ­τι­ζά­νος με σταυ­ρω­τά τα φυσε­κλί­κια του στο στήθος.

Ομάδα γερμανών αυτόμολων στο 54 Σύνταγμα του ΕΛΑΣ μαζί με έλληνες αντάρτες.

Ομά­δα γερ­μα­νών αυτό­μο­λων στο 54 Σύνταγ­μα του ΕΛΑΣ μαζί με έλλη­νες αντάρτες.

Ήρθα­νε σε λίγο και ο Otto Mirbach, κομ­μου­νι­στής από τη Γιέ­να, και ο σοσιαλ­δη­μο­κρά­της Gerhard Frauz  από το Μόνα­χο. Και οι δυο τους σκο­τω­θή­κα­νε το 1944, στις σκλη­ρές μάχες που γίνα­νε όταν οι φασί­στες προ­σπα­θή­σα­νε να εκκα­θα­ρί­σου­νε από τους αντάρ­τες τις απε­λευ­θε­ρω­μέ­νες από τον ΕΛΑΣ περιοχές.

Δεν είχα­με καλά καλά αρχί­σει τις λίγο πιο συστη­μα­τι­κές προ­σπά­θειες μας για την ίδρυ­ση του κομι­τά­του « Ελεύ­θε­ρη Γερ­μα­νία» και έξαφ­να μας χωρί­σα­νε. Ο Falk, o Rudolf κι εγώ πήρα­με μετά­θε­ση για το 42 Σύνταγ­μα. Η δια­τα­γή αυτή ήταν για μας ακα­τα­νό­η­τη, οι επό­με­νοι μήνες όμως μάς ανοί­ξα­νε τα μάτια. Βέβαια ο ΕΛΑΣ είχε κάθε δίκιο να αξιο­ποιεί τους πάντες για τον αγώ­να, όμως τη δική μας προ­σπά­θεια για την ίδρυ­ση του Κομι­τά­του εμπο­δί­ζα­νε σίγου­ρα άλλοι παρά­γο­ντες, που έπρε­πε να ανα­ζη­τη­θούν προς την κατεύ­θυν­ση της Βρε­τα­νι­κής Στρα­τιω­τι­κής Απο­στο­λής στην Ελεύ­θε­ρη Ελλάδα.

Τα σχέ­δια τους όμως απο­τύ­χα­νε, και κατά τα τέλη Ιου­λί­ου 1944, μετα­κι­νη­θή­κα­με για το Γενι­κό Στρα­τη­γείο του ΕΛΑΣ στην Καστα­νιά, όπου πήρα­με την εντο­λή απ’ το ΚΚΕ να επι­σπεύ­σου­με τη δημιουρ­γία του κομι­τά­του «Ελεύ­θε­ρη Γερμανία».

Στο Καρ­πε­νή­σι, που το έκα­ψαν τα χιτλε­ρι­κά στρα­τεύ­μα­τα στις αρχές Αυγού­στου ’44, είχα γνω­ρί­σει και τον εθνι­κό ήρωα Μανό­λη Γλέ­ζο, που μετά από 20 σχε­δόν χρό­νια, είχα τη χαρά να υπο­δε­χθώ στη Λαϊ­κή Γερ­μα­νι­κή Δημο­κρα­τία ως γραμ­μα­τέ­ας των γερ­μα­νών αντι­φα­σι­στών. Τότε, σε κεί­νη την πρώ­τη συνά­ντη­σή μας, ο Γλέ­ζος μου είχε δώσει πολύ­τι­μες συμ­βου­λές για τη δου­λειά μας και έδει­χνε καλός γνώ­στης της γερ­μα­νι­κής νοο­τρο­πί­ας και ψυχής.

Στην Καστα­νιά μάς πλη­ρο­φό­ρη­σε ο συνα­γω­νι­στής Δεσπο­τό­που­λος, νομι­κός και διπλω­μα­τι­κός σύμ­βου­λος του Γ.Σ του ΕΛΑΣ, για την ύπαρ­ξη του «Μανι­φέ­στου των 25 σημεί­ων για τον τερ­μα­τι­σμό του πολέ­μου» που είχε συντά­ξει το Εθνι­κό Κομι­τά­το « Ελεύ­θε­ρη Γερ­μα­νία» (NKFD) στη Μόσχα.

Έτσι στις 10 Αυγού­στου 1944 ιδρύ­θη­κε τελι­κά και το Αντι­φα­σι­στι­κό Κομι­τά­το « Ελεύ­θε­ρη Γερ­μα­νία» ( AKFD) των γερ­μα­νών στρα­τιω­τών της Ελλά­δας. Το πρώ­το συμ­βού­λιο απο­τε­λέ­σα­νε οι K. Pfaderer, P. Fritz, W.Hauzen, Δρ. Falk Harnack, R. Hermann, F. Oberseger, G. Reinhard και S. Schiller. O Falk ήταν ο πολι­τι­κός μας κι εγώ αντι­κα­τα­στά­της του και υπεύ­θυ­νος για τα οργα­νω­τι­κά. Το Γ.Σ του ΕΛΑΣ μας εφο­δί­α­σε με επί­ση­μες ταυ­τό­τη­τες που μας επι­τρέ­πα­νε να κυκλο­φο­ρού­με σ’ ολό­κλη­ρη την περιο­χή της Ελεύ­θε­ρης Ελλά­δας για την προ­α­γω­γή της δου­λειάς μας για το AKFD. Την ταυ­τό­τη­τά μου αυτή με αύξο­ντα αριθ­μό 2 την έχω φυλά­ξει σαν ένα από τα πολυ­τι­μό­τε­ρα κει­μή­λιά μου.

Αμέ­σως μετά την ίδρυ­ση του Αντι­φα­σι­στι­κού Κομι­τά­του άρχι­σε η οργά­νω­ση εκα­το­νταρ­χιών υπό τη διοί­κη­ση δοκι­μα­σμέ­νων αντιφασιστών.

Θεω­ρή­σα­με εξ αρχής τη δια­φώ­τι­ση σαν το πρω­ταρ­χι­κό μέλη­μά μας.Πάνω σε μια παλιά γρα­φο­μη­χα­νή, λεία πολέ­μου κι αυτή, αρχί­σα­με να χτυ­πά­με προ­κη­ρύ­ξεις, που θαρ­ρα­λέ­οι σύντρο­φοι σκορ­πά­γα­νε στις γερ­μα­νο­κρα­τού­με­νες περιο­χές της Άμφισ­σας, στο Λια­νο­κλά­δι, τη Λαμία και τα περί­χω­ρα της Λάρι­σας. Σε μια τέτοια επι­χεί­ρη­ση σκο­τώ­θη­κε στις 29 Αυγού­στου ο ανθρα­κω­ρύ­χος Otto Stuck απ’ το Ρουρ.

Μια άλλη φορά, προ­κη­ρύ­ξεις μας ριχτή­κα­νε σε μια πανη­γυ­ρι­κή εκδή­λω­ση που είχε οργα­νώ­σει ο γερ­μα­νι­κός στρα­τός στο αρχαίο θέα­τρο του Ηρώ­δου του Αττικού.

Παντού όπου οι γερ­μα­νοί στρα­τιώ­τες εξα­κο­λου­θού­σα­νε τον εγκλη­μα­τι­κό τους πόλε­μο και σκο­τω­νό­ντου­σαν γι’ αυτόν, φτά­να­νε τα συν­θή­μα­τα της ιδρυ­τι­κής δια­κή­ρυ­ξης του NKFD της Μόσχας:

«Για το λαό και την πατρί­δα. Ενά­ντια στο Χίτλερ και τον πόλε­μό του. Για άμε­ση ειρή­νη. Για τη σωτη­ρία του γερ­μα­νι­κού λαού. Για μια ελεύ­θε­ρη, ανε­ξάρ­τη­τη Γερμανία».

Με ομι­λί­ες και δια­φώ­τι­ση δου­λεύ­α­με και σε στρα­τό­πε­δα γερ­μα­νών αιχ­μα­λώ­των. Η δου­λειά μας δεν ήταν πάντα εύκο­λη. Προ­σπα­θού­σα­με να αξιο­ποι­ή­σου­με την πεί­ρα μας από την παρα­νο­μία. Ευτυ­χώς βρί­σκα­με πρό­θυ­μη συμπα­ρά­στα­ση απ’ τους έλλη­νες συνα­γω­νι­στές μας. Έτσι, ανά­με­σα στα άλλα, μας προ­μη­θεύ­σα­νε και ένα αντί­τυ­πο σε αγγλι­κή γλώσ­σα της ιστο­ρί­ας του ΚΚΣΕ.

Κι όταν το ΚΚΕ, το Δεκέμ­βρη του 1944, μας ξεπρο­βό­δι­σε στην περιο­χή της Φλώ­ρι­νας, ο αντι­πρό­σω­πος σύντρο­φος Δυρά­σιος, μας ευχα­ρί­στη­σε στο όνο­μα του ελλη­νι­κού λαού με τα λόγια:

«Απο­δεί­ξα­τε στην πρά­ξη ότι υπάρ­χει και μια άλλη Γερμανία»…

 

eam26fΔημο­σιευ­μέ­νο στο περιο­δι­κό  Αντί, το Σάβ­βα­το 17 Σεπτεμ­βρί­ου 1977, τεύ­χος 80

(Οι φωτο­γρα­φί­ες από το περιοδικό)

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο