Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ήταν αντικομματικός ο Μαγιακόφσκι;

Γρά­φει ο Πανα­γιώ­της Μανιά­της //

Στις 14 Απρί­λη συμπλη­ρώ­νο­νται 85 χρό­νια από την αυτο­κτο­νία του μεγα­λύ­τε­ρου, ίσως, ποι­η­τή της σοβιε­τι­κής περιό­δου. Είναι μια μέρα που προ­σφέ­ρε­ται για κεί­με­να τα οποία τις περισ­σό­τε­ρες φορές, δυστυ­χώς, απο­πνέ­ουν αίσθη­ση μαυ­σω­λεί­ου. Κάτι τέτοια όμως τα απε­χθα­νό­ταν ο μακα­ρί­της, όπως και θα χαμο­γε­λού­σε με τη διχο­τό­μη­ση που κάνουν ορι­σμέ­νοι στο χαρα­κτή­ρα του: Περισ­σό­τε­ρο ρομα­ντι­κός παρά σκλη­ρός κομ­μου­νι­στής, περισ­σό­τε­ρο ονει­ρο­πό­λος παρά επα­να­στά­της, είναι η τελι­κή κρί­ση του Γιάνγ­κφελντ για έναν ελκυ­στι­κό, σαγη­νευ­τι­κό αλλά βαθιά αντι­φα­τι­κό χαρα­κτή­ρα.1

Magiakofski3Ο Βλα­ντί­μιρ Μαγια­κόφ­σκι γεν­νή­θη­κε στο χωριό Μπαγκ­ντα­τί της Γεωρ­γί­ας στις 19 Ιου­λί­ου 1893, ενώ από το 1902 έζη­σε στην πρω­τεύ­ου­σα της επαρ­χί­ας του, στο Κου­τάι­σι. Ο πατέ­ρας του ήταν δασο­φύ­λα­κας και είχε δύο μεγα­λύ­τε­ρες αδελ­φές, την Όλγα και την Λιου­ντμί­λα. Η τελευ­ταία, όταν ήταν φοι­τή­τρια στη Μόσχα, έφερ­νε προ­κη­ρύ­ξεις στο σπί­τι, ενώ ο Μαγια­κόφ­σκι συμ­με­τεί­χε και ο ίδιος σε δια­δη­λώ­σεις κατά την επα­νά­στα­ση του 1905. Μετά τον θάνα­το του πατέ­ρα του, η οικο­γέ­νειά του εγκα­τα­στά­θη­κε, το 1906, στη Μόσχα. Μπή­κε στο Κόμ­μα το 1908, εργά­στη­κε στην Επι­τρο­πή Μόσχας του ΣΔΕΚΡ(μπ) με το ψευ­δώ­νυ­μο «σύντρο­φος Κον­στα­ντίν» και, δρώ­ντας ως προ­πα­γαν­δι­στής, συνε­λή­φθη σ’ ένα παρά­νο­μο τυπο­γρα­φείο. Το 1909 συλ­λαμ­βά­νε­ται άλλες δύο φορές, ενώ κατά την τελευ­ταία, ως αντι­πρό­σω­πος των φυλα­κι­σμέ­νων, κρα­τεί­ται στην απο­μό­νω­ση των φυλα­κών Μπου­τίρ­κα, όπου γρά­φει τα πρώ­τα του ποι­ή­μα­τα, τα οποία κατά­σχο­νται.2

Με την απο­φυ­λά­κι­σή του αντι­με­τώ­πι­σε δίλημ­μα σχε­τι­κά με το τι θα κάνει στη ζωή του. Αν έμε­νε στο Κόμ­μα έπρε­πε να γίνει παρά­νο­μος. Και ως παρά­νο­μος θεω­ρού­σε ότι δε θα μπο­ρού­σε να σπου­δά­σει και να κατα­νο­ή­σει τη μαρ­ξι­στι­κή μέθο­δο όπως και να κάνει πρω­το­πό­ρα τέχνη: Τι μπο­ρώ να αντι­πα­ρα­θέ­σω στην αισθη­τι­κή του απαρ­χαιω­μέ­νου; Μήπως η επα­νά­στα­ση δεν απαι­τεί από μένα σοβα­ρή σπου­δή; Πήγα στο Μεντ­βέ­ντεφ, σύντρο­φο τότε ακό­μη, στο κόμ­μα: «Θέλω να κάνω σοσια­λι­στι­κή τέχνη» 3. Έτσι διέ­κο­ψε την κομ­μα­τι­κή δου­λειά και βάλ­θη­κε να σπουδάσει.

Ο Μαγια­κόφ­σκι όμως δεν θα μπο­ρού­σε να απο­χω­ρι­στεί την επα­να­στα­τι­κή δια­δι­κα­σία: «Τον δέχο­μαι ή δεν τον δέχο­μαι τον Οκτώ­βρη; Τέτοιο ζήτη­μα για μένα (και για τους άλλους φου­του­ρι­στές της Μόσχας) δεν έμπαι­νε. Δική μου η επα­νά­στα­ση. Πήγα στο Σμόλ­νι. Έκα­να δου­λειές. Ό,τι τύχαι­νε…»4. Έτσι, την περί­ο­δο εκεί­νη ανα­πτύσ­σει τρο­με­ρή δρα­στη­ριό­τη­τα σε πολ­λούς τομείς. Γρά­φει το πρώ­το σοβιε­τι­κό θεα­τρι­κό έργο πάνω σε επί­και­ρο θέμα, «Το μυστή­ριο μπού­φο», στρα­τευ­μέ­να ποι­ή­μα­τα όπως το «Αρι­στε­ρό εμβα­τή­ριο» και την «Ωδή στην Επα­νά­στα­ση». Έχο­ντας εγκα­τα­στα­θεί στη Μόσχα από το 1919, εργά­στη­κε στα Παρά­θυ­ρα του Τηλε­γρα­φι­κού Πρα­κτο­ρεί­ου Ρωσί­ας και κοι­μώ­με­νος ελά­χι­στες ώρες, με μαξι­λά­ρι ένα κού­τσου­ρο, σχε­διά­ζει αφί­σες, φτιά­χνει πλα­κάτ και γρά­φει λεζά­ντες. Λίγα χρό­νια αργό­τε­ρα, προ­σέ­χο­ντας να μην υπο­κύ­ψει σε κοι­νο­το­πί­ες ολο­κλη­ρώ­νει το φθι­νό­πω­ρο του 1924 το πολύ­στι­χο «Βλα­ντί­μιρ Ίλιτς Λένιν», που το αφιέ­ρω­σε στο Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα. Τα τελευ­ταία χρό­νια της ζωής του, σατι­ρι­κός και καυ­στι­κός, κατα­κε­ραυ­νώ­νει αρνη­τι­κές πτυ­χές της σοβιε­τι­κής κοι­νω­νί­ας, τους γρα­φειο­κρά­τες, τους μικρο­α­στούς της ΝΕΠ, όπως και τους ανθρώ­πους που μπή­καν στο Κόμ­μα και συγκά­λυ­πταν τα αρνη­τι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά τους με την κομ­μα­τι­κή ταυ­τό­τη­τα. Τα θεα­τρι­κά «Ο Κοριός» και το «Λου­τρό» είναι γραμ­μέ­να με αυτό το πνεύ­μα. Μεγά­λη σημα­σία για την απά­ντη­ση στο αρχι­κό ερώ­τη­μα έχουν και οι στί­χοι του στο «Με όλη μου τη φωνή», που απο­τε­λεί τη λογο­τε­χνι­κή του δια­θή­κη και στην αρχι­κή σύλ­λη­ψή του θα ήταν εισα­γω­γή σε επι­κο­λυ­ρι­κό ποί­η­μα για το Πρώ­το Πεντά­χρο­νο Πλά­νο. Εκεί γράφει:

Magiakofski1

Αν θέλου­με να βάλου­με αντι­πα­ρα­θε­τι­κά κάτι στον Μαγια­κόφ­σκι αυτό είναι η γρα­φειο­κρα­τία. Από τότε που ονει­ρευό­ταν μια ακό­μα συνε­δρί­α­ση που θα καταρ­γού­σε όλες τις συνε­δριά­σεις, μέχρι τις δια­μά­χες που είχε με «της γρα­φειο­κρα­τί­ας το μελίσ­σι», η σκέ­ψη του δια­κα­τέ­χε­ται από το αντι­γρα­φειο­κρα­τι­κό στοι­χείο. Και η επι­θυ­μία του από το Κομ­μου­νι­στι­κό Αύριο.

 

1) http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=657983
2) Στοι­χεία παρ­μέ­να από το βιβλίο «Η ποί­η­ση στην Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση», Πανα­γιώ­της Μανιά­της, Δίαυ­λος, 2014.
3) Βλα­ντι­μίρ Μαγια­κόφ­σκι, Πέτρος Ανταί­ος, Οδυσ­σέ­ας, 1982, τόμος I, σελ. 24.
4) «Ο Μαγια­κόφ­σκι: τα εύκο­λα και τα δύσκο­λα», Μήτσος Αλε­ξαν­δρό­που­λος, Ελλη­νι­κά Γράμ­μα­τα, 2000, σελ. 129.
5) Βλα­ντι­μίρ Μαγια­κόφ­σκι, Πέτρος Ανταί­ος, Οδυσ­σέ­ας, 1982, τόμος II, σελ. 206.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο