Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Για ποια αξιοπρέπεια μιλάτε ρε γαμώτο;

Κατά τρό­πο μαγι­κό ―με το πάτη­μα θαρ­ρείς ενός κου­μπιού― κατα­ρα­μέ­νες λέξεις που τόσο σημά­δε­ψαν τη ζωή μας αντι­κα­τα­στά­θη­καν από νέες· έπα­ψαν να τις χρη­σι­μο­ποιούν οι ανα­λυ­τές που μπου­κώ­νουν μαση­μέ­νη σκέ­ψη τους ταλαι­πω­ρη­μέ­νους εγκε­φά­λους μας. Τα που­κά­μι­σα έξω αντι­κα­τέ­στη­σαν τις γρα­βά­τες, οι ψευ­το­κου­τσα­βα­κι­σμοί τον υπερ­βάλ­λο­ντα ζήλο και οι απο­φά­σεις για-όλα-αυτά-που-θα-γίνουν-για-μένα-χωρίς-εμέ­να παίρ­νο­νται τώρα σε δωμά­τια ξενο­δο­χεί­ων και όχι σε αίθου­σες υπουργείων.

Κατά τρό­πο τρα­γι­κό, χωρίς κανέ­νας να μας το επι­βάλ­λει, βου­τά­με ένας ένας στην τερά­στια κολυ­μπή­θρα της νέας αρι­στε­ρής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας. Ξεπλέ­νου­με όπως όπως τη χαμέ­νη επα­να­στα­τι­κό­τη­τα της νιό­της μας, τα όνει­ρα που απο­δεί­χτη­καν βαριά για τις πλά­τες μας και όσες προσ­δο­κί­ες μάς είχαν απο­μεί­νει· κάθε τι που δια­τα­ράσ­σει τον ισο­σκε­λι­σμέ­νο ευνου­χι­σμό της συνεί­δη­σής μας. Φτά­νει να πετά­ξου­με από πάνω μας την όποια ευθύ­νη κου­βα­λού­σα­με μέχρι χτες. Φτά­νει να μας αφή­σουν ήσυ­χους στη βολή ή στη μιζέ­ρια μας. Φτά­νει να ροκα­νί­σου­με το χρό­νο που μας ανα­λο­γεί τρώ­γο­ντας από τις σάρ­κες μας· μπας και σώσου­με την προ­σω­πι­κή μας παρτίδα.

Οικο­δό­μος

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο