Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η Μύκονος του Κώστα Μπαλάφα

Η παραλία της Μυκόνου

Η παρα­λία της Μυκόνου

Γρά­φει ο Οικο­δό­μος //

Οι περισ­σό­τε­ροι έχου­με συν­δέ­σει τον Κώστα Μπα­λά­φα με τις σπου­δαί­ες φωτο­γρα­φί­ες του από το έπος της ΕΑΜι­κής αντί­στα­σης (Ελα­σί­της ο ίδιος) στην Ήπει­ρο και τις ασπρό­μαυ­ρες εικό­νες των «πέτρι­νων» χρό­νων της Ελλά­δας, που εστιά­ζουν στα άγρια ορει­νά τοπία και στα σκα­μέ­να πρό­σω­πα των ανθρώ­πων του μόχθου.

Ο ίδιος έλε­γε: «Όλοι με κατη­γό­ρη­σαν στην αρχή ότι φωτο­γρα­φί­ζω την αθλιό­τη­τα και τη μιζέ­ρια. Δεν έδει­χνα σε κανέ­ναν τις φωτο­γρα­φί­ες μου. Πήρα το δικό μου δρό­μο, αυτός είμαι. Και νομί­ζω πως δεν έκα­να άσχη­μα. Το να βγά­λεις λίγα χρυ­σάν­θε­μα, ακό­μα και μια βαρ­κού­λα που κου­νιέ­ται, δεν λέει και σπου­δαία πράγ­μα­τα. Εδώ είναι ένας λαός τρα­ντα­χτός, που πέρα­σε δια πυρός και σιδή­ρου· από το για­τα­γά­νι του Γιου­σούφ αρά­πη και από το σκοι­νί του πατρο-Κοσμά. Αυτόν το λαό φωτογραφίζω».

Ο Κώστας Μπα­λά­φας απο­τύ­πω­σε στο φωτο­γρα­φι­κό του χαρ­τί τις όμορ­φες αλλά και συχνά «τρα­χιές» εικό­νες του τόπου και των ανθρώ­πων του που τόσο πολύ άλλα­ξαν μέσα σε μόλις λίγες δεκα­ε­τί­ες. Εικό­νες μιας άλλης επο­χής που, αν και δύσκο­λη, φαντά­ζει –και ίσως να ήταν- πιο «καθα­ρή» σε σχέ­ση με τη σημε­ρι­νή πολύ­μορ­φη βαρ­βα­ρό­τη­τα που έχει εισβάλ­λει στις ζωές και τις ψυχές εκα­τομ­μυ­ρί­ων Ελλήνων.

Μετά την απε­λευ­θέ­ρω­ση από τον γερ­μα­νι­κό ζυγό ο Κ. Μπα­λά­φας πιά­νει δου­λειά ως διερ­μη­νέ­ας (γνώ­ρι­ζε καλά την αγγλι­κή γλώσ­σα) σε μια ομά­δα βρε­τα­νών που έκα­νε απο­κα­τα­στά­σεις συγκοι­νω­νιών στη ρημαγ­μέ­νη από τον πόλε­μο Ελλά­δα. Με τη δου­λειά του ταξί­δε­ψε σχε­δόν παντού στην επι­κρά­τεια, έχο­ντας πάντα «έτοι­μη» τη φωτο­γρα­φι­κή μηχα­νή του.

Ο Κ. Μπα­λά­φας ανή­κει στους μεγά­λους της τέχνης και της ζωής που, από το μετε­ρί­ζι του ο καθέ­νας, τίμη­σαν τον λαό και τον τόπο κατα­γω­γής τους. Βάδι­σε μονα­χι­κά και με σεμνό­τη­τα το δρό­μο του μακριά από δημό­σιες σχέ­σεις, εκτυ­φλω­τι­κά φώτα και παρα­τρε­χά­με­νους και όπως συμ­βαί­νει με όλους τους μεγά­λους, η προ­σω­πι­κή του πορεία και το τερά­στιο σε όγκο και αξία έργο του, έγι­ναν κτή­μα του λαού, που ξέρει να ανα­γνω­ρί­ζει και να τιμά. (Περισ­σό­τε­ρα για τον Κώστα Μπα­λά­φα μπο­ρεί­τε να δεί­τε εδώ).

Το 2008 παρα­χώ­ρη­σε το φωτο­γρα­φι­κό του αρχείο στο Μου­σείο Μπε­νά­κη. Απο­τε­λεί­ται από 15.000 ασπρό­μαυ­ρα αρνη­τι­κά (από το 1939 έως το 2000) και 60 ται­νί­ες μικρού μήκους, με κεντρι­κό θέμα τα ήθη και τα έθι­μα της ηπει­ρω­τι­κής και νησιω­τι­κής Ελλάδας.

Ενδοχώρα Μυκόνου

Ενδο­χώ­ρα Μυκόνου

Οι φωτο­γρα­φί­ες που παρου­σιά­ζου­με σήμε­ρα προ­έρ­χο­νται από το λεύ­κω­μα Κώστας Μπα­λά­φας, ΤΑ ΝΗΣΙΑ, εκδό­σεις Ποτα­μός, Αθή­να 2004. Δεν γνω­ρί­ζου­με πότε ακρι­βώς τρα­βή­χτη­καν, δεν χωρά όμως αμφι­σβή­τη­ση ότι απει­κο­νί­ζουν τη Μύκο­νο μιας άλλης επο­χής, πολύ δια­φο­ρε­τι­κή από τη σημε­ρι­νή, όπως είναι και όπως προβάλλεται.

Τα απο­σπά­σμα­τα κει­μέ­νου μέσα σε πλαί­σιο είναι του μεγά­λου μας φωτο­γρά­φου, από τον πρό­λο­γο της ίδιας έκδοσης.

Ενδοχώρα Μυκόνου

Ενδο­χώ­ρα Μυκόνου

Εδώ στο μύλο του μπαρμπα Νικολή γίνεται κάθε πρωί η συναλλαγή εμπόρων και αγροτών

Εδώ στο μύλο του μπαρ­μπα Νικο­λή γίνε­ται κάθε πρωί η συναλ­λα­γή εμπό­ρων και αγροτών

«Η νησιώ­τι­κη Ελλά­δα είναι το ένα από τα δυο σκέ­λη στα οποία η χώρα στη­ρί­ζει την ύπαρ­ξη της, με τη συμ­βο­λή της στην εθνι­κή οικο­νο­μία, από τη ναυ­τι­λία, τον του­ρι­σμό και την αγρο­τι­κή παρα­γω­γή. Κάθε νησιώ­τι­κη ενό­τη­τα έχει τα δικά της χαρα­κτη­ρι­στι­κά, τόσο σε εδα­φο­λο­γι­κή δια­μόρ­φω­ση, όσο και σαν κοι­νω­νία ανθρώ­πων με επι­χει­ρη­μα­τι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα. Οι άνθρω­ποι εδώ δια­τη­ρούν ατό­φιες τις δικές του πολι­τι­σμι­κές κατα­βο­λές, όπως τις κλη­ρο­νό­μη­σαν από τους προ­γό­νους αλλά και τις επι­δρά­σεις που δέχτη­καν από ξένες εθνό­τη­τες που συνα­ντή­θη­καν και έζη­σαν για χρό­νια μαζί.

balafas_mykonos4

Γενι­κά, παρου­σιά­ζουν έντο­νες επι­δρά­σεις από δυνά­μεις που κατά και­ρούς δια­φέ­ντε­ψαν τον τόπο τους και εξου­σί­α­ζαν τη ζωή τους. Δια­τη­ρούν, επί­σης, αρχέ­γο­να στοι­χεία από τη ζωή και τη κατα­γω­γή τους. Στα όμορ­φα ακρο­γιά­λια και στα γρα­φι­κά λιμα­νά­κια, που άλλο­τε λικνί­ζο­νταν οι τρι­ή­ρεις του Οδυσ­σέα, τώρα αρά­ζουν τα τρε­χα­ντή­ρια και ξεψα­ριά­ζουν τα δίχτυα τους τα ψαρο­κάι­κα. Ίδιος ο τόπος, ίδια η ζωή σε μια άλλη μορφή.(…)»

Οι μύλοι

Οι μύλοι

balafas_mykonos7

«(…)Η Αιγαιο­πε­λα­γί­τι­κη αρχι­τε­κτο­νι­κή δια­φέ­ρει από αυτήν της Ηπει­ρω­τι­κής Ελλά­δας. Οι οικι­σμοί προ­σαρ­μο­σμέ­νοι στην ιδιο­μορ­φία του χώρου και τις ανά­γκες των ανθρώ­πων, με μια ωφε­λι­μι­στι­κή διά­θε­ση υπα­κού­ουν στην πρα­κτι­κή χρη­σι­μό­τη­τα. Ψηλά στις λοφο­σει­ρές είναι χτι­σμέ­νοι οι ανε­μό­μυ­λοι, κόντρα στην φόρα του ανέ­μου, εκμε­ταλ­λευό­με­νοι την δύνα­μη του, ενώ τα σπί­τια είναι χτι­σμέ­να σε απά­νε­μη μεριά, γύρω από το λιμά­νι με φόντο τη θάλασσα.

Η Βενετία της Μυκόνου

Η Βενε­τία της Μυκόνου

Κυρί­ως, είναι σπι­τά­κια χαμη­λά σε ανθρώ­πι­να μέτρα, μπρο­στά σε πλα­κό­στρω­τα σοκά­κια, με αψι­δω­τές ορο­φές και με χαρι­τω­μέ­νες καμπύ­λες που συν­δέ­ουν τις γει­το­νιές. Στο εσω­τε­ρι­κό των σπι­τιών είναι όμορ­φα καθι­στι­κά ‑οντά­δες- με καμα­ρού­λες ζεστές στο­λι­σμέ­νες με πολύ­χρω­μα υφα­ντά και παρά­θυ­ρα που βλέ­πουν στο ύιμος του δρό­μου με γλά­στρες με βασιλικό.(…)»

Ψαράδες

Ψαρά­δες

balafas_mykonos10

«(…)Το καθέ­να από τα νησιά μας έχει και κάτι δικό του να παρου­σιά­σει με τα δικά του χαρα­κτη­ρι­στι­κά και τη δική του ομορ­φιά, με χτί­σμα­τα εναρ­μο­νι­σμέ­να με το περι­βάλ­λον σε μια αισθη­τι­κή ισορ­ρο­πία, όσο μένει αλώ­βη­το από κακό­γου­στες επεμ­βά­σεις που παρα­σύ­ρουν η εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση και η του­ρι­στι­κή ανάπτυξη.(…)»

Πλακόστρωτα σοκάκια

Πλα­κό­στρω­τα σοκάκια

balafas_mykonos12

«(…)Τους νησιώ­τες η φύση του χώρου που τους γέν­νη­σε τους έδε­σε με τη θάλασ­σα. Οι νέοι μη έχο­ντας απα­ντο­χή για προ­κο­πή στο νησί και ελπί­δα για το μέλ­λον μπάρ­κα­ραν στα καρά­βια που αρμε­νί­ζουν στις θάλασ­σες όλου του κόσμου. Κάθε νησιώ­τι­κη οικο­γέ­νεια θα έχει και κάποιον ναυ­τι­κό που θα αρμε­νί­ζει σε ξένες θάλασ­σες. Αν κάπο­τε για τους Ηπει­ρώ­τες το μόνι­μο μαρά­ζι της οικο­γέ­νειας ήταν η ξενι­τιά, για τους νησιώ­τες είναι η θάλασ­σα με τους καη­μούς της.

balafas_mykonos3

Συχνά στα λιμα­νά­κια των νησιών στέ­κο­νται, οι δικοί τους, άλλο­τε να ξεπρο­βο­δούν και άλλο­τε να καλω­σο­ρί­ζουν με χαρές ή με δάκρυα αυτούς που φεύ­γουν ή εκεί­νους που έρχο­νται. Τη γαλά­ζια θάλασ­σα έκα­μαν τρα­γού­δι, τον πόνο τους και τον καη­μό τους για να εκφρά­σουν τις λιγο­στές χαρές και την περίσ­σια πίκρα.

Θάλασ­σα πικροθάλασσα
Με τα φαρ­μά­κια που ’χεις.»

balafas_mykonos14

Τα αλεστικά πληρώνονται με παρακράτηση από το αλεύρι

Τα αλε­στι­κά πλη­ρώ­νο­νται με παρα­κρά­τη­ση από το αλεύρι

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο