Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κοινωνική απειθαρχία και παραβατικότητα στην Κούβα. Όταν οι Κουβανοί τολμούν…

Επι­μέ­λεια: Οικο­δό­μος //

Το ότι η κου­βα­νι­κή επα­νά­στα­ση αντέ­χει παρα­πά­νω από μισόν αιώ­να τώρα, κόντρα σε ανυ­πέρ­βλη­τες (κάτω από άλλες συν­θή­κες) αντι­ξο­ό­τη­τες, που γεν­νούν οι επι­θέ­σεις και οι απο­κλει­σμοί των γιάν­κη­δων ιμπε­ρια­λι­στών, σίγου­ρα δεν είναι τυχαίο. Ίσως ένας από τους λόγους που επα­να­στα­τι­κή ηγε­σία και λαός άντε­ξαν και προ­χώ­ρη­σαν στην οικο­δό­μη­ση του σοσια­λι­σμού είναι και το γεγο­νός ότι ποτέ δεν έκρυ­ψαν ή δεν κρύ­φτη­καν πίσω από προ­βλή­μα­τα και αδυ­να­μί­ες, ακό­μα και αυτών που τα σπέρ­μα­τά τους ανα­ζη­τού­νται στην μακραί­ω­νη σχέ­ση υπο­τέ­λειας της Κού­βας προς την ισπα­νι­κή και αργό­τε­ρα αμε­ρι­κα­νι­κή κυριαρ­χία· σε όλα αυτά τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά που «κλη­ρο­νό­μη­σε» η κου­βα­νι­κή κοι­νω­νία και η Επα­νά­στα­ση μάχε­ται μέχρι σήμε­ρα για να εξαλείψει.

Το γεγο­νός ότι λίγα είναι τελι­κά αυτά που μαθαί­νου­με (και τις περισ­σό­τε­ρες φορές παρα­ποι­η­μέ­να ή δια­στρε­βλω­μέ­να) από όσα συντε­λού­νται στη σοσια­λι­στι­κή Κού­βα, ίσως μας κάνει να νιώ­σου­με έκπλη­ξη μπρο­στά στο μέγε­θος της δημό­σιας αυτο­κρι­τι­κής της ηγε­σί­ας του κου­βα­νι­κού κρά­τους και ίσως να δια­τα­ράσ­σε­ται η εξι­δα­νι­κευ­μέ­νη εικό­να που έχουν οι περισ­σό­τε­ροι από τους φίλους της Κού­βας για μια κοι­νω­νία χωρίς «τέτοια» προ­βλή­μα­τα. Προ­βλή­μα­τα και αδυ­να­μί­ες που μπο­ρεί όπως προ­εί­πα­με τα σπέρ­μα­τά τους να ανα­ζη­τού­νται στις επο­χές που ο Κου­βα­νός ζού­σε σκλά­βος του κέρ­δους των φεου­δαρ­χών και καπι­τα­λι­στών αφε­ντά­δων, μα που σήμε­ρα υπο­δαυ­λί­ζο­νται, υπο­κι­νού­νται από τους αμε­ρι­κά­νους ιμπε­ρια­λι­στές που ανα­ζη­τούν νέους τρό­πους διείσ­δυ­σης στην κου­βα­νι­κή κοι­νω­νία και αλλοί­ω­σης εκεί­νων των συνε­κτι­κών δεσμών που κρα­τούν ζωντα­νή και πάλ­λου­σα την επα­να­στα­τι­κή συνεί­δη­ση της συντρι­πτι­κής πλειο­ψη­φί­ας των κουβανών.

Μετα­φέ­ρου­με στο δια­δί­κτυο εκτε­νή απο­σπά­σμα­τα από την ομι­λία του Ραούλ Κάστρο στην Εθνο­συ­νέ­λευ­ση της Λαϊ­κής Εξου­σί­ας στις 7/7/2013 (πρω­το­δη­μο­σιεύ­τη­κε ‑στα ελλη­νι­κά- στο περιο­δι­κό του Ελλη­νο­κου­βα­νι­κού Συν­δέ­σμου Φιλί­ας και Αλλη­λεγ­γύ­ης “Ελλη­νο­κου­βα­νι­κά Νέα”, τεύ­χος 112), επι­λέ­γο­ντας τα σημεία εκεί­να που επι­βε­βαιώ­νουν ενι­σχύ­ουν τα λόγια του Φιντέλ όταν πριν από δέκα χρό­νια είπε ότι «αυτή την Επα­νά­στα­ση δεν θα μπο­ρού­σε να τη δια­λύ­σει ο εχθρός αλλά μόνο εμείς οι ίδιοι και θα ήταν δική μας η ευθύνη».

 (Photo by Sven Creutzmann/Mambo photo/Getty Images)

(Photo by Sven Creutzmann/Mambo photo/Getty Images)

[…] Ακρι­βώς σ’ αυτό το ζήτη­μα θα αφιε­ρώ­σω το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος της παρέμ­βα­σής μου, έτσι όπως σας είπα στις 24 του Φλε­βά­ρη στην Εναρ­κτή­ρια Συνε­δρί­α­ση αυτής της Νομο­θε­τι­κής Περιό­δου της Βου­λής, που έγι­νε με την παρου­σία του συντρό­φου Φιδέλ, που για το συγκε­κρι­μέ­νο είπε: «Η μεγά­λη μάχη που επι­βάλ­λε­ται είναι η ανά­γκη μιας ενερ­γη­τι­κής και χωρίς ανά­παυ­λα πάλης ενά­ντια στις κακές συνή­θειες και τα λάθη που δια­πράτ­τουν καθη­με­ρι­νά στους πιο δια­φο­ρε­τι­κούς τομείς πολ­λοί πολί­τες, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων και κομ­μα­τι­κών μελών».

Αυτό το θέμα δεν είναι ευχά­ρι­στο για κανέ­ναν, αλλά εμμέ­νω στην πεποί­θη­σή μου ότι το πρώ­το βήμα για να ξεπε­ρα­στεί ένα πρό­βλη­μα με τρό­πο απο­τε­λε­σμα­τι­κό είναι η ανα­γνώ­ρι­ση της ύπαρ­ξής του σε όλη του τη διά­στα­ση και η ανα­ζή­τη­ση των αιτιών και συν­θη­κών που έδω­σαν ζωή σ’ αυτό το φαι­νό­με­νο στη διάρ­κεια πολ­λών χρόνων.

Φαντά­ζο­μαι τις επό­με­νες ημέ­ρες τις ειδή­σεις του μεγά­λου διε­θνούς τύπου που έχει ειδι­κευ­τεί στη δυσφή­μι­ση της Κού­βας και στην επι­βο­λή της σε μια φρε­νή­ρη ενδε­λε­χή εξέ­τα­σή της. Έχου­με συνη­θί­σει πια να ζού­με κάτω από πολιορ­κία και δεν πρέ­πει να περιο­ρι­ζό­μα­στε να συζη­τά­με με κάθε σκλη­ρό­τη­τα την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, αν αυτό που μας παρα­κι­νεί είναι ο πιο στα­θε­ρός τρό­πος να ξεπε­ρά­σου­με το κλί­μα απει­θαρ­χί­ας που έχει ριζώ­σει στην κοι­νω­νία μας και προ­κα­λεί καθό­λου ευκα­τα­φρό­νη­τες ηθι­κές και υλι­κές ζημιές.

Δια­πι­στώ­σα­με με οδυ­νη­ρό τρό­πο στη διάρ­κεια περισ­σό­τε­ρων από 20 ετών ειδι­κής περιό­δου την αυξα­νό­με­νη κατα­στρο­φή ηθι­κών οξιών, αξιών των πολι­τών, όπως είναι η τιμιό­τη­τα, η αξιο­πρέ­πεια, η αιδώς, η ευπρέ­πεια, η εντι­μό­τη­τα και η ευαι­σθη­σία απέ­να­ντι στα προ­βλή­μα­τα των άλλων.

Ας θυμη­θού­με τα λόγια του Φιδέλ στην Αίθου­σα Συνε­δριά­σε­ων του Πανε­πι­στη­μί­ου της Αβά­νας στις 17 Νοέμ­βρη του 2005, όταν είπε ότι αυτή την Επα­νά­στα­ση δεν θα μπο­ρού­σε να τη δια­λύ­σει ο εχθρός αλλά μόνο εμείς οι ίδιοι και θα ήταν δική μας η ευθύ­νη, προειδοποίησε.

Έτσι, ένα τμή­μα της κοι­νω­νί­ας έχει φτά­σει να θεω­ρεί φυσι­κή την κλο­πή σε βάρος του κρά­τους. Δια­δό­θη­καν με σχε­τι­κή ατι­μω­ρη­σία οι παρά­νο­μες κατα­σκευ­ές και μάλι­στα σε μέρη που δεν έπρε­πε, η μη επι­τρε­πτή κατά­λη­ψη κατοι­κιών, η παρά­νο­μη εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση αγα­θών και υπη­ρε­σιών, η μη τήρη­ση των ωρα­ρί­ων στα κέντρα εργα­σί­ας, μικρο­κλο­πή και σφα­γή ζώων, η αλιεία θαλάσ­σιων ειδών που κιν­δυ­νεύ­ουν με εξα­φά­νι­ση, η χρή­ση μαζι­κών τρό­πων αλιεί­ας, η κοπή δέντρων, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του θαυ­μά­σιου Βοτα­νι­κού Κήπου της Αβά­νας, το καπά­ρω­μα προ­ϊ­ό­ντων όπου υπάρ­χει έλλει­ψη και το ξανα­πού­λη­μά τους σε υψη­λό­τε­ρες τιμές, η συμ­με­το­χή σε παι­χνί­δια εκτός νόμου, οι παρα­βά­σεις στις τιμές, η απο­δο­χή δωρο­δο­κιών και η αργο­μι­σθία, η πολιορ­κία των του­ρι­στών και η παρα­βί­α­ση όσων έχουν καθιε­ρω­θεί σε ζητή­μα­τα πλη­ρο­φο­ρι­κής ασφάλειας.

Συμπε­ρι­φο­ρές που πριν χαρα­κτή­ρι­ζαν το περι­θώ­ριο, όπως το να φωνά­ζει κανείς δυνα­τά στο δρό­μο, η αδιά­κρι­τη χρή­ση άσε­μνων λέξε­ων και η χυδαιό­τη­τα της ομι­λί­ας έχουν αρχί­σει να ενσω­μα­τώ­νο­νται στο φέρ­σι­μο όχι λίγων πολι­τών, ανε­ξάρ­τη­τα από το επί­πε­δο παι­δεί­ας τους και την ηλι­κία τους.

Έχει θιγεί η αντί­λη­ψη σχε­τι­κά με το καθή­κον των πολι­τών απέ­να­ντι σ’ ό,τι γίνε­ται άσκη­μα και υπάρ­χει ανο­χή σαν κάτι το φυσι­κό να πετά­ει κανείς σκου­πί­δια στο δρό­μο. Να κάνει κανείς τις φυσι­κές του ανά­γκες στο δρό­μο και τα πάρ­κα. Να γρά­φει και να ασχη­μί­ζει τοί­χους κτη­ρί­ων η αστι­κών περιο­χών. Να πίνει αλκο­ο­λού­χα ποτά σε μη κατάλ­λη­λους δημό­σιους χώρους και να οδη­γεί οχή­μα­τα σε κατά­στα­ση μέθης. Ο μη σεβα­σμός του δικαιώ­μα­τος των γει­τό­νων δεν αντι­με­τω­πί­ζε­ται, ανθεί η μου­σι­κή στη δια­πα­σών που ενο­χλεί την ησυ­χία των ανθρώ­πων. Πολ­λα­πλα­σιά­ζε­ται ατι­μώ­ρη­τα η εκτρο­φή γου­ρου­νιών μέσα στις πόλεις με το συνα­κό­λου­θο κίν­δυ­νο για την υγεία του λαού, συμ­βιώ­νου­με με την κακή χρή­ση και την κατα­στρο­φή των πάρ­κων, μνη­μεί­ων, δέντρων, κήπων και πρα­σί­νων περιο­χών. Γίνο­νται βαν­δα­λι­σμοί στη δημό­σια τηλε­φω­νία, στα ηλε­κτρι­κά και τηλε­φω­νι­κά καλώ­δια, στους υπο­νό­μους και στα άλλα στοι­χεία των υδρα­γω­γεί­ων, στα σήμα­τα της τρο­χαί­ας και στα μεταλ­λι­κά προ­στα­τευ­τι­κά των δημό­σιων δρόμων.

Ταυ­τό­χρο­να, απο­φεύ­γε­ται η πλη­ρω­μή του εισι­τη­ρί­ου στα κρα­τι­κά λεω­φο­ρεία ή κατα­κρα­τεί­ται από κάποιους εργα­ζο­μέ­νους του τομέα. Ομά­δες νεα­ρών ρίχνουν πέτρες σε τρέ­να και οχή­μα­τα που και που στα ίδια μέρη. Αγνο­ού­νται και οι πιο στοι­χειώ­δεις κανό­νες ευγέ­νειας και σεβα­σμού απέ­να­ντι στους ηλι­κιω­μέ­νους, εγκύ­ους, μητέ­ρες με μικρά παι­διά και ανα­πή­ρους. Όλα αυτά συμ­βαί­νουν μπρο­στά στη μύτη μας, χωρίς να προ­κα­λούν τον απο­τρο­πια­σμό και την αντι­με­τώ­πι­ση των πολιτών.

Το ίδιο συμ­βαί­νει στα διά­φο­ρα επί­πε­δα εκπαί­δευ­σης, όπου οι σχο­λι­κές στο­λές μετα­βάλ­λο­νται σε σημείο που να μην ανα­γνω­ρί­ζο­νται, μερι­κοί καθη­γη­τές κάνουν μάθη­μα ντυ­μέ­νοι όχι όπως πρέ­πει και υπάρ­χουν περι­πτώ­σεις δάσκα­λων και συγ­γε­νών που συμ­με­τέ­χουν σε πρά­ξεις ακα­δη­μαϊ­κής απάτης.

Είναι γνω­στό πως το σπί­τι και το σχο­λείο απο­τε­λούν το ιερό δίπο­λο της δια­παι­δα­γώ­γη­σης του ατό­μου για το καλό της κοι­νω­νί­ας και οι πρά­ξεις αυτές αντι­προ­σω­πεύ­ουν όχι μόνο μια κοι­νω­νι­κή ζημιά, αλλά και σοβα­ρές ρωγ­μές οικο­γε­νεια­κού και σχο­λι­κού χαρακτήρα.

Αυτές οι συμπε­ρι­φο­ρές στις σχο­λι­κές μας αίθου­σες είναι διπλά ασύμ­βα­τες, για­τί πέρα από την ίδια την απει­θαρ­χία πρέ­πει να έχου­με υπό­ψη μας ότι από τα παι­δι­κά χρό­νια η οικο­γέ­νεια και το σκο­λείο πρέ­πει να μαθαί­νουν στα παι­διά το σεβα­σμό στους κανό­νες της κοινωνίας.

Το χει­ρό­τε­ρο είναι η πραγ­μα­τι­κή και εικο­νι­κή κατα­στρο­φή της ακε­ραιό­τη­τας και των καλών τρό­πων του Κου­βα­νού. Δεν είναι δυνα­τό να δεχό­μα­στε να ταυ­τί­ζε­ται η χυδαιό­τη­τα με το μοντέρ­νο, τη χοντρο­κο­πιά, ούτε η αναί­δεια με την πρό­ο­δο. Το να ζει κανείς σε μια κοι­νω­νία σημαί­νει κατ’ αρχήν να απο­δέ­χε­ται τους κανό­νες που δια­τη­ρούν το σεβα­σμό στο δικαί­ω­μα των άλλων και στην ευπρέ­πεια. Φυσι­κά, τίπο­τα απ’ όλα αυτά δεν έρχε­ται σε αντί­θε­ση με τη χαρα­κτη­ρι­στι­κή χαρά των Κου­βα­νών, που οφεί­λου­με να δια­τη­ρή­σου­με και να αναπτύξουμε.

Περιο­ρί­στη­κα να κάνω μια κατα­μέ­τρη­ση των πιο χαρα­κτη­ρι­στι­κών αρνη­τι­κών φαι­νο­μέ­νων, χωρίς πρό­θε­ση να τα συσχε­τί­σω το ένα με το άλλο, για­τί κάτι τέτοιο θα μεγά­λω­νε χωρίς να υπάρ­χει λόγος αυτή την ομιλία.

Με τη βοή­θεια του Κόμ­μα­τος και των κρα­τι­κών οργα­νι­σμών πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε μια πρώ­τη άρση που αφο­ρού­σε σε 191 εκδη­λώ­σεις τέτοιου είδους ‑ξέρου­με πως δεν πρό­κει­ται για τις μονα­δι­κές και ότι υπάρ­χουν πολ­λές άλλες- χωρι­σμέ­νες σε τέσ­σε­ρις δια­φο­ρε­τι­κές κατη­γο­ρί­ες: κοι­νω­νι­κή απει­θαρ­χία, παρα­νο­μί­ες, παρα­βά­σεις και πταί­σμα­τα που ανα­φέ­ρο­νται στον Ποι­νι­κό Κώδικα.

Η μάχη κατά αυτών των βλα­βε­ρών συμπε­ρι­φο­ρών και πρά­ξε­ων πρέ­πει να γίνει χρη­σι­μο­ποιώ­ντας διά­φο­ρες μεθό­δους και τρό­πους. Η απώ­λεια ηθι­κών αξιών και η έλλει­ψη σεβα­σμού στις καλές συνή­θειες μπο­ρεί να μετα­τρα­πεί μέσα από τη συντο­νι­σμέ­νη δρά­ση όλων των κοι­νω­νι­κών παρα­γό­ντων, ξεκι­νώ­ντας από την οικο­γέ­νεια και το σχο­λείο από τις μικρές ηλι­κί­ες και την προ­ώ­θη­ση της κουλ­τού­ρας, όταν τη δει κανείς στην πιο πλα­τιά και συνε­χή της αντί­λη­ψη που να οδη­γεί όλους στη συνει­δη­τή διόρ­θω­ση της συμπε­ρι­φο­ράς τους. Αυτό θα είναι, χωρίς αμφι­βο­λία, μια πολύ­πλο­κη δια­δι­κα­σία που θα απαι­τή­σει αρκε­τό χρόνο.

Τα παρα­πτώ­μα­τα, οι παρα­νο­μί­ες και οι παρα­βά­σεις αντι­με­τω­πί­ζο­νται με πιο απλό τρό­πο: κάνο­ντας να τηρού­νται τα καθιε­ρω­μέ­να από το νόμο και γι’ αυτό οποιο­δή­πο­τε κρά­τος, ανε­ξάρ­τη­τα από ιδε­ο­λο­γία, δια­θέ­τει τα απαι­τού­με­να όργα­να, είτε μέσα από την πει­θώ ή, τελι­κά, αν είναι ανα­γκαίο, εφαρ­μό­ζο­ντας εξα­να­γκα­στι­κό μέτρα.

Το σίγου­ρο είναι ότι έγι­νε κατά­χρη­ση της ευγέ­νειας της Επα­νά­στα­σης, του γεγο­νό­τος ότι δεν κατέ­φευ­γε στη χρή­ση της δύνα­μης του νόμου, όσο δικαιο­λο­γη­μέ­νο κι αν ήταν, ευνο­ώ­ντας την πει­θώ και την πολι­τι­κή δου­λειά, που πρέ­πει να παρα­δε­χτού­με ότι δεν ήταν πάντα αρκετά.

Τα κρα­τι­κά και κυβερ­νη­τι­κά όργα­να, το καθέ­να σε ό,τι του ανα­λο­γεί, ανά­με­σά τους η αστυ­νο­μία, το Γενι­κό Ελεγ­κτι­κό Συμ­βού­λιο της Δημο­κρα­τί­ας, η Γενι­κή Εισαγ­γε­λία και τα Δικα­στή­ρια θα πρέ­πει να συμ­βά­λουν σ’ αυτή την προ­σπά­θεια, με το να είναι οι πρώ­τοι που θα δίνουν το παρά­δειγ­μα της απε­ριό­ρι­στης αφο­σί­ω­σης στο νόμο, ενι­σχύ­ο­ντας έτσι το κύρος τους μέσα στην κοι­νω­νία και εξα­σφα­λί­ζο­ντας την υπο­στή­ρι­ξη του πλη­θυ­σμού, όπως απο­δεί­χτη­κε στην πρό­σφα­τη αντι­με­τώ­πι­ση σε επαί­σχυ­ντες πρά­ξεις διοι­κη­τι­κής δια­φθο­ράς, στις οποί­ες ενε­πλά­κη­σαν στε­λέ­χη οργα­νι­σμών και επιχειρήσεων.

Είναι πια ώρα οι εργα­τι­κές και αγρο­τι­κές κολε­κτί­βες, οι φοι­τη­τές, οι νέοι, οι δάσκα­λοι και καθη­γη­τές, οι δια­νο­ού­με­νοι και οι καλ­λι­τέ­χνες μας, οι δημο­σιο­γρά­φοι, οι θρη­σκευ­τι­κοί θεσμοί, οι αρχές, οι διευ­θυ­ντές και τα στε­λέ­χη κάθε επι­πέ­δου, με λίγα λόγια, όλες και όλοι οι αξιο­πρε­πείς Κου­βα­νές και Κου­βα­νοί που απο­τε­λούν αναμ­φί­βο­λα την πλειο­ψη­φία, να κάνουν δικό τους το καθή­κον να τηρούν και να κάνουν τους άλλους να τηρούν ό,τι έχει καθιε­ρω­θεί, τόσο στους κανό­νες της κοι­νω­νί­ας όσο και στους νόμους, τις δια­τά­ξεις και τους κανονισμούς.

Όταν σκέ­φτο­μαι αυτές τις θλι­βε­ρές εκδη­λώ­σεις, πιστεύω ότι παρά τις ανα­ντίρ­ρη­τες εκπαι­δευ­τι­κές κατα­κτή­σεις που κατά­φε­ρε η Επα­νά­στα­ση και ανα­γνω­ρί­στη­καν σ’ ολό­κλη­ρο τον κόσμο από τους ειδι­κούς οργα­νι­σμούς του ΟΗΕ, έχου­με πισω­γυ­ρί­σει σε πολι­τι­σμό και στο πνεύ­μα του πολί­τη. Έχω την πικρή αίσθη­ση ότι είμα­στε μια κοι­νω­νία όλο και πιο εκπαι­δευ­μέ­νη αλλά όχι υπο­χρε­ω­τι­κά και πιο καλλιεργημένη.

Μ’ αυτή την έννοια αξί­ζει τον κόπο να θυμί­σου­με εκεί­νη τη φρά­ση που έχει απο­δο­θεί σε διά­φο­ρους συγ­γρα­φείς, ανά­με­σά τους στον Ισπα­νό φιλό­σο­φο και συγ­γρα­φέα Μιγέλ δε Ουνα­μού­νο, που για να συνο­ψί­σει τα βιώ­μα­τά του γύρω από τους κανό­νες συμ­βί­ω­σης μερι­κών αγρο­τών της Καστίλ­λης είπε: «Τι καλ­λιερ­γη­μέ­νοι που είναι αυτοί οι αναλφάβητοι!»

Τίπο­τα δεν είναι πιο ξένο σ’ έναν επα­να­στά­τη από την παραί­τη­ση ή, πράγ­μα που είναι το ίδιο, η παρά­δο­ση μπρο­στά στις δυσκο­λί­ες. Επο­μέ­νως αυτό που μας πρέ­πει είναι να πάρου­με κου­ρά­γιο και αγω­νι­στι­κό πνεύ­μα και να επι­κε­ντρω­θού­με στο γιγά­ντιο και υπο­μο­νε­τι­κό καθή­κον του να αντι­στρέ­ψου­με την κατά­στα­ση που δημιουργήθηκε.

Κατά τη γνώ­μη μου, ο κοι­νός παρο­νο­μα­στής όλου αυτού του φαι­νο­μέ­νου ήταν και είναι η έλλει­ψη απαί­τη­σης από τους υπεύ­θυ­νους να κάνουν να τηρού­νται τα καθιε­ρω­μέ­να, η απου­σία συστη­μα­τι­κό­τη­τας στη δου­λειά στα διά­φο­ρα επί­πε­δα καθο­δή­γη­σης και η έλλει­ψη σεβα­σμού, κατ’ αρχήν, απέ­να­ντι στους κρα­τι­κούς θεσμούς της ισχύ­ου­σας θεσμι­κό­τη­τας, πράγ­μα που από την άλλη μεριά μειώ­νει την ικα­νό­τη­τά τους και το κύρος τους ώστε να απαι­τούν από τον πλη­θυ­σμό να τηρεί τους υπάρ­χο­ντες κανόνες.

[…] Ταυ­τό­χρο­να, οι διευ­θυ­ντές των εθνι­κών αρχών μέχρι τη βάση οφεί­λουν να εγκα­τα­λεί­ψουν την παθη­τι­κό­τη­τα και την αδρά­νεια στη στά­ση τους, πρέ­πει να στα­μα­τή­σουν να βλέ­πουν στην άλλη μεριά, όταν το πρό­βλη­μα είναι εδώ, για να μην το δουν. Φτά­νει πια να φοβό­μα­στε να ψάχνου­με για προ­βλή­μα­τα κατά την εκτέ­λε­ση των καθη­κό­ντων μας και να κάνου­με δική μας μια νοο­τρο­πία τάξης, πει­θαρ­χί­ας και απαί­τη­σης, χωρίς να φοβό­μα­στε να ψάχνου­με για προ­βλή­μα­τα για να απαι­τού­με την τήρη­ση των καθιερωμένων.

Η αντι­με­τώ­πι­ση της κοι­νω­νι­κής απει­θαρ­χί­ας δεν μπο­ρεί να μετα­βλη­θεί σε μια ακό­μα εκστρα­τεία, αλλά σε ένα διαρ­κές κίνη­μα, η εξέ­λι­ξη του οποί­ου θα εξαρ­τη­θεί από την ικα­νό­τη­τα να κινη­το­ποιού­με τον πλη­θυ­σμό και τους διά­φο­ρους πρω­τα­γω­νι­στές της κάθε κοι­νό­τη­τας, χωρίς να εξαι­ρεί­ται κανέ­νας, με αυστη­ρό­τη­τα και πολι­τι­κή σκοπιμότητα.

Ας κάνου­με έναν απο­λο­γι­σμό των δυνά­με­ων που δια­θέ­τει η Επα­νά­στα­ση και θα κατα­λά­βου­με ότι είναι κάτι παρα­πά­νω από αρκε­τές για να έχου­με επιτυχία.

Οι πρώ­τες ενέρ­γειες που πραγ­μα­το­ποί­η­σε το Κόμ­μα, η Νεο­λαία και οι μαζι­κές οργα­νώ­σεις για να δυνα­μώ­σουν την πρό­λη­ψη και αντι­με­τώ­πι­ση έχουν δεί­ξει σε τέσ­σε­ρις μόλις μήνες, ότι στο βαθ­μό που οι πολι­τι­κοί, κοι­νω­νι­κοί και διοι­κη­τι­κοί θεσμοί έχουν βαθύ­νει τη δρά­ση τους σ’ αυτόν τον τομέα, ο πλη­θυ­σμός έχει δεί­ξει την υπο­στή­ρι­ξη του και προ­σχω­ρεί καταγ­γέλ­λο­ντας και αγω­νί­ζε­ται ενά­ντια σε γεγο­νό­τα και συμπε­ρι­φο­ρές που παρα­βιά­ζουν τη νομιμότητα.

Αν θέλου­με να νική­σου­με σ’ αυτό το καθή­κον πρέ­πει να ενσω­μα­τώ­σου­με στο λαό, σε κάθε πολί­τη, όχι μέσω κηρυγ­μά­των και κενών συν­θη­μά­των σε πύρι­νες συνε­δριά­σεις, αλλά σπέρ­νο­ντας στον καθέ­να το κίνη­τρο να είναι καλύ­τε­ρος και να προ­ω­θεί το προ­σω­πι­κό παράδειγμα.

Αυτό ήταν το κεντρι­κό θέμα της ομι­λί­ας μου, που εγκρί­θη­κε από το Πολι­τι­κό Γρα­φείο χτες το πρωί. Πάνω σ’ αυτό το θέμα που μόλις ολο­κλή­ρω­σα μπο­ρεί κανείς να μιλά­ει ώρες ολό­κλη­ρες, αλλά είναι αρκε­τά όσα είπα, τα υπό­λοι­πα μπο­ρούν να δημοσιευτούν.

Όπως είναι φυσι­κό, όλα αυτά θα δημο­σιευ­τούν σε ολό­κλη­ρο τον τύπο μας. Συνι­στώ σε όλους σας και σε όσους με ακούν, να τα δια­βά­σουν με ηρε­μία, να σκε­φτούν καλά ένας ένας, το μόνο που σας ζητάω είναι να σκε­φτεί­τε προ­σω­πι­κά ο καθέ­νας. […]

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο