Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Λάθος ο προορισμός, λάθος και το δρομολόγιο

Γρά­φει ο Cogito ergo sum //

«Η δια­πραγ­μά­τευ­ση θα είναι μέχρι τέλους μια συνε­χής καθη­με­ρι­νή μάχη. Όμως, η Ελλά­δα δεν είναι πια μόνη της. Με δυνα­τή φωνή, ξεκά­θα­ρες θέσεις και στέ­ρεα επι­χει­ρή­μα­τα, έχει κατα­φέ­ρει να σπά­σει την απο­μό­νω­ση των προη­γού­με­νων χρόνων.»

Αυτά έγρα­φε, μετα­ξύ άλλων, ο πρω­θυ­πουρ­γός σε πρό­σφα­το άρθρο του στην εφη­με­ρί­δα Αυγή. Όχι πως δεν ξέρα­με ότι αυτή η κυβέρ­νη­ση αρέ­σκε­ται στις σκλη­ρές δια­πραγ­μα­τεύ­σεις και δεν είναι σαν τις προη­γού­με­νες, που κατά­πι­ναν αμά­ση­τα όλες τις απαι­τή­σεις των δανει­στών. Όμως, δεν βλά­φτει να μας θυμί­ζει κάπου-κάπου ο πρω­θυ­πουρ­γός μας ότι τώρα πια μασά­με καλά την μπου­κιά πριν την κατα­πιού­με κι αν με ρωτή­σε­τε ποια είναι η ουσια­στι­κή δια­φο­ρά θα σας απα­ντή­σω πως λυπά­μαι που δεν μπο­ρεί­τε να δεί­τε καμ­μιά δια­φο­ρά ανά­με­σα στις δεξιές και τις αρι­στε­ρές μπου­κιές. Πάντως, όπως και να το κάνου­με, στο λυκαυ­γές της νέας χρο­νιάς χρεια­ζό­μα­στε γερό στο­μά­χι για­τί έχου­με πολ­λές μεγά­λες μπου­κιές να κατα­πιού­με και, κατά πώς λέει ο πρω­θυ­πουρ­γός, μας περι­μέ­νουν δύσκο­λες δια­πραγ­μα­τεύ­σεις σε πολ­λούς τομείς, όπως π.χ.:

(α) Ασφα­λι­στι­κό

Το σίγου­ρο είναι πως μέσα στο 2016 πρέ­πει να εξοι­κο­νο­μή­σου­με 1% του ΑΕΠ (1,8 δισ.) μέσω μεί­ω­σης της ασφα­λι­στι­κής δαπά­νης. Το κουαρ­τέ­το επι­μέ­νει να μειώ­σου­με το ποσο­στό ανα­πλή­ρω­σης για όλους στο 48% (δηλα­δή, η σύντα­ξη να έχει ως ταβά­νι για όλους το 48% του μέσου μισθού) αλλά εμείς επι­μέ­νου­με στο 65% (με απλά λόγια: δια­πραγ­μα­τευό­μα­στε αν η σύντα­ξη κάποιου που δου­λεύ­ει 40 χρό­νια ανελ­λι­πώς και πλη­ρώ­νε­ται τα νόμι­μα 586 ευρώ, πάει μάξι­μουμ στα 281 ή στα 381 ευρώ, λες και με τα 381 δεν πεθαί­νει). Παράλ­λη­λα, πρέ­πει να μειώ­σου­με κατά 0,5% του ΑΕΠ (900 εκατ.) την δαπά­νη για διά­φο­ρα επι­δό­μα­τα (ανερ­γί­ας, μητρό­τη­τας κλπ) και πρέ­πει να δού­με από πού θα κόψουμε.

(β) Εργα­σια­κό

Πρέ­πει να δού­με τι θα κάνου­με με όσες μεταρ­ρυθ­μί­σεις έχουν μεί­νει πίσω. Για παρά­δειγ­μα, ακό­μη δεν έχου­με απε­λευ­θε­ρώ­σει πλή­ρως τις απο­λύ­σεις, με απο­τέ­λε­σμα να μη μπο­ρούν οι επι­χει­ρή­σεις να διώ­χνουν όσους, όποιους και όπο­τε θέλουν κι αυτό να έχει δυσμε­νή απο­τε­λέ­σμα­τα στην αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τά μας. Επί­σης, δεν έχου­με αλλά­ξει τον συν­δι­κα­λι­στι­κό νόμο, επι­τρέ­πο­ντας ακό­μη στις διά­φο­ρες εργα­τι­κές οργα­νώ­σεις, στα συν­δι­κά­τα κλπ να κάνουν απερ­γί­ες και να ανα­κό­πτουν την πορεία ανά­πτυ­ξης του τόπου. Για να μη πω ότι δια­τη­ρού­με ακό­μη τον ανα­χρο­νι­στι­κό θεσμό του «κατώ­τε­ρου μισθού», εμπο­δί­ζο­ντας την ελεύ­θε­ρη βού­λη­ση των εργο­δο­τών να πλη­ρώ­νουν όσα θέλουν και των εργα­ζο­μέ­νων να δου­λεύ­ουν για δυο-τρία κατο­στά­ρι­κα τον μήνα.

(γ) Δημο­σιο­νο­μι­κό

Εδώ τα πράγ­μα­τα δυσκο­λεύ­ουν. Πρέ­πει να πάρου­με πρό­σθε­τα μέτρα 4,2 δισ. για το 2016 (όπως λέει ο προ­ϋ­πο­λο­γι­σμός) και να προ­γραμ­μα­τί­σου­με άλλα 2 δισ. για την επό­με­νη διε­τία (όπως λέει η συμ­φω­νία με τους δανει­στές). Επί­σης, πρέ­πει να βρού­με τρό­πο να βου­λώ­σου­με μια τρύ­πα 900 εκατ., η οποία εμφα­νί­στη­κε πέρυ­σι στα δημό­σια έσο­δα. Ακό­μη, πρέ­πει να σχε­διά­σου­με το πώς θα κατα­φέ­ρου­με να βγά­λου­με εφέ­τος πρω­το­γε­νές πλε­ό­να­σμα 0,5% (900 εκατ.) και πώς θα στρώ­σου­με τον δρό­μο για να επι­τευ­χθεί πρω­το­γε­νές πλε­ό­να­σμα 3,5% το 2018 (όπως λέει το μεσο­πρό­θε­σμο). Επί πλέ­ον, κάπου πρέ­πει να βρού­με 7,5 δισ. μέχρι τέλους της χρο­νιάς για να ξοφλή­σου­με το «κρυ­φό χρέ­ος» της χώρας (δηλα­δή, τα χρέη του δημο­σί­ου προς τους προ­μη­θευ­τές του).

(δ) Τρά­πε­ζες

Δεν συζη­τά­με το ότι πρέ­πει να ολο­κλη­ρω­θεί η ανα­κε­φα­λαιο­ποί­η­ση των τρα­πε­ζών όσο το δυνα­τόν συντο­μώ­τε­ρα. Εκεί­νο που συζη­τά­με είναι το τι θα γίνει με τα περί­φη­μα «κόκ­κι­να δάνεια» των τρα­πε­ζών. Οι δανει­στές επι­μέ­νουν ότι δεν μπο­ρεί να έρθει ανά­πτυ­ξη με το 45% των συνο­λι­κών τρα­πε­ζι­κών χορη­γή­σε­ων σε καθυ­στέ­ρη­ση και παρα­τη­ρούν πως, αν δεν λυθεί το πρό­βλη­μα, πολύ σύντο­μα θα χρεια­στεί και νέα κεφα­λαιο­ποί­η­ση, η οποία αυτή την φορά θα έχει την μορ­φή του bail-in («σωτη­ρία από μέσα», δηλα­δή κού­ρε­μα κατα­θέ­σε­ων). Η κυβέρ­νη­ση θέλει να δεί­ξει πως κάνει ό,τι μπο­ρεί για να προ­στα­τεύ­σει την περιου­σία των φτω­χών αλλά ταυ­τό­χρο­να επι­ση­μαί­νει σε όλους τους τόνους πως η εξυ­πη­ρέ­τη­ση των «κόκ­κι­νων δανεί­ων» θα απε­λευ­θε­ρώ­σει κεφά­λαια (τα οποία σήμε­ρα είναι δεσμευ­μέ­να σε επι­σφά­λειες) που θα ανα­θερ­μά­νουν την οικο­νο­μία (πανα­πεί: η ανά­πτυ­ξη δεν θα έρθει αν η κυρα-Μερό­πη η μαντα­ρί­στρα δεν ξοφλή­σει το στε­γα­στι­κό που είχε πάρει για το δυα­ρά­κι της). Ταυ­τό­χρο­να, ανα­ζη­τού­νται τρό­ποι για να επι­στρέ­ψουν οι κατα­θέ­σεις στις ελλη­νι­κές τρά­πε­ζες, ακό­μη κι αν πρό­κει­ται για αδή­λω­τα (μαύ­ρα) χρή­μα­τα που βρί­σκο­νται σε τρά­πε­ζες του εξω­τε­ρι­κού. Τι κι αν είναι μαύ­ρα; Ας είναι όποιο χρώ­μα θέλει ο γάτος, αρκεί να πιά­νει τα ποντίκια.

(ε) Χρέ­ος

Εδώ υπάρ­χει μια ιδιό­τυ­πη κόντρα μετα­ξύ των δανει­στών. Η Ε.Ε., η Ε.Κ.Τ. και ο Ε.Μ.Σ. δια­τυ­μπα­νί­ζουν ότι δεν πρό­κει­ται να συζη­τή­σουν οποιο­δή­πο­τε κού­ρε­μα του ελλη­νι­κού χρέ­ους ενώ το Δ.Ν.Τ. δηλώ­νει πως το κού­ρε­μα είναι απα­ραί­τη­το προ­κει­μέ­νου το χρέ­ος να γίνει βιώ­σι­μο. Το γεγο­νός είναι πως το μνη­μό­νιο λήγει το 2018 (άρα μετά πρέ­πει να βγού­με στις αγο­ρές για δανει­κά) αλλά τα δάνεια που έχου­με πάρει λήγουν το 2030, ενώ την τριε­τία 2022–2024 έχουν προ­γραμ­μα­τι­στεί πλη­ρω­μές ίσες με… μισό ΑΕΠ (86,33 δισ.)! Εμείς ζητά­με μεί­ω­ση επι­το­κί­ου με παράλ­λη­λη μετα­τρο­πή του από κυμαι­νό­με­νο σε στα­θε­ρό, η Ευρώ­πη προ­τεί­νει παρά­τα­ση του χρό­νου εξό­φλη­σης ως το 2050 με δέσμευ­ση τα ετή­σια τοκο­χρε­ω­λύ­σια να μην υπερ­βαί­νουν το 15% του ΑΕΠ και με αντάλ­λαγ­μα να παρα­μεί­νει η ελλη­νι­κή οικο­νο­μία σε επι­τή­ρη­ση μέχρι το 2024.

Συμπε­ρα­σμα­τι­κά, μπο­ρού­με να πού­με πως ο προ­ο­ρι­σμός στον οποίο έχει προ­γραμ­μα­τι­στεί να φτά­σου­με, είναι συμ­φω­νη­μέ­νος: πάντα μέσα στα ευρω­παϊ­κά πλαί­σια, πρέ­πει να κάνου­με ό,τι μπο­ρού­με ‑και ό,τι δεν μπο­ρού­με- για να ενι­σχύ­σου­με την αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τά μας (πανα­πεί, την προ­σπά­θεια του κεφα­λαί­ου για επα­νεκ­κί­νη­ση την δια­δια­κα­σία ανα­πα­ρα­γω­γής του και για αύξη­ση της κερ­δο­φο­ρί­ας του). Εκεί­νο που ‑υπο­τί­θε­ται πως- συζη­τά­με («δια­πραγ­μα­τευό­μα­στε», για να χρη­σι­μο­ποι­ή­σω την γλώσ­σα του πρω­θυ­πουρ­γού) είναι το δρο­μο­λό­γιο που πρέ­πει να ακολουθήσουμε.

Οι ρομα­ντι­κοί λένε πως σημα­σία δεν έχει ο προ­ο­ρι­σμός αλλά το ταξί­δι. Για τους πολι­τι­κούς, ο προ­ο­ρι­σμός είναι το παν. Για όλους, όμως, ισχύ­ει το ίδιο: αν ο προ­ο­ρι­σμός είναι λάθος, τότε κάθε ενδιά­με­σος σταθ­μός είναι λάθος σταθ­μός. Και τού­τος ο προ­ο­ρι­σμός που άλλοι απο­φά­σι­σαν για μας, είναι σίγου­ρα λάθος προ­ο­ρι­σμός, οπό­τε το δρο­μο­λό­γιο που θα ακο­λου­θή­σου­με δεν έχει καμ­μιά σημα­σία. Το μόνο που μας σώζει είναι να αλλά­ξου­με προορισμό.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο