Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μπ. Μπρεχτ: «… ο πόλεμός τους σκοτώνει ό,τι άφησε όρθιο η ειρήνη τους… »

Μ. Μπρεχτ — Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου (απόσπασμα)

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΨΗΛΑ

θεω­ρού­νε ταπει­νό να μιλάς για το φαί.

Ο λόγος; έχουνε

κι όλας φάει.

 

Οι ταπει­νοί αφή­νου­νε τον κόσμο

χωρίς να ‘χου­νε δοκιμάσει

κρέ­ας της προκοπής.

 

Πως ν’ ανα­ρω­τη­θούν πουθ΄ έρχονται

και που πηγαί­νουν; Είναι,

τα όμορ­φα δειλινά,

τόσο απο­κα­μω­μέ­νοι.

 

Το βου­νό και την πλα­τιά τη θάλασσα

δε τα ‘χου­νε ακό­μα δει

όταν σημαί­νει η ώρα τους.

 

Αν δε νοια­στούν οι ταπεινοί

γι αυτό που είναι ταπεινό

ποτέ δε θα υψωθούν.

 

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΔΕ ΔΕΙΧΝΕΙ ΑΚΟΜΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ.

Οι μήνες όλοι, όλες οι ημέρες

είναι ακό­μα ανοι­χτές. Κάποια απ’ αυτές

θα σφα­γι­στεί μ’ ένα σταυρό.

 

ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΦΩΝΑΖΟΥΝ ΓΙΑ ΨΩΜΙ.

Οι έμπο­ροι φωνά­ζουν γι’ αγορές.

Οι άνερ­γοι πει­νού­σαν. Τώρα

πει­νά­νε κι όσοι εργάζονται.

Τα χέρια που ήταν σταυ­ρω­μέ­να, σαλεύ­ουν πάλι:

Φτιά­χνουν οβίδες.

 

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΑΡΠΑΝΕ ΤΟ ΦΑΙ ΑΠ’ ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ

κηρύτ­τουν τη λιτότητα.

Αυτοί που παίρ­νουν όλα τα δοσίματα

ζητάν θυσί­ες.

Οι χορ­τά­τοι μιλάν στους πεινασμένους

για τις μεγά­λες επο­χές που θα ‘ρθουν.

Αυτοί που τη χώρα σέρ­νου­νε στην άβυσσο

λεν πως η τέχνη να κυβερ­νάς το λαό

είναι πάρα πολύ δύσκολη

για τους ανθρώ­πους του λαού.

 

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΨΗΛΑ ΛΕΝΕ: ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ

είναι δύο πράγ­μα­τα ολό­τε­λα διαφορετικά.

Όμως η ειρή­νη τους κι ο πόλε­μος τους

μοιά­ζουν όπως ο άνε­μος κι η θύελλα.

 

Ο πόλε­μος γεν­νιέ­ται απ’ την ειρή­νη τους

καθώς ο γιος από τη μάνα.

Έχει τα δικά της

απαί­σια χαρακτηριστικά.

 

Ο πόλε­μος τους σκοτώνει

ό,τι άφη­σε όρθιο

η ειρή­νη τους.

 

ΟΤΑΝ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΨΗΛΑ ΜΙΛΑΝΕ ΓΙΑ ΕΙΡΗΝΗ

ο απλός λαός ξέρει

πως έρχε­ται ο πόλεμος.

 

Όταν αυτοί που είναι ψηλά κατα­ριού­νται τον πόλεμο

οι δια­τα­γές για επι­στρά­τευ­ση έχουν υπογραφεί.

 

ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ, ΜΕ ΚΙΜΩΛΙΑ ΓΡΑΜΜΕΝΟ:

«Θέλου­νε πόλεμο».

Αυτός που το ‘χε γράψει

έπε­σε κι όλας.

 

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΨΗΛΑ ΛΕΝΕ:

Να ο δρό­μος για τη δόξα.

Αυτοί που είναι χαμη­λά λένε:

Να ο δρό­μος για το μνήμα.

 

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΠΟΥ ΕΡΧΕΤΑΙ

δεν ειν’ ο πρώ­τος. Πριν απ’ αυτόν

γίνα­νε κι άλλοι πόλεμοι.

Όταν ετέ­λειω­σε ο τελευταίος,

υπήρ­χαν νικη­τές και νικημένοι.

Στους νικη­μέ­νους, ο φτω­χός λαός

πέθαι­νε από την πεί­να. Στους νικητές

ο φτω­χός λαός πέθαι­νε το ίδιο.

 

ΣΑΝ ΕΡΘΕΙ Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ, ΠΟΛΛΟΙ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ

πως επι­κε­φα­λής βαδί­ζει ο εχθρός τους.

Η φωνή που δια­τα­γές τους δίνει

είναι του εχθρού τους η φωνή.

Κι εκεί­νος που για τον εχθρό μιλάει

είναι ο ίδιος τους ο εχθρός.

 

ΝΥΧΤΑ

Τ’ αντρό­γυ­να

ξαπλώ­νουν στο κρε­βά­τι τους. Οι νέες γυναίκες

θα γεν­νή­σουν ορφανά.

 

ΣΤΡΑΤΗΓΕ, ΤΟ ΤΑΝΚ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΜΗΧΑΝΗΜΑ

Θερί­ζει δάση ολό­κλη­ρα, κι εκα­το­ντά­δες άντρες αφανίζει.

Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:

Χρειά­ζε­ται οδηγό.

 

Στρα­τη­γέ, το βομ­βαρ­δι­στι­κό σου είναι πολυδύναμο.

Πετά­ει πιο γρή­γο­ρα απ’ τον άνε­μο, κι απ’ τον ελέ­φα­ντα σηκώνει

βάρος πιο πολύ.

Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:

Χρειά­ζε­ται πιλότο.

 

Στρα­τη­γέ, ο άνθρω­πος είναι χρή­σι­μος πολύ.

Ξέρει να πετά­ει, ξέρει και να σκοτώνει.

Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:

Ξέρει να σκέφτεται.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο