Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ποδόσφαιρο χωρίς φιλάθλους

Γρά­φει ο 2310net //

Η πρώ­τη από­φα­ση που πήρε αυτο­βού­λως και χωρίς συνεν­νό­η­ση με τους θεσμούς αυτή η κυβέρ­νη­ση, ήταν η από­φα­ση του Υφυ­πουρ­γού Αθλη­τι­σμού κ. Κοντο­νή να ανα­βά­λει μια αγω­νι­στι­κή και να παι­χτούν τα ποδο­σφαι­ρι­κά παι­χνί­δια του πρω­τα­θλή­μα­τος χωρίς φιλά­θλους. Κινή­θη­κε δηλα­δή στα χνά­ρια των προ­κα­τό­χων του.

Αμέ­σως άρχι­σαν στα αθλη­τι­κά και όχι μόνο ραδιό­φω­να και σάιτς να ακού­γο­νται από­ψεις για έντα­ση της κατα­στο­λής, λατρεία της θατσε­ρι­κής παρέμ­βα­σης στα αγγλι­κά γήπε­δα, απε­μπό­λη­σης κάθε στοι­χειώ­δους δικαιώ­μα­τος με την εισα­γω­γή μέτρων όπως οι κάμε­ρες, το ηλε­κτρο­νι­κό φακέ­λω­μα των φιλά­θλων, το κλεί­σι­μο των συν­δέ­σμων και διά­φο­ρα ακό­μα παρα­δείγ­μα­τα που απο­δει­κνύ­ουν τον σκο­τα­δι­σμό που έχει επι­φέ­ρει ο τυφλός οπα­δι­σμός στα μυα­λά της εργα­τι­κής τάξης που το παρα­κο­λου­θεί φανατικά.

Είδα­με παι­χνί­δια με άδεια γήπε­δα. Ήταν σαν να βλέ­πεις ειδή­σεις χωρίς Βαρου­φά­κη. Δημο­ψή­φι­σμα χωρίς ΓΑΠ. Eurovision χωρίς Δάφ­νη Μπό­κο­τα. Τουί­τερ χωρίς Παπα­δη­μού­λη. Καλο­καί­ρι χωρίς ρέγ­γε. Το πλή­ρες κενό. Ωσπου πήγε ο Υπουρ­γός να συνα­ντή­σει τον Πλα­τι­νί και επα­νεκ­κί­νη­σε η γεν­νή­τρια παρα­γω­γής δημιουρ­γι­κών ασα­φειών: θα δού­με, θα πάρου­με μέτρα, θα συζη­τή­σου­με θα, θα , θα…

2310a1

Σε όλο αυτό το πλαί­σιο πρέ­πει να προ­σθέ­σου­με και το γεγο­νός ότι η Ευρώ­πη μέσω της ΟΥΕΦΑ απει­λεί ότι αν η κυβέρ­νη­ση κάνει μονο­με­ρείς ενέρ­γειες (πολι­τι­κή παρέμ­βα­ση στο ποδο­σφαι­ρι­κό άβα­το-αυτο­διοί­κη­το) θα απο­βλη­θούν οι ελλη­νι­κές ομά­δες από τις ευρω­παϊ­κές διορ­γα­νώ­σεις. Κλαί­νε στο Ντνιέ­πρ για αυτό το ενδε­χό­με­νο. Έτσι, μετά τους συμ­βι­βα­σμούς για να μη βγού­με από την Ευρω­ζώ­νη θα κάνου­με πίσω για να μη βγού­με και από τις διορ­γα­νώ­σεις της ΟΥΕΦΑ. Ήδη έχουν αρχί­σει να ακού­γο­νται και φωνές εξό­δου και από την Eurovision, πράγ­μα που αν συμ­βεί, επι­τέ­λους θα βγά­λει τον λαό στους δρόμους.

Παρα­κο­λου­θού­με ένα ποδό­σφαι­ρο στο οποίο πρω­τα­γω­νι­στούν οι μεγα­λο­μέ­το­χοι-αφε­ντι­κά. Λύνουν τις επι­χει­ρη­μα­τι­κές τους δια­φο­ρές και μέσω των ομά­δων που «αγα­πούν» και κου­μα­ντά­ρουν. Σταρ των ομά­δων είναι συνή­θως γρα­φι­κές φυσιο­γνω­μί­ες που φωνά­ζουν για το ποιος είναι πιο αδι­κη­μέ­νος. Εφη­με­ρί­δες και ραδιό­φω­να προ­βάλ­λουν το «φίλα­θλο» πνεύ­μα και την αγνή αγά­πη του προ­έ­δρου. Τύποι σαν τον Μπέο, τον Ψωμιά­δη και άλλα μπου­μπού­κια απο­κτούν αξία και οδη­γού­νται μέχρι και σε πολι­τι­κά αξιώ­μα­τα. Οπα­δοί μαχαι­ρώ­νο­νται για­τί ο άλλος είναι εχθρός. Φασί­στες εισχω­ρούν στους συν­δέ­σμους και στα μυα­λά των νεα­ρών οπα­δών. Οι κερ­κί­δες δεν φωνά­ζουν πια για τις ομά­δες αλλά για ναρ­κω­τι­κά, ντου, πεσί­μα­τα, ξύλο και μητρι­κά γεν­νη­τι­κά όργα­να. Παι­δά­κια θέλουν να γίνουν ποδο­σφαι­ρι­στές, όχι για να παί­ξουν μπά­λα, αλλά για να γνω­ρί­σουν μοντέ­λα, τρα­γου­δί­στριες και να αγο­ρά­σουν ακρι­βά αυτοκίνητα.

Και τι κάνου­με όταν υπάρ­χει κόσμος που έχει βγει στους δρό­μους μόνο για να δια­μαρ­τυ­ρη­θεί για την αδι­κία της ομά­δας του; Όταν άλλοι ξεκι­νά­νε απερ­γία πεί­νας για­τί το κρά­τος δεν χαρί­ζει ένα γήπε­δο στον μεγα­λο­μέ­το­χο της ομά­δας του; Όταν υμνού­με την υγιή επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα για­τί ο δικός μας πρό­ε­δρος είναι καλύ­τε­ρος από τον πρό­ε­δρο των άλλων; Όταν ο μόνος ρόλος που μας απο­μέ­νει στον αθλη­τι­σμό είναι αυτός του οπα­δού-χιε­ρο­κρο­τη­τή-πελά­τη μιας ΠΑΕ. Όταν για να παί­ξου­με μπά­λα με τους φίλους μας πρέ­πει να πλη­ρώ­σου­με ένα γηπε­δά­κι 5Χ5 για­τί έχουν εξα­φα­νι­στεί οι ελεύ­θε­ροι χώροι άθλησης;

2310a2Θα κάτσου­με να ακού­με τους Θεο­δω­ρί­δη­δες, να ενη­με­ρω­νό­μα­στε από τους Νικο­λα­κό­που­λους, να απο­θε­ώ­νου­με τους Μαρι­νά­κη­δες, τους Αλα­φού­ζους, τους Σαβ­βί­δη­δες και τους Μελισ­σα­νί­δη­δες, να ταυ­τι­ζό­μα­στε με επαγ­γελ­μα­τί­ες ποδο­σφα­ρι­στές που μετρά­νε την αγά­πη για τη φανέ­λα σε μηδε­νι­κά των λογα­ρια­σμών, να μισού­με τον γεί­το­να, να βρί­ζου­με τον φίλο μας, να πλη­ρώ­νου­με συν­δρο­μές και εισι­τή­ρια, να τρώ­με χημι­κά και δακρυ­γό­να από τα ΜΑΤ, να ματώ­νου­με για τα ιδα­νι­κά της ομά­δας μας, να ανα­πο­λού­με τα παλιά τα χρό­νια που ήταν καλύ­τε­ρα, να ανε­χό­μα­στε την επι­χει­ρη­μα­τι­κή κυριαρ­χία στις ζωές μας και στον χώρο του ποδο­σφαί­ρου, να γινό­μα­στε εύκο­λα ‑κινού­με­νοι από τη δύνα­μη του όχλου- ρατσι­στές για­τί ο αφρι­κα­νός στό­περ δεν στρί­βει και ο μαύ­ρος εξτρέμ των αντι­πά­λων είναι σαν πίθηκος.

Να πιστεύ­ου­με ότι το ποδό­σφαι­ρό, το πιο σημα­ντι­κό από τα ασή­μα­ντα πράγ­μα­τα, είναι κάτι άλλο από αυτό που πραγ­μα­τι­κά είναι: μια τέχνη. Το μπα­λέ­το της εργα­τι­κής τάξης.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο