Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ευγένιος Ο’ Νηλ, «ένας διαμαρτυρόμενος μ’ αναρχούμενες ιδέες»

Σαν σήμε­ρα, 16 Οκτω­βρί­ου 1888 γεν­νιέ­ται ο Αμε­ρι­κα­νός θεα­τρι­κός συγ­γρα­φέ­ας  Ευγέ­νιος Ο’ Νηλ (βρα­βείο Νόμπελ Λογο­τε­χνί­ας, 1936).  Είναι ο μεγα­λύ­τε­ρος Αμε­ρι­κά­νος δρα­μα­τι­κός συγ­γρα­φέ­ας και ένας από τους μεγά­λους τεχνί­τες του νεό­τε­ρου θεά­τρου. Πριν από αυτόν δεν υπήρ­χε αμε­ρι­κά­νι­κο θέατρο.

Πέθα­νε το 1946 σς ηλι­κία 58 ετών.

Από τον και­ρό που πρω­το­πα­ρου­σιά­στη­κε ως το θάνα­τό του ο Ο’ Νηλ είχε μεγά­λη και «ποι­κί­λη εξέ­λι­ξη που μέσα της καθρε­φτί­ζο­νται μ’ έναν τρό­πο οι κοι­νω­νι­κο­οι­κο­νο­μι­κές κι ιδε­ο­λο­γι­κές περι­πέ­τειες της αμε­ρι­κα­νι­κής ζωής σ’ αυτό το διά­στη­μα, η κατα­χτη­τι­κή πορεία κι η όλο αυξα­νό­με­νη δύνα­μη του μεγά­λου κεφα­λαί­ου. Η κατα­θλι­πτι­κή επι­βο­λή του κι η σύγ­χυ­ση που προ­κα­λεί η δύνα­μη αυτή στους Αμε­ρι­κα­νούς δια­νο­ού­με­νους» (Αυγή, 28/4/1956, ΑΒΓ)

«Ο Ευγέ­νιος Ο’ Νηλ παρου­σιά­στη­κε στ’ αμε­ρι­κά­νι­κα Γράμ­μα­τα σαν επα­να­στά­της. Επα­να­στά­της στις δρα­μα­τι­κές ιδέ­ες, στον κόσμο που ανέ­βα­ζε στη σκη­νή, στη θεα­τρι­κή τεχνι­κή. Σύχνα­ζε στους μπο­έ­μι­κους και πρω­το­πο­ρεια­κούς λογο­τε­χνι­κούς κύκλους, συνερ­γα­ζό­ταν στ’ αρι­στε­ρά περιο­δι­κά της επο­χής και στη ζωή του δε συμ­μορ­φω­νό­ταν με τον αμε­ρι­κά­νι­κο κομ­φορ­μι­σμό. Κοι­νω­νι­κά και πνευ­μα­τι­κά ήταν ένας δια­μαρ­τυ­ρό­με­νος μ’ αναρ­χού­με­νες ιδέ­ες» («Η αμε­ρι­κά­νι­κη λογο­τε­χνία και ο Ευγέ­νιος Ο’ Νιλ, ΑΠΑΝΤΑ Μάρ­κου Αυγέ­ρη, εκδό­σεις Νέα Τέχνη)

«Στην πρώ­τη περί­ο­δο της τέχνης του ο Ο’ Νηλ δίνει τους ανθρώ­πους του στη σχέ­ση με την εξω­τε­ρι­κή ζωή και με τους άλλους ανθρώ­πους, στη δέυ­τε­ρη τους δίνει να παλεύ­ουν με την ίδια τους τη φύση και με τα ένστι­χτά τους και τελευ­ταία στον εσω­τε­ρι­κό παρα­δαρ­μό τους μπρο­στά στο πρό­βλη­μα τςη ανθρώ­πι­νςη μοί­ρας, της ίδιας της ανθρώ­πι­νης ύπαρ­ξης και του θανά­του. Τον κοι­νω­νι­κό άνθρω­πο τον δια­δέ­χε­ται ο βιο­λο­γι­κός και τελευ­ταία ο μετα­φυ­σι­κός. Οσο περισ­σό­τε­ρο ο Ο’ Νηλ βυθί­ζε­ται στη μυστι­κο­πά­θειά του, τόσο περισ­σό­τε­ρο το έργο του γίνε­ται συγ­χυ­σμέ­νο και στα αισθή­μα­τα και στις ιδέ­ες και στη μορ­φή» (Αυγή, 28/4/1956, ΑΒΓ)

Μετά την καπι­τα­λι­στι­κή οικο­νο­μι­κή κρί­ση του 1929 μεγα­λώ­νει η από­σπα­σή του από την εξω­τε­ρι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και στρέ­φε­ται προ του εσω­τε­ρι­κό χώρο.

«Το ξεμά­κραι­μα αυτό του ο» Νηλ σαν τεχνί­τη και στο­χα­στή από τις ζωτι­κές πραγ­μα­τι­κό­τη­τες κι η απο­μό­νω­ση στον εαυ­τό του, οι συγ­χυ­σμέ­νες ιδέ­ες κι οι ουτο­πι­κές ανα­ζη­τή­σεις, ο ολο­έ­να και μεγα­λύ­τε­ρος υπο­κει­με­νι­σμός του και τα νεκρά στοι­χεία που ιγά σιγά γεμί­ζουν το έργο του, είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κά μιας γενι­κό­τε­ρης κατά­στα­σης μέσα στην τέχνη και στη σκέ­ψη την αστι­κή. Ολο­έ­να και περισ­σό­τε­ρο αυτή η τέχνη δεν αντα­πο­κρί­νε­ται στις ανά­γκες της ζωής και βυθύ­ζε­ται σε μια νεκρή θάλασ­σα από ατο­μι­κές, πλα­στές ή φαντα­στι­κές κατα­στά­σεις με ολο­έ­να και πιο στε­νό ενδια­φέ­ρο. Είναι αξιο­ση­μεί­ω­το πως γι’ αυτούς τους λόγους ένα μεγά­λο μέρος από το έργο του Ο’ Νηλ, κι από εκεί­νο που δημο­σιεύ­τη­κε κι από εκεί­νο που τα’ άφη­σε αδη­μο­σί­ευ­το ή το κατέ­στρε­ψε, είναι ολό­τε­λα απο­τυ­χη­μέ­νο, σε βαθ­μό που το ανα­γνω­ρί­ζουν κι οι πιο ενθου­σα­σμέ­νοι θαυ­μα­στές του,όπως το ανα­γνώ­ρι­ζε κι ο ίδιος» (Αυγή, 28/4/1956, ΑΒΓ)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο