Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα προβλήματα του ευρώ

Γρά­φει ο Cogito ergo sum //

Στο άρθρο της περα­σμέ­νης εβδο­μά­δας («Μη φοβά­σαι, δεν θα βγού­με από το ευρώ!») υπο­στη­ρί­ξα­με και, σε γενι­κές γραμ­μές, κατα­δεί­ξα­με πως το ευρώ είναι ένα κατά βάση κακό νόμι­σμα, δομη­μέ­νο σε σαθρές βάσεις και με μεγά­λα προ­βλή­μα­τα Ας παρα­βλέ­ψου­με σήμε­ρα το ότι το ευρώ είναι ένα κακό νόμι­σμα κι ας προ­σπα­θή­σου­με να δού­με αν και τι μπο­ρεί να γίνει μ’ αυτό το νόμι­σμα που έχου­με. Το μόνο που δεν μπο­ρού­με να παρα­βλέ­ψου­με είναι ότι το ευρώ είναι κομ­μέ­νο και ραμ­μέ­νο στα μέτρα τής Γερ­μα­νί­ας και, μάλι­στα, τόσο εμφα­νώς ώστε δικαιώ­νο­νται απο­λύ­τως όσοι υπο­στη­ρί­ζουν ότι τα ελλεί­μα­τα των περι­φε­ρεια­κών χωρών τής ευρω­ζώ­νης τρο­φο­δο­τούν το γερ­μα­νι­κό πλεόνασμα.

Πρώ­τα-πρώ­τα, η Ιστο­ρία είναι αμεί­λι­κτη: καμ­μία χώρα απ’ αυτές που χαρα­κτη­ρί­ζο­νται από υψη­λή αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα (ούτε οι ΗΠΑ ούτε κι αυτή η Γερ­μα­νία) δεν χρη­σι­μο­ποί­η­σαν ποτέ την λιτό­τη­τα (= την εξό­ντω­ση της εσω­τε­ρι­κής αγο­ράς) ως εργα­λείο για την ανά­πτυ­ξη της αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τάς τους. Και είναι πραγ­μα­τι­κό θέσφα­το το ότι οι πλού­σιες χώρες είναι πιο αντα­γω­νι­στι­κές από τις φτω­χές. Αν και δεν χρειά­ζε­ται πολύ μυα­λό για να το κατα­λά­βου­με αυτό, ας ανα­λο­γι­στού­με ως παρά­δειγ­μα την Κίνα. Η Κίνα είναι πρώ­τη δύνα­μη στις εξα­γω­γές παγκο­σμί­ως αλλά, όντας μια χώρα με πολ­λή φτώ­χεια, βρί­σκε­ται μόλις στην 20η θέση από πλευ­ράς ανταγωνιστικότητας.

Αυτό είναι το πρώ­το (που λέει κι ο Πρε­τε­ντέ­ρης). Το δεύ­τε­ρο είναι ότι η σοβού­σα καπι­τα­λι­στι­κή κρί­ση έχει ανα­δεί­ξει καθα­ρά τις ενδο­κα­πι­τα­λι­στι­κές διε­νέ­ξεις, ακό­μη και σε θεω­ρη­τι­κό επί­πε­δο. Μπο­ρεί οι φανα­τι­κοί νεο­φι­λε­λεύ­θε­ροι να υπε­ρα­σπί­ζο­νται τις πολι­τι­κές λιτό­τη­τας και κατα­στρο­φής αλλά οι μετριο­πα­θείς οικο­νο­μο­λό­γοι υπο­στη­ρί­ζουν με θέρ­μη το κεϋν­σια­νό δόγ­μα, σύμ­φω­να με το οποίο η επι­δί­ω­ξη της αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τας μέσω περι­κο­πών στην εσω­τε­ρι­κή ζήτη­ση συνι­στά την πλέ­ον ηλί­θια επιλογή.

cogito11b

Πράγ­μα­τι, σύμ­φω­να με την κλασ­σι­κή καπι­τα­λι­στι­κή θεω­ρία, η ανά­πτυ­ξη των εξα­γω­γών εις βάρος τής εγχώ­ριας κατα­νά­λω­σης συνι­στά καρ­κί­νω­μα διό­τι εξαρ­τά την ανά­πτυ­ξη από εξω­τε­ρι­κούς παρά­γο­ντες οι οποί­οι ούτε ελέγ­χο­νται ούτε πρό­κει­ται ποτέ να ελεγ­χθούν. Να θυμη­θού­με εδώ ότι οι οικο­νο­μί­ες των χωρών του Τρί­του Κόσμου σύρ­θη­καν επί μακρόν από την πολι­τι­κή των φτη­νών εξα­γω­γών, μέχρι που κατέ­λη­ξαν εδώ όπου βρί­σκο­νται σήμε­ρα: στην υπα­νά­πτυ­ξη, στην εξα­θλί­ω­ση των λαϊ­κών στρω­μά­των και στην πλή­ρη εξάρ­τη­σή τους από οικο­νο­μί­ες που πολι­τεύ­θη­καν κατά δια­με­τρι­κά αντί­θε­το τρό­πο. Για να το πω με απλά λόγια: όσο κι αν έχου­με μπου­χτί­σει ακού­γο­ντας ακρι­βώς το αντί­θε­το, ισχυ­ρές χώρες είναι εκεί­νες που κατα­να­λώ­νουν περισ­σό­τε­ρο. Υπο­θέ­τω πως δεν υπάρ­χει αντίρ­ρη­ση ως προς το ότι πολι­τεια­κοί, βρετ­τα­νοί, γάλ­λοι και γερ­μα­νοί κατα­να­λώ­νουν περισ­σό­τε­ρο από ταϊ­λαν­δούς, φιλιπ­πι­νέ­ζους, χιλια­νούς και ζιμπαμπουανούς.

Σήμε­ρα, ο ευρω­ε­νω­σια­κός νεο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός έχει αντι­στρέ­ψει τα πρό­ση­μα και προ­βάλ­λει ως πρό­τυ­πο ό,τι κάπο­τε εθε­ω­ρεί­το ως τρι­το­κο­σμι­κή παθο­γέ­νεια. Και εξα­κο­λου­θεί να επι­μέ­νει με θρη­σκευ­τι­κή προ­σή­λω­ση σ’ αυτή την επι­λο­γή, παρ’ ότι ο απο­λο­γι­σμός δεί­χνει πως οι εκα­τόμ­βες των εργα­ζο­μέ­νων δεν προ­ω­θούν την αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα της οικο­νο­μί­ας αλλά την κατάρ­ρευ­σή της. Η λιτό­τη­τα και οι περι­κο­πές δαπα­νών, στα πλαί­σια κάποιας ‑θολής και ατεκ­μη­ρί­ω­της- ανά­γκης διαρ­θρω­τι­κών μεταρ­ρυθ­μί­σε­ων, έχουν απο­δει­χθεί αδιέ­ξο­δες αφού, οδη­γώ­ντας την εσω­τε­ρι­κή αγο­ρά σε κατάρ­ρευ­ση, τορ­πιλ­λί­ζουν κάθε προ­σπά­θεια υλο­ποί­η­σης οποιασ­δή­πο­τε μεταρρύθμισης.

Τί μπο­ρού­με, λοι­πόν, να κάνου­με με το ευρώ ως δεδο­μέ­νο; Η απά­ντη­ση είναι απλή: όσο το ευρώ παρα­μέ­νει αυτό που είναι σήμε­ρα, τίπο­τε. Διό­τι το ευρώ είναι κακό νόμι­σμα (να που ξανα­γυ­ρί­σα­με σε όσα λέγα­με την περα­σμέ­νη εβδο­μά­δα), μιας και δεν έχει την παρα­μι­κρή δυνα­τό­τη­τα προ­σαρ­μο­γής στις πραγ­μα­τι­κές ανά­γκες εκεί­νων που το χρη­σι­μο­ποιούν: δεν επι­τρέ­πε­ται έκδο­ση χρή­μα­τος, δεν είναι εφι­κτή η υπο­τί­μη­σή του, δεν μπο­ρεί να προ­σαρ­μό­σει τις ισο­τι­μί­ες του. Κι αφού δεν μπο­ρεί να κάνει όσα θα έπρε­πε να κάνει ένα καλό νόμι­σμα, προ­σφεύ­γει σε άλλες δια­δι­κα­σί­ες, πλή­ρως ανε­δα­φι­κές και νοσογόνες.

Μα απλά λόγια, η δυσκαμ­ψία τού ευρώ οδη­γεί μοι­ραία σε ακι­νη­σία τής οικο­νο­μί­ας. Αλλά για να προ­σαρ­μο­σθεί η οποια­δή­πο­τε οικο­νο­μία, πρέ­πει να κινεί­ται. Σε μια ακί­νη­τη (νεκρή) οικο­νο­μία δεν υπάρ­χει καμ­μιά δυνα­τό­τη­τα προ­σαρ­μο­γής. Και, φυσι­κά, μια νεκρή οικο­νο­μία δεν είναι σε θέση να κάνει οποια­δή­πο­τε επέν­δυ­ση στο μέλ­λον, εφ’ όσον ασφυ­κτιά στο παρόν.

Τι απο­μέ­νει, λοι­πόν, από την ευρω­λαί­λα­πα; Μια εξο­ντω­τι­κή λιτό­τη­τα, η οποία οδη­γεί στην ύφε­ση και, κατ’ επέ­κτα­ση, στην συρ­ρί­κνω­ση της οικο­νο­μί­ας. Μόνο που, μέσα σ’ αυτή την συρ­ρί­κνω­ση, αυξά­νε­ται η αγο­ρα­στι­κή δύνα­μη εκεί­νων των ολί­γων οι οποί­οι κατέ­χουν το χρή­μα. Έτσι, αυξά­νε­ται η αξία του χρή­μα­τος ένα­ντι της αξί­ας τής εργα­σί­ας και της πραγ­μα­τι­κής παρα­γω­γής. Και για να το πού­με πιο απλά: αυξά­νε­ται η δύνα­μη των πιστω­τών εις βάρος των οφειλετών.

Επι­τρέψ­τε μου να επι­μεί­νω λίγο σ’ αυτό το τελευ­ταίο. Και θα επι­μεί­νω για να κατα­δεί­ξω μια ακό­μη παθο­γέ­νεια της ακο­λου­θού­με­νης ευρω­παϊ­κής οικο­νο­μι­κής πολι­τι­κής. Προ­σέξ­τε: όταν αυξά­νε­ται η αξία του χρή­μα­τος, μειώ­νε­ται η αξία των πραγ­μα­τι­κών επεν­δύ­σε­ων. Αν έχω στα χέρια μου χρή­μα, το οποίο συνε­χώς αυξά­νει την αξία του δίχως να κάνω τίπο­τε, ποιός ο λόγος να μπλέ­ξω με εργο­στά­σια κι επι­χει­ρή­σεις; Το πολύ-πολύ να ασχο­λη­θώ με τις χρη­μα­τα­γο­ρές, δηλα­δή να αγο­ρά­ζω και να που­λάω το ίδιο το χρή­μα. Χαρα­κτη­ρι­στι­κή είναι η περί­πτω­ση των «ραντιέ­ρη­δων» (όπως τους έλε­γε ο Ανδρέ­ας Παπαν­δρέ­ου) στα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του ’80, οι οποί­οι πλού­τι­ζαν μαζεύ­ο­ντας όσο χρή­μα μπο­ρού­σαν και επεν­δύ­ο­ντάς το στους πανά­κρι­βους τίτλους του ελλη­νι­κού δημοσίου.

Κατα­λα­βαί­νω ότι το παρά­δειγ­μα είναι κάπως χοντρο­κομ­μέ­νο αλλά δεί­χνει πεντα­κά­θα­ρα το πώς, μέσα σε ένα επι­δει­νού­με­νο καπι­τα­λι­στι­κό περι­βάλ­λον, ανθί­ζουν οι αγο­ρές χρη­μα­το­οι­κο­νο­μι­κών παρα­γώ­γων, γίνο­νται πλου­σιώ­τε­ροι οι πλού­σιοι και οι τρά­πε­ζες μετα­τρέ­πο­νται σε ρισκα­δό­ρους επεν­δυ­τές απαι­τώ­ντας διαρ­κώς μεγα­λύ­τε­ρη στή­ρι­ξη από το ίδιο το σύστη­μα που τους επι­τρέ­πει τα απα­ρά­δε­κτα ρίσκα.

Θα κλεί­σω το ‑μάλ­λον κου­ρα­στι­κό- σημε­ρι­νό σημεί­ω­μα προ­σπα­θώ­ντας να προ­λά­βω μια απλή απο­ρία: δηλα­δή, αν βγού­με από το ευρώ, θα λυθούν όλα αυτά τα προ­βλή­μα­τα; Χμμμ… Φοβά­μαι ότι μέσα στον βαρειά άρρω­στο καπι­τα­λι­στι­κό κόσμο όπου ζού­με, κάτι τέτοιο δεν είναι καθό­λου σίγου­ρο. Το μόνο σίγου­ρο είναι ότι κανέ­να απ’ αυτά τα προ­βλή­μα­τα δεν μπο­ρεί να λυθεί με τέτοιο ευρώ.

ΥΓ: Θα μπο­ρού­σα να προ­σθέ­σω ότι και μόνο το γεγο­νός ότι η τυχάρ­πα­στη «κοι­νή γνώ­μη» τάσ­σε­ται ανα­φαν­δόν υπέρ της πάση θυσία παρα­μο­νής μας στο ευρώ με πεί­θει για την ορθό­τη­τα της άπο­ψής μου αλλά δεν θέλω να γίνω τόσο κυνι­κά κακός…

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο