Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Της γης οι κολασμένοι

Γρά­φει ο Σφυ­ρο­δρέ­πα­νος //

Οι εικό­νες που έρχο­νται από την Κω, το Πεδίο του Άρε­ως κι άλλες γωνιές της ελλη­νι­κής επι­κρά­τειας, που εξε­λίσ­σο­νται σε στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης των μετα­να­στών, προ­κα­λούν φρί­κη. Ακό­μα πιο φρι­κτή όμως είναι η αναλ­γη­σία της πολι­τεί­ας κι η υπο­κρι­σία των αρχών, που δεν έχουν ως βασι­κή τους μέρι­μνα να χτυ­πή­σουν τη ρίζα του προ­βλή­μα­τος, αλλά να το κρύ­ψουν κάτω από το χαλά­κι ή από έναν καταυ­λι­σμό, για να μη φαί­νε­ται. Αλλά η λογι­κή της στρου­θο­κα­μή­λου, όπως και η δια­χεί­ρι­ση της μιζέ­ριας στα όρια του συστή­μα­τος, έχει κοντά ποδάρια.

Τι είναι αυτό προ­κα­λεί την έξαρ­ση του φαι­νο­μέ­νου και τη λεγό­με­νη «μετα­να­στευ­τι­κή κρί­ση»; Ο συνε­χι­ζό­με­νος πόλε­μος στη Συρία, που κάνει το βίο αβί­ω­το για το λαό της, ανθρώ­πους κάθε ηλι­κί­ας, τον άμα­χο πλη­θυ­σμό. Τι κάνει γι’ αυτό η διε­θνής κοι­νό­τη­τα; Απο­λύ­τως τίπο­τα για να στα­μα­τή­σει και πάρα πολ­λά για να υπο­δαυ­λί­σει τη φλό­γα του πολέ­μου, θέτο­ντας πχ στον «άξο­να του κακού» τη Συρία (και μπο­ρεί να ακο­λου­θή­σει και το Ιράν). Εξάλ­λου δεν υπάρ­χει καμία «κοι­νό­τη­τα» παρά μόνο συμ­φέ­ρο­ντα που συγκρού­ο­νται και συντη­ρούν τις πολε­μι­κές εστίες.
Τι κάνει η ελλη­νι­κή κυβέρ­νη­ση ενά­ντια στον πόλε­μο και την ιμπε­ρια­λι­στι­κή επέμ­βα­ση στη Συρία; Πολύ καλά ευχαριστώ.
Τι θα μπο­ρού­σε να συμ­βά­λει, έστω με αυτά τα δεδο­μέ­να, στην ελά­χι­στη ανα­κού­φι­ση των μετα­να­στών και των χωρών υπο­δο­χής τους; Να τους δοθούν ταξι­διω­τι­κά έγγρα­φα, για να μπο­ρέ­σουν να κατευ­θυν­θούν σε άλλες χώρες, που δεν αντι­με­τω­πί­ζουν τόσο οξύ πρό­βλη­μα. Κάτι που θα σήμαι­νε σύγκρου­ση με το υπάρ­χον νομο­θε­τι­κό πλαί­σιο της Ε.Ε. και αλλα­γή-κατάρ­γη­ση της συν­θή­κης «Δου­βλί­νο 2».

Σε κάθε περί­πτω­ση, όπως λέει κι ένα φιλι­κό ιστο­λό­γιο, δεν έχου­με μετα­να­στευ­τι­κή κρί­ση, έχου­με ιμπε­ρια­λι­σμό. Κι ακό­μα και για την απλή δια­χεί­ρι­ση του ζητή­μα­τος (πόσο μάλ­λον για την ορι­στι­κή του επί­λυ­ση και την αντι­με­τώ­πι­ση των αιτιών του), προ­βάλ­λει ως ανα­γκαί­ος όρος η ρήξη με τον ιμπε­ρια­λι­σμό και τους διε­θνείς οργα­νι­σμούς του. Κάτι που σίγου­ρα δε συμπε­ρι­λαμ­βά­νε­ται στους πολι­τι­κούς στό­χους της κυβέρ­νη­σης, όπως εύγλωτ­τα δεί­χνουν κι οι μνη­μο­νια­κές συμ­φω­νί­ες που υπογράφει.

Ναι, αλλά ας θυμη­θού­με πως η προη­γού­με­νη κυβέρ­νη­ση ήταν χει­ρό­τε­ρη, για­τί έχτι­σε το απάν­θρω­πο τεί­χος του Έβρου και θεω­ρού­σε τους μετα­νά­στες λαθραί­ους.
Κι αυτό είναι το πολυ­φο­ρε­μέ­νο πολι­τι­κό σωσί­βιο, στο οποίο κατα­φεύ­γει η πρώ­τη φορά αρι­στε­ρά, για να επι­πλέ­ει. Μόνο που τα γεγο­νό­τα είναι πει­σμα­τά­ρι­κα, όπως έλε­γε ο Λένιν, που τον επι­κα­λέ­στη­κε κι ο πρω­θυ­πουρ­γός σε μια πρό­σφα­τη, ραδιο­φω­νι­κή του συνέ­ντευ­ξη. Περι­στα­τι­κά αστυ­νο­μι­κής βίας και αυθαι­ρε­σί­ας, σαν αυτό που κατέ­γρα­ψε ο τηλε­ο­πτι­κός φακός στην Κω, και πόσα άλλα που συμ­βαί­νουν πίσω από τις κάμε­ρες, απο­δει­κνύ­ουν ότι δεν έχει αλλά­ξει τίπο­τα ουσια­στι­κό στον κρα­τι­κό μηχα­νι­σμό και τους (καθα­ρά ταξι­κούς) σκο­πούς που υπη­ρε­τεί. Κι είναι αυτή η γενι­κή κατεύ­θυν­ση, που καθο­ρί­ζει πάντα το μερι­κό (κι όχι αντί­στρο­φα): τις αστεί­ες δικαιο­λο­γί­ες που θυμί­ζουν επο­χές ζαρ­ντι­νιέ­ρας, τα απο­τε­λέ­σμα­τα της ΕΔΕ που έχει γίνει κάτι σαν τρό­πος αρχειο­θέ­τη­σης τέτοιων υπο­θέ­σε­ων, και την οργα­νι­κή σύν­δε­ση αστυ­νο­μι­κών αρχών με κυκλώ­μα­τα δια­κί­νη­σης ουσιών, που θερί­ζουν μετα­νά­στες και τους εξα­θλιώ­νουν ακό­μα περισσότερο.

Και κάτι ακό­μα. Αν οι μετα­νά­στες είναι αδέρ­φια μας, αυτό δε μας καθι­στά κάποιο είδος πλού­σιου συγ­γε­νή, που τους δίνει συμ­βο­λι­κή βοή­θεια αφ’ υψη­λού, εν είδει φιλαν­θρω­πί­ας. Οι μετα­νά­στες δεν είναι πρό­βλη­μα, αλλά έχουν προ­βλή­μα­τα που είναι και γίνο­νται δικά μας, κάθε μέρα και πιο πολύ. Το μετα­να­στευ­τι­κό είναι δική μας υπό­θε­ση, εικό­να από το παρόν μας και το μέλ­λον μας. Αν υπάρ­χει ένα μεγά­λο χάσμα στη γλώσ­σα και την κουλ­τού­ρα, ή η αίσθη­ση της προ­σω­ρι­νό­τη­τας, που βαραί­νει ακό­μα και στη δου­λειά με τους… ιθα­γε­νείς (πχ σε χώρους εργα­σί­ας με συμ­βα­σιού­χους), δεν μπο­ρεί να είναι άλλο­θι για την απρα­ξία μας, αλλά λόγος για να εντα­θούν στο έπα­κρο οι προσπάθειες.
Κανείς δεν είναι άμοι­ρος ευθυ­νών για όσα γίνο­νται. Κι αν αδια­φο­ρή­σου­με για τους μετα­νά­στες, εάν κρύ­ψου­με το πρό­βλη­μα κάτω απ’ το χαλά­κι της συνεί­δη­σής μας, ας είμα­στε έτοι­μοι να μοι­ρα­στού­με τη δική τους μοί­ρα, κι όλοι μαζί την ήττα μας, την ήττα της τάξης μας.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο