Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Εκλογές 2015: Όταν τα φώτα της γιορτής σβήσουν…

Γρά­φει ο Οικο­δό­μος //

Η «επό­με­νη μέρα» ξημέ­ρω­σε. Στον από­η­χο των ιαχών του θριάμ­βου των νικη­τών δεξιοί, κεντρώ­οι και αρι­στε­ροί μασκα­ρά­δες θα αρχί­σουν να κατε­βά­ζουν σιγά-σιγά τις μάσκες τους. Λίγο πριν τα τελι­κά απο­τε­λέ­σμα­τα επι­σφρα­γί­σουν και επί­ση­μα τη μεγά­λη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και το φως της μέρας λού­σει την όμορ­φη αυτή χώρα, ηλί­ου φαει­νό­τε­ρες είναι οι δυνα­τό­τη­τες που έχει το σύστη­μα της εκμε­τάλ­λευ­σης να ελίσ­σε­ται μπρο­στά στα δύσκο­λα, να γεν­νά εφε­δρεί­ες και να τις αξιο­ποιεί με τέτοιο τρό­πο (ας γίνει κάπο­τε αφορ­μή για να βγουν συμπε­ρά­σμα­τα) ώστε να φαί­νε­ται τσι­με­ντω­μέ­νη η μακροη­μέ­ρευ­σή του. Κόμ­μα­τα, μετα­γρα­φι­κά παζά­ρια και «απί­στευ­τες», μέχρι μόλις πριν από λίγο και­ρό, κατα­στά­σεις χωνεύ­τη­καν και αφο­δεύ­τη­καν σε πολι­τι­κό χρό­νο ντε­τέ κάνο­ντας την «ατμό­σφαι­ρα» περισ­σό­τε­ρο δύσο­σμη και επι­κίν­δυ­νη για το λαό και την αιθα­λο­μί­χλη να θυμί­ζει ελα­φρύ απο­σμη­τι­κό χώρου…

πανηγυριζωΗ μιση­τή συγκυ­βέρ­νη­ση Σαμα­ρά-Βενι­ζέ­λου, παρά την προ­κλη­τι­κή στή­ρι­ξη των περισ­σό­τε­ρων αστι­κών ΜΜΕ (στα οποία έχουν ήδη ξεκι­νή­σει «ανα­κα­τα­τά­ξεις», με τη ναυαρ­χί­δα του ΔΟΛ χτες να «βάφε­ται» στα χρώ­μα­τα του ΣΥΡΙΖΑ και να προ­α­ναγ­γέλ­λει το πρό­γραμ­μα της νέας κυβέρ­νη­σης) έπε­σε στο λάκ­κο που έσκα­βε για δυό­μι­σι χρό­νια η αντι­λαϊ­κή πολι­τι­κή των μνη­μο­νί­ων. Μια πολι­τι­κή που εφαρ­μό­στη­κε με «ύφος» και «ήθος» που συχνά θύμι­ζε δεκα­ε­τί­ες «άλλων» επο­χών (και με τον πρω­θυ­πουρ­γό και κορυ­φαία στε­λέ­χη της κυβέρ­νη­σης να παρα­δί­δουν μαθή­μα­τα «σοβα­ρό­τη­τας» στα έγκλει­στα στον Κορυ­δαλ­λό στε­λέ­χη της ναζι­στι­κής εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης) και σφρα­γί­στη­κε από την εμφυ­λιο­πο­λε­μι­κή ρητο­ρι­κή του Σαμα­ρά και την τρο­μο­λα­γνι­κή επι­κοι­νω­νια­κή πολι­τι­κή κατά την προ­ε­κλο­γι­κή της εκστρατεία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυ­χε μια μεγά­λη εκλο­γι­κή νίκη που γεμί­ζει προσ­δο­κί­ες έναν κόσμο ―και μαζί χιλιά­δες αρι­στε­ρούς και προ­ο­δευ­τι­κούς ανθρώ­πους που ορα­μα­τί­στη­καν μια άλλη κοι­νω­νία―, που πίστε­ψε στις υπο­σχέ­σεις του ότι μπο­ρεί… να επι­βά­λει με την «αντι­μνη­μο­νια­κή» πολι­τι­κή του ένα ανθρώ­πι­νο πρό­σω­πο στη βαρ­βα­ρό­τη­τα του ευρω­μο­νό­δρο­μου. Μια ―έστω ορια­κά― αυτο­δύ­να­μη κυβέρ­νη­ση ΣΥΡΙΖΑ (τη στιγ­μή που γρά­φο­νται αυτές οι γραμ­μές δεν έχει ξεκα­θα­ρι­στεί το τελι­κό απο­τέ­λε­σμα) κάνει μεγα­λύ­τε­ρες αυτές τις προσ­δο­κί­ες και μαζί την ευθύ­νη της νέας κυβέρ­νη­σης απέ­να­ντι στους εργα­ζό­με­νους και το λαό. Ταυ­τό­χρο­να της αφαι­ρεί «άλλο­θι» για όταν, αφού σβή­σουν τα φώτα της γιορ­τής, αρχί­σει να στρι­μώ­χνει την «ελπί­δα» στα ασφυ­κτι­κά πλαί­σια μέσα στα οποία εκ προ­οι­μί­ου (ΕΕ, αγο­ρές κλπ) θα κινη­θεί η πολι­τι­κή της.

αριστεροι ψηφοι

Σε ανα­μο­νή της «ελπί­δας» λοι­πόν όσοι ψήφι­σαν με ζεστή ή κρύα καρ­διά τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ψηφο­φό­ροι άλλων κομ­μά­των, ακό­μα και κάποιοι από αυτούς που δεν πήγαν να ψηφί­σουν (όλοι άλλω­στε έχουν δικαί­ω­μα στην «ελπί­δα»), είτε για­τί παρέ­μει­ναν μέχρι την τελευ­ταία στιγ­μή «ανα­πο­φά­σι­στοι», είτε για­τί… χτυ­πούν το σύστη­μα δια της απο­χής. Ποιας «ελπί­δας» όμως; Για ένα τετρά­ω­ρο «απα­σχό­λη­σης»; Για λίγα ψίχου­λα από κάποιο «κοι­νω­νι­κό μέρι­σμα»; Για λίγες δόσεις παρα­πά­νω στα αβά­στα­χτα χαρά­τσια; Της «ελπί­δας» να απο­φύ­γου­με τα χει­ρό­τε­ρα και όχι να ζήσου­με τα καλύ­τε­ρα; Της εύκο­λης, της ανέ­ξο­δης, της φρού­δας ελπί­δας που πάντα προη­γεί­ται της απο­γο­ή­τευ­σης και της οργής πριν μετα­τρα­πεί σε αυτα­πά­τη και στη συνέ­χεια ξανα­γί­νει «ελπί­δα», συντη­ρώ­ντας με αυτόν τον τρό­πο έναν φαύ­λο κύκλο από τον οποίο κάποιοι λίγοι βγαί­νουν πάντα κερ­δι­σμέ­νοι και ο λαός πάντα χαμέ­νος; Κάποιοι (καλο­προ­αί­ρε­τοι) θα κατα­λο­γί­σουν στον γρά­φο­ντα απαι­σιο­δο­ξία. Ας μη βια­στούν. Οι προ­ε­κλο­γι­κές δεσμεύ­σεις του ΣΥΡΙΖΑ απέ­να­ντι στα πραγ­μα­τι­κά κέντρα των απο­φά­σε­ων, προ­ερ­χό­με­νες από οβι­δια­κές μετα­μορ­φώ­σεις των θέσε­ών του στο μεσο­διά­στη­μα μετα­ξύ των δυο τελευ­ταί­ων εκλο­γι­κών ανα­με­τρή­σε­ων και τις αμέ­τρη­τες υπα­να­χω­ρή­σεις-υπο­χω­ρή­σεις-παρα­χω­ρή­σεις του στην Ευρω­παϊ­κή Ένω­ση και το κεφά­λαιο δεν αφή­νουν περι­θώ­ρια για αισιοδοξία.

αριστεροι

Η «επό­με­νη μέρα» ξημέ­ρω­σε και τα πλαί­σια μέσα στα οποία θα κινη­θεί η πολι­τι­κή της αυρια­νής κυβέρ­νη­σης (είτε ορια­κά αυτο­δύ­να­μης, είτε με «κορ­μό» το ΣΥΡΙΖΑ) είναι ασφυ­κτι­κά στε­νά και προ­κα­θο­ρι­σμέ­να. Είτε το μνη­μό­νιο «τελειώ­σει», είτε παρα­τα­θεί, είτε μετο­νο­μα­στεί σε «πρό­γραμ­μα» μετά από «δια­πραγ­μά­τευ­ση», ή όποια άλλη ονο­μα­σία σκαρ­φι­στούν τα επι­τε­λεία των επι­κοι­νω­νιο­λό­γων, αυτά που έκα­ναν τη ζωή μας κόλα­ση δεν τρο­μά­ζουν από τα ζήτω των νικη­τών. Θα είναι εδώ μαζί με το ευρω­παϊ­κό πλαί­σιο που εφαρ­μό­ζε­ται σε όλες τις χώρες της ΕΕ, είτε έχουν μνη­μό­νια είτε όχι. Με τους εκα­το­ντά­δες νόμους της ελλη­νι­κής βου­λής που γκρέ­μι­σαν εργα­τι­κά δικαιώ­μα­τα και κοι­νω­νι­κές κατα­κτή­σεις, με το τέρας της ανερ­γί­ας, την ανύ­παρ­κτη ασφά­λι­ση, τη δια­λυ­μέ­νη παι­δεία, τη δυσκο­λο­πρό­σι­τη και ελλι­πή περί­θαλ­ψη, τους άστε­γους, τους υπο­σι­τι­σμέ­νους και άλλες ακό­μα «κατα­κτή­σεις» του καπι­τα­λι­σμού του 21ου αιώ­να. Είναι εδώ το κρά­τος που υπη­ρε­τεί στα­θε­ρά τα συμ­φέ­ρο­ντα των επι­χει­ρη­μα­τι­κών ομί­λων, των εργο­λά­βων, των εφο­πλι­στών και των τρα­πε­ζι­τών και άλλων κηφή­νων σε βάρος των εργα­ζο­μέ­νων και του λαού και οριο­θε­τεί το ρόλο κάθε κυβέρ­νη­σης. Η εξου­σία του κεφα­λαί­ου (όπως λένε οι κομ­μου­νι­στές στην «ξύλι­νη» γλώσ­σα τους) είναι εδώ.

Και η ελπί­δα είναι εδώ. Η πραγ­μα­τι­κή ελπί­δα που γεν­νιέ­ται όχι μέσα από μια επι­φα­νεια­κή και αόρι­στη αισιο­δο­ξία, μα από την ανα­γκαιό­τη­τα να σπά­σουν οι αλυ­σί­δες της εκμε­τάλ­λευ­σης, από το κατα­στά­λαγ­μα της ιστο­ρί­ας του παγκό­σμιου εργα­τι­κού κινή­μα­τος αλλά και του λαού μας, από την πίστη στη δύνα­μη των παναν­θρώ­πι­νων ιδα­νι­κών του σοσια­λι­σμού-κομ­μου­νι­σμού, στη νίκη μέσα από τον οργα­νω­μέ­νο ταξι­κό αγώ­να· τα πράγ­μα­τα μπο­ρούν να αλλά­ξουν, και θα αλλάξουν.

σκιαΤο ΚΚΕ είναι εδώ. Το μόνο κόμ­μα που δεν ζήτη­σε από το λαό να υπο­μεί­νει και νέες θυσί­ες, ή να συνε­χί­σει να υπο­μέ­νει τις παλιές· δεν χάι­δε­ψε αυτιά, δεν δημιούρ­γη­σε αυτα­πά­τες, δεν λού­φα­ξε στα δύσκο­λα. Με ρεα­λι­στι­κές θέσεις και προ­τά­σεις για τα μικρά και μεγά­λα προ­βλή­μα­τα, για το σήμε­ρα και το αύριο. Με πρω­το­πό­ρα δρά­ση σους χώρους δου­λειάς, στην κοι­νω­νία, στη βου­λή. Το μόνο κόμ­μα που δεν μίλη­σε για «σωτη­ρία» αλλά είπε την… πιο αλη­θι­νή (και δύσκο­λη) αλή­θεια: Σήκω, οργα­νώ­σου, πάλε­ψε, εσύ μπο­ρείς να αλλά­ξεις τα πράγματα!

Κατά τη διάρ­κεια της εκλο­γι­κής περιό­δου πολ­λοί ήταν αυτοί που θα ήθε­λαν να εγκλω­βί­σουν τους κομ­μου­νι­στές σε ψευ­το­δι­λήμ­μα­τα. Απέ­τυ­χαν. Να είναι σίγου­ροι πως όπως και μέχρι την παρα­μο­νή των εκλο­γών, έτσι και την «επό­με­νη μέρα» το κόμ­μα της εργα­τι­κής τάξης θα συνε­χί­σει με την ίδια συνέ­πεια και στα­θε­ρό­τη­τα στον ίδιο δρό­μο. Μπρο­στά­ρης στην οργά­νω­ση και τους αγώ­νες των εργα­ζο­μέ­νων και του λαού· η μόνη αντι­πο­λί­τευ­ση στη βου­λή από την πλευ­ρά των συμ­φε­ρό­ντων του λαού. Η εγγύ­η­ση για ένα καλύ­τε­ρο αύριο, για να κερ­δί­σει, να μην υπο­χω­ρή­σει κι άλλο ο λαός, για να δημιουρ­γη­θούν οι συν­θή­κες που θα αρχί­σει να μετρά­ει αντί­στρο­φα η κατάσταση.

Σε μια επο­χή που οι δυνα­τό­τη­τες που προ­σφέ­ρουν η επι­στή­μη, η τεχνο­λο­γι­κή πρό­ο­δος και ο πλού­τος της χώρας είναι τερά­στιες, το ζητού­με­νο δεν μπο­ρεί να είναι πόσα ―ακό­μα― θα χάσου­με, μα τι θα κερ­δί­σου­με. Δεν θα συμ­βι­βα­στού­με με την «καλές δια­θέ­σεις» και λόγια συμπά­θειας. Δεν θα συμ­βι­βα­στού­με με ελε­η­μο­σύ­νες και υπο­σχέ­σεις. Καμιά παρα­χώ­ρη­ση, καμιά ανο­χή, καμιά συνε­νο­χή. Προ­χω­ρά­με μπρο­στά κόντρα στο συμ­βι­βα­σμό, τις αυτα­πά­τες και την ηττο­πά­θεια. Στους δρό­μους του αγώ­να, τα καλύ­τε­ρα είναι μπρο­στά και μας περιμένουν.

εοκ

* Τα σκί­τσα είναι του Στά­θη Σταυ­ρό­που­λου, από το μακρι­νό (ή μήπως όχι τόσο;) 1985. Περιέ­χο­νται στο λεύ­κω­μά του “Τα τραί­να που φύγα­αν…” (εκδ. Καστα­νιώ­τη, 1986).

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο