Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Ανεπίδοτα γράμματα» Αρης Αλεξάνδρου

Μας παίρ­νουν τον Κωστή για το στρατοδικείο.
Τα δάχτυ­λά του
μπερ­δεύ­ο­νται και δένο­νται στους κόμπους.
Δε λέει ακό­μα να απο­χω­ρι­στεί τις δυο κουβέρτες
δεν το απο­φά­σι­σε ακόμα
να μας αφή­σει τα άχερα.

«Συνη­θι­σμέ­να πρά­μα­τα. Μια μεταγωγή.
Όχι, μια δεύ­τε­ρη ξαδέρ­φη μου.
Πέστε της πως θυμά­μαι. Πάντα θα θυμάμαι».

Ένιω­σα τη βέρα στο μεσια­νό του δάχτυλο.
Πρώ­τη φορά μού παίρνανε
τόσο χρυ­σά­φι μέσα από τα χέρια.

12

Κοί­τα να πας στην εξα­δέρ­φη  του Κωστή
μόνο πρό­σε­ξε μην κλάψεις
όπως βουρ­κώ­νου­νε τα μάτια των ποιητών
που έχουν έτοι­μο το δάκρυ
σαν τους σωφέρ το κλάξον
μες την πολυκοσμία

Να κάτσεις να τα πείτε
όπως μιλά­νε οι ζωντανοί
να θυμη­θεί­τε τα μάτια που σκοπεύουν
μια ντρο­πή πιο κάτω απ’ τον ώμο
τα μάτια που κοιτάνε
μια τελευ­ταία φορά πιο πάνω απ’ τις στέγες
μα πριν απ’ όλα μην ξεχάσεις
πως απ’ τις δέκα που τον ρίξαν
οι εφτά
ήταν άλλο­τε δικοί μας
απ’ τους εφτά οι τρεις
εσείς οι δυο που δεν πιστέ­ψα­τα ακόμα
πως ένα μπλε σακάκι
ξεμα­θαί­νει ν’ αγκαλιάζει
μόλις μεί­νει κρεμασμενο
στο ντου­λά­πι δυο λεφτά
κι εγώ
που τάχα θα προτάξω
τα χαρ­τι­να στή­θη των στίχων
να σώσω τον Κωστή
απ’ την ανωνυμία

 

Ο Άρης Αλε­ξάν­δρου (πραγ­μα­τι­κό όνο­μα: Αρι­στο­τέ­λης Βασι­λειά­δης, Λένιν­γκραντ, 24 Νοεμ­βρί­ου 1922 — Παρί­σι, 2 Ιου­λί­ου 1978) ήταν Έλλη­νας αντι­στα­σια­κός, ποι­η­τής, πεζο­γρά­φος, και μετα­φρα­στής έργων κυρί­ως της ρωσι­κής λογοτεχνίας.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο