Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Από τη συμβολή των Μαρξ-Ένγκελς πάνω στα ζητήματα της Τέχνης και της Αισθητικής (Μέρος Πρώτο)

Επι­μέ­λεια: Πανα­γιώ­της Μανιά­της //

Οι θεμε­λιω­τές του επι­στη­μο­νι­κού σοσια­λι­σμού, ως πολυ­σχι­δείς προ­σω­πι­κό­τη­τες, δε θα μπο­ρού­σαν να μην αφή­σουν ανα­φο­ρές πάνω στο θέμα της κουλ­τού­ρας που να μη λει­τουρ­γούν καθο­δη­γη­τι­κά στην πραγ­μά­τευ­ση του ζητή­μα­τος. Κατ’ αρχήν, από την ίδια την κοσμο­θε­ω­ρία γνω­ρί­ζου­με ότι:
«Δεν είναι η συνεί­δη­ση των ανθρώ­πων που προσ­διο­ρί­ζει την ύπαρ­ξή τους, αλλά αντί­θε­τα — η κοι­νω­νι­κή ύπαρ­ξή τους προσ­διο­ρί­ζει τη συνεί­δη­σή τους».1

Χτυ­πώ­ντας τον Ιδε­α­λι­σμό και τοπο­θε­τώ­ντας τα πράγ­μα­τα στην υλι­στι­κή τους βάση, οι Μαρξ-Ένγκελς φρο­ντί­ζουν ταυ­τό­χρο­να να προ­βάλ­λουν τον ενερ­γη­τι­κό ρόλο του εποι­κο­δο­μή­μα­τος, για να έρθουν σε αντι­πα­ρά­θε­ση με κοι­νω­νιο­λο­γι­κές σχη­μα­το­ποι­ή­σεις και αγο­ραί­ες αντι­λή­ψεις που αντι­λαμ­βά­νο­νται παθη­τι­κά το ρόλο των μορ­φών κοι­νω­νι­κής συνεί­δη­σης όπως της τέχνης. Γι’ αυτό υπο­στη­ρί­ζουν ότι:

«Η πολι­τι­κή, νομι­κή, φιλο­σο­φι­κή, θρη­σκευ­τι­κή, λογο­τε­χνι­κή, καλ­λι­τε­χνι­κή κλπ, εξέ­λι­ξη στη­ρί­ζε­ται στην οικο­νο­μι­κή. Όμως όλες αυτές οι εξε­λί­ξεις επι­δρούν η μια πάνω στην άλλη και πάνω στην οικο­νο­μι­κή βάση. Δεν μπο­ρού­με να πού­με πως η οικο­νο­μι­κή κατά­στα­ση είναι η μόνη ενερ­γη­τι­κή αιτία ενώ όλοι οι άλλοι παρά­γο­ντες παί­ζουν παθη­τι­κό ρόλο. Απε­να­ντί­ας υπάρ­χει αμοι­βαία δρά­ση στη βάση της οικο­νο­μι­κής ανα­γκαιό­τη­τας που κυριαρ­χεί μόνο “σε τελευ­ταία ανά­λυ­ση”».2

Ακό­μα:
«Δεν έχου­με να κάνου­με λοι­πόν- όπως θα ήθε­λαν να μας κάνουν να πιστέ­ψου­με για μεγα­λύ­τε­ρη ευκο­λία- με το αυτό­μα­το απο­τέ­λε­σμα της οικο­νο­μι­κής κατά­στα­σης. Είναι οι ίδιοι οι άνθρω­ποι που φτιά­χνουν την ιστο­ρία τους σ’ ένα δοσμέ­νο περι­βάλ­λον που την ελέγ­χει και τη ρυθ­μί­ζει, στη βάση πραγ­μα­τι­κών προ­ϋ­παρ­χου­σών σχέ­σε­ων».3

Στο πλαί­σιο λοι­πόν αυτής της ενερ­γη­τι­κής σχέ­σης ο Μαρξ αναφέρει:
«Το καλ­λι­τε­χνι­κό αντι­κεί­με­νο – και με τον ίδιο τρό­πο οποιο­δή­πο­τε άλλο προ­ϊ­όν – δημιουρ­γεί ένα κοι­νό ευαί­σθη­το αντί­κρυ στην τέχνη και ικα­νό για αισθη­τι­κή από­λαυ­ση. Γι’ αυτό το λόγο η παρα­γω­γή δεν παρά­γει μονά­χα ένα αντι­κεί­με­νο για το υπο­κεί­με­νο, αλλά και ένα υπο­κεί­με­νο για το αντι­κεί­με­νο».4

Με αυτή την αντί­λη­ψη να υπάρ­χει και αλλού στο έργο του:
«όχι μονά­χα ικα­νο­ποιεί τη μου­σι­κή μας αίσθη­ση, μα την παρά­γει κιό­λας, κατά κάποιο τρό­πο».5

Πλάι σε αυτό αντι­πα­ρα­θέ­τει την καλ­λι­τε­χνι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα στην αστι­κή μορ­φή εργασίας:
«Και σε συνέ­χεια παίρ­νο­ντας για παρά­δειγ­μα τη μου­σι­κή δημιουρ­γία –“εργα­σία πραγ­μα­τι­κά ελεύ­θε­ρη”- ο Μαρξ απο­δεί­χνει ότι ακό­μα και στο εσω­τε­ρι­κό του συστή­μα­τος σχέ­σε­ων που ανέ­λυ­σε ο Σμιθ, η καλ­λι­τε­χνι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα ενερ­γεί σα ζων μάρ­τυ­ρας του πραγ­μα­τι­κού περιε­χο­μέ­νου της εργα­σί­ας εφό­σον αυτή παρα­μέ­νει οργα­νι­κά σύμ­φυ­τη με τον άνθρω­πο μέσω της αυτο­δρα­στη­ριό­τη­τας».6

me2Κατα­πο­λε­μώ­ντας λοι­πόν, την ντε­τερ­μι­νι­στι­κή ερμη­νεία της σχέ­σης ανά­με­σα στην οικο­νο­μι­κή βάση, η οποία σύμ­φω­να με τον Ένγκελς μελε­τή­θη­κε περισ­σό­τε­ρο λόγω της δια­πά­λης της επο­χής, και του εποι­κο­δο­μή­μα­τος, προ­βάλ­λε­ται και το ζήτη­μα της σχε­τι­κής αυτο­νο­μί­ας της τέχνης. Σχε­τι­κά με αυτό ο Μαρξ γράφει:
«Ξέρου­με πως οι συγκε­κρι­μέ­νες περί­ο­δοι της τέχνης δε συμπί­πτουν με τη γενι­κή ανά­πτυ­ξη της κοι­νω­νί­ας— άρα ούτε με την υλι­κή βάση και το σκε­λε­τό της οργά­νω­σής της—, όπως για παρά­δειγ­μα συμ­βαί­νει με τους Έλλη­νες σε σύγκρι­ση με τους σύγ­χρο­νους ή ακό­μα με τον Σαίξ­πηρ».7

Γοη­τευ­μέ­νος από την αρχαία ελλη­νι­κή τέχνη ανα­ρω­τιέ­ται το γεγο­νός ότι:
«Η δυσκο­λία δε βρί­σκε­ται στο να γίνει κατα­νοη­τό ότι η ελλη­νι­κή τέχνη και το έπος συν­δέ­ο­νται με τις δοσμέ­νες μορ­φές κοι­νω­νι­κής ανά­πτυ­ξης. Η δυσκο­λία υπάρ­χει στο γεγο­νός ότι η ελλη­νι­κή τέχνη και το έπος εξα­κο­λου­θούν να μας συγκι­νούν αισθη­τι­κά και ως ένα βαθ­μό δια­τη­ρούν τη σημα­σία κανό­να και απρό­σι­του προ­τύ­που».8

Δίνο­ντας παράλ­λη­λα τη δια­λε­κτι­κή εξέ­λι­ξη της Ιστορίας:
«Ο άνθρω­πος δεν μπο­ρεί να γίνει παι­δί, για­τί αλλιώ­τι­κα κατα­ντά­ει να παι­δια­ρί­ζει. Ωστό­σο μήπως δεν ικα­νο­ποιεί­ται απ’ την αφέ­λεια του παι­διού και δεν προ­σπα­θεί να ανα­πα­ρα­γά­γει την αλή­θεια της σ’ ένα ανώ­τε­ρο επί­πε­δο; Μήπως ο πραγ­μα­τι­κός χαρα­κτή­ρας κάθε επο­χής δεν ξανα­ζεί τη φυσι­κή του αλή­θεια στην παι­δι­κή φύση; Και για­τί η παι­δι­κή ιστο­ρι­κή ηλι­κία της ανθρω­πό­τη­τας ‑στην πιο ωραία στιγ­μή της ανά­πτυ­ξής της- να μην ασκεί μια αιώ­νια γοη­τεία, σα στά­διο που δε θα ξανα­γυ­ρί­σει πια; Υπάρ­χουν άξε­στα παι­διά και παι­διά γνω­στι­κά σα γέροι. Πολ­λοί απ’ τους αρχαί­ους λαούς ανή­κουν σε τού­τη την κατη­γο­ρία. Οι Έλλη­νες ήταν φυσιο­λο­γι­κά παι­διά. Η γοη­τεία που ασκεί πάνω μας η τέχνη τους αντα­πο­κρί­νε­ται στο ελά­χι­στα ή διό­λου ανε­πτυγ­μέ­νο κοι­νω­νι­κό στά­διο που ωρί­μα­σε. Είναι ίσως το απο­τέ­λε­σμα τού­της της κοι­νω­νι­κής κατά­στα­σης που συν­δέ­ε­ται αξε­διά­λυ­τα με το ότι οι ανώ­ρι­μες κοι­νω­νι­κές συν­θή­κες- που μέσα τους γεν­νή­θη­κε και που μόνο μέσα τους μπο­ρού­σε να γεν­νη­θεί-δεν μπο­ρούν ποτέ πια να ξανα­γυ­ρί­σουν».9

Παρα­πο­μπές
1) Ακα­δη­μία Επι­στη­μών ΕΣΣΔ, Αισθη­τι­κή, Φιλο­σο­φι­κή σκέ­ψη, 1962, σελ. 178.
2) Μαρξ-Ένγκελς, Κεί­με­να για την λογο­τε­χνία και την τέχνη, επι­λο­γή-παρου­σί­α­ση Salinari Carlo, Εξά­ντας 1975, σελ 60
3) Στο ίδιο.
4) Σαλα­βιώφ Σ.Γ., Τέχνη και καπι­τα­λι­σμός, Επι­θε­ώ­ρη­ση Τέχνης, Τεύ­χος 49, σελ 45.
5) Στο ίδιο.
6) Στο ίδιο, σελ. 50.
7) Μαρξ-Ένγκελς, Κεί­με­να για την λογο­τε­χνία και την τέχνη, επι­λο­γή-παρου­σί­α­ση Salinari Carlo, Εξά­ντας 1975, σελ 46.
8) Ακα­δη­μία Επι­στη­μών ΕΣΣΔ, Αισθη­τι­κή, Φιλο­σο­φι­κή σκέ­ψη, 1962, σελ. 183.
9) Μαρξ-Ένγκελς, Κεί­με­να για την λογο­τε­χνία και την τέχνη, επι­λο­γή-παρου­σί­α­ση Salinari Carlo, Εξά­ντας 1975, σελ 48.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο