Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Απ’ αυτές που κρατάνε οι φοιτητές

Γρά­φει ο Σφυ­ρο­δρέ­πα­νος //

Ο Ερνέ­στο Γκε­βά­ρα ντε Λα Σέρ­να, που γεν­νή­θη­κε μια μέρα σαν και σήμε­ρα, πριν από 87 χρό­νια, στο Ροζά­ριο της Αργε­ντι­νής, ήταν μία από τις μεγα­λύ­τε­ρες επα­να­στα­τι­κές μορ­φές του περα­σμέ­νου αιώνα.

Από αυτές που σημα­δεύ­ουν την ιστο­ρία με το ζεστό το πέρα­σμά τους.

Από αυτές που ο μύθος τους γιγα­ντώ­θη­κε από τον ηρω­ι­κό τους θάνα­το κι οι διώ­κτες τους δεν κατά­φε­ραν ποτέ να τις εξο­ντώ­σουν πραγ­μα­τι­κά και να τις κατα­στή­σουν ακίνδυνες.

Από αυτές που στρά­φη­καν στο ρεα­λι­σμό, επι­διώ­κο­ντας το αδύνατο.

Από αυτές που βάζου­με από μικροί στα δωμά­τιά μας, σε περί­ο­πτη θέση, στο «εικο­νο­στά­σιο» των αγί­ων της επανάστασης.

Από αυτές που εμπνέ­ουν μέχρι σήμε­ρα και για πάντα (Hasta Siempre), μέχρι τη νίκη, κάθε αγω­νι­στι­κό σκίρ­τη­μα, σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Από αυτές που δεν ξεκί­νη­σαν ως κομ­μου­νι­στές, αλλά το ανή­συ­χο πνεύ­μα τους συνά­ντη­σε το μαρ­ξι­σμό στην πορεία και μπο­λιά­στη­κε με τις ιδέ­ες του.

Από αυτές που δε βολεύ­τη­καν στις δάφ­νες μιας νικη­φό­ρας επα­νά­στα­σης, αλλά προ­σπά­θη­σαν να μετα­λα­μπα­δεύ­σουν το μήνυ­μά της στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή και σε όλο τον κόσμο (δύο, τρία, χίλια, πολ­λά Βιετ­νάμ). Και δεν έχα­σαν τον αγνό επα­να­στα­τι­κό τους «ιδε­α­λι­σμό» αλλά, κόντρα στο ρεύ­μα, μιλού­σαν για τη σημα­σία της συνεί­δη­σης και των ηθι­κών κινή­τρων απέ­να­ντι στα bonus και τα υλι­κά κίνη­τρα, ως μοχλό του ατομισμού.

Από αυτές που συν­δέ­ουν δια­λε­κτι­κά τον πατριω­τι­σμό και το σύν­θη­μα «patria o muerte» (πατρί­δα ή θάνα­τος) κάτω από κάθε επι­στο­λή τους με το διε­θνι­σμό και τη στρα­τιω­τι­κή βοή­θεια σε κάθε επα­να­στα­τι­κό εγχεί­ρη­μα –ακό­μα και στην Αφρική.

Από αυτές που κάποιοι επι­κα­λού­νται υπο­κρι­τι­κά κι επί ματαίω το όνο­μά τους, για να κλέ­ψουν κάτι από τη λάμ­ψη τους.

Από αυτές που τα μονο­πώ­λια μετέ­τρε­ψαν σε κον­κάρ­δες, στά­μπες σε μπλου­ζά­κια, εσώ­ρου­χα, σε ό,τι μπο­ρεί να φαντα­στεί κανείς. Για­τί ο μύλος της αντί­δρα­σης όλα τα αλέ­θει και κρα­τά­ει το σύμ­βο­λο, για να του αφαι­ρέ­σει κάθε περιε­χό­με­νο κι αξία (εκτός από την ανταλ­λα­κτι­κή του).

Από αυτές που στοι­χειώ­νουν τον ύπνο των κυρί­αρ­χων και πλα­νώ­νται σα φάντα­σμα πάνω τους, πιο ζωντα­νό κι από εμάς τους ζωντανούς.

Από αυτές που τρέ­μουν από οργή για κάθε αδι­κία και νιώ­θουν σύντρο­φό τους όποιον αισθά­νε­ται το ίδιο κι αντι­δρά με τον ίδιο τρόπο.

Από αυτές που ανή­κουν σε όλη τη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή και στους αγω­νι­στές όλου του κόσμου. Για αυτό και πάρα πολ­λοί τον περ­νά­νε για Κου­βα­νό, ενώ στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι Αργεντίνος.

Από αυτές που ξεσκί­ζει ο χαφιές.

Από αυτές που κρα­τά­νε οι φοι­τη­τές στην καρ­διά τους.

ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο