Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αφιέρωμα στην Οχτωβριανή Επανάσταση: Κωνσταντίνος Χατζόπουλος

Η Οχτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση είχε μεγά­λη η επί­δρα­ση στον πνευ­μα­τι­κό κόσμο της Ελλά­δας, ιδιαί­τε­ρα δε στους οπα­δούς του μαχό­με­νου δημο­τι­κι­σμού που συσπει­ρώ­νο­νταν στο περιο­δι­κό «Νου­μάς» του Δ. Ταγκό­που­λου. Ηταν τέτοια η επί­δρα­ση που αργό­τε­ρα ο δημο­τι­κι­στής ταυ­τι­ζό­ταν με τον κομ­μου­νι­στή, εξ ου και το μαλλιοροκομμουνιστής. 

Τιμώ­ντας την Οχτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση θα ανα­πτύ­ξου­με ένα αφιέ­ρω­μα για την επί­δρα­ση που είχε στο λογο­τε­χνι­κό κόσμο και στη δια­νό­η­ση της εποχής.

Ανα­φερ­θή­κα­με ήδη στους Δημή­τρη Ταγκό­που­λοΡήγα Γκόλ­φηΜένο Φιλή­ντα και συνε­χί­ζου­με με τον Κων­στα­ντί­νο Χατζόπουλο.

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Ο Κων­στα­ντί­νος Χατζό­που­λος γεν­νή­θη­κε στο Αγρί­νιο το 1869 και πέθα­νε σε ηλι­κία 52 χρό­νων στις 22 Ιού­λη 1920. Δια­λε­χτή μορ­φή των ελλη­νι­κών Γραμ­μά­των και της σοσια­λι­στι­κής ιδεολογίας.

XatzopoylosΣτα 1898 εξέ­δω­σε το περιο­δι­κό «Τέχνη» το οποίο γρα­φό­ταν απο­κλει­στι­κά στη δημο­τι­κή (κυκλο­φό­ρη­σαν 12 τεύ­χη για ένα χρό­νο) και αργό­τε­ρα με την έκδο­ση του «Νου­μά» ήταν από τους στε­νό­τε­ρους συνερ­γά­τες του περιο­δι­κού. Όταν ξεκί­νη­σε η συζή­τη­ση στο «Νου­μά» για το σοσια­λι­σμό με αφορ­μή το βιβλια­ρά­κι του Γ. Σκλη­ρού «Το κοι­νω­νι­κό μας ζήτη­μα», ο Κ. Χατζό­που­λος ήταν από τους ηγέ­τες των σοσια­λι­στών. Τα άρθρα του Κ. Χατζό­που­λου αυτή την περί­ο­δο (1906–1909) για τη γλώσ­σα, την Τέχνη, το λαϊ­κό θέα­τρο απο­τυ­πώ­νουν τη σοσια­λι­στι­κή σκέ­ψη της εποχής.

Σπού­δα­σε στην Γερ­μα­νία όπου ήρθε σε επα­φή με τις σοσια­λι­στι­κές ιδέ­ες (Ανή­κε στην αρι­στε­ρή πτέ­ρυ­γα του Σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού Κόμ­μα­τος). Ιδρυ­σε, μόλις το 1909, στο Μόνα­χο της Γερ­μα­νί­ας τη Σοσια­λι­στι­κή Δημο­τι­κι­στι­κή Ενω­ση για να ενω­θούν σε αυτή οι σοσια­λι­στές δημο­τι­κι­στές «για να προ­πα­γα­ντί­σου­με κι άλλους και να πετά­ξου­με τη γλωσ­σι­κή ιδέα σε πλα­τύ­τε­ρο γλωσ­σι­κό κύκλο». «Κανείς βέβαια δε θα θαρέ­ψει πως ο Χατζό­που­λος έβα­ζε για σκο­πό του σοσιαλισμου΄το δημο­τι­κι­σμό. Ητα­νε εκεί­νη την επο­χή στην Ελλά­δα η δρα­κου­λι­κή καθα­ρευου­σιά­νι­κη περί­ο­δο του σοσια­λι­σμού. Κι ο Χατζό­που­λος έβλε­πε πως πρέ­πει να αντι­δρά­σου­με στις καθα­ρευου­σιά­νι­κες ιδέ­ες των σοσια­λι­στών, που θέλουν να οργα­νώ­σουν τους εργά­τες… Σοσια­λι­στι­κή κίνη­ση – μου έγρα­ψε – δίχως τη γλώσ­σα του λαού, είναι κοπα­νι­στός αέρας. Όταν πάρου­με και το σοσια­λι­σμό και τη δημο­τι­κή γλώσ­σα για πολι­τι­κές ανά­γκες του τόπου μας, θάμα­στε ασυ­νε­πείς και φοβη­τσιά­ρη­δες αν τις χωρί­σου­με (…) Ετσι χάρη στην επι­μο­νή του Χατζό­που­λου, χωρίς να λοξο­δρο­μή­σου­με, η δημο­τι­κή γλώσ­σα και μαζί της η δημο­τι­κι­στι­κή ιδε­ο­λο­γία, μπή­καν στα σωμα­τεία των εργα­τών και είναι σήμε­ρα σημαί­ες στα προ­γράμ­μα­τα όλων των σοσια­λι­στι­κών οργα­νώ­σε­ων» (Ν. Γιαννιός).

Xatzopoulos2Προ­πα­γάν­δι­ζε την ιδέα του σοσια­λι­σμού και την ανά­γκη οργά­νω­σης του ελλη­νι­κού προ­λε­τα­ριά­του. Μετέ­φρα­σε πρώ­τος στα ελλη­νι­κά το Κομ­μου­νι­στι­κό Μανι­φέ­στο, το δημο­σί­ευ­σε πρώ­τα στην εφη­με­ρί­δα «Εργά­της» του Βόλου (1909)  και αργό­τε­ρα, στα 1913 ως Κοι­νω­νι­στι­κό Μανι­φέ­στο σε μπρο­σού­ρα. Στο περιο­δι­κό «Σοσια­λι­σμός» (1915) δημο­σί­ευ­σε μελέ­τη με τίτλο «Τι θέλει και τι είναι ο σοσια­λι­σμός» και μετέ­φρα­σε «Το κεφά­λαιο και μισθω­τή εργα­σία» του Μαρξ το οποίο όμως δεν τυπώθηκε.

Στα 1914 επέ­στρε­ψε στην Ελλά­δα θεω­ρώ­ντας τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι ότι θα μπο­ρού­σε να παί­ξει ρόλο αρχη­γού στη εν εξε­λί­ξει σοσια­λι­στι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα, όμως, γρή­γο­ρα απο­γοη­τεύ­τη­κε και απο­τρα­βή­χτη­κε. Ο Γιάν­νης Κορ­δά­τος το απο­δί­δει στο χαρα­κτή­ρα του. Αρνη­τι­κές ανα­φο­ρές στο χαρα­κτή­ρα του Κ. Χατζό­που­λου έχει και ο Ταγκό­που­λος στο αφιέ­ρω­μα που έκα­νε ο «Νου­μάς» μετά το θάνα­το του ποιητή.

«Πραγ­μα­τι­κά ο Χατζό­που­λος  ήρθε μα γρή­γο­ρα απο­γοη­τεύ­τη­κε, για­τί ήταν νευ­ρο­πα­θής κι εγω­ι­στής. Ήθε­λε να πέσουν οι εργά­τες να τον προ­σκυ­νή­σουν και να τον ανα­γνω­ρί­σουν ασύ­δο­το αρχη­γό. Επα­σχε κι αυτός από την ίδια αρρώ­στια του Δρα­κού­λη. Ηθε­λε καλά και σώνει να δέχο­νται οι άλλοι τις γνώ­μες του, χωρίς να τις κρί­νουν και να τις συζη­τούν. Γι’ αυτό, όταν κάπο­τε βρέ­θη­κε σε μια μεγά­λη σοσια­λι­στι­κή συγκέ­ντρω­ση και πολ­λοί δε δέχτη­καν τις γνώ­μες του, αλλά του κάνα­νε κρι­τι­κή, θύμω­σε, πεί­σμω­σε και γύρι­σε για πάντα τις πλά­τες του στο σοσιαλισμό.

Σ’ ένα γράμ­μα του στο Γιαν­νιό, σταλ­μέ­νο από την Αθή­να (1914), ξεσκε­πά­ζει ο ίδιος τον εαυ­τό του :

‘’Αγα­πη­τέ φίλε,

Σκέ­φτη­κα το πρά­μα καλύ­τε­ρα. Ο σεβα­σμός στον εαυ­τό μου δεν μου επι­τρέ­πει να ανα­κα­τευ­τώ πια με τους παλιαν­θρώ­πους του Σ.Τ.Ε.Τ.Ε., έστω και πολε­μώ­ντας τους. Μου φαί­νου­νται όλα αυτά ματαιο­πο­νί­ες. Το κήρυγ­μα του σοσια­λι­σμού κατά ξένα πρό­τυ­πα είναι πρό­ω­ρο ακό­μη για το ρωμιό εργά­τη. Το πρώ­το πού του χρειά­ζε­ται είναι να μάθει να δια­βά­ζει και να γρά­φει και να πάρει μερι­κά ηθι­κά μαθή­μα­τα. Είναι η πίστη που σχη­μά­τι­σα τώρα που γνώ­ρι­σα από κοντά την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Με την πεποί­θη­ση μου αύτη εννοώ να μεί­νω, χωρίς να θέλω, να επη­ρε­ά­σω ούτε σένα, ούτε κανέ­ναν άλλο.

Ετσι νομί­ζω είμε­θα εξηγημένοι.

Σε ασπά­ζο­μαι δικός σου πάντα Κων. Χατζόπουλος’’

Ο Χατζό­που­λος δεν ήταν καμω­μέ­νος για αρχη­γός. Πρώ­τα πρώ­τα ήταν εγω­ι­στής κι ύστε­ρα, παρ’ όλη τη θεω­ρη­τι­κή σοσια­λι­στι­κή κατάρ­τι­σή του, δεν παρου­σί­α­σε καμιά δρά­ση στην Ελλά­δα. Η ηγε­σία όμως, εξόν από τη μόρ­φω­ση, απαι­τεί θυσί­ες και αγώνες».

Τη δική του εξή­γη­ση δίνει ο φίλος του Ν. Γιαν­νιός: «Τονε φέρα­με στα 1914, μέσα σε ένα περι­βάλ­λο πρω­τό­γο­νο, μέσα στις μικρο­πο­νη­ριές, στις προ­στυ­χιές, στις καχυ­πο­ψί­ες, στους ψωρο­ε­γω­ι­σμούς και τους σαλιά­ρι­κυος φαφλα­τι­σμούς του αμόρ­φω­του Ελλη­να εργά­τη.. από τις πρώ­τες μέρες ο Χατζό­που­λος είχε χάσει τα νερά του.(…)

Ετσι όταν μαζε­φτή­κα­με όλοι οι σοσια­λι­στές στην «αίθου­σα Δρα­κού­λη» και είχε δοθεί η προ­ε­δρεία στο Χατζό­που­λο για να μας ενώ­σει, η ψυχή του Κώστα πέρα­σε από ένα αλη­θι­νό μαρ­τύ­ριο. Στη φιλο­σο­φη­μέ­νη του λογι­κή άκουε ναπα­ντούν τα ηλί­θια επι­χει­ρή­μα­τα των άξε­στων, ακό­μη κι εν΄ςο μεθυ­σμέ­νου! Ως που ένας από τον όχλο έθι­ξε εκεί­νο που ο Κώστας είχε για το πιο ιερό, τη σοσια­λι­στι­κή ηθι­κή του, και μ’ αυτή τη νευ­ρο­πά­θειά του. Αλλοί­μο­νο!  Από τότες έφυ­γε και μας παράτησε».

Μετά συνερ­γά­στη­κε με τους Κοι­νω­νιο­λό­γους, και στη συνέ­χεια πέρα­σε στο Κόμ­μα του Βενι­ζέ­λου. Για να χτυ­πη­θεί ο Κων­στα­ντι­νι­σμός. Υπη­ρε­τεί το βενι­ζε­λι­σμό ως διευ­θυ­ντής της λογο­κρι­σί­ας. «Εν ονό­μα­τι» των εθνι­κών ζητη­μά­των βρί­σκε­ται απέ­να­ντι στους σοσια­λι­στές. Έδω­σε την εντύ­πω­ση ότι γύρι­σε ορι­στι­κά την πλά­τη στις σοσια­λι­στι­κές ιδέες.

Με την Οχτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση όμως ξανα­βρί­σκει τον παλιό του επα­να­στα­τι­κό ενθου­σια­σμό και με το ποί­η­μα «Παρα­μύ­θι» που έγρα­ψε καλεί το λαό να ξεση­κω­θεί και να γκρε­μί­σει τους κατα­πιε­στές του:

Ξύπνα μονά­χα απ το απο­κοί­μι­σμά σου,
μη σκύ­βεις, λεη­μο­σύ­νες μη ζητάς,
τρί­ζε τα δόντια, αγρί­ε­ψε, ανταριάσου,
σπά­σε όποιο εμπρός σου εμπό­διο απαντάς.

Ρίχνε ό τι κόβει την ορμή σου, χίμα
σαν ακρά­τη­τη θάλασ­σα πλατειά·
κάθε άλλο μεγα­λείο μπρο­στά σου τρίμμα
ας πέσει απ τη γερή σου τη γροθιά.

Αιώ­νες δεν από­στα­σες να γέρνεις
σαν το νωθρό το βόδι στο ζυγό,
να σου θερί­ζουν άλλοι ό τι εσύ σπέρνεις,
αργούς να τρέ­φεις στά­ζο­ντας ιδρό;

Να χύνης αίμα αυτούς για να πλουταίνεις,
να τους υψώ­νης σκύ­βο­ντας στη γη,
και συ να λαχτα­ράς, να μη χορταίνεις
και το πικρό σου, το ξερό ψωμί!»

Αργό­τε­ρα το ποί­η­μα αυτό το απάγ­γελ­ναν στις εργα­τι­κές συγκε­ντρώ­σεις όπου σκορ­πού­σε συγκί­νη­ση και ενθουσιασμό.

Η Οχτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση τον ενθου­σί­α­σε μα δεν έζη­σε για να δει τα επι­τεύγ­μα­τά της.

Ο Κ. Χατζό­που­λος ως διη­γη­μα­το­γρά­φος να βρί­σκε­ται σε μια μετα­βα­τι­κή επο­χή χωρίς να μπο­ρεί να γίνει ο πατέ­ρας του κοι­νω­νι­στι­κού διη­γή­μα­τος, στά­θη­κε άτολ­μος. Εμει­νε μακριά από τη ζωή και τους αγώ­νες των εργα­τών. Ομως ο Κων­στα­ντί­νος Χατζό­που­λος είναι από τους πρω­τερ­γά­τες των σοσια­λι­στι­κών ιδε­ών στον τόπο μας και αυτό απο­τυ­πώ­θη­κε κυρί­ως στο μετα­φρα­στι­κό του έργο και στις μπρο­σού­ρες του.

Το βιογραφικό του Κ. Χατζόπουλου όπως δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του στο «Νουμά» στο τεύχος που του αφιέρωσε το περιοδικό,

Το βιο­γρα­φι­κό του Κ. Χατζό­που­λου όπως δημο­σιεύ­τη­κε μετά το θάνα­τό του στο «Νου­μά» στο τεύ­χος που του αφιέ­ρω­σε το περιοδικό,

 

«Ητα­νε από το σκα­ρί των ανθρώ­πων, που γλή­γο­ρα παίρ­νου­νε φωτιά για μια ιδέα και γλή­γο­ρα ξεθυ­μαί­νου­νε. Από το Μόνα­χο προ­σπα­θεί να μας μυή­σει σ’ ένα σοσια­λι­στι­κό δημο­τι­κι­στι­κό σύν­δε­σμο για να κατα­ντή­σει στο τέλος αρνη­τής του σοσια­λι­σμού και να μας ξανα­δώ­σει πάλε, με κάτι τελευ­ταία ποι­η­τι­κά του δημιουρ­γή­μα­τα την ελπί­δα κάποιας επι­στρο­φής στους παλιούς  του έρω­τες. Το ίδιο και με τη γλώσ­σα.  Δημο­τι­κι­στής με από­λυ­τη πίστη, συγκε­ντρώ­νει στο περιο­δι­κό η ‘’Τέχνη’’ (1898), όλο το μαλ­λια­ρι­σμό πού­κα­νε τότε την πρώ­τη εμφά­νι­σή του, για να κατα­ντή­σει με τις τελευ­ταί­ες αμφι­βο­λί­ες του, στη δεύ­τε­ρη έκδο­ση της ‘’Ιφι­γέ­νειας’’, μια έκδο­ση γεμά­τη από γλωσ­σι­κό συντη­ρη­τι­σμό. Σε αυτό, μεγά­λο μέρος από την ευτύ­νη πέφτει πιθα­νό­τα­τα στον Εκπαι­δευ­τι­κό Ομι­λο. Η προ­σέγ­γι­σή του στον Ομι­λο του στά­θη­κε ολέ­θρια, κι αυτή του δυνά­μω­σε και του καλ­λιέρ­γη­σε όλες τις αμφι­βο­λί­ες, που του είχα­νε γεν­νη­θεί τώρα τελευ­ταία ως προς το ζήτη­μα της γλώσ­σας. Λίγο ακό­μα και θα τον οδη­γού­σε στον πνευ­μα­τι­κό τάφο. Για­τί, όπως παρα­πο­νιό­τα­νε, δεν μπο­ρού­σε πια να εκδη­λω­θεί με τη δημο­τι­κή, και πότε φοβέ­ρι­ζε πως θα ξανα­γυ­ρί­σει στην καθα­ρεύ­ου­σα, πότε έλε­γε πως το ζήτη­μα της γλώσ­σας του έστε­κε αδιά­φο­ρο για­τί αυτός για ένα μόνο είχε να φρο­ντί­σει πια, πώς να δημιουρ­γή­σει στυλ. Πώς το εννο­ού­σε αυτό το στυλ, δε μας άφη­σε δυστυ­χώς ο θάνα­τος να το κρί­νου­με σε νεό­τε­ρα έργα του» (Κώστας Παρορίτης).

 

(Ο ίδιος έγρα­φε το όνο­μα του χωρίς ‑ν Κωσταντίνος)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο