Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Βιετνάμ: 70 χρόνια από την ανεξαρτησία του και 40 χρόνια από την ήττα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού

Γρά­φει η  Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

Φέτος το μαρ­τυ­ρι­κό και ηρω­ι­κό Βιετ­νάμ γιορ­τά­ζει δύο επε­τεί­ους: στις 2 Σεπτεμ­βρί­ου του 1945 ανα­κη­ρύ­χθη­κε Λαϊ­κή Δημο­κρα­τία με τη Δήλω­ση Ανε­ξαρ­τη­σί­ας του Βιετ­νάμ που δια­βά­στη­κε από τον Χο Τσι Μιν και στις 30 Απρι­λί­ου του 1975 τα ηττη­μέ­να αμε­ρι­κά­νι­κα στρα­τεύ­μα­τα ανα­γκά­στη­καν να φύγουν από τη χώρα αφή­νο­ντας πίσω τους τερά­στιες κατα­στρο­φές που ορι­σμέ­νες απ’ αυτές επη­ρε­ά­ζουν τη ζωή της χώρας μέχρι σήμε­ρα όπως ο λεγό­με­νος πορ­το­κα­λί παρά­γο­ντας, μια χημι­κή ουσία που κατα­στρέ­φει τα φύλ­λα των δέντρων και είναι υπεύ­θυ­νος για χιλιά­δες τερα­το­γε­νέ­σεις. Να δού­με μερι­κά ιστο­ρι­κά γεγονότα.

Μια ακρι­βο­πλη­ρω­μέ­νη ελευθερία

Όπως κι άλλες χώρες μετά από την ανα­κή­ρυ­ξη της ανε­ξαρ­τη­σί­ας τους λίγο μετά τη λήξη του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου, το Βιετ­νάμ αντι­με­τώ­πι­σε τις αυξα­νό­με­νες επι­θέ­σεις των αποι­κιο­κρα­τι­κών και ιμπε­ρια­λι­στι­κών δυνά­με­ων που δεν παρα­δέ­χθη­καν την ήττα τους. Έτσι και η δημιουρ­γία της Λαϊ­κής Δημο­κρα­τί­ας του Βιετ­νάμ δεν έφε­ρε αμέ­σως την απε­λευ­θέ­ρω­ση του ταλαι­πω­ρη­μέ­νου λαού της. Νέοι πόλε­μοι τον περί­με­ναν. Με πρό­σχη­μα την κατα­δί­ω­ξη των Για­πω­νέ­ζων ιμπε­ρια­λι­στών το Νότιο Βιετ­νάμ κατα­λή­φθη­κε από αγγλι­κά και το Βόρειο Βιετ­νάμ από τα κινέ­ζι­κα στρα­τεύ­μα­τα του Τσανγκ Κάι Σεκ. Σαν να μην έφτα­νε αυτό ήρθαν σύντο­μα και οι Γάλ­λοι από τη Σαϊ­γκόν και άλλες πόλεις του Νότου για να παλι­νορ­θώ­σουν το παλαιό αποι­κιο­κρα­τι­κό καθε­στώς. Οι Γάλ­λοι είχαν εισβά­λει στο Βιετ­νάμ από το 1858. Στα 1867 ολό­κλη­ρο το Νότιο Βιετ­νάμ έγι­νε γαλ­λι­κή αποι­κία, ενώ από το 1863 η γει­το­νι­κή Καμπό­τζη είχε μετα­τρα­πεί σε γαλ­λι­κό προτεκτοράτο.

Η γαλ­λι­κή αποι­κιο­κρα­τία στο Βιετ­νάμ δια­τη­ρή­θη­κε μέχρι το Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο. Μόλις τα χιτλε­ρι­κά στρα­τεύ­μα­τα είχαν κατα­λά­βει τη Γαλ­λία και οι Γιά­πω­νες είχαν επι­τε­θεί την Ινδο­κί­να, οι Γάλ­λοι αποι­κιο­κρά­τες συν­θη­κο­λό­γη­σαν με απο­τέ­λε­σμα η Ινδο­κί­να να βρε­θεί κάτω από για­πω­νέ­ζι­κη φασι­στι­κή κατο­χή. Με τη βοή­θεια των κινέ­ζι­κων αντι­δρα­στι­κών δυνά­με­ων, αλλά και με τη βοή­θεια επί­σης της Αγγλί­ας και των ΗΠΑ, το γαλ­λι­κό αποι­κιο­κρα­τι­κό καθε­στώς στο Βιετ­νάμ κατά­φε­ρε και πάλι να στα­θεί στα πόδια του. Ο βιετ­να­μέ­ζι­κος λαός είχε αρχί­σει τον απε­λευ­θε­ρω­τι­κό αγώ­να από τότε που οι Γάλ­λοι πρω­το­πά­τη­σαν στη χώρα τους, ενώ οι τσι­φλι­κά­δες της χώρας είχαν συμ­βι­βα­στεί γρή­γο­ρα με τους κατα­κτη­τές (επι­βε­βαιώ­νο­ντας τον κανό­να ότι αν έρθει ο κόμπος στο χτέ­νι, οι κυρί­αρ­χοι μιας χώρας προ­τι­μούν να τα βρουν με τον ξένο κατα­κτη­τή παρά να ενω­θούν με τον αγώ­να του λαού ενά­ντια στον κατα­κτη­τή. Τέτοια ταξι­κή αλλη­λεγ­γύη. Τόσος πατριω­τι­σμός!) Από τότε άσπρη μέρα δεν είδε, αλλά μόνο σκλη­ρή πάλη ενά­ντια στις συνε­χό­με­νες ξένες επεμ­βά­σεις μέχρι το 1975, όταν έδιω­ξαν τους Αμερικάνους.

Το Φλε­βά­ρη του 1946 οι Γάλ­λοι συμ­φώ­νη­σαν με τον Τσανγκ Κάι Σεκ να απο­σύ­ρει τα στρα­τεύ­μα­τά του από το Βόρειο Βιετ­νάμ. Στη συνέ­χεια η γαλ­λι­κή κυβέρ­νη­ση του «σοσια­λι­στή» Λεόν Μπλουμ δήλω­σε, ότι θα ανα­γνω­ρί­σει τη Λαϊ­κή Δημο­κρα­τία του Βιετ­νάμ. Όταν, όμως, το Δεκέμ­βρη του 1946 ο Χο Τσι Μιν βρι­σκό­ταν στο Παρί­σι για τις δια­πραγ­μα­τεύ­σεις με τον Λεόν Μπλουμ, τα γαλ­λι­κά στρα­τεύ­μα­τα άρχι­σαν τον πόλε­μο για την απο­κα­τά­στα­ση της αποι­κιο­κρα­τί­ας τους στην Ινδο­κί­να. Στις 20 του Δεκέμ­βρη του 1946 το ΚΚ Ινδο­κί­νας και ο πρό­ε­δρος της χώρας Χο Τσι Μιν απεύ­θυ­ναν έκκλη­ση στο βιετ­να­μέ­ζι­κο λαό να ξεκι­νή­σει την αντί­στα­ση μέχρι την ολο­κλη­ρω­τι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση της χώρας. Το 1950 τα 90% της χώρας είχε απε­λευ­θε­ρω­θεί και το Βιετ Κονγκ κάτω από το θρυ­λι­κό στρα­τη­γό Vo Nguyen Giap (πέθα­νε το 2013 σε ηλι­κία 102 ετών!)  έθε­σε ένα σαρω­τι­κό και ταπει­νω­τι­κό για τους Γάλ­λους τέρ­μα στη γαλ­λι­κή κατο­χή με τη συντρι­πτι­κή ήττα των γαλ­λι­κών στρα­τευ­μά­των το 1954 στο  Ντιεν Μπιεν Φου. Στο μετα­ξύ ο αντια­ποι­κιο­κρα­τι­κός πόλε­μος είχε αγκα­λιά­σει ολό­κλη­ρη την Ινδοκίνα.

saradidis1

 «Βιετ-Κώστας» ο Έλληνας

Χωρίς αμφι­βο­λία το βιβλίο που έγρα­ψε ο Κώστας Σαρα­ντί­δης με τίτλο «Ένας Έλλη­νας Μακε­δό­νας στη Λεγε­ώ­να των Ξένων» και υπό­τι­τλο «Για­τί στρα­τεύ­θη­κα στους Βιετ Μινχ» (εκδό­σεις «Μαρα­θιάς») είναι συναρ­πα­στι­κό. Η αφή­γη­σή του τοπο­θε­τεί­ται τα πρώ­τα χρό­νια μετά την ανα­κή­ρυ­ξη της ανε­ξαρ­τη­σί­ας του Βιετ­νάμ και την ίδρυ­ση της Λαϊ­κής Δημο­κρα­τί­ας του Βιετ­νάμ. Τον Αύγου­στο του 1945 τον μετέ­φε­ραν μαζί με άλλους λεγε­ω­νά­ριους από τη Νάπο­λη στην Αλγε­ρία, όπου θα τους εκπαι­δεύ­α­νε. Από την πρώ­τη σελί­δα του βιβλί­ου μαθαί­νου­με πώς, πότε και για­τί δημιουρ­γή­θη­κε η δια­βό­η­τη γαλ­λι­κή Λεγε­ώ­να των Ξένων (τον Μάρ­τη του 1831), καθώς και για­τί ο συγ­γρα­φέ­ας στρα­τεύ­θη­κε στις γραμ­μές της. Σε μια συνέ­ντευ­ξη στο Προ­σκή­νιο της εφη­με­ρί­δας ‘Καθη­με­ρι­νή’ (9–11-2014) ο γεν­νη­θείς το 1927 στη Θεσ­σα­λο­νί­κη Σαρα­ντί­δης θα μιλή­σει για τη ζωή του: «…Μένα­με σε μια ξύλι­νη παρά­γκα στην Κάτω Τούμπα….Πήγα σχο­λείο μέχρι την Τετάρ­τη Δημο­τι­κού. Μετά με διώ­ξα­νε για­τί δεν γρά­φτη­κα στη νεο­λαία του Μετα­ξά. Δεν ήθε­λε ο πατέ­ρας μου να πάω. Άρχι­σα να δου­λεύω από δω κι από κει και κάποια στιγ­μή εργά­στη­κα κι εγώ στους Μύλους του Αλλα­τί­νη (εκεί δού­λευε ο πατέ­ρας του, Α.Ι.) όταν τους είχαν επι­τά­ξει οι Γερ­μα­νοί. Είχα­με κατο­χή. Ένα βρά­δυ είμαι μαζί με κάτι άλλους στην οδό Ειρή­νης στη Θεσ­σα­λο­νί­κη και που­λά­με καπνό. Φέρ­να­με τον καπνό από τη Νιγρί­τα για να βγά­λου­με τίπο­τα δεκά­ρες. Πέφτου­με σε μπλό­κο, μας μαζεύ­ουν και μας πάνε στα κρα­τη­τή­ρια. Την άλλη μέρα βρι­σκό­μα­στε καθ’ οδόν για τα τάγ­μα­τα εργα­σί­ας. Είναι φθι­νό­πω­ρο του ’43 και είμαι 16 στα 17». Το ταξί­δι δεν κατέ­λη­ξε στον αρχι­κό προ­ο­ρι­σμό, τη Γερ­μα­νία, αλλά στη Βιέν­νη: «Μαζί με έναν Γιου­γκο­σλά­βο κατα­φέ­ρα­με και το σκά­σα­με, κλέ­ψα­με και δύο γερ­μα­νι­κές στο­λές κι αυτές έγι­ναν το «δια­βα­τή­ριό» μας μέχρι το τέλος του πολέ­μου. Όλο αυτό το διά­στη­μα, από εκεί­νο το βρά­δυ που εξα­φα­νί­στη­κα από την οδό Ειρή­νης στον Βαρ­δά­ρη, η οικο­γέ­νειά μου δεν γνώ­ρι­ζε αν ζού­σα ή αν είχα πεθά­νει. Όταν τελεί­ω­σε ο πόλε­μος πήγα στη Ρώμη με σκο­πό να επι­στρέ­ψω στην Ελλά­δα. Στην πρε­σβεία μου είπαν «δεν μπο­ρείς τώρα να πας στην Ελλά­δα για­τί γίνε­ται εμφύ­λιος». Εγώ δεν κατα­λά­βαι­να τι μου λέγα­νε. Τέλος πάντων, κάποια στιγ­μή γνώ­ρι­σα κάποιους άλλους Έλλη­νες στη Ρώμη. Ένας απ’ αυτούς, ο Στέ­φα­νος Γκα­νάς, ήταν τότε στη Γαλ­λι­κή Λεγε­ώ­να. Άρχι­σε να μας μιλά­ει για τη Λεγε­ώ­να των Ξένων, να μας τάζει λαγούς με πετρα­χή­λια, λεφτά και γκό­με­νες σαν νεράι­δες. Μας ψώνισε…Τι σκα­μπά­ζα­με εμείς απ’ αυτά; Κι έτσι πήγα­με στη γαλ­λι­κή πρε­σβεία, υπο­γρά­ψα­με το χαρ­τί εθε­λο­ντή, μπή­κα­με σ’ ένα πλοίο και βρε­θή­κα­με στην Αλγε­ρία κι από κει στην Ινδοκίνα».

   Αργό­τε­ρα θα κατα­λά­βει το ολέ­θριο λάθος αυτής του της από­φα­σης. Παρα­στα­τι­κά και με λίγα λόγια μας παρου­σιά­ζει στο βιβλίο το «ποιόν» της Λεγε­ώ­νας: «Το μόνο ζητού­με­νο από τους «Εθε­λο­ντές» ήταν, και είναι, να πολε­μούν για τους ολί­γους Sarantidis2Γάλ­λους αποι­κιο­κρά­τες». Ή με τα λόγια του στρα­τη­γού Ντε Ντε­γκριέ: «Εσείς, λεγε­ω­νά­ριοι, είστε ΓΙΑ ΝΑ ΣΚΟΤΩΝΕΣΤΕ, γι’ αυτό και σας στέλ­νουν εκεί που σκο­τώ­νουν». Αρχι­κά τους είχαν πει, ότι θα πήγαι­ναν στην Ινδο­κί­να για να αφο­πλί­σουν τους Για­πω­νέ­ζους φασί­στες, αλλά γρή­γο­ρα αντι­λή­φθη­καν ότι ήταν για να παλι­νορ­θώ­σουν τη γαλ­λι­κά αποι­κιο­κρα­τία. Ο νεα­ρός και ανί­δε­ος Κώστας Σαρα­ντί­δης δεν άργη­σε να κατα­λά­βει σε τι «παρέα» βρέ­θη­κε: «Όσο για μένα, για πρώ­τη φορά ένοιω­σα τον εαυ­τό μου να είναι «κυρί­αρ­χος» των πρά­ξε­ών μου, για μια νέα ξεχω­ρι­στή ζωή, συγκα­τοι­κώ­ντας με μια συμ­μο­ρία ληστών, φονιά­δων, ανώ­μα­λων, μέθυ­σων και ο, τι άλλο φαντα­στεί ο ανθρώ­πι­νος νους. Εδώ όλοι τους κου­βα­λούν το μίσος, την κακία, την προ­στυ­χιά και τη δίψα για έγκλη­μα. Κι εγώ, ο λεγε­ω­νά­ριος Κώστας Σαρα­ντί­λις (αντί-δης), φέρ­νω βαριά πάνω μου την παι­δι­κή βλα­κεία και την απε­ρι­σκε­ψία ενός μωρού άβγαλ­του, απερ­πά­τη­του, που δεν περί­με­να να ακού­σω, να μάθω ή να μεγα­λώ­σουν τα φτε­ρά μου για το μεγά­λο ταξί­δι προς το άγνωστο…»

Συνει­δη­το­ποί­η­ση και…

Περι­γρά­φει στο βιβλίο τη στα­δια­κή του ωρί­μαν­ση για να φτά­σει έπει­τα στην προ­σω­πι­κή του κάθαρ­ση με τη μεγά­λη από­φα­ση να λιπο­τα­κτή­σει από την εγκλη­μα­τι­κή Λεγε­ώ­να και να στρα­τευ­θεί με τον αγω­νι­ζό­με­νο λαό του Βιετ­νάμ. Ήδη στην Αλγε­ρία, όπου γινό­ταν η εκπαί­δευ­ση των λεγε­ω­νά­ριων, ο συγ­γρα­φέ­ας είχε αρχί­σει κάτι να κατα­λα­βαί­νει για τη φύση και τους στό­χους της Λεγε­ώ­νας των Ξένων, καθώς και τι πάει να πει γαλ­λι­κή αποι­κιο­κρα­τία. Ακό­μα είχε μεί­νει με την εντύ­πω­ση ενός γαλ­λι­κού λαού να παλεύ­ει ενά­ντια στο ναζι­σμό, ενώ στη Λεγε­ώ­να είχαν εντα­χθεί μέχρι και Γερ­μα­νοί Ες-Ες… Ήδη από την Αλγε­ρία ξυπνά­ει μέσα του η αγά­πη για τον κατα­πιε­ζό­με­νο λαό εκεί και, όπως θα δού­με και παρα­κά­τω στο βιβλίο, συχνά έρχο­νται στο νου του οι συγκρί­σεις με τον αγω­νι­ζό­με­νο κατά του φασι­σμού ελλη­νι­κό λαό.

…η μεγά­λη απόφαση

Μέσα στα καψό­νια, τα βάναυ­σα γυμνά­σια ο φασί­στας συνταγ­μα­τάρ­χης τους προ­ε­τοι­μά­ζει και ψυχο­λο­γι­κά για την Ινδο­κί­να και την απο­στο­λή τους εκεί: «Εκεί κάτω στην Ινδο­κί­να μερι­κοί ρέμπε­λοι ξεση­κώ­θη­καν και ταρά­ζουν τον κόσμο. Είναι, λοι­πόν, δικό μας καθή­κον να τους εξο­ντώ­σου­με για να επα­να­φέ­ρου­με τη γαλή­νη, την ησυ­χία που προ­ϋ­πήρ­χε. Αυτό είναι το ιερό μας χρέ­ος! Στην Ινδο­κί­να ο λαός μας περι­μέ­νει με ανυ­πο­μο­νη­σία. Εκεί στην Ινδο­κί­να πρέ­πει να είστε άρι­στοι σκο­πευ­τές, κάθε σας βολή και επι­τυ­χής στόχος…»

Είναι τόσο παρα­στα­τι­κή, τόσο ζωντα­νή και τόσο ειλι­κρι­νής (σε πολ­λά σημεία του βιβλί­ου κάνει γερή αυτο­κρι­τι­κή) η αφή­γη­ση του «Βιετ-Κώστα» Σαρα­ντί­δη που είναι σαν να είμα­στε μαζί του σε κάθε βήμα και μαθαί­νου­με από μέσα τη Λεγε­ώ­να, αλλά και το Βιετ­νάμ με τους αγω­νι­στές του. Μετά από ένα ταξί­δι 25 ημε­ρών φτά­νουν πλέ­ον στο Βιετ­νάμ και «οι προ­πα­γαν­δι­στές άρχι­σαν να μας κάνουν πλύ­ση εγκε­φά­λου με σενά­ρια, θεω­ρί­ες, μεθό­δους που αυτοί απο­κα­λού­σαν ‘γνω­ρι­μία με το εδώ περι­βάλ­λον’». Τους μοί­ρα­σαν κιό­λας μικρούς χάρ­τες της πρώ­ην γαλ­λι­κής Ινδοκίνας…

SarantidisΔεν λεί­πουν οι εικό­νες φρί­κης από το βιβλίο. Ο νεα­ρός Σαρα­ντί­δης δεν αντέ­χει άλλο το κάψι­μο χωριών, τις εκτε­λέ­σεις, τα βασα­νι­στή­ρια και τους ομα­δι­κούς βια­σμούς από τους λεγε­ω­νά­ριους και νοιώ­θει όλο και πιο έντο­να, ότι δεν μπο­ρεί άλλο να είναι συνέ­νο­χος στο μεγά­λο αυτό έγκλη­μα. Αρχί­ζουν λοι­πόν οι πρώ­τες επα­φές με τους Βιετ Μινχ μέσω προ­σώ­πων που έχουν διεισ­δύ­σει στο κοντι­νό του περι­βάλ­λον. Απο­τυ­χαί­νει μια πρώ­τη προ­σπά­θεια ή μάλ­λον δεν έφτα­σε μέχρι την από­δρα­ση, αφού «ο διά­ο­λος έσπα­σε το ποδά­ρι του». Ωστό­σο, η  ευκαι­ρία θα βρε­θεί και θα προ­ε­τοι­μα­στεί καλά αυτή τη φορά η από­δρα­ση από το στρα­τό­πε­δο των λεγε­ω­νά­ριων μαζί με έναν Ισπα­νό λεγε­ω­νά­ριο, τον Μερί­νο, 25 αιχ­μά­λω­τους Βιετ Μινχ και τον παλαί­μα­χο, πολυ­βα­σα­νι­σμέ­νο Μπιεν που τους οδή­γη­σε μετά την πετυ­χη­μέ­νη από­δρα­ση στο στρα­τό­πε­δο των Βιετ Μινχ, όπου βεβαί­ως τους δοκί­μα­σαν εξονυχιστικά.

Το ημε­ρο­λό­γιο γρά­φει 4 με 5 του Ιού­νη του 1946. Ξημέ­ρω­σε μια νέα μέρα: “Προ­χω­ρού­σα­με βήμα-βήμα, σκυ­φτοί και σκε­φτι­κοί και το μυα­λό μου γύρι­ζε στις χιλιά­δες ανα­μνή­σεις που άφη­να πίσω. Άφη­να επι­τέ­λους τα απάν­θρω­πα εγκλή­μα­τα και τους κόπους για να κάνω το όνει­ρό μου πραγματικότητα».

Συμπέ­ρα­σμα ζωής

Μια νέα ζωή αρχί­ζει και ο «Βιετ-Κώστας» θα δηλώ­σει στην προ­α­να­φε­ρό­με­νη συνέ­ντευ­ξη: «Δεν μετά­νιω­σα ποτέ για τίπο­τα. Θεώ­ρη­σα ότι σαν Έλλη­νας έκα­να το καθή­κον μου. Αυτό που δεν μπό­ρε­σα να κάνω για τη δική μου χώρα, το έκα­να για μια άλλη που την ένοιω­σα πατρί­δα μου».  Στο κάτω κάτω της γρα­φής δεν έχει σημα­σία πού παλεύ­ει κανείς για το δίκιο. Σημα­σία έχει ότι το κάνει και ο Κώστας Σαρα­ντί­δης δίνει με τη ζωή του ένα λαμπρό παρά­δειγ­μα έμπρα­κτης επα­να­στα­τι­κής διε­θνούς αλλη­λεγ­γύ­ης.  Εδώ και μερι­κά χρό­νια οργά­νω­σε μια καμπά­νια για τα παι­διά του Βιετ­νάμ, θύμα­τα του πορ­το­κα­λί παρά­γο­ντα, που­λώ­ντας το βιβλία του για να μαζέ­ψει λεφτά για αυτό το σκο­πό. Για όσους ενδια­φέ­ρο­νται: το 2014 κυκλο­φό­ρη­σε για τη ζωή του και την καμπά­νια του ένα ντο­κι­μα­ντέρ του Γιάν­νη Τρι­τσι­μπί­δα «Βιετ-Κώστας. Υπη­κο­ό­της: Ακα­θό­ρι­στος» (πλη­ρο­φο­ρί­ες στο  www.tritsibidas.gr).

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο