21 Μάρτη: Παγκόσμια μέρα για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων – Παγκόσμια μέρα Ποίησης. «Αγαπούν οι ποιητές τους μετανάστες;»
Αφιέρωμα (2)
Με αφορμή την Παγκόσμια μέρα για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων φιλοξενούμε ένα ποιητικό αφιέρωμα στους μετανάστες που εγκατέλειψαν τις χώρες τους σπρωγμένοι από τους πολέμους και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, από τη φτώχεια, ψάχνοντας για καλύτερη ζωή στη χώρα μας ή σε άλλες χώρες της ΕΕ.
Φιλοξενούμε 4 ποιήματα της Δώρας Μουντράκη. Τα δύο πρώτα ποιήματα συνοδεύονται από σχόλιο της Δώρας Μουντράκη.
ΑΛΙΚΟ
Κάθυγροι οδοιπορούν οι απόλεμοι «αθώοι» μετανάστες,
δεμένοι σφιχτά με αγκάθες και χειροπέδη εξόντωσης
των φαυλεπίφαυλων εισβολών στους πληθυσμούς
της γης ή στα προπήγματα φυλετικής τερατωδίας
των εύπορων αστών, των δεσποτικών και των εθνοφυλάκων
η σαπρία περίπολος, στο πενιχρό λημέρι των αλλόφυλων
και στη ζωάρκεια του περίλυπου αβίωτου,
μες στην παγκάκιστη ανήσυχη πολιτεία,
με τους δεκάδες μαστροπούς, μισόξενους και πεζέταιρους
των κυβερνητών την έννομη τρομοκρατία
ή των γαιοκτημόνων την κακότροπη κερδώα πειθανάγκη,
στις πλάτες και στα κεφάλια των προσφύγων, στον καρποφόρο
κάμπο, που ανθίζει νυχτοήμερα με τ’ άλικο των μεροδουλευτών
και προπαντός με των παιδιών τους την άμισθη επίπονη εργασία.
Το αραδιαστό στιγμιότυπο των ανθρώπων που πορεύονται τον οδυνηρό δρόμο της ξενιτιάς δίχως να έχουν δώσει την μάχη (τον ταξικό πόλεμο), στα προπήγματα (στα κιγκλιδώματα του εκμεταλλευτικού οικοδομήματος και στο έπακρο φαύλων ιμπεριαλιστών και εξουσιαστών της χώρας τους). Με αγκάθια που μεγεθύνονται στην αφιλόξενη πορεία της μετανάστευσης και καταλήγουν στην χειροπέδη εξόντωσης φυλετικής τερατωδίας μιας άλλης εκμεταλλευτικής χώρας, με όλα τα χαρακτηριστικά σημεία της, π.χ. δεσποτισμός, εθνοφυλακή, μαστροπεία, μισανθρωπία (μισόξενοι), μπάτσους των πόλεων (πεζέταιροι- πεζοί φύλακες των Μακεδόνων βασιλιάδων), τώρα φύλακες της αστικής δημοκρατίας, έννομη τρομοκρατία, γαιοκτήμονες με τον πιο βάναυσο και κακότροπο κερδώο εξαναγκασμό.
ΛΥΤΡΩΜΟΣ
VII
Περίλυποι, ωχροί και φοβισμένοι
θητεύουν ισάδελφοι δουλόφρονες
στο χώμα και στους σανιδόδεσμους
της γης το οργωμένο νεύρο,
κρατώντας τελάρα χαμοκέρασα
στον οπωρώνα τόπο
ή στο πολύκαρπο θαμπού
θερμοκηπίου, υπερβολικά
απομυζητικού, στους χειροβίοτους
των ιδιόκτητων αγρών.
Αυτή η ιδρωτοποιός περιστροφή,
στα αμπάρια και στις οπλές
των υπάνθρωπων αδικητών,
ανέλπιστα θα πυρακτώσει κιονίσκους
κατακόρυφους του ενδοθωρακικού
ασύγκριτου ροδώνα των γηγενών,
των έποικων θητών, με όγκους
μολυβδύαλους ή πληκτροφόρα
δρέπανα, επίμονα και δραστικά,
στο πολύσαρκο οχυρό του κεφαλαίου.
Συνέχεια του προηγούμενου και στο τέρμα της απάνθρωπης πορείας των μεταναστών η «Μανωλάδα» με εμφανή την ανάγκη για αφύπνιση και ταξική συνείδηση ανατροπής της εκμετάλλευσης από τους γηγενείς-ντόπιους και ξένους εργάτες γης, ο λυτρωμός.
Και τα δύο αυτά ποιήματα είναι από την ποιητική συλλογή «Νυχτωδίες» σελίδα 21 και 22 που όμως έχω αμφισβητήσει την μορφή των κειμένων, όχι το περιεχόμενο. Το περιεχόμενο και την ουσία θα την βρίσκουμε συνεχώς μπροστά μας.
Και δύο ποιήματα για τα παιδιά της προσφυγιάς
ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΑΛΛΟΓΕΝΩΝ
Στη λιτανεία των αστυνομικών, στην πειθαρχία της τάξης
ή στην υγρασία οροφής του βρόμικου υπογείου
αναπνέουν ανίσχυροι αστερισμοί σκαφιδωτού ουρανού,
σχήματα λιθοξόου εξαθλίωσης παραδαρμένου χώρου
στη χειροποίητη αποτύπωση ανθρώπινης δυστυχίας
και στο προαύλιο των ματιών τις δακρυσμένες πλάκες
των αχθοφόρων μεταναστών στον πέλεκυ του κράτους.
Στην ακροστασία των έντρομων, στη στέρηση της ζέστης
ή στην ανάγκη φαγητού του πεινασμένου χνώτου,
θρηνούν αποχειροβίωτοι εργατικοί του άθλιου μισθού,
ανθογραφία εξόριστης ομορφιάς παραποτάμιου όρμου
στην κατασκότεινη σπηλιά διογκωμένου φόβου
και στο λιμναίο των κορμιών τις ιδρωμένες πλάτες
των σκλαβωμένων αλλογενών στο έθνος των αισχρών.
(από την συλλογή «Ανθρώπων πάλη»)
ΚΥΚΝΕΙΑ ΧΟΡΟΓΡΑΦΙΑ
Δεμένα στα οχυρώματα αγκαθωτής ημέρας,
στα οξειδωμένα κάγκελα, στους νόμους
των πογκρόμ και στις θηλιές των ρατσιστών
μακέτας κτηνωδία που κρέμονται σκλάβοι
μικροί, παιδιά της προσφυγιάς, με βλέφαρο
τρεμουλιαστού πουλιού, με κύκνου ανασαιμιά,
στην έωλο αφαίμαξη καθημαγμένης ώρας.
Αδύναμα στα απορρίμματα της ξεπεσμένης
χώρας, στη δυσοσμία καθωσπρεπισμού,
στους δρόμους των κυρίων, μες στις οδυνηρές
λαβές ανοίκειας κοινωνίας και στις αιχμές
των μισαλλόδοξων κόκκων διαμελισμού, λυγίζουν
δακρυϊκά κορμιά, κορμάκια αφανισμού
στην ακροτελεύτια εξανάσταση κύκνειου σπαραγμού.
Η Δώρα Μουντράκη γεννήθηκε στη Χερσόνησο Ηρακλείου Κρήτης. Το 1991 με αφορμή το γάμο της εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Είναι μητέρα δύο παιδιών.
Από το 2009 είναι μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών η οποία το 2011 της απένειμε το δεύτερο βραβείο ποίησης του λογοτεχνικού διαγωνισμού Μάρκος Αυγέρης για το βιβλίο της «Ανθρώπων πάλη» (εκδόσεις «Ιωλκός», 2010).
Ποιητικές συλλογές:
(2012) Τοιχογράφοι και απολιθώματα, Ιωλκός
(2010) Ανθρώπων πάλη, Ιωλκός
(2009) Νυχτωδίες, Ιωλκός
(2009) Παιδόκοσμος, Ιωλκός
(2008) Δίγλυφα, Ιωλκός
(2007) Το δάκρυσμα, η χίμαιρα, η αλήθεια, Ιωλκός