Επιμέλεια Αλέκος Χατζκώστας //
δημοσιογράφος — συγγραφέας
Με αφορμή το πρόσφατο αφιέρωμα του περιοδικού για τον Πέτρο Πικρό, παραθέτω δύο ψηφίδες από τη ζωή του, που συμβάλλουν παραπέρα στο φώτισμα της προσωπικότητάς του:
- Η επιστολή του στον ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ
Ο ΝΕΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ στη σελ. 3 στις 8/2/1933 δημοσιεύει επιστολή του με τίτλο: «Ο Σ. (σ.σ εννοεί προφανώς σύντροφος) ΠΕΤΡΟΣ ΠΙΚΡΟΣ ΑΠΟΚΗΡΥΤΤΕΙ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ. ΜΙΑ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΣΤΟ «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ»
Αθήνα
Στη Σύνταξη του «Ριζοσπάστη»
Μπρος στο προλεταριάτο της χώρας μας , στη Διεθνή των Επαναστατών Συγγραφέων, στους συντρόφους και συναγωνιστές του εξωτερικού, που τυχόν περιήλθαν σε γνώση τους τα σχετικά με την όλη μου στάση, με την ελεύθερη βούληση και κρίση μου, αναγνωρίζω ανοιχτά και απερίφραστα τα παρακάτω: Περιέπεσα στην αντικομματική και αντεπαναστατική πλάνη της πολιτικής αυτοκτονίας. Η ανυπακοή μου στο ανώτερο όργανο του πολιτικού οργανισμού της χώρας μας δεν μπορούσε παρά να έχει το χαρακτήρα της ανοιχτής ανταρσίας, άσχετα από τους λόγους που μ’ έκαναν να πιστεύω ότι ήταν σωστές οι απόψεις μου. Αν η πράξη μου αυτή εύρισκε μιμητές, αν ο καθείς πίστευε στην ορθότητα των απόψεών του, σήκωνε, όπως εγώ, τη σημαία της ανταρσίας και της ανυπακοής, ο ταξικός εχθρός, η αντίδραση και η αντεπανάσταση, δεν θα είχαν ανάγκη από πολιτιμώτερο σύμμαχο. Η αναγνώριση αυτή δεν γίνεται με την άκρη των χειλέων, ούτε με την άκρη της πέννας. Ούτε κι’ έπειτα από κανένα συμβιβασμό με την επαναστατική μου συνείδηση. Ζήτημα ιδεολογικού αφοπλισμού δεν πιστεύω να τίθεται από κανένα, γιατί ποτέ δεν βρέθηκα έξω από τη σωστή θεωρητική γραμμή του Πολιτικού μας Οργανισμού. Με την ίδια ευκαιρία αναγνωρίζω απόλυτα σωστή τη στάση του Κόμματος, όταν με χτύπησε τόσο σκληρά. Έχει καθήκον το Κόμμα της επανάστασης να εξοντώνει πολιτικά το κάθε απείθαρχο στοιχείο που επιβουλεύεται την πειθαρχία του αγώνα. Το Κόμμα μου είνε καλύτερα από κάθε άλλον σε θέση να ξαίρει, πως όσο εγκληματική και αντεπαναστατική κι’αν ήταν η ανταρσία μου, δεν έπαψα ποτέ να κρατώ αλώβη και άσπιλη της ταξική και κομματική Τιμή.
Με την Τιμή αυτή χαιρετώ σήμερα την εργατική τάξη. Βεβαιώνω πως είνε πάντα στη διάθεσή της οι μικρές και λίγες δυνάμεις μου, μα και η καρδιά και η διάνοιά μου. Πιστεύω πως μαζί μ’ όλες τις ανεξάντλητες δυνάμεις του, το προλεταριάτο έχει και την ανεξάντλητη δύναμη της συγνώμης για τους παραστρατημένους αγωνιστές, όπως εγώ.
Κι ελπίζω πως με ταξικό θάρρος, κι’ επίσης απερίφραστα όλοι όσοι έχουν περιπέσει σε παραπτώματα έστω και ελαφρότερα από το δικό μου, θα μιμηθούν τη σημερινή μου χειρονομία. Αυτά
ΠΕΤΡΟΣ ΠΙΚΡΟΣ»
- Απόσπασμα από άρθρο του στους «Πρωτοπόρους με τίτλο «Πάνω στο περιεχόμενο» (πιθανά Φλεβάρης 1931) που πραγματεύεται το ζήτημα της μορφής στην Τέχνη (Πηγή: Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα τόμος 3ος – Παναγιώτης Νούτσος- εκδόσεις ΓΝΩΣΗ 1993). Σ’αυτό τίθενται σημαντικά ζητήματα αισθητικής τόσο σε συνθήκες καπιταλισμού όσο και σε συνθήκες σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
«…Πάνω στο ζήτημα της μορφής
Αυτός είναι πολύ πιο λεπτό, πιο περίπλοκο. Δημιουργεί κι’ αυτό κινδύνους αντίστροφους με τους πρώτους της «καθαρής τέχνης». Κι απαιτεί μιαν έστω και στοιχειώδη ανάπτυξη για να το κατανοήσουμε.
Είπαμε στις πολύ γενικές γραμμές πόσο βασικό και πόσο απαραίτητο για ένα έργο τέχνης είναι το περιεχόμενο .Όμως το «θέμα» αυτό και μόνο, δεν είναι και δεν μπορεί να είναι Τέχνη. Ενα-ναι μεν δευτερεύον και δευτερογενές –στοιχείο, επίσης όμως απαραίτητο απαιτείται για να εκφράσει το περιεχόμενο ως έργο Τέχνης. Το στοιχείο αυτό είναι η μορφή ‚η φόρμα.
Συμβαίνει πολλές φορές, όχι πια ανάμεσα στους συνοδοιπόρους μας, αλλά ανάμεσα στις στενώτερες γραμμές μας μια τραγική παρεξήγηση. Το να μη λογαριάζεται διόλου η μορφή. Την παρεξήγηση αυτή τη μεγαλώνουν ακόμη περισσότερο διάφορα γεγονότα. α) Έχουμε άμεσες ανάγκες του γενικού αγώνα, όπου πρέπει να εξυπηρετηθούν το συντομώτερο. Και τότες φυσικά , μονάχα οι ανόητοι είναι που ψάχνουν να βρουν ψύλλους στ’ άχυρα της μορφής. Στις κρίσιμες στιγμές τόσο το χειρότερο αν ο αγώνας δε διαθέτει τεχνίτες που να κατέχουν την τεχνική της μορφής. Και τόσο το καλύτερο φυσικά αν έχει στη διάθεση του πραγματικούς τεχνίτες που θα τον εξυπηρετήσουν. Οπωσδήποτε η Τέχνη κάνει και πρέπει να κάνει όλες τις θυσίες. Αυτό δεν γίνεται μόνο σήμερα στον αφάνταστο και πρωτάκουστο στην Ιστορία απελευθερωτικό αγώνα των καταπιεζομένων του κόσμου.
Πολλά είναι τα κοινωνικά κινήματα που παραγνώρισαν στις κρίσιμες στιγμές του αγώνα της αρτιότητα της μορφής. Ο Χριστιανισμός λ.χ σάρωσε τα απαράμιλλά έργα τέχνης της Ειδωλολατρείας για να αντικαταστήσει με χονδροειδέστατες και ακαλαίσθητες εικόνες που τις έφτιαχναν ίσως και αλπάντηδες στην αρχή, που ως τόσο εξυπηρετούσαν άμεσα την υπόθεσή του .Εξ’ άλλου η θρησκευτική μεταρρύθμιση μ’ όλο το προοδευτικό της για την εποχή εκείνη περιεχόμενο, έρριξε εις το πυρ το εξώτερο τα αριστουργήματα της Αναγέννησης.
Η Γαλλική Επανάσταση δε διακρίθηκε για εξαιρετικήν τρυφερότητα στα έργα της Τέχνης, ακόμη και της Επιστήμης. Στέλνοντας στη λαιμητόμο το Λαβουαζιέ, έρριξε το σύνθημα: «Δεν έχουμε ανάγκη από επιστήμονες».Αν ο ίδιος ήταν καλλιτέχνης θάλεγε: «Δεν έχουμε ανάγκη από καλλιτέχνες». Και όμως όλοι ξέρουμε τι υπηρεσίες πρόσφερε και η Επιστήμη και η Τέχνη στην Αστρική Τάξη όταν έκαμε αγώνα ενάντια στη φεουδαρχία.
Τέλος κατά τον Κόκκινο Οχτώβρη- που στάθηκε η απαραίτητη προϋπόθεση της σημερινής θριαμβικής Σοσιαλιστική Ανοικοδόμησης-χρειάστηκε όλο το κύρος του Μεγάλου Λένιν, για να πειστεί οπωσδήποτε ο Λουνατσάρσκυ να ανακαλέσει την παραίτησή του από το Συμβούλιο των Επιτρόπων του λαού ‚επειδή οι Επαναστάτες έσπασαν και μερικά σπουδαία τσουκάλια πάνω στην αναμπουμπούλα.
Οι λόγοι που οι κατά καιρούς κοινωνικές επαναστάσεις φέρθηκαν τόσο λίγο τρυφερά προς την τέχνη, είναι ιστορικά απόλυτα δικαιολογημένοι. Θα ήταν μωροί οι επαναστάτες εκείνοι που πάνω στην κρίσιμη στιγμή όταν αποφασίζεται η επικράτηση ή η καταβαράθρωση της Επανάστασης έστρεφαν την προσοχή και τη δράση τους προς την Τέχνη αυτήν καθ’ εαυτήν., θα είταν ασύστατοι αυτοί οι ίδιοι,αν δεν ήξαιραν ότι έτσι ή αλλοιώς εκείνο που προέχει είναι πριν απ’ όλα η ανατροπή του καθεστώτος που καταπολεμούν. Η Τέχνη στις ιστορικές αυτές στιγμές είναι χρήσιμη στην Επανάσταση μόνο όταν της προσφέρει άμεσες υπηρεσίες, δίχως όμως να την απασχολεί και ιδιαίτερα. Αυτό είναι «ευκολονόητο». Όμως αυτό δε σημαίνει διόλου πως κατ’ αρχήν αρνιούμαστε την ύπαρξη μορφής σαν απαραίτητο στοιχείο σ’ένα έργο τέχνης. Κι’ ακόμα λιγώτερο σημαίνει πως και στις πιο κρίσιμες στιγμές ένας καλός τεχνίτης επαναστάτης δε θα πρέπει να δουλεύει τη μορφή, αφού όσο πιο τεχνικό τόσο πιο εξυπηρετικό θα είναι το έργο του. Παράλληλα σ’ αυτά συμβαίνει όμως και κάτι άλλο. Τα αντιδραστικά καθεστώτα που κλονίζονται βρίσκουν ή προσπαθούν να βρουν καταφύγιο στη δική τους Τέχνη. Οχυρώνονται πίσω από τα μνημεία της Τέχνης κι’ απ’ εκεί σαν απ’ τα σίγουρα ανοίγουν τα πυρά τους ενάντια στην Επανάσταση. Μα ποια κοινωνική επανάσταση συνεπής με τον εαυτό τους, θα δίσταζε έστω και για μια στιγμή να στρέψει τα δικά της πυρά ενάντια στα «καλλιτεχνικά» οχυρά της Αντίδρασης από φόβο μην τα καταστρέψει. Θα είναι ο χειρότερος αντεπαναστάτης ο τεχνίτης εκείνος που σε τέτοιες στιγμές θάχει αμφιταλαντεύσεις να χτυπήσει εκεί που πρέπει, κι όταν ακόμα πρόκειται να καταστρέψει αριστουργήματα που τα χρησιμοποιεί σα φρούρια η Αντίδραση. Αλλά ούτε πάλι κι αυτό σημαίνει πως μπορεί συστηματικά ένας επαναστάτης τεχνίτης να γίνεται ιεροκήρυκας της ανώφελης καταστροφής των μνημείων της τέχνης, όταν δεν συντρέχει λόγος μιας άμεσης επαναστατικής σκοπιμότητας. Γιατί το κάτω της γραφής, όλα τα αριστουργήματα του παρελθόντος είναι κληρονομιά του νικηφόρου προλεταριάτου και της αυριανής παναθρώπινης Κοινωνίας. Ακόμη, είναι ιστορικά αποδεδειγμένο πως τα’ αντιδραστικά καθεστώτα που πέφτουν, εξακολουθούν και μετά την πτώση τους ν’αντιδρούν με την ελπίδα και τις προσπάθειες ν’ αναβιώσουν. Και τότες, μαζί μ’άλλα τους όπλα κρυφά και ύπουλα μεταχειρίζονται πάλι και την Τέχνη ‚για να υποβάλλουν στις μάζες τις παλιές προλήψεις, για να υπνωτίσουν, για να ναρκώσουν, για να αναστηλώσουν το παρελθόν μια και η τέχνη τους αυτό αναπαρασταίνει εξωραϊζοντάς το. Και τότε πάλι γίνεται αναπότρεπτος ο εξοντωτικός αγώνας ενάντια στα παληά μνημεία της Τέχνης που εξυπηρετούν την Αντίδραση.
Όταν όμως η Επανάσταση έχει πια πλέρια επικρατήσει, όταν έχουν τεθεί εκποδών και τα τελευταία υπολείμματα του εχθρού, όταν όλες οι ύπουλες και σκοτεινές δυνάμεις της Αντίδρασης είναι πια ανίκανε να κλωνίσουν το ανοικοδομητικό έργο της Επανάστασης, τότε αυτή όχι μόνο ενδιαφέρεται για τη Δημιουργία μιας καινούργιας τέχνης, αλλά και περισώζει και περιφρουρεί όλα τα παληά μνημεία Τέχνης αδύναμα πια να βλάψουν..»