Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΕΣΣΔ 1991 — «Όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα…»

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Ήταν 25η Δεκέμ­βρη, πριν 24 χρό­νια, όταν η κόκ­κι­νη σημαία με το σφυ­ρο­δρέ­πα­νο υπο­στέλ­λο­νταν από την κορυ­φή του Κρεμ­λί­νου. Ήταν εκεί­νες τις κρύ­ες μέρες του Δεκέμ­βρη του 1991 όταν το πρώ­το εργα­τι­κό κρά­τος στον κόσμο – η ταξι­κή πατρί­δα κάθε εργά­τη – λύγι­ζε κάτω από το βάρος της αντε­πα­νά­στα­σης. Ήταν εκεί­νες τις μέρες που έβγα­ζε «βρώ­μα η ιστο­ρία ότι ξοφλή­σα­με», πως ο σοσια­λι­σμός ήταν «το παρα­τρά­γου­δο στα ωραία (ιμπε­ρια­λι­στι­κά) άσμα­τα» και οι κάθε λογής Φου­κου­γιά­μα δια­τυ­μπά­νι­ζαν την ορι­στι­κή επι­κρά­τη­ση του καπιταλισμού.

Η πατρί­δα που έχτι­σαν οι ηρω­ϊ­κοί μπολ­σε­βί­κοι, η πατρί­δα του Λένιν, του Στά­λιν, του Στα­χά­νοφ, του Ζού­κωφ, του Γκα­γκά­ριν, του Σοστα­κό­βιτς, η πατρί­δα του σοβιε­τι­κού λαού μετα­τρέ­πο­νταν σε λάφυ­ρο της νέας, αστι­κής Ρωσί­ας των ολι­γαρ­χών, του Γκορ­μπα­τσόφ, του Γιέλ­τσιν, της οικο­νο­μι­κής μαφί­ας που ανα­δύ­ο­νταν από το βούρ­κο της περε­στρόϊ­κα. Οι μυλό­πε­τρες της αντε­πα­νά­στα­σης, υπο­στη­ρι­ζό­με­νες από τα γρα­νά­ζια του διε­θνούς ιμπε­ρια­λι­σμού, συνέ­τρι­βαν τα πάντα- ακό­μη και τη βού­λη­ση του ίδιου του σοβιε­τι­κού λαού που στο δημο­ψή­φι­σμα της 17ης Μάρ­τη 1991 είχε απο­φαν­θεί, σε ποσο­στό 76%, υπέρ της δια­τή­ρη­σης της ΕΣΣΔ.

Ριζοσπάστης, 28 Δεκέμβρη 1991

«Η σοβιε­τι­κή κόκ­κι­νη σημαία δεν κυμα­τί­ζει πλέ­ον στους τρού­λους του Κρεμ­λί­νου. Η υπο­στο­λή της σφρά­γι­σε με δρα­μα­τι­κό και ταυ­τό­χρο­να συμ­βο­λι­κό τρό­πο το τέλος της 74χρονης πορεί­ας του πρώ­του στον κόσμο σοσια­λι­στι­κού κρά­τους. Για μια στιγ­μή οι δεί­χτες των ρολο­γιών έμει­ναν ακί­νη­τοι, σημα­δεύ­ο­ντας την κρί­σι­μη στιγ­μή. Οι καρ­διές πολ­λών εκα­τομ­μυ­ρί­ων εργα­τών σ’ όλο τον κόσμο στα­μά­τη­σαν να χτυ­πούν, ανα­με­τρώ­ντας το μέγε­θος των απωλειών».
Ριζο­σπά­στης, 28 Δεκέμ­βρη 1991

Τις τερά­στιες κοι­νω­νι­κές κατα­κτή­σεις της ΕΣΣΔ δια­δέ­χθη­καν οι απα­τη­λές υπο­σχέ­σεις για δήθεν περισ­σό­τε­ρη δημο­κρα­τία, για οικο­νο­μι­κή φιλε­λευ­θε­ρο­ποί­η­ση και νέες τεχνο­λο­γί­ες. Στο βρώ­μι­κο παζά­ρι της αντε­πα­νά­στα­σης οι πολι­τι­κά­ντη­δες τύπου Γκορ­μπα­τσόφ και Γιέλ­τσιν ξεπου­λού­σαν κοι­νω­νι­κές και εργα­τι­κές κατα­κτή­σεις δεκα­ε­τιών με αντάλ­λαγ­μα την καπι­τα­λι­στι­κή ψευ­δο­κουλ­τού­ρα των McDonalds και της διε­θνούς των πολυ­ε­θνι­κών. Τα απο­τε­λέ­σμα­τα της περί­φη­μης «θερα­πεί­ας του σοκ», δηλα­δή της οικο­νο­μι­κής φιλε­λευ­θε­ρο­ποί­η­σης, που ακο­λού­θη­σε τη δεκα­ε­τία του ’90 η αστι­κή κυβέρ­νη­ση Γιέλ­τσιν άφη­σαν ανε­ξί­τι­λα τα σημά­δια τους στο ρωσι­κό λαό: γιγά­ντω­ση κοι­νω­νι­κών ανι­σο­τή­των, διά­λυ­ση εργα­τι­κών κατα­κτή­σε­ων, ακραία φτω­χο­ποί­η­ση, κάθε­τη πτώ­ση του προσ­δό­κι­μου ζωής, ανα­ζω­πύ­ρω­ση εθνι­κι­στι­κών διεκ­δι­κή­σε­ων, ανά­δει­ξη μαφιό­ζι­κων ολι­γαρ­χιών σε ρυθ­μι­στές της πολι­τι­κής ζωής της χώρας κλπ. 

«Κι ήθε­λε ακό­μη πολύ φως να ξημερώσει
όμως εγώ δεν παρα­δέ­χτη­κα την ήττα…»

Σήμε­ρα, 24 χρό­νια μετά την επι­κρά­τη­ση της αντε­πα­νά­στα­σης στην ΕΣΣΔ, η ρωσι­κή αστι­κή τάξη και οι σύμ­μα­χοι της ενδε­χο­μέ­νως να είναι βέβαιοι ότι ξεμπέρ­δε­ψαν μια και καλή με τον σοσια­λι­σμό. Μόνο που το φάντα­σμα της μεγά­λης σοσια­λι­στι­κής πατρί­δας, έστω και υπό τη μορ­φή νοσταλ­γί­ας, συνε­χί­ζει να πλα­νά­ται πάνω απ’ το ρωσι­κό ουρα­νό. Το 2013, έρευ­να του Παν­ρω­σι­κού Ερευ­νη­τι­κού Κέντρου Δημό­σιας Γνώ­μης έδει­ξε ότι 56% των ρώσων λυπού­νται για τη διά­λυ­ση της ΕΣΣΔ. Την ίδια χρο­νιά, άλλη έρευ­να του Ινστι­τού­του Γκά­λοπ  επι­βε­βαί­ω­νε αυτήν την τάση: 66% των πολι­τών της Αρμε­νί­ας, 61% του Κυρ­γι­στάν, 55% της Ρωσί­ας και 52% του Τατζι­κι­στάν απά­ντη­σαν πως η διά­λυ­ση της ΕΣΣΔ ήταν αρνη­τι­κό γεγο­νός. Παρό­μοιες έρευ­νες, όπως για παρά­δειγ­μα η δημο­σκό­πη­ση του κέντρου Levada το Γενά­ρη του 2015, απο­δει­κνύ­ουν ότι ένα υψη­λό ποσο­στό του ρωσι­κού λαού απο­τι­μά θετι­κά την πολι­τι­κή κλη­ρο­νο­μιά του Ι. Στά­λιν- 52% των ερω­τη­θέ­ντων απά­ντη­σαν πως είχε «αναμ­φι­σβή­τη­τα, ή μάλ­λον, θετι­κό ρόλο». Όλα αυτά, να σημειω­θεί, έπει­τα από 20 και πλέ­ον χρό­νια ασί­γα­στης αντι­κομ­μου­νι­στι­κής, αντι­σο­βιε­τι­κής προ­πα­γάν­δας από το αστι­κό καθε­στώς της Ρωσί­ας και των κυβερ­νή­σε­ων των πρώ­ην σοβιε­τι­κών δημο­κρα­τι­κών.

Η Ιστο­ρία δεν τελείωσε

Οδη­γού­μα­στε, λοι­πόν, στο εξής συμπέ­ρα­σμα: Εκεί­νη τη μέρα του Δεκέμ­βρη του ’91, οι αντε­πα­να­στά­τες, οι οπορ­του­νι­στές και οι ιμπε­ρια­λι­στές σύμ­μα­χοι τους, μπο­ρεί να κατά­φε­ραν να κατε­βά­σουν από το Κρεμ­λί­νο την κόκ­κι­νη σημαία. Μπο­ρεί να κατά­φε­ραν να βάλουν φρέ­νο στην 74χρονη σοσια­λι­στι­κή οικο­δό­μη­ση της μεγά­λης πατρί­δας της εργα­τι­κής τάξης. Δεν κατά­φε­ραν όμως, όσα μέσα κι’ αν χρη­σι­μο­ποί­η­σαν, να κατε­βά­σουν την σημαία με το σφυ­ρο­δρέ­πα­νο απ’ το νου και την καρ­διά των όπου γης κομ­μου­νι­στών. Δεν κατά­φε­ραν να δια­γρά­ψουν την ιστο­ρία, την Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση, το Στά­λιν­γκραντ, τις μεγά­λες κοι­νω­νι­κές κατα­κτή­σεις, την εργα­τι­κή και διε­θνι­στι­κή αλλη­λεγ­γύη, την γιγα­ντιαία προ­σφο­ρά του σοσια­λι­σμού του 20ου αιώ­να. Δεν κατά­φε­ραν, όσο κι’ αν επαί­ρο­νται για το αντί­θε­το, να γρά­ψουν το «τέλος της ιστορίας».

Ενα­πό­κει­ται στους εργα­τι­κούς, λαϊ­κούς αγώ­νες του παρό­ντος και του μέλ­λο­ντος να απο­δεί­ξουν πως το 1991 ήταν ένα προ­σω­ρι­νό πισω­γύ­ρι­σμα και πως η ιστο­ρία θα τρα­βή­ξει ξανά μπρο­στά. Και πως όπως γρά­φει κι ο Χικ­μέτ, «θα βγού­με νικη­τές, κι’ ας είναι οι θυσί­ες μας βαριές». 

Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες από το Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο