Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η ΠΕΡΟΥΒΙΑΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ  ΚΑΙ Ο ΧΟΣΕ ΚΑΡΛΟΣ ΜΑΡΙΑΤΕΓΚΙ (Α’ ΜΕΡΟΣ)

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

«Συγκε­ντρώ­νω σ’ αυτό το βιβλίο, οργα­νω­μέ­να και σχο­λια­σμέ­να σε εφτά δοκί­μια, τα άρθρα που δημο­σί­ευ­σα στα περιο­δι­κά MundialκαιAmauta, σχε­τι­κά με ορι­σμέ­νες ουσια­στι­κές όψεις της περου­βια­νής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας. […] Πολ­λά σχέ­δια βιβλί­ων έρχο­νται στο νου μου, αλλά γνω­ρί­ζω εκ των προ­τέ­ρων πως θα ασχο­λη­θώ μόνο με εκεί­να που μου τα επι­βάλ­λει μια επι­τα­κτι­κή ανά­γκη. Η σκέ­ψη και η ζωή μου απο­τε­λούν ένα και το αυτό πράγ­μα, μία και μόνη δια­δι­κα­σία. Κι αν αυτο­α­ξιώ­νο­μαι ή ελπί­ζω σε κάποιο αντι­στάθ­μι­σμα, αυτό είναι […] να δώσω ακό­μα και το αίμα της καρ­διάς μου για τις ιδέ­ες μου».

Αυτά γρά­φει σαν «προει­δο­ποί­η­ση» προς τους ανα­γνώ­στες ο Περου­βια­νός συγ­γρα­φέ­ας, ποι­η­τής, μαρ­ξι­στής στο­χα­στής Χοσέ Κάρ­λος Μαριά­τε­γκι (1894–1930) στα Εφτά Δοκί­μια για την Ερμη­νεία της Περου­βια­νής Πραγ­μα­τι­κό­τη­τας (κυκλο­φό­ρη­σε στα ελλη­νι­κά το 2008 από τις Εκδό­σεις «Άγρα», μετά­φρα­ση-εισα­γω­γή: Ρήγας Καπ­πά­τος). Πρό­κει­ται για μια πολύ ενδια­φέ­ρου­σα μαρ­ξι­στι­κής έμπνευ­σης κοι­νω­νι­κο-οικο­νο­μι­κή ανά­λυ­ση της χώρας του.

Εφτά δοκί­μια-εφτά όψεις της περου­βια­νής πραγματικότητας

Στα δοκί­μια ο Μαριά­τε­γκι πραγ­μα­τεύ­ε­ται την οικο­νο­μία του Περού από τα χρό­νια της ισπα­νι­κής Κον­κί­στα (Κατά­κτη­ση) μέχρι τις μέρες του Μαριά­τε­γκι (γρά­φτη­καν το 1926) και μάλι­στα με ξεχω­ρι­στά δοκί­μια για το ζήτη­μα της γης και των Ινδιά­νων, την πορεία της δημό­σιας εκπαί­δευ­σης, στην οποία απο­τυ­πώ­νο­νται οι αντί­θε­τες ιδε­ο­λο­γί­ες μέσα από την αποι­κιο­κρα­τι­κή κλη­ρο­νο­μιά, καθώς και για τις επι­δρά­σεις της Γαλ­λί­ας και των ΗΠΑ στο εκπαι­δευ­τι­κό σύστη­μα του Περού. Μαθαί­νου­με πράγ­μα­τα άγνω­στα στο ευρύ­τε­ρο κοι­νό, όπως στο δοκί­μιο για το θρη­σκευ­τι­κό παρά­γο­ντα. Εκεί ο Μαριά­τε­γκι ανα­λύ­ει πώς ο ισπα­νι­κός καθο­λι­κι­σμός το κατά­φε­ρε να επι­βλη­θεί στον ιθα­γε­νή πλη­θυ­σμό, χωρίς ωστό­σο να δημιουρ­γή­σει τις προ­ϋ­πο­θέ­σεις για μια καπι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη, όπως στη Βόρεια Αμε­ρι­κή, όπου ο προ­τε­στα­ντι­σμός σαν επι­κρα­τέ­στε­ρο θρή­σκευ­μα μαζί με το φιλε­λευ­θε­ρι­σμό σαν επι­κρα­τέ­στε­ρο πολι­τι­κο-ιδε­ο­λο­γι­κό ρεύ­μα συνέ­βα­λαν σημα­ντι­κά στην ανά­πτυ­ξη μιας καπι­τα­λι­στι­κής οικο­νο­μί­ας: «Ο προ­τε­στα­ντι­σμός και ο φιλε­λευ­θε­ρι­σμός αντι­στοι­χού­σαν, ως θρη­σκευ­τι­κό ρεύ­μα και πολι­τι­κή τάση αντί­στοι­χα, στην ανά­πτυ­ξη των παρα­γό­ντων της καπι­τα­λι­στι­κής οικο­νο­μί­ας. Τα γεγο­νό­τα στη­ρί­ζουν αυτή τη θέση. Ο καπι­τα­λι­σμός και η εκβιο­μη­χά­νι­ση δεν καρ­πο­φό­ρη­σαν σε κανέ­να μέρος όσο στις χώρες του προ­τε­στα­ντι­σμού» (σελ. 203). Η αντι­πα­ρά­θε­ση αυτή του ισπα­νι­κού αποι­κια­κού καθο­λι­κι­σμού και του αγγλο­σα­ξω­νι­κού φιλε­λεύ­θε­ρου προ­τε­στα­ντι­σμού δια­περ­νά μαζί με τα οικο­νο­μι­κά αίτια σαν κόκ­κι­νο νήμα και τα εφτά δοκί­μια. Ο Μαριά­τε­γκι όλο και επα­νέρ­χε­ται σε αυτό το θέμα και δικαί­ως. Δεν σημαί­νει, ωστό­σο, ότι στέ­κε­ται μόνο στο εποι­κο­δό­μη­μα των κοι­νω­νι­κών συστη­μά­των, στα «ρεύ­μα­τα», για­τί το συν­δέ­ει με την οικο­νο­μι­κή βάση σε μια αμοι­βαία αλλη­λε­πί­δρα­ση με το κοι­νω­νι­κό εποι­κο­δό­μη­μα. Συχνά ανα­τρέ­χει σε κεί­με­να των Μαρξ-Ένγκελς, όπως στο προ­α­να­φε­ρό­με­νο δοκί­μιο με τίτλο Ο θρη­σκευ­τι­κός παρά­γο­ντας, όπου πραγ­μα­τεύ­ε­ται ενδια­φέ­ρο­ντα ζητή­μα­τα όπως η Καθο­λι­κή Κατά­κτη­ση η Ανε­ξαρ­τη­σία και η Εκκλη­σία: «Η Μεταρ­ρύθ­μι­ση του Καλ­βί­νου αντα­πο­κρι­νό­ταν στις ανά­γκες της πιο προηγ­μέ­νης μπουρ­ζουα­ζί­ας της επο­χής. Το δόγ­μα του από­λυ­του προ­ο­ρι­σμού ήταν η θρη­σκευ­τι­κή έκφρα­ση του γεγο­νό­τος ότι, στον αντα­γω­νι­στι­κό κόσμο του εμπο­ρί­ου, η επι­τυ­χία και η απο­τυ­χία δεν εξαρ­τώ­νται από την ικα­νό­τη­τα ή δρα­στη­ριό­τη­τα του ανθρώ­που, αλλά από τις περι­στά­σεις που αυτός δεν ελέγ­χει» (από «Ο ουτο­πι­κός σοσια­λι­σμός και ο επι­στη­μο­νι­κός σοσια­λι­σμός» του Φρ. Ένγκελς. Στη σελ. 204 του βιβλί­ου). Και συνε­χί­ζει στην ίδια σελί­δα:«Η ανταρ­σία ενα­ντί­ον του ρωμαιο­κα­θο­λι­κι­σμού των πιο προηγ­μέ­νων και φιλό­δο­ξων αστι­κών τάξε­ων οδή­γη­σε στη θεσμο­ποί­η­ση εθνι­κών εκκλη­σιών προ­ο­ρι­σμέ­νων να απο­φύ­γουν κάθε ρήξη ανά­με­σα στην πνευ­μα­τι­κή και κοσμι­κή εξου­σία, στην Εκκλη­σία και το Κρά­τος. Η ελεύ­θε­ρη θεώ­ρη­ση περιέ­κλειε το έμβρυο όλων των αρχών της καπι­τα­λι­στι­κής οικο­νο­μί­ας: ελεύ­θε­ρος αντα­γω­νι­σμός, ελεύ­θε­ρη βιο­μη­χα­νία, κλπ. Ο ατο­μι­κι­σμός απα­ραί­τη­τος για την εξέ­λι­ξη μιας κοι­νω­νί­ας βασι­σμέ­νης σ’ αυτές τις αρχές, έπαιρ­νε από την προ­τε­στα­ντι­κή πρα­κτι­κή και ηθι­κή τα καλύ­τε­ρα κίνη­τρά του».Ο Μαριά­τε­γκι σε συνέ­χεια παρα­θέ­τει την εξής παρα­τή­ρη­ση του Καρλ Μαρξ (από «Το Κεφά­λαιο») την οποία χαρα­κτη­ρί­ζει μάλι­στα οξυ­δερ­κή: «Το σύστη­μα του χρή­μα­τος είναι ουσια­στι­κά Καθο­λι­κό, της δε πίστω­σης, κατε­ξο­χήν προ­τε­στα­ντι­κό. Μόνο η πίστη εξα­σφα­λί­ζει ευδαι­μο­νία: η πίστη στη χρη­μα­τι­κή αξία ότι απο­τε­λεί την ψυχή του εμπο­ρεύ­μα­τος, η πίστη στο σύστη­μα παρα­γω­γής και την προ­κα­θο­ρι­σμέ­νη τάξη του, η πίστη στους όρους παρα­γω­γής που προ­σω­πο­ποιού­νται στο κεφά­λαιο, το οποίο έχει τη δύνα­μη να αυξή­σει απο μόνο του την αξία. Αλλά όπως ο προ­τε­στα­ντι­σμός δεν χει­ρα­φε­τεί­ται από τα θεμέ­λια του καθο­λι­κι­σμού, έτσι και το πιστω­τι­κό σύστη­μα ανε­γεί­ρε­ται πάνω στη βάση του χρη­μα­τι­στι­κού συστή­μα­τος». Λόγια βαθιά και καθό­λου εύκο­λα να κατα­νοη­θούν χωρίς, βέβαια, ένα υπό­βα­θρο γνώ­σε­ων της μαρ­ξι­στι­κής κοσμοθεωρίας.

Μια ανε­ξαρ­τη­σία χωρίς θεμέλια

Ο Μαριά­τε­γκι βάζει το δάχτυ­λο επί τον τύπο των ήλων, όταν τονί­ζει ότι η επα­νά­στα­ση για την Ανε­ξαρ­τη­σία στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή από τον ισπα­νι­κό ζυγό δεν έθι­ξε τα θεμέ­λια του φεου­δαρ­χι­σμού και της Καθο­λι­κής Εκκλη­σί­ας, παρ’ όλο που εμπνεύ­στη­κε και γαλου­χή­θη­κε με τις αρχές της Γαλ­λι­κής Επα­νά­στα­σης. Στη Γαλ­λία τότε δεν μπο­ρού­σε να στε­ριώ­σει η Μεταρ­ρύθ­μι­ση με τον προ­τε­στα­ντι­σμό για λόγους που δεν μπο­ρού­με εδώ να ανα­πτύ­ξου­με σε βάθος και γι αυτό εκεί η αστι­κο­δη­μο­κρα­τι­κή επα­νά­στα­ση χρειά­στη­κε το για­κο­βι­νι­σμό και τον αντι­κλη­ρι­κα­λι­σμό. Και όπου ο προ­τε­στα­ντι­σμός το κατόρ­θω­σε να εισχω­ρή­σει στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή (έκα­νε και κάνει πολ­λές προ­σπά­θειες, ιδιαί­τε­ρα ο βορεια­με­ρι­κα­νι­κός) το οφεί­λει, σύμ­φω­να με τον Μαριά­τε­γκι, στις κοι­νω­νι­κές υπη­ρε­σί­ες του (ιερα­πό­στο­λοι Μεθο­δι­στές κλπ.). Όμως, εξα­ντλή­θη­κε γρή­γο­ρα η δυνα­τό­τη­τα αυτή, διό­τι το αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κό κίνη­μα ενά­ντια στη βορεια­με­ρι­κα­νι­κή ηγε­μο­νία που δια­δέ­χθη­κε την ισπα­νι­κή αποι­κιο­κρα­τία και γι αυτό γίνε­ται λόγος σε πολ­λές χώρες της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής για την ανά­γκη μιας «δεύ­τε­ρης Ανε­ξαρ­τη­σί­ας», δεν έχει εμπι­στο­σύ­νη στις προ­τε­στα­ντι­κές φιλαν­θρω­πι­κές ιερα­πο­στο­λές, διό­τι υπο­ψιά­ζε­ται ότι βοη­θά­ει τον αγγλο­σα­ξω­νι­κό καπι­τα­λι­σμό  στην προ­σπά­θειά του να εισχω­ρή­σει στις χώρες της Λατι­νι­κής Αμερικής.Το θέμα, άλλω­στε, είναι αρκε­τά πολυ­σύν­θε­το. Γλα­φυ­ρά για τον ανα­γνώ­στη ανα­βλύ­ζει από τις σελί­δες του βιβλί­ου η εξής αλή­θεια: οι Ισπα­νοί αποι­κι­στές ενδια­φέρ­θη­καν μόνο για τον προ­σω­πι­κό πλου­τι­σμό τους μετα­φέ­ρο­ντας φεου­δαρ­χι­κές δομές με τη μεσαιω­νι­κή θρη­σκευ­τι­κή ένδυ­ση του καθο­λι­κι­σμού και ως εκ τού­του δεν συνέ­βα­λαν στη δημιουρ­γία των προ­ϋ­πο­θέ­σε­ων για μια δυνα­μι­κή έστω καπι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη, αλλά πάντως ανά­πτυ­ξη, ενώ στη Βόρεια Αμε­ρι­κή αυτή συντε­λέ­στη­κε δυνα­μι­κά με τη βοή­θεια, πέρα από την κατα­κτη­τι­κή βία, της θρη­σκευ­τι­κής ένδυ­σης του προ­τε­στα­ντι­σμού που έπαιρ­νε εκεί δια­στά­σεις φοντα­με­ντα­λι­σμού καλ­λιερ­γώ­ντας στους ανθρώ­πους ακρι­βώς τις «αρε­τές» που είχε ανά­γκη ο ανερ­χό­με­νος καπι­τα­λι­σμός για την ανά­πτυ­ξή του: μια κουλ­τού­ρα εργα­τι­κό­τη­τας, απο­τα­μί­ευ­σης και πει­θαρ­χί­ας στον εκ θεού κανο­νι­σμέ­νο προ­κα­θο­ρι­σμό τους να κυριαρ­χούν. Διό­τι το κάθε κοι­νω­νι­κό σύστη­μα θέλει να δια­μορ­φώ­σει τους ανθρώ­πους με τέτοιο τρό­πο ώστε με τη νοο­τρο­πία τους να το εξυ­πη­ρε­τή­σουν. Σε γενι­κές γραμ­μές λοι­πόν, σωστά δια­πί­στω­σε ο Μαριά­τε­γκι ότι «ο καπι­τα­λι­σμός και η εκβιο­μη­χά­νι­ση δεν καρ­πο­φό­ρη­σαν σε κανέ­να μέρος όσο στις χώρες του προ­τε­στα­ντι­σμού», όπως δια­πι­στώ­θη­κε παρα­πά­νω. Συνε­πώς, η ανά­πτυ­ξη της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής έφτα­σε σ’ ένα τέλ­μα ανοί­γο­ντας το δρό­μο για την κατα­λή­στευ­σή της μετά από τους αποι­κιο­κρά­τες τώρα και από τον ανα­πτυγ­μέ­νο καπι­τα­λι­σμό. Γενο­κτο­νία των ιθα­γε­νών έγι­νε και στο Βορ­ρά και στο Νότο της ηπεί­ρου, αλλά στη θέση τους μπή­καν δια­φο­ρε­τι­κά πράγ­μα­τα, όχι όμως εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κά, για­τί πρό­κει­ται και στις δύο περι­πτώ­σεις για καπι­τα­λι­σμό-ιμπε­ρια­λι­σμό. Μην ξεχνά­με, δια­βά­ζο­ντας τις σκέ­ψεις του Μαριά­τε­γκι, ότι τα δοκί­μια γρά­φτη­καν το 1926 και μάλι­στα­κά­τω από αντί­ξο­ες συν­θή­κες (διωγ­μοί, εξο­ρία κλπ.) με κλο­νι­σμέ­νη την υγεία του. Πέθα­νε σε ηλι­κία μόλις 36 ετών.

Ο ιθα­γε­νής πληθυσμός

Στο δοκί­μιο με τίτλο Το ζήτη­μα του Ινδιά­νου ο Μαριά­τε­γκι ανα­λύ­ει αν το ζήτη­μα των Ινδιά­νων είναι εθνο­τι­κό, ηθι­κό ή δια­παι­δα­γω­γη­τι­κό. Απορ­ρί­πτει και τα τρία τονί­ζο­ντας ότι είναι κοι­νω­νι­κο­οι­κο­νο­μι­κό. Για την αντί­λη­ψη ότι είναι εθνο­τι­κό θα πει, ότι «βγαί­νει από το πιο γερα­σμέ­νο ρεπερ­τό­ριο ιμπε­ρια­λι­στι­κών ιδε­ών». Για την ηθι­κή προ­σέγ­γι­ση θα πει ότι «ενσαρ­κώ­νει μια αντί­λη­ψη φιλε­λεύ­θε­ρη, ανθρω­πι­στι­κή του ευρω­παϊ­κού Δια­φω­τι­σμού του 18ου αιώ­να». Η ισπα­νι­κή αντι­βα­σι­λεία εγκα­τέ­στη­σε στο Περού ένα καθε­στώς άγριας εκμε­τάλ­λευ­σης εξο­ντώ­νο­ντας τους Ινδιά­νους σε κατα­να­γκα­στι­κή εργα­σία στα ορυ­χεία χρυ­σού και αργυ­ρού, μέταλ­λα για τα οποία οι Ινδιά­νοι δεν είχαν ενδια­φερ­θεί ιδιαί­τε­ρα, για­τί δεν τα χρη­σι­μο­ποιού­σαν στην οικο­νο­μία τους. Παρ’ όλους τους νόμους προ­στα­σί­ας των Ινδιά­νων, οι Ινδιά­νοι «συνέ­χι­σαν να βρί­σκο­νται στο έλε­ος της αμεί­λι­κτης εκμε­τάλ­λευ­σης του φεου­δαρ­χι­σμού που κατέ­στρε­ψε την ινκαϊ­κή κοι­νω­νία και οικο­νο­μία, χωρίς να τις αντι­κα­τα­στή­σει με μια τάξη ικα­νή να οργα­νώ­σει προ­ο­δευ­τι­κά την παρα­γω­γή» (σελ. 66). Η ιστο­ρία είναι γνω­στή: οι Ινδιά­νοι είχαν φύγει από τις πεδιά­δες της ακτής εξαι­τί­ας των άθλιων συν­θη­κών δια­βί­ω­σης και της άγριας εκμε­τάλ­λευ­σής τους για να τους εκμε­ταλ­λευ­τούν μετά εξί­σου άγρια στα ορυ­χεία. Βαθ­μιαία αντι­κα­τα­στά­θη­καν από σκλά­βους που οι δου­λέ­μπο­ροι έφερ­ναν από την Αφρι­κή και που απο­δεί­χθη­καν πιο ανθε­κτι­κοί στη δου­λειά στις πεδιά­δες της ακτής με τις υγρές ζεστές κλι­μα­το­λο­γι­κές συν­θή­κες, αλλά λιγό­τε­ρο κατάλ­λη­λοι για τη δου­λειά στα ορυ­χεία. Έτσι έγι­νε ο πλη­θυ­σμια­κός δια­χω­ρι­σμός. Ωστό­σο, οι επα­να­στά­σεις για την Ανε­ξαρ­τη­σία δεν απο­τέ­λε­σε κίνη­μα των ιθα­γε­νών, αλλά Κρε­ό­λων και ακό­μα και των  Ισπα­νών των αποι­κιών, αν και υπο­στη­ρί­χθη­κε και από Ινδιά­νους. Υπήρ­ξαν, όχι μόνο στο Περού, πεφω­τι­σμέ­νοι ήρω­ες Ινδιά­νοι αρχη­γοί εξε­γέρ­σε­ων που έμει­ναν στην ιστο­ρία για την ανι­δε­ο­τέ­λεια του αγώ­να τους και τον ηρω­ι­σμό της θυσί­ας τους. Ο Μαριά­τε­γκι (γιος Ισπα­νού και Ινδιά­νας) τα ανα­λύ­ει όλα δεί­χνο­ντας, όπως είναι λογι­κό, μια ιδιαί­τε­ρη ευαι­σθη­σία για το ζήτη­μα των Ινδιά­νων και προ­σφέ­ρο­ντας στον ανα­γνώ­στη σελί­δες γεμά­τες πάθος, αλή­θεια και γνώση.

Συνε­χί­ζε­ται

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο