Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κρίση επί κρίσεων

 Φιλο­ξε­νού­με­νος ο Δημή­τρης Α. Δημη­τριά­δης //

Πού βαδί­ζει άρα­γε ο κόσμος στα δύσκο­λα και δύσμοι­ρα χρό­νια μας; Το βέβαιο είναι ότι οι αλλα­γές που επέ­φε­ρε στην αλυ­σί­δα της ζωής του δημιούρ­γη­σαν μια γενι­κή κρί­ση, ατέ­λειω­τη και πολύ­πλο­κη. Είναι σαν ένα κου­βά­ρι που ξετυ­λί­γε­ται διαρ­κώς, αλλά και μπερ­δεύ­ε­ται ταυ­τό­χρο­να. Μέσα στο χάος των σύγ­χρο­νων κοι­νω­νιών όλα έγι­ναν πιο δύσκο­λα και περί­πλο­κα. Η οικο­νο­μία, η πολι­τι­κή, η επι­στή­μη, οι τέχνες, τα πάντα έχουν συνταυ­τι­στεί με την κρί­ση. Η κρί­ση κυριαρχεί.

Κρί­ση, λοι­πόν και η λέξη βρί­σκε­ται παντού, στην τηλε­ό­ρα­ση, στις πρώ­τες σελί­δες των εφη­με­ρί­δων, στα κοι­νο­βού­λια, στις καθη­με­ρι­νές συζη­τή­σεις των απλών ανθρώπων.

Χρό­νια τώρα ζού­με το πολυ­πλό­κα­μο παρόν. Η παντο­δυ­να­μία του χρή­μα­τος, η εκμε­τάλ­λευ­ση, η ανι­σό­τη­τα στα δικαιώ­μα­τα, ο απέ­ρα­ντος κόσμος της από­λυ­της βου­λη­σιαρ­χί­ας, ο απο­ξη­ρα­μέ­νος ψυχι­σμός, όλος αυτός ο κυκε­ώ­νας της ανθρώ­πι­νης λει­τουρ­γί­ας μάς κατα­βρο­χθί­ζει στη δίνη μιας άλλης πραγματικότητας.

Για την εξέ­λι­ξη αυτή ευθύ­νε­ται, κυρί­ως, ο οικο­νο­μι­κός παρά­γο­ντας, ο οποί­ος παρά­γει την πολι­τι­κή, κοι­νω­νι­κή, πολι­τι­στι­κή και ηθι­κή κρί­ση. Η κάθε επι­μέ­ρους κρί­ση, συνε­πώς, έχει άμε­ση σχέ­ση με τις άλλες, τις επη­ρε­ά­ζει και επη­ρε­ά­ζε­ται από αυτές.

Ο παρά­γο­ντας της οικο­νο­μί­ας έχει δια­βρω­θεί και ο καθα­ρά εξου­σια­στι­κός του χαρα­κτή­ρας τον οδη­γεί στη χρη­σι­μό­τη­τα κάθε θεμι­τού και αθέ­μι­του μέσου, αρκεί να πετύ­χει το στό­χο του. Γι’ αυτό η ισό­τη­τα, η ανθρω­πιά, η ελευ­θε­ρία, μετα­τρά­πη­καν σε ισό­τη­τα στην κατα­νά­λω­ση, ανθρω­πιά στην κατα­νά­λω­ση, ελευ­θε­ρία στην κατα­νά­λω­ση και το όρα­μα των αξιών σε όρα­μα της αφθο­νί­ας και της ανέ­χειας. Η οικο­νο­μι­κή ύφε­ση, η ανερ­γία, ο κοι­νω­νι­κός αντα­γω­νι­σμός, η χει­ρο­τέ­ρευ­ση της θέσης των φτω­χών και η βελ­τί­ω­ση της θέσης των πλου­σί­ων δεσπό­ζουν παντού. Το κεφά­λαιο έχει ανα­χθεί σε υπέρ-δύνα­μη η οποία εξου­σιά­ζει τους πάντες, διε­θνείς οργα­νι­σμούς, κρά­τη, κοι­νω­νί­ες, πολι­τι­κές ηγε­σί­ες, κόμ­μα­τα, άτο­μα. Έγι­νε οδο­στρω­τή­ρας που τα σαρώ­νει όλα, με πρώ­το και κύριο το ανθρώ­πι­νο πρό­σω­πο του σύγ­χρο­νου κοι­νω­νι­κού κρά­τους, που με τόσους κόπους οικο­δό­μη­σαν οι λαοί.

Ποιοι όμως ευθύ­νο­νται, εκτός από το κεφά­λαιο, γι’ αυτή την κατά­στα­ση; Ευθύ­νο­νται οι πολι­τι­κές ηγε­σί­ες των κομ­μά­των, για­τί με την εν γένει στά­ση τους απο­γο­ή­τευ­σαν τις λαϊ­κές μάζες και τις οδή­γη­σαν στην αδρα­νο­ποί­η­ση της ενερ­γη­τι­κό­τη­τάς τους.

Ευθύ­νο­νται τα μέσα μαζι­κής ενη­μέ­ρω­σης, που απο­κτώ­ντας φοβε­ρή δύνα­μη καθο­ρί­ζουν, πλέ­ον, τα πάντα, το φρό­νη­μα των πολι­τών, την ανά­δει­ξη των κυβερ­νή­σε­ων, την εξέ­λι­ξη της οικο­νο­μί­ας, την ειρή­νη, την παγκό­σμια τάξη πραγμάτων.

Σοβα­ρό μερί­διο ευθύ­νης ανα­λο­γεί και στους πνευ­μα­τι­κούς ανθρώ­πους κάθε κοι­νω­νί­ας, που στο όνο­μα του πλού­του, της δόξας και της κατά­κτη­σης μιας δημό­σιας θέσης, εξαρ­γύ­ρω­σαν τη γνώ­ση τους και έγι­ναν αυλο­κό­λα­κες των ισχυ­ρών. Η ευθύ­νη τους είναι ακό­μη μεγα­λύ­τε­ρη όταν ανα­λο­γι­στεί κανείς ότι αυτοί και κατα­λα­βαί­νουν όσα τεκταί­νο­νται, αλλά και μπο­ρούν από τη μια να απο­τρέ­ψουν με την παρέμ­βα­σή τους το κακό και από την άλλη να δια­φω­τί­σουν, να καθοδηγήσουν.

Τέλος, δεν είναι άμοι­ροι ευθυ­νών και οι λαοί που ανέ­χο­νται αυτή την κατά­στα­ση, που αδρα­νούν, που έχουν απο­δε­χτεί τη λογι­κή της ιδιώ­τευ­σης, που δεν αντι­λαμ­βά­νο­νται την έντε­χνη υπο­βο­λή των ιδε­ο­λο­γι­κών και πολι­τι­κών μηνυ­μά­των με στό­χο την υιο­θέ­τη­ση από μέρους τους ενός συγκε­κρι­μέ­νου τρό­που συμπε­ρι­φο­ράς και τον επη­ρε­α­σμό τους σε επι­λο­γές και κατευ­θύν­σεις. Η μεγα­λύ­τε­ρή τους όμως ευθύ­νη είναι που δεν παίρ­νουν την τύχη τους στα χέρια τους, διδα­σκό­με­νοι από την ιστο­ρία των πατέ­ρων και των προ­γό­νων τους, ότι, δηλα­δή, τίπο­τε δεν χαρί­ζε­ται, πολύ περισ­σό­τε­ρο σήμε­ρα, την επο­χή της καθο­λι­κής εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­σης και της κυριαρ­χί­ας του χρή­μα­τος, ότι όλα κατα­κτώ­νται ή στην περί­πτω­σή μας υπε­ρα­σπί­ζο­νται με αγώ­νες συνεχόμενους.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο