Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μαρίκα Κοτοπούλη, βασίλισσα του θεάτρου

Επι­μέ­λεια Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Η Μαρί­κα Κοτο­πού­λη, το ιερό τέρας του θεά­τρου, γεν­νή­θη­κε κυριο­λε­κτι­κά πάνω στη σκη­νή και για τη σκη­νή στα 1887. Οι γονείς της Ελέ­νη και Δημή­τριος Κοτο­πού­λης είχαν έναν από τους σημα­ντι­κό­τε­ρους θιά­σους («Πρό­ο­δο) στα τέλη του 18ου αιώ­να. Την Ελέ­νη Κοτο­πού­λη την έπια­σαν οι πόνοι την ώρα της παρά­στα­σης πάνω στη σκη­νή. Ηταν 3 Μαΐ­ου 1887.

Kotopoyli4Μια μικρο­κα­μω­μέ­νη γυναί­κα,  με ταλέ­ντο τόσο σπά­νια φωνή κυριάρ­χη­σε στη θεα­τρι­κή σκη­νή όπου είχε αδιά­λει­πτη παρου­σία για 50 χρό­νια. Είναι ταυ­τι­σμέ­νη με ένα σημα­ντι­κό κομ­μά­τι της θεα­τρι­κής μας ιστο­ρί­ας. Αυτή μαζί με την Κυβέ­λη ανέ­βα­σαν το πολι­τι­στι­κό επί­πε­δο του τόπου.

Kotopouli2Ξεκί­νη­σε στα 15 της όταν και έγι­νε δεκτή στο Βασι­λι­κό Θέα­τρο. Στα 1905 ‑σε ηλι­κία μόλις 18 ετών- η Μαρί­κα Κοτο­πού­λη πρω­τα­γω­νί­στη­σε, ως Ηλέ­κτρα, στην Ορέ­στεια του Αισχύ­λου, σε μια παρά­στα­ση που δόθη­κε στην Αλε­ξάν­δρεια. Ανά­με­σα στους θεα­τές ήταν ο Ίων Δρα­γού­μης και ο Κων­στα­ντί­νος Καβάφης.

Τρία χρό­νια αργό­τε­ρα ο Ίων Δρα­γού­μης και η Μαρί­κα Κοτο­πού­λη θα γνω­ρι­στούν και θα ερω­τευ­τούν παρά­φο­ρα. Μετά τη δολο­φο­νία του Ιωνα Δρα­γού­μη, παντρεύ­τη­κε τον Γιώρ­γο Χέλμη.

Στα 21 της είναι πλέ­ον θια­σάρ­χης και καθο­ρί­ζει πλέ­ον μόνη της το ρεπερ­τό­ριο. Πρω­τα­γω­νί­στη­σε σε ποι­κί­λα είδη του θεα­τρι­κού λόγου (τρα­γω­δία, κομε­ντί, ψυχο­λο­γι­κό δρά­μα κλπ.)

Ιχνο­γρα­φώ­ντας το πορ­τρέ­το της Μαρί­κας Κοτο­πού­λη γρά­φει ο Μιλ­τιά­δης Μαλα­κά­σης (στο περιο­δι­κό ΕΣΤΙΑ, 1/1/1940):

Ο τόνος της φωνής της μου άρε­σε πάντα, όσο και το μέτρο της στις κινή­σεις. Σπά­νια, νομί­ζω, ξεχνιέ­ται κι αυτό ποτέ σε έργα δρα­μα­τι­κά και τρα­γι­κών υπο­θέ­σε­ων. Σε αυτά το δίκαιο μέτρο έμπαι­νε αδια­τά­ρα­κτο και αν κάπο­τε ξέφευ­γε, ευστα­θού­σε υπέρ αυτής. Αλλω­στε η τρα­γω­δία και το δρά­μα ήτα­νε και είναι το αναμ­φι­σβή­τη­το φόρ­τε της. Δια­σκε­δά­ζει κανείς, βέβαια, μαζί της και σε ελα­φρά έργα τέχνης, για­τί μια μεγά­λη αρτί­στα, είναι παντού και πάντα εξαι­ρε­τι­κή, αλλά εδώ είναι που, όπως είπα παρα­πά­νου, ξεχνιέ­ται κάποτε (…)

Αν δια­βά­σει κανείς μερι­κά του Ντι­ντε­ρό και του Αρι­στο­τέ­λη περί θεά­τρου, περί ηθο­ποι­ΐ­ας και μημη­τι­κής, θα δει πως τόσο στη μία, όσο και στην άλλη, η Κοτο­πού­λη παίρ­νε­ται σα μοντέ­λο πρω­θύ­στε­ρο, να πού­με έτσι, και από τις δύο. Τόσο είναι η Κοτο­πού­λη ο τύπος της μεγά­λης γυναί­κας του θεά­τρου. Ο ένας μας λέει, ανά­με­σα στα άλλα, πως ο ηθο­ποιός δεν αρκεί να κατα­λα­βαί­νει το ρόλο του, πρέ­πει και να τον αισθά­νε­ται, κι ο Αρι­στο­τέ­λης πως κάθε κίνη­ση αρκεί να είναι καλά εκτε­λε­σμέ­νη, για να χρειά­ζε­ται απόλυτα.

Η τελευ­ταία Παρά­στα­ση της Μαρί­κας Κοτο­πού­λη ήταν το 1952. Δύο χρό­νια αργό­τε­ρα στις 11 Σεπτεμ­βρί­ου 1954 πέθα­νε. Από το πέρα­σμά της δεν έχου­με τίπο­τε άλο παρά μόνο φωτο­γρα­φί­ες. Τελευ­ταία έγι­νε γνω­στό ένα μονό­λε­πτο από­σπα­σμα με τη φωνή της μεγά­λης κυρί­ας του θεάτρου.

***

Η Κοτο­πού­λη ήταν ένας τύπος λαϊ­κός κι ας σύχνα­ζε στο παλά­τι. Η αντί­λη­ψή της για το παλά­τι ήταν ιερή. Δεν ήθε­λε να συζη­τή­σει την παρά­δο­ση ενός θεσμού που σέβο­νταν πολ­λά σημα­ντι­κά κρά­τη. Ήταν παρα­δε­κτή απ’ όλους για την τέχνη της και την βαθύ­τη­τά της. Άσχε­το αν δήλω­νε βασι­λι­κιά. Έκα­νε παρέα μ’ όλο τον κόσμο ασχέ­τως κομ­μά­των. Όταν ο ηθο­ποιός Γιώρ­γος Παπ­πάς ανα­ζη­τή­θη­κε σ’ εκεί­νη από τους χίτες, η Κοτο­πού­λη είπε: «Δεν ξέρω πού κρύ­βε­ται, αλλά κι αν ήξε­ρα δε θα σας έλε­γα. Δε θα κατα­διώ­ξω ποτέ κατα­διω­κο­μέ­νους». Τους αρι­στε­ρούς ηθο­ποιούς πάντο­τε προ­στά­τε­ψε και βοή­θη­σε στα κυνη­γη­τά τους από χίτες και Γερ­μα­νούς. Τηλε­φω­νού­σε εδώ κι εκεί για να τους ελευ­θε­ρώ­νει μετά τις συλ­λή­ψεις τους. «Είναι απα­ραί­τη­τοι στο θέα­τρο», έλε­γε. Έτσι καμου­φλά­ρι­ζε την ανθρω­πιά της, με τη δικαιο­λο­γία του θεάτρου.

Kotouli6

Απο­σπά­σμα­τα από κεί­με­νο του Γιάν­νη Τσα­ρού­χη για την Μ. Κοτο­πού­λη που δημο­σιεύ­τη­κε στο περιο­δι­κό η λέξη, τεύ­χος 68

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο