Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μαρξ – Ένγκελς για την αποικιοκρατία στην Ασία. Ένα έγκλημα διαρκείας

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

Σήμε­ρα θα στα­θού­με σε κάποια απο­κα­λυ­πτι­κά κεί­με­να των Μαρξ-Ένγκελς που περι­λαμ­βά­νο­νται στην έκδο­ση «Η αποι­κιο­κρα­τία στην Ασία» με υπό­τι­τλο «Ινδία/Περσία/Αφγανιστάν  1853» (εκδό­σεις «Άγρα». Μετά­φρα­ση-επί­με­τρο Σάβ­βα Μιχα­ήλ). Πρό­κει­ται για κεί­με­να που αφο­ρούν την κατά­στα­ση στις ασια­τι­κές αυτές αποι­κί­ες και τη μεθό­δευ­ση της υπό­τα­ξής τους στις μεγά­λες δυνά­μεις της επο­χής. Από τις ανα­λύ­σεις προ­κύ­πτει ότι η ίδια ιστο­ρία συνε­χί­ζε­ται με νέες μορ­φές και δια­φο­ρο­ποι­ή­σεις οι οποί­ες έχουν να κάνουν με την άνο­δο των αστι­κών τάξε­ων σε μερι­κές απ’ αυτές τις χώρες.

Ο καπι­τα­λι­σμός ήταν παγκο­σμιο­ποι­η­μέ­νος εδώ και 500 χρό­νια και η πορεία του στη γη συνο­δεύ­τη­κε από ένα διαρ­κές έγκλη­μα για την από­κτη­ση πρώ­των υλών, ενερ­γεια­κών πηγών, αγο­ρών, στρα­τη­γι­κών θέσε­ων κλπ.  Ήταν ανα­πό­φευ­κτο, ιστο­ρι­κά νομο­τε­λεια­κό, αυτοί που έχουν τα πιο εξε­λιγ­μέ­να μέσα παρα­γω­γής να επι­βλη­θούν σε άλλους που βρί­σκο­νται σε «χαμη­λό­τε­ρη» βαθ­μί­δα ανά­πτυ­ξης. Εδώ δεν μπαί­νει άλλη ηθι­κή παρά αυτή της αστι­κής, εμπο­ρι­κής τάξης στην ξέφρε­νη εξά­πλω­σή της στα πέρα­τα της γης. «’Ηταν ο Βρε­τα­νός εισβο­λέ­ας εκεί­νος που έσπα­σε τον ινδι­κό αργα­λειό και κατέ­στρε­ψε τα αδρά­χτια. Η Αγγλία άρχι­σε με το να εκτο­πί­ζει τα ινδι­κά βαμ­βα­κε­ρά από την ευρω­παϊ­κή αγο­ρά, κατό­πιν εισά­γα­γε τις κλω­στές στο Ινδο­στάν και στο τέλος πλημ­μύ­ρι­σε την ίδια την πατρί­δα του βαμ­βα­κιού με βαμ­βα­κε­ρά»,  θα πει ο Μαρξ στο «Η βρε­τα­νι­κή κυριαρ­χία στην Ινδία», που γρά­φτη­κε το 1853 στο ως άνω βιβλίο. Σε άλλο σημείο θα γρά­φει: «Σε κάθε περί­πτω­ση, δεν μπο­ρεί να υπάρ­χει αμφι­βο­λία ότι η αθλιό­τη­τα που προ­κά­λε­σαν οι Βρε­τα­νοί στο Ινδο­στάν είναι ουσια­στι­κά δια­φο­ρε­τι­κού είδους και πιο έντο­νη από όλα όσα είχε υπο­στεί το Ινδο­στάν στο παρελ­θόν. Δεν ανα­φέ­ρο­μαι απλώς στον ευρω­παϊ­κό δεσπο­τι­σμό που φυτεύ­τη­κε πάνω στον ασια­τι­κό δεσπο­τι­σμό από τη βρε­τα­νι­κή Εται­ρεία των Ανα­το­λι­κών Ινδιών, σχη­μα­τί­ζο­ντας έναν συν­δυα­σμό πιο τερα­τώ­δη από οποιο­δή­πο­τε θεί­ον τέρας στο Ναό της Σάλ­σεττ (νήσος της Σάλ­σεττ, βορεί­ως της Βομ­βά­ης με 109 βου­δι­στι­κούς ναούς). Αυτό δεν είναι ιδιαί­τε­ρο χαρα­κτη­ρι­στι­κό της βρε­τα­νι­κής αποι­κια­κής κυριαρ­χί­ας, αλλά μόνο μίμη­ση της ολλαν­δι­κής και μάλι­στα σε τέτοιο βαθ­μό που να αρκεί, για να περι­γρά­ψου­με το χαρα­κτη­ρι­στι­κό τρό­πο δρά­σης της βρε­τα­νι­κής Εται­ρεί­ας των Ανα­το­λι­κών Ινδιών, να επα­να­λά­βου­με κατά λέξη αυτά που είπε για την παλαιά ολλαν­δι­κή Εται­ρεία των Ανα­το­λι­κών Ινδιών ο Sir Stamford Raffles, ο Εγγλέ­ζος Κυβερ­νή­της της [ολλαν­δι­κής αποι­κί­ας της] Ιάβας:

«Η Ολλαν­δι­κή Εται­ρεία έδρα­σε μόνο με το πνεύ­μα του κέρ­δους και έβλε­πε τους [Ιαβα­νέ­ζους] υπη­κό­ους με λιγό­τε­ρη φρο­ντί­δα ή προ­σο­χή από εκεί­νη με την οποία αντι­με­τώ­πι­ζε, πρω­τύ­τε­ρα, ένας ιδιο­κτή­της φυτεί­ας στις Δυτι­κές Ινδί­ες μια συμ­μο­ρία που έμπαι­νε μέσα στα κτή­μα­τά του, μια κι ο τελευ­ταί­ος είχε πλη­ρώ­σει για να αγο­ρά­σει με λεφτά ανθρώ­πι­νη ιδιο­κτη­σία, πράγ­μα που ο άλλος δεν το είχε κάνει, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας όλους τους υπαρ­κτούς μηχα­νι­σμούς δεσπο­τι­σμού για να απο­στραγ­γί­ζει από το λαό και την παρα­μι­κρή ικμά­δα που μπο­ρού­σε να συνει­σφέ­ρει και την τελευ­ταία στα­γό­να εργα­σί­ας, κι έτσι επι­δεί­νω­νε τα ελατ­τώ­μα­τα μιας ιδιό­τρο­πης και μισο­βάρ­βα­ρης διοί­κη­σης με το να τη χει­ρί­ζε­ται με όλη την έμπει­ρη πονη­ριά των πολι­τι­κά­ντη­δων και όλο τον συμ­φε­ρο­ντο­λό­γο εγω­ι­σμό των εμπό­ρων που ζητούν να έχουν το μονο­πώ­λιο στα πάντα».

Και σχο­λιά­ζει ο Μαρξ: «Όλοι οι εμφύ­λιοι πόλε­μοι, οι εισβο­λές, οι επα­να­στά­σεις, οι κατα­κτή­σεις, οι λιμοί, που η επα­να­λαμ­βα­νό­με­νη δρά­ση τους στο Ινδο­στάν μπο­ρεί να φανεί τόσο παρά­ξε­να πολύ­πλο­κη, γορ­γή και κατα­στρο­φι­κή, δεν προ­χώ­ρη­σαν πιο βαθιά από την επι­φά­νεια.  Ήταν η Αγγλία εκεί­νη που γκρέ­μι­σε ολό­κλη­ρη τη διάρ­θρω­ση της ινδι­κής κοι­νω­νί­ας, χωρίς να φανεί μέχρι τώρα κανέ­να σημείο απο­κα­τά­στα­σης. Αυτή η απώ­λεια του παλιού του κόσμου χωρίς την από­κτη­ση ενός και­νούρ­γιου, προσ­δί­δει ένα ιδιαί­τε­ρο είδος μελαγ­χο­λί­ας στην παρού­σα αθλιό­τη­τα του Ινδού και δια­χω­ρί­ζει το Ινδο­στάν, κάτω από την κυριαρ­χία της Βρε­τα­νί­ας, από όλες τις αρχαί­ες παρα­δό­σεις του και από όλη την περα­σμέ­νη ιστο­ρία του» (σελ. 29, 30, 31).

Μιλώ­ντας για τη διά­λυ­ση των μικρών ινδι­κών κοι­νο­τή­των, που βασί­ζο­νταν στην οικο­τε­χνία, βλέ­που­με την αμεί­λι­κτη επέμ­βα­ση της ιστο­ρί­ας, στην οποία όποιος δια­θέ­τει πιο ανα­πτυγ­μέ­να μέσα παρα­γω­γής εκτο­πί­ζει τους άλλους.  Έτσι συνε­χί­ζει ο Μαρξ: «Η εγγλέ­ζι­κη  παρέμ­βα­ση έβα­λε το κλω­στή­ριο στο Λαν­κα­σάιαρ και τον αργα­λειό στη Βεγ­γά­λη ή σάρω­νε τον Ινδό κλω­στο­ϋ­φα­ντουρ­γό, δια­λύ­ο­ντας αυτές τις μικρές μισο­βάρ­βα­ρες-μισο­πο­λι­τι­σμέ­νες κοι­νό­τη­τες, ανα­τι­νά­ζο­ντας την οικο­νο­μι­κή τους βάση και παρά­γο­ντας έτσι τη μεγα­λύ­τε­ρη και, για να πού­με την αλή­θεια, τη μονα­δι­κή κοι­νω­νι­κή επα­νά­στα­ση που συντε­λέ­στη­κε ποτέ στην Ασία» (σελ. 36, 37).

Υπάρ­χει λοι­πόν και η θετι­κή πλευ­ρά. Οι συν­θή­κες αυτές τρά­βη­ξαν τους λαούς αυτούς έξω από έναν αιώ­νιο κοι­νω­νι­κό λήθαρ­γο ετοι­μά­ζο­ντας το έδα­φος για τη σοσια­λι­στι­κή επα­νά­στα­ση. Αν δεν γίνει αυτή, όμως, οι συνέ­πειες για τους λαούς θα είναι πάντα κακές, όπως το ζού­με σήμε­ρα με τους ιμπε­ρια­λι­στι­κούς πολέ­μους. Ο Μαρξ δεν είναι συναι­σθη­μα­τί­ας και η ιστο­ρία είναι μια αμεί­λι­κτη θεά που ακο­λου­θεί τους- καμιά φορά – ανε­ξι­χνί­α­στους δρό­μους της.  Έτσι, παρα­κά­τω, ο Μαρξ τονί­ζει, παρ’ όλο που «το ανθρώ­πι­νο αίσθη­μα αρρω­σταί­νει όταν γίνε­ται μάρ­τυ­ρας της απο­διορ­γά­νω­σης και διά­λυ­σης .…..αυτών των μυριά­δων εργα­τι­κών πατριαρ­χι­κών και ακίν­δυ­νων κοι­νω­νι­κών οργα­νώ­σε­ων», που τα μέλη τους βασα­νί­ζο­νται και χάνουν τον αρχαίο πολι­τι­σμό τους, «…δεν πρέ­πει να ξεχνού­με ότι αυτές οι ειδυλ­λια­κές χωριά­τι­κες κοι­νό­τη­τες, όσο ακίν­δυ­νες κι αν φαί­νο­νταν, υπήρ­ξαν πάντο­τε το στέ­ρεο θεμέ­λιο του ανα­το­λι­κού δεσπο­τι­σμού, περιό­ρι­ζαν το ανθρώ­πι­νο πνεύ­μα μέσα στη στε­νό­τε­ρη δυνα­τή περί­με­τρο, μετα­τρέ­πο­ντάς το σε ένα χωρίς αντι­στά­σεις εργα­λείο της πρό­λη­ψης, υπο­δου­λώ­νο­ντάς το σε παρα­δο­σια­κούς κανό­νες, στε­ρώ­ντας του κάθε μεγα­λείο και ιστο­ρι­κή ενερ­γη­τι­κό­τη­τα. Δεν πρέ­πει να ξεχνού­με τον βάρ­βα­ρο εγω­ι­σμό που, προ­ση­λω­μέ­νος σε κάποιο άθλιο κομ­μα­τά­κι γης, παρέ­με­νε ατά­ρα­χος θεα­τής μπρο­στά στην ερεί­πω­ση ολό­κλη­ρων αυτο­κρα­το­ριών, μπρο­στά στην εκτέ­λε­ση ανεί­πω­των βιαιο­πρα­γιών, τη σφα­γή του πλη­θυ­σμού των μεγά­λων πόλε­ων, ενδια­φε­ρό­με­νος απο­κλει­στι­κά για τα δει­νά της Φύσης και μένο­ντας ο ίδιος αβο­ή­θη­τη λεία οποιου­δή­πο­τε επι­δρο­μέα τον έβα­ζε στό­χο. Δεν πρέ­πει να ξεχνού­με, ότι αυτή η ανά­ξια, τελ­μα­τω­μέ­νη και φυτο­ζω­ού­σα ζωή, αυτό το παθη­τι­κό είδος ύπαρ­ξης προ­κα­λού­σε από την άλλη μεριά, σαν αντί­βα­ρο, άγριες, άσκο­πες, αχα­λί­νω­τες δυνά­μεις κατα­στρο­φής και μετέ­τρε­πε τον ίδιο το φόνο σε θρη­σκευ­τι­κή τελε­τουρ­γία στο Ινδο­στάν. Δεν πρέ­πει να ξεχνού­με ότι αυτές οι μικρές κοι­νό­τη­τες ήταν μολυ­σμέ­νες με δια­κρί­σεις κάστας και με δου­λεία.….…. ότι μετα­μόρ­φω­ναν μια αυτό-ανα­πτυσ­σό­με­νη κοι­νω­νι­κή κατά­στα­ση σε μια αιώ­νια φυσι­κή μοί­ρα φέρ­νο­ντας έτσι μια απο­κτη­νω­τι­κή λατρεία της Φύσης.……» (σελ. 37/38).

Ακό­μα και σήμε­ρα συνα­ντού­με στην πολι­τι­κή ζωή νοσταλ­γι­κές αναρ­χο-πρά­σι­νες τάσεις επι­στρο­φής στην παλαιά «ρομα­ντι­κή» κατά­στα­ση της μικρής παρα­γω­γής. Τάσεις, που είναι ιστο­ρι­κά αντι­δρα­στι­κές. Η νομο­τε­λεια­κή εξέ­λι­ξη της ιστο­ρί­ας πρέ­πει να αξιο­ποι­η­θεί. ‘Η με τα λόγια του Μαρξ «μια μεγά­λη κοι­νω­νι­κή επα­νά­στα­ση να δια­φε­ντεύ­ει τα επι­τεύγ­μα­τα της αστι­κής επο­χής» και η ανθρώ­πι­νη πρό­ο­δος να μη μοιά­ζει «μ’ αυτό το απο­τρό­παιο ειδω­λο­λα­τρι­κό ξόα­νο που δεν πίνει νέκταρ παρά μόνο μέσα από τα κρα­νία των σφαγιασμένων». 

Δεν χρειά­ζε­ται λοι­πόν μοι­ρο­λα­τρία και νοσταλ­γία περα­σμέ­νων και ξεπε­ρα­σμέ­νων κατα­στά­σε­ων. Η Αγγλία και οι άλλες αποι­κιο­κρα­τι­κές δυνά­μεις έγι­ναν, θέλο­ντας και μη, το ασύ­νει­δο εργα­λείο της ιστο­ρι­κής προ­ό­δου: «Η Αγγλία, είναι αλή­θεια, προ­κα­λώ­ντας μια κοι­νω­νι­κή επα­νά­στα­ση στο Ινδο­στάν, έδρα­σε μονά­χα προς όφε­λος των πιο βρο­με­ρών συμ­φε­ρό­ντων της και τα επέ­βα­λε με τον πιο βλα­κώ­δη τρό­πο. Δεν είναι, όμως, αυτό το ζήτη­μα. Το ζήτη­μα είναι άλλο: μπο­ρεί η ανθρω­πό­τη­τα να εκπλη­ρώ­σει το πεπρω­μέ­νο της χωρίς μια ριζι­κή επα­νά­στα­ση στην κοι­νω­νι­κή κατά­στα­ση της Ασί­ας; Αν όχι, τότε, όποια κι αν είναι τα εγκλή­μα­τα της Αγγλί­ας, αυτή ήταν το ασυ­νεί­δη­το όργα­νο της Ιστο­ρί­ας για να επέλ­θει η εν λόγω επα­νά­στα­ση. Τότε, όποια κι αν είναι η πικρία και τα προ­σω­πι­κά μας αισθή­μα­τα μπρο­στά στο θέα­μα του κατα­πο­ντι­σμού ενός αρχαί­ου κόσμου, έχου­με το δικαί­ω­μα, από τη σκο­πιά της Ιστο­ρί­ας, να φωνά­ξου­με μαζί με τον Γκαίτε: 

                  «Για­τί το βάσα­νο αυτό εμάς να βασανίζει
αφού στη μέγι­στη χαρά μας οδηγεί
μήπως ψυχές μυριά­δες δεν χαθήκαν
απ’ του Τιμούρ το σκή­πτρο το βαρύ;»

(σελ. 38/39)

Ζητού­με­νο λοι­πόν η ανθρω­πό­τη­τα να πίνει νέκταρ, αλλά όχι από κρα­νία σφα­για­σμέ­νων! Να αξιο­ποι­ή­σει όλες τις προ­ό­δους του αστι­κού πολι­τι­σμού, αλλά σε συν­θή­κες σοσιαλιστικές.

Εξαι­ρε­τι­κό ενδια­φέ­ρον έχει και το άρθρο του Φρ. Ένγκελς για το Αφγα­νι­στάν η γεω-στρα­τη­γι­κή θέση του οποί­ου στην Κεντρι­κή Ασία  πάντα την έκα­νε στό­χο ξένων επι­δρο­μών που περ­νού­σαν από τα εδά­φη του. Δια­βά­ζο­ντας το άρθρο του Ένγκελς μπο­ρού­με να κατα­λά­βου­με καλύ­τε­ρα, για­τί δεν ήταν τυχαίο «ο πόλε­μος κατά της τρο­μο­κρα­τί­ας» μετά τις 11 Σεπτεμ­βρί­ου 2001 να ξεκί­νη­σε από κει. Οπωσ­δή­πο­τε τα άρθρα αυτά των Μαρξ-Ένγκελς στη μικρή αυτή έκδο­ση αξί­ζουν να ξανα­με­λε­τη­θούν υπό το πρί­σμα των σημε­ρι­νών κατα­στά­σε­ων για να κατα­λά­βου­με ακό­μα καλύ­τε­ρα για­τί συνε­χί­ζο­νται οι ιμπε­ρια­λι­στι­κοί πόλε­μοι όσο το σύστη­μα που τους γεν­νά­ει και θρέ­φε­ται απ’ αυτούς, δεν έχει ανατραπεί.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο