Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οικογένεια Παύλου Φύσσα: Μπορεί ο φασισμός να μην είναι γονιδιακός, η ρήξη όμως μαζί του είναι η μόνη λύση

Τη δική της απά­ντη­ση στις δηλώ­σεις Παρα­σκευό­που­λου και στις φωτο­γρα­φί­ες βου­λευ­τών του ΣΥΡΙΖΑ με τους υπό­δι­κους βου­λευ­τές της Χρυ­σής Αυγής έδω­σε η οικο­γέ­νεια του Παύ­λου Φύσ­σα, με ανα­κοί­νω­σή της στην οποία χαρα­κτη­ρί­ζει πολι­τι­κά αφε­λείς και επι­κίν­δυ­νους όλους όσοι πιστεύ­ουν στον εκδη­μο­κρα­τι­σμό των φασιστών

«Για μία ακό­μη φορά, έγι­νε σαφές σε όλους τους δημο­κρα­τι­κούς ανθρώ­πους, ότι η κοι­νω­νία δεν μπο­ρεί να περι­μέ­νει τίπο­τα από το πολι­τι­κό σκη­νι­κό το οποίο δια­μορ­φώ­νουν συγκε­κρι­μέ­να συμφέροντα.

Η δίκη, η οποία ξεκί­νη­σε στις 20 Απρι­λί­ου 2015, έχει κατα­δεί­ξει μέχρι σήμε­ρα με από­λυ­τη ευκρί­νεια την δρά­ση της εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης επί 30 χρό­νια τώρα. Η δρά­ση αυτή, η οποία ενι­σχύ­θη­κε από την ανο­χή του κρά­τους, της Αστυ­νο­μί­ας και άλλων συγκε­κρι­μέ­νων παρα­γό­ντων, είχε απο­τυ­πω­θεί στην πλη­θώ­ρα των δικα­στι­κών απο­φά­σε­ων για τα διά­φο­ρα εγκλή­μα­τα των στε­λε­χών αυτής της οργά­νω­σης, αλλά η μεγά­λη δια­φο­ρά είναι ότι επι­τέ­λους είναι κατη­γο­ρού­με­νη και η ηγε­σία της, δηλα­δή οι άνθρω­ποι που διευ­θύ­νουν, δια­τά­ζουν και κατευ­θύ­νουν την εγκλη­μα­τι­κή οργά­νω­ση αυτή.

Προ­φα­νώς αυτό κάποιους ενο­χλεί και για τον λόγο αυτό παρα­τη­ρού­με ότι στη πολι­τι­κή σκη­νή επι­χει­ρεί­ται ένα ξεδιά­ντρο­πο ξέπλυ­μα του φασι­σμού και των ηττη­μέ­νων του 1945, αφού σύμ­φω­να και με την ομο­λο­γία του αρχη­γού της εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης, οι Έλλη­νες συνερ­γά­τες των γερ­μα­νών ναζί, είναι οι «παπ­πού­δες» και οι «πατε­ρά­δες» των χρυ­σαυ­γι­τών, οι πρό­γο­νοί τους ιδε­ο­λο­γι­κά, και ενί­ο­τε κυριολεκτικά.

Οι πρό­σφα­τες εμφα­νί­σεις κυβερ­νη­τι­κών στε­λε­χών αγκα­λιά με νεο­να­ζί βου­λευ­τές, αλλά και δηλώ­σεις, προ­σβάλ­λουν την μνή­μη των νεκρών και των υπο­λοί­πων θυμά­των του φασι­σμού, νομι­μο­ποιώ­ντας ουσια­στι­κά τη δρά­ση των ταγ­μά­των εφό­δου και προ­τάσ­σο­ντας την λογι­κή του «περα­σμέ­να, ξεχασμένα».

Για μας που μεί­να­με πίσω, και για τη μνή­μη των δικών μας προ­γό­νων, τίπο­τα δεν πέρα­σε, τίπο­τα δεν θα ξεχαστεί.

Στον αγώ­να κατά του φασι­σμού οι πολί­τες είμα­στε μόνοι.

Οποιοι πιστεύ­ουν ότι οι θια­σώ­τες του φασι­σμού και των νεο­να­ζι­στι­κών μορ­φω­μά­των μπο­ρούν να εκδη­μο­κρα­τι­σθούν, είναι πολι­τι­κά αφε­λείς και επι­κίν­δυ­να ανι­στό­ρη­τοι, είτε σε συν­δυα­σμό με αυτά, εξυ­πη­ρε­τούν συγκε­κρι­μέ­νες σκοπιμότητες.

Μπο­ρεί ο φασι­σμός να μην είναι γονι­δια­κός, η ρήξη όμως μαζί του είναι η μόνη λύση, όπως η μάχη του σώμα­τος απέ­να­ντι στον καρκίνο».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο