Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ονόματα της άνοιξης

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Υπάρ­χουν άνθη που μοιά­ζου­νε με τα χέρια
Τα δάχτυ­λά τους ψαύ­ουν κι ευωδιάζουν
(Γ. Σεφέ­ρης «Ενδο­χώ­ρα» 1945)

Ημε­ρο­λο­για­κά μπή­κα­με στην άνοι­ξη. Το μαρ­τυ­ρά και η φύση που σιγά σιγά προ­βά­ρει τα στο­λί­δια της. Αλλους (για να είμα­στε ακρι­βείς κυρί­ως τις γυναί­κες) τους εμπνέ­ει με λου­λού­δια. Χρώ­μα­τα και αρώ­μα­τα και εμείς βρί­σκου­με την ευκαι­ρία να μιλή­σου­με για τα ονό­μα­τα …της άνοι­ξης. Ονό­μα­τα που προ­έρ­χο­νται από παρο­μοιώ­σεις προς τις ιδιό­τη­τες των φυτών που ται­ριά­ζουν στους ανθρώ­πους, κυρί­ως στις γυναίκες.

Αρκε­τά είναι αυτά τα ονό­μα­τα. Η άνθι­ση, το χρώ­μα, το μοσχο­βό­λη­μα, η τρυ­φε­ρό­τη­τα, η ποι­κι­λία των εξω­τε­ρι­κών χρω­μά­των τους, η γοη­τεία, η τρυ­φε­ρά­δα, και η απα­λό­τη­τά τους, ή ακό­μα και το ύψος και η λυγε­ρά­δα μερι­κών φυτών, που θυμί­ζουν και συγκρί­νο­νται με το βερ­γο­λυ­γε­ρό κορ­μί και το ανά­λα­φρο γυναι­κείο περ­πά­τη­μα. Είναι τα χαρί­σμα­τα της φύσης τα οποία απο­λαμ­βά­νει ο άνθρω­πος και στη φύση και στον εαυ­τό του. Ταυ­τι­σμέ­να τα περισ­σό­τε­ρα με τη γυναί­κα που τη θέλου­με να έχει όλα τα αρώ­μα­τα και την ομορ­φιά των λουλουδιών.

Σε αυτό το δημο­σί­ευ­μα δεν τα κατα­γρά­φου­με όλα, μόνο μερι­κά. Θα ολο­κλη­ρώ­σου­με την ενό­τη­τα «Ονό­μα­τα που προ­έρ­χο­νται από παρο­μοί­ω­ση προς τα φυτά» με άλλα δημο­σιεύ­μα­τα και παρά­θε­ση συγκε­ντρω­τι­κών ποσο­τι­κών στοι­χεί­ων όπως προ­κύ­πτουν από τη σχε­τι­κή πανελ­λα­δι­κή μας έρευ­να σε αντι­προ­σω­πευ­τι­κό πανελ­λα­δι­κό δείγ­μα 52.927 γυναι­κών και 99.246 ανδρών. Το δείγ­μα προ­έρ­χε­ται από τους τηλε­φω­νι­κούς κατα­λό­γους του ΟΤΕ και η έρευ­να διε­νερ­γή­θη­κε από το 2009 έως το 2013.

flo

Το ωραίο και αρω­μα­τι­κό του λου­λου­διού εκφρά­ζουν η Λελού­δα (5 εμφα­νί­σεις), η Λου­λού­δα (2), Λου­λου­διά, Λου­λού­δη (από 1 εμφά­νι­ση). Σπά­νια θα τα ακού­σεις σήμε­ρα, μιας και οι φέρου­σες το όνο­μα χρη­σι­μο­ποιούν υπο­κο­ρι­στι­κά, π.χ. Λού­λα το οποίο υπάρ­χει και ως αυτό­νο­μο βαπτι­στι­κό με 5 εμφα­νί­σεις. Από την ιδιό­τη­τα της άνθη­σης με την οποία παρο­μοιά­ζε­ται η νεό­τη­τα και ομορ­φιά των γυναι­κών η Ανθή < άνθος — αυτή που ακμά­ζει, αυξά­νει (158 εμφα­νί­σεις), Ανθού­λα (21 εμφα­νί­σεις), Ανθού­σα (4 εμφα­νί­σεις) Ανθί­τσα (3 εμφα­νί­σεις), Ανθο­δέ­σμη (1 εμφά­νι­ση), Ανθια (4 εμφα­νί­σεις), ο Ανθος – χρη­σι­μο­ποιεί­ται ήδη από την αρχαιό­τη­τα — (3 εμφα­νί­σεις), Ανθού­λης (1), Ανθι­μος < άνθος αυτός που είναι ικα­νός να ακμά­σει (18 εμφα­νί­σεις) Ανθέ­μιος – φυτι­κό δια­κο­σμη­τι­κό στοι­χείο της αρχαιό­τη­τας — (2 εμφα­νί­σεις). Και τα σύν­θε­τα Ευαν­θία < ευάν­θης ευ + άνθος = λου­λου­δια­σμέ­νος ανθη­ρός (178 εμφα­νί­σεις) Ανθίπ­πη (5 εμφα­νί­σεις) – Προ­έρ­χε­ται από τη μυθο­λο­γία. Μας είναι γνω­στή μία από τις Θεσπιά­δες. Μαριάν­θη, ή Μαρία + Ιάν­θη (135 εμφα­νί­σεις), Μυριάν­θη <μυριο + άνθη = αμέ­τρη­τα άνθη ή μυρο +ιάν­θη = για το άρω­μα του μενε­ξέ (1 εμφά­νι­ση), η Φιλάν­θη που αγα­πά­ει τα λου­λού­δια και η Πολυάν­θη που έχει πολ­λά άνθη από 2 εμφα­νί­σεις. Τη μεγά­λη ποσό­τη­τα ανθών δηλώ­νει και το Αριάν­θη (<παρα­γω­γι­κό επί­θη­μα αριά + άνθος) με 1 εμφά­νι­ση όπως και τα Υάν­θη, Ωραιάν­θη. Το Κλε­άν­θης (63) που μας έρχε­ται από την αρχαιό­τη­τα και τα θηλυ­κά του Κλε­άν­θη (36) και Κλε­αν­θία (1). Η Φιντα­νιώ (< φυντά­νι) για την τρυ­φε­ρό­τη­τα ίσως και για­τί συμ­βο­λί­ζει την κατα­γω­γή, δεν εμφα­νί­ζε­ται στο δείγμα.

Το Νεό­φυ­τος, όνο­μα που χρη­σι­μο­ποιεί­ται ιδιαί­τε­ρα από κλη­ρι­κούς. Από τον κόσμο των φυτών προ­έρ­χε­ται (νέος + φύω/ομαι) και δηλώ­νει αυτόν που βλά­στη­σε πρό­σφα­τα, η διά­δο­σή του όμως οφεί­λε­ται στην εκκλη­σια­στι­κή σημα­σία του αφού δηλώ­νει το νεο­βα­πτι­ζό­με­νο στο χρι­στια­νι­σμό και στην ταύ­τι­ση με ομώ­νυ­μο άγιο, 20 εμφα­νί­σεις και το θηλυ­κό του Νεο­φύ­τα με 1 εμφάνιση.

Χρυ­σάν­θη [(< χρυ­σός + ανθη) 273 εμφα­νί­σεις], Χρύ­σαν­θος [( < χρυ­σός + ανθος) 41 εμφα­νί­σεις]. Από τη μυθο­λο­γία μας είναι γνω­στή η Χρυ­σαν­θίς (ιδος), Αργεία που πλη­ρο­φό­ρη­σε τη Δήμη­τρα για την αρπα­γή της Περ­σε­φό­νης. Από το χρυ­σάν­θε­μο που το όνο­μά του σημαί­νει το άνθος του χρυ­σού αν και οι παλαιό­τε­ροι το λένε Αγιο­δη­μη­τριά­τι­κο αφού βρί­σκε­ται στις δόξες του κυρί­ως τον Οκτώ­βριο. Η προ­έ­λευ­σή του είναι από την μακρι­νή Ανα­το­λή, την Κίνα και την Ιαπω­νία. Πρώ­τοι οι Ολλαν­δοί το έφε­ραν στην Ευρώ­πη. Στην Ελλά­δα σπά­νια υπάρ­χει κήπος ή μπαλ­κό­νι χωρίς χρυσάνθεμα.

ag

Αγρά­μπε­λη (1 εμφά­νι­ση) — αγρός + άμπε­λος — αναρ­ρι­χη­τι­κό δια­κο­σμη­τι­κό φυτό. Ανε­λίσ­σε­ται μέχρι τις κορυ­φές υψη­λών δέν­δρων, αλλά και σε στέ­γες σπι­τιών Τον Ιού­λιο και Αύγου­στο, την επο­χή δηλα­δή της ανθο­φο­ρί­ας αντι­λαμ­βά­νε­ται κανείς την παρου­σία της αγρά­μπε­λης από μακριά, από το έντο­νο σαν πικρα­μύ­γδα­λου άρω­μά της.

Το Τρι­φυλ­λία (1 εμφά­νι­ση) από το ποώ­δες φυτό τρι­φύλ­λι, με φύλ­λα σύν­θε­τα από 3 φυλ­λα­ρά­κια και άνθη κόκι­κι­να και μοβ.

Ροδά­μα (1 εμφά­νι­ση) από το ροδά­μι, ο βλα­στός, το κλω­νά­ρι. «να μπου­μπου­κιά­σει το κλα­ρί ν’ ανοί­ξει το ροδάμι».

kamelia

Καμέ­λια (2 εμφα­νί­σεις) από το ομώ­νυ­μο φυτό που καλ­λιερ­γεί­ται ως καλ­λω­πι­στι­κό για τα εντυ­πω­σια­κά του άνθη.

Από το βάλ­σα­μο, την αρω­μα­τι­κή ρητί­νη που εκκρί­νε­ται από διά­φο­ρα φυτά Βαρ­σά­μης (5 εμφα­νί­σεις) Βαλ­σά­μης (καμία εμφά­νι­ση) Βαλ­σά­μος (1 εμφά­νι­ση) Βαλ­σα­μά­κης (1 εμφά­νι­ση) Βαλ­σά­μη (καμία εμφά­νι­ση) Βαρ­σά­μω Βαλ­σά­μω (από 1 εμφά­νι­ση).

Από τη βαλε­ριά­να (το ηρε­μι­στι­κό της φύσης) < valeriana θηλ του valerianus < Valerria (εριο­χή τη Ιτα­λί­ας όπου φύτρω­νε το φυτό) προ­κύ­πτει το Βαλε­ρια­νός με 1 παρου­σία στο δείγμα.

Το Φυλ­λίς (δεν εμφα­νί­ζε­ται) εκτός από όνο­μα μυθο­λο­γι­κών προ­σώ­πων είναι και όνο­μα που έδι­ναν συχνά οι ποι­η­τές σε βοσκο­πού­λες. Σήμε­ρα χρη­σι­μο­ποιεί­ται, ανή­κει στην κατη­γο­ρία των πολύ σπά­νιων ονομάτων.

Λευ­κή (6 εμφα­νί­σεις) από το δέντρο λεύ­κα για το υψο­τε­νές της. Στη μυθο­λο­γία η νύμ­φη Λευ­κή η οποία αρπά­χτη­κε από τον Άδη, μετα­μορ­φώ­θη­κε από αυτόν σε λευ­κή λεύ­κα μετά το θάνα­τό της.

Ελά­τη (1 εμφά­νι­ση) από το αιω­νό­βιο δέντρο με ίσιο και λείο κορ­μό που ανα­πτύσ­σει μεγά­λο ύψος. Στη αρχαιό­τη­τα χρη­σι­μο­ποιού­νταν το αρσε­νι­κό Έλατος.

flo1

Βέργα

Βέρ­γος (3 εμφα­νί­σεις) Βέρ­γης (2) Βερ­γού­λα (1 εμφά­νι­ση) από τη βέρ­γα για το ευθυ­τε­νές. Η βέρ­γα είναι μεσαιω­νι­κή λέξη και ετυ­μο­λο­γεί­ται από τη λατι­νι­κή virga (= ράβδος, κλωνάρι).

Συνα­ντά­ται ήδη από την επο­χή των Παλαιο­λό­γων ως βαφτι­στι­κό και ως επώ­νυ­μο. Το βαφτι­στι­κός Βέρ­γος όπως και τα παλαιό­τε­ρα Βερ­γής, Βέρ­γω, προ­ήλ­θε από τη λέξη βερ­γί, ευλύ­γι­στη ράβδος.

Πιθα­νά από λεπτή και εύκαμ­πτη βέρ­γα που στην Ήπει­ρο τη λένε βερ­γι­νά­δα, υπάρ­χει και ομό­τι­τλο τρα­γού­δι, να προ­έρ­χε­ται το όνο­μα Βερ­γε­νά­δα, όπως και όνο­μα το οποίο δεν κατα­γρά­ψα­με στην έρευ­νά μας.

Μελιά

Ανθί­ζει τον Απρί­λη μαζί με την πασχα­λιά και τα άνθη τους έχουν το ίδιο χρώ­μα. Από ανθε­κτι­κό ξύλο μελιάς το Μελί­να (πιθ. μέλι­νη <επίθ. Μέλι­νος) με 4 εμφανίσεις.

manolia

Μανώλια

Από το μονα­δι­κό σε άρω­μα λου­λού­δι μανώ­λια το όνο­μα Μανώ­λια με 1 εμφά­νι­ση στο δείγ­μα. Τα άνθη της είναι μονά, λευ­κού χρώ­μα­τος και βγαί­νουν νωρίς την Άνοι­ξη πριν ακό­μα βγουν τα φύλ­λα. Είναι το τέλειο φυτό για να “καλω­σο­ρί­ζου­με” την Άνοι­ξη μέσα από τον κήπο μας. Μας ήρθε από τη Μαρ­τι­νί­κα της Αφρι­κής. Πήρε το όνο­μά της τον 17ο αιώ­να από τον βοτα­νο­λό­γο – αυθε­ντία της επο­χής του – Pierre Magnolo.

Να μου μιλάς τη γλώσσα
που μιλούν οι μανόλιες

(Θανά­σης Κωστα­βά­ρας, «Άνθη θαλε­ρά μέσα στον κήπο του έρωτα»).

Βαμβακιά Για το πολύκλωνο και τη λευκότητα της άνθισης, Μία εμφάνιση στο δείγμα.

Βιολέτα

Βιο­λέ­τα (32 εμφα­νί­σεις) ιτα­λι­κό Violetta υπο­κο­ρι­στι­κό του viola < λατι­νι­κό viola μενε­ξές. Βιό­λα (1). Μενε­ξιά ή Μενε­ξία (τούρκ. Menekse) από το άνθος της (4 εμφα­νί­σεις), Ιάν­θη (ίαν­θος το άνθος του μενε­ξέ), Ιάσμη (ίασμος = το για­σε­μί). Πανέ­μορ­φη, ευω­δια­στή με ποι­κι­λία χρω­μά­των. Ο ποι­η­τής Chaucer το ονό­μα­σε «το μάτι της ημέ­ρας» επει­δή κλεί­νει τα βρά­δια και ανοί­γει μόλις ανατείλει.

Ο Θεό­φρα­στος (400 π.Χ.), και ο Πλί­νιος ανα­φέ­ρουν στα γρα­πτά τους τη βιο­λέ­τα. Στα αρχαία ελλη­νι­κά ονο­μα­ζό­ταν «ίον» και σύμ­φω­να με τη μυθο­λο­γία πήρε το όνο­μά της προς τιμήν της Ιούς, κόρης του βασι­λέα Ινα­χου του Αργους. Οι βιο­λέ­τες ήταν το αγα­πη­μέ­νο λου­λού­δι της Ιωση­φί­νας — γι’ αυτό και έγι­νε το σύμ­βο­λο του Ναπο­λέ­ο­ντα και της συζύ­γου του.

Από το Ιόλη (μενε­ξές) και το άνθος ο συν­θέ­της Αρθ. Σ. Σάλι­βαν έφτια­ξε το όνο­μα Ιολάν­θη και ονό­μα­σε έτσι οπε­ρέ­τα του που έγρα­ψε το 1182. Δεν εμφα­νί­ζε­ται στο δείγ­μα μας, όμως χρη­σι­μο­ποιεί­ται, όπως και ο τύπος Γιολάνθη.

Υπάρ­χει και το βότα­νο πικρο­βιο­λέ­τα ή πικρο­δια­λέ­τα που το έδι­ναν στα παι­διά για δυνα­μω­τι­κό. Από αυτό μάλ­λον προ­έρ­χε­ται και το όνο­μα Δια­λέ­τα (1 εμφά­νι­ση). Όνο­μα που το συνα­ντά­μαι στα τέλη του 18ου αιώ­να σε δημο­τι­κό τρα­γού­δι αφιε­ρω­μέ­νο στο πρω­το­πα­λί­κα­ρο του Λάμπρου Κατσώ­νη, Λου­κά Καλιακούδα:

Να ‘μουν που­λί να πέτα­γα, να πήγαι­να του ψήλου,
ν’ αγνά­τευα κατ’ την Φρα­γκιά το έρη­μο το Θιάκι,
ν’ ακουρ­μα­στώ τη Λού­και­να, τη μαύ­ρη τη Διαλέτα,
πώς κλαί­ει, πώς μοι­ριο­λο­γά­ει, πώς χύνει μαύ­ρα δάκρυα.
Σαν την τρυ­γό­να χλί­βε­ται, σαν το παπί μαδιέται,
σαν του κορά­κου τα φτε­ρά μαυ­ρί­ζει η φορε­σιά της.

giasemi

«Η νύχτα μυρίζει γιασεμί»

Στα ελλη­νι­κά σπί­τια δεν έπαυ­σε ποτέ η συνή­θεια του στο­λι­σμού με πλή­θος από λου­λού­δια και δέντρα. Είτε στο έδα­φος φυτε­μέ­να – στον κήπο, στα πεζο­δρό­μια — είτε σε γλά­στρες τοπο­θε­τη­μέ­νες στο μπαλ­κό­νι ή γύρω από το σπί­τι. Ένα για­σε­μί πάντα υπάρ­χει. Και τη νύχτα με το αερά­κι μυρί­ζει ο τόπος όλος.

Από την ωραιό­τη­τα και το εύο­σμο του για­σε­μιού η Για­σε­μή (18 εμφα­νί­σεις), Για­σί­μω (1 εμφά­νι­ση). Με δ από παρε­τυ­μο­λο­γία Δια­σε­μή (καμία εμφά­νι­ση), Δια­σε­μού­λα (1 εμφάνιση).

vasilikos

Βασι­λι­κός

Το όνο­μά δηλώ­νει αυτόν που ανα­φέ­ρε­ται ή ανή­κει στον βασι­λιά και προ­έρ­χε­ται από τη λέξη «βασι­λεύς». Φανε­ρώ­νει την εκτί­μη­ση που έτρε­φαν για αυτόν οι αρχαί­οι λαοί. Ισως το όνο­μα συν­δέ­ε­ται με αυτή τη σημα­σία της λέξης ίσως με τις ιδιό­τη­τες του ομώ­νυ­μου λου­λου­διού και την χρι­στια­νι­κή επέν­δυ­ση που επι­χεί­ρη­σε η εκκλη­σία. Σύμ­φω­να με αυτή το φυτό φύτρω­σε στο χαμέ­νο τάφο του Χρι­στού και η έντο­νη μυρω­διά του έγι­νε αφορ­μή να ανα­κα­λυ­φθεί. για­τί κατά την παρά­δο­ση φύτρω­σε στο μέρος που είχε ταφεί ο Τίμιος Σταυ­ρός, και με το άρω­μά του οδή­γη­σε την Αγία Ελέ­νη στην ανα­κά­λυ­ψή του. Και έτσι το φυτό πήρε το όνο­μά του από το «βασι­λιάς» και βασι­λιάς είναι ο Ιησούς Χρι­στός. Και σήμε­ρα γίνε­ται χρή­ση του βασι­λι­κού στη γιορ­τή της υψώ­σε­ως του τιμί­ου Σταυ­ρού. Από αυτή τη θρη­σκευ­τι­κή παρά­δο­ση εμπνέ­ε­ται και ο Βιζυ­η­νός σε διή­γη­μά του δημο­σιευ­μέ­νο στην ΕΣΤΙΑ το 1882 με τον τίτλο «Βασι­λι­κός».

Από τους Ελλη­νες αγα­πή­θη­κε όσο κανέ­να άλλο φυτό. Ο λαός τον ύμνη­σε με πολ­λά δημο­τι­κά τρα­γού­δια και παροιμίες.

Χαλά­λι σου Βασι­λι­κέ όσο νερό κι΄αν πίνεις,
για­τί τό κάμεις άρω­μα καί πίσω μου τό δίνεις!
(κρη­τι­κή μαντινάδα)

Στην έρευ­νά μας δεν το συνα­ντή­σα­με όμως χρη­σι­μο­ποιεί­ται ως βαπτι­στι­κό, συνη­θέ­στε­ρα ως επίθετο.

matz

Μαν­τζου­ρά­να

Φυτό ποώ­δες με πολ­λές παρα­φυά­δες, με φύλ­λα μικρά και μυρω­δά­τα, συγ­γε­νι­κό της ρίγα­νης. Τα άνθη της είναι φαιά με λέπια. Ανθί­ζει από Ιού­λιο μέχρι Σεπτέμ­βριο. Στην Ελλά­δα υπάρ­χει σαν αυτο­φυ­ές ωστό­σο συνη­θί­ζε­ται να καλ­λιερ­γεί­ται από την αρχαιό­τη­τα. Οι αρχαί­οι Έλλη­νες το εκτι­μού­σαν πολύ και γνώ­ρι­ζαν τις φαρ­μα­κευ­τι­κές του ιδιό­τη­τες. Ο Ιππο­κρά­της το χρη­σι­μο­ποιού­σε σαν αντι­ση­πτι­κό. Η μαν­τζου­ρά­να χρη­σι­μο­ποιεί­ται στην αρω­μα­το­ποι­ία, την μαγει­ρι­κή, την ζαχα­ρο­πλα­στι­κή και σαν θερα­πευ­τι­κό υλι­κό. Το όνο­μα μαν­τζου­ρά­να έχει 1 εμφά­νι­ση στο δείγμα.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο