Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο εικαστικός καλλιτέχνης στην εποχή μας

Γρά­φει ο Κώστας Ευαγ­γε­λά­τος //

Ποια είναι άρα­γε η θέση του σύγ­χρο­νου καλ­λι­τέ­χνη και ιδιαί­τε­ρα του εικα­στι­κού στην τεχνο­κρα­τού­με­νη επο­χή μας και πώς δια­μορ­φώ­νο­νται οι θεω­ρη­τι­κές και εμπει­ρι­κές προ­σεγ­γί­σεις στο δια­χρο­νι­κό θέμα της τέχνης και των ιδε­ών της σε μια “χρη­μα­τι­στη­ρια­κή” κοι­νω­νία που κυριαρ­χούν εξω­καλ­λι­τε­χνι­κοί παρά­γο­ντες; Μια ανα­δρο­μή σε ιδε­ο­λο­γι­κά και κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κά δεδο­μέ­να που δια­μόρ­φω­σαν συν­θή­κες, ανά­γκες και επι­λο­γές δια­φω­τί­ζει για τα προ­βλή­μα­τα της σημε­ρι­νής κατάστασης.

Από το βάρος του ακα­δη­μαϊ­σμού και τις «υψη­λές» εθνι­κο­oα­πε­λευ­θε­ρω­τι­κές  και επα­να­στα­τι­κές ιδέ­ες του ρομα­ντι­σμού, που επι­κρα­τού­σαν στο ιδε­ο­λο­γι­κό  προ­σκή­νιο στο  τέλος του 19ου αιώ­να, οι αισθη­τι­κές αξί­ες που εικα­στι­κοί καλ­λι­τέ­χνες και φιλό­σο­φοι είχαν θεσπί­σει με τα έργα και τα κεί­με­νά τους σαν πρό­τυ­πα, ανα­τρά­πη­καν ουσια­στι­κά με την είσο­δο του 20ου αιώ­να εκ θεμε­λί­ων. Αρχι­κά με το πρό­σχη­μα της απο­μυ­θο­ποί­η­σης και της άρνη­σης, που απε­λευ­θέ­ρω­νε τους δημιουρ­γούς από τα αισθη­τι­κά δεσμά του “ευρω­παϊ­κού” παρελ­θό­ντος και μετέ­πει­τα από την επι­τα­γή μιας νέας δημιουρ­γι­κής “μυθο­λο­γί­ας”. Επι­τα­γή που διαρ­κεί εν δυνά­μει μέχρι σήμε­ρα παρά τις ποι­κί­λες και πολ­λα­πλές ανα­κο­πές της από απο­λυ­ταρ­χι­κά καθε­στώ­τα και οικο­νο­μι­κο­πο­λι­τι­κές συγκρού­σεις και κρίσεις.

ΕΡΓΟ TOY ΠΕΤΡΟΥ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ, ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ 1950-1974, ΑΘΗΝΑ

ΕΡΓΟ TOY ΠΕΤΡΟΥ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ, ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ 1950–1974, ΑΘΗΝΑ

Στα 110 και πλέ­ον χρό­νια της σύγ­χρο­νης τέχνης, δεν έχει γίνει κτή­μα των ανθρω­πί­νων συνει­δή­σε­ων, η νέα οπτι­κή, η αξία και η εκφρα­στι­κή αμε­σό­τη­τα και δύνα­μη της τέχνης αυτής. Επι­κα­λού­νται το ακα­τα­νό­η­το, το παρά­λο­γο, ενί­ο­τε το πρό­χει­ρο, το άσχη­μο, την φαι­νο­με­νι­κή εγκε­φα­λι­κό­τη­τα και ψυχρό­τη­τα των σύγ­χρο­νων έργων. Επι­κα­λού­νται – και όχι αβά­σι­μα – τις οικο­νο­μι­κές, κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κές και πολι­τι­στι­κές κατα­στά­σεις, που εμπο­δί­ζουν ή δια­στρε­βλώ­νουν την αισθη­τι­κή παι­δεία των πολι­τών της κατα­να­λω­τι­κής κοι­νω­νί­ας, με απο­τέ­λε­σμα να απο­ξε­νώ­νε­ται ο εν δυνά­μει δέκτης, ο άνθρω­πος του αιώ­να μας δηλα­δή, από τα καλ­λι­τε­χνι­κά έργα της επο­χής του. Ολέ­θρια αντί­φα­ση, για­τί κάθε ζωντα­νή τέχνη εκφρά­ζει κύρια το πνεύ­μα, τις επι­διώ­ξεις,  τα ορά­μα­τα και τους προ­σα­να­το­λι­σμούς της επο­χής της.

Είναι άλλω­στε παρα­δε­κτό ότι οι καλ­λι­τέ­χνες μεγα­λουρ­γούν όταν προσ­διο­ρί­ζουν στο έργο τους προ­φη­τι­κά ή και παρα­κο­λου­θη­μα­τι­κά το πνεύ­μα της επο­χής τους. Πώς όμως μπο­ρεί ένας καλ­λι­τέ­χνης να δημιουρ­γή­σει σημα­ντι­κά έργα σε μια επο­χή που σαν κοι­νω­νι­κό σύνο­λο αδια­φο­ρεί για την επα­φή και την πνευ­μα­τι­κή οικειο­ποί­η­ση του έργου που παρά­γει ο καλ­λι­τέ­χνης; Εννοώ ο καλ­λι­τέ­χνης που δεν αντι­γρά­φει φόρ­μες και συντα­γές του παρελ­θό­ντος η του επι­κρα­τού­ντος «μάρ­κε­τινγκ», αλλά ανα­πλά­θει με τη δημιουρ­γι­κή φαντα­σία του τον εξω­τε­ρι­κό και εσω­τε­ρι­κό κόσμο, χαρά­ζει με τόλ­μη και πρω­το­τυ­πία νέες εκφρα­στι­κές μεθό­δους και προ­σε­πε­ξευ­ρί­σκει οπτι­κές δια­τυ­πώ­σεις που προ­ξε­νούν αισθη­τι­κή συγκίνηση .

 

Άρα­γε σε όλη αυτή τη νεφε­λώ­δη κατά­στα­ση, που διαρ­κεί τόσο πολύ, και που οι πιθα­νές βελ­τιώ­σεις και συνο­δοι­πο­ρί­ες καλ­λι­τέ­χνη και κοι­νού ή ουσια­στι­κό­τε­ρα καλ­λι­τέ­χνη και λαού, αφού πρώ­τι­στα η τέχνη είναι κοι­νω­νι­κό πνευ­μα­τι­κό αγα­θό, συνέ­βη­σαν σε κάποιες χρο­νι­κές στιγ­μές, αλλά δεν απέ­δω­σαν σε βάθος και διάρ­κεια, ποια είναι η θέση και ίσως η ευθύ­νη του σύγ­χρο­νου καλλιτέχνη;

 ΕΚΘΕΣΗ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ, MIGRARTION, ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ, MIGRARTION, ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ

Σε μια μακραί­ω­νη ιστο­ρι­κή πορεία, που η μαγι­κή — εξορ­κι­στι­κή — θρη­σκευ­τι­κή ανά­γκη της τέχνης έδω­σε τη θέση της στη σχέ­ση: κρά­τος — εκκλη­σία — παραγ­γε­λία — εργα­στή­ριο με μαθη­τές και βοη­θούς ‑προσ­διο­ρι­σμέ­νο θέμα — έργο, η είσο­δος του 20ου αιώ­να άλλα­ξε ριζι­κά την εξε­λι­κτι­κή πορεία των σχέ­σε­ων αυτών. Η δε είσο­δος του 21ου αιώ­να παγί­ω­σε μεν την ισχύ των χορη­γών, των συλ­λε­κτών, των επι­με­λη­τών και των θεω­ρη­τι­κών τέχνης, αλλά ο μοχλός της αλλα­γής στη­ρί­χθη­κε στη βιω­μέ­νη από τους σύγ­χρο­νους καλ­λι­τέ­χνες ανε­ξαρ­τη­σία. Όμως, αυτή η ανε­ξαρ­τη­σία του καλ­λι­τέ­χνη, από τις παρα­δο­σια­κές δομές και κανό­νες δημιουρ­γί­ας, οδή­γη­σε μέσα από αντι­στρό­φως ανά­λο­γες δια­δι­κα­σί­ες σε μια μεγα­λύ­τε­ρη απο­ξέ­νω­ση του καλ­λι­τέ­χνη. Μόνος και κλει­σμέ­νος στο προ­σω­πι­κό του κέλυ­φος συν­θέ­τει έργα, που απευ­θύ­νο­νται ουσια­στι­κά στον εαυ­τό του. Αλλά και όταν μετέ­χει ενερ­γά σε μορ­φές τέχνης που απαι­τούν την συμ­με­το­χή άλλων καλ­λι­τε­χνών ή και του κοι­νού, όπως π.χ. εικα­στι­κές παρα­στά­σεις (performance), εικα­στι­κά περι­βάλ­λο­ντα, δια­μορ­φώ­σεις χώρων κ.α., δύσκο­λα απο­βάλ­λει τον χαρα­κτη­ρι­σμό του περι­θω­ρια­κού. Δρα στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μετα­ξύ λίγων και ορι­σμέ­νων, ενός προ­σω­πι­κού κοι­νού που έχει ελά­χι­στη σχέ­ση με το μεγά­λο κοι­νω­νι­κό σύνο­λο.  Η ανε­ξαρ­τη­σία τον οδή­γη­σε μεν σε μια δια­δι­κα­σία έμπνευ­σης και παρα­γω­γής έργων που εφευ­ρί­σκει ο ίδιος, αλλά δυστυ­χώς δεν πέτυ­χε να τον απαλ­λά­ξει από τους μεσά­ζο­ντες (εμπό­ρους τέχνης, γκα­λε­ρί­στες, μάνα­τζερς, χρη­μα­το­δό­τες, γρα­φειο­κρά­τες, δημό­σιες σχέ­σεις), ούτε βέβαια από τους καθο­δη­γη­τές τάσε­ων και αισθη­τι­κών ιδε­ών, που στις μέρες μας δεν είναι πλέ­ον οι δημιουρ­γοί, αλλά κύρια οι τεχνο­κρί­τες, οι σύγ­χρο­νοι θεω­ρη­τι­κοί και οι δήθεν «πεφω­τι­σμέ­νοι» γκα­λε­ρί­στες, διευ­θυ­ντές μου­σεί­ων, επι­με­λη­τές διε­θνών εκθέ­σε­ων, οι οποί­οι καθο­ρί­ζουν την τέχνη του σήμε­ρα με τις αμφι­λε­γό­με­νες αλλά ισχυ­ρές επι­λο­γές τους,  παρά την παγκό­σμια οικο­νο­μι­κή κρί­ση στον νέο αιώ­να που δια­νύ­ου­με. ‘Ετσι ο καλ­λι­τέ­χνης που υπε­ρα­σπί­ζε­ται την ανε­ξαρ­τη­σία του από το σύστη­μα, την ελεύ­θε­ρη έκφρα­σή του, την ανέν­δο­τη πορεία του για τη δημιουρ­γία σημα­ντι­κής τέχνης, δεν έχει καν πεδία επι­λο­γής. Μόνος απο­φα­σί­ζει την παρα­γω­γή έργων που πολ­λές φορές τα απο­θη­κεύ­ει, αφού κανέ­νας δεν τα παράγ­γει­λε, κανέ­νας σχε­δόν δεν τα βλέ­πει και κανέ­νας από τους δια­κι­νη­τές έργων τέχνης δεν ενδια­φέ­ρε­ται γι’ αυτά. Υπάρ­χουν τόσοι άλλω­στε που είναι πρό­θυ­μοι να ικα­νο­ποι­ή­σουν το κάθε τι που επι­τάσ­σουν η μόδα και το μάρκετινγκ.

ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΝΣΕΛΜ ΚΙΦΕΡ

ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΝΣΕΛΜ ΚΙΦΕΡ

Λογι­κά αυτή η καλ­λι­τε­χνι­κή ανε­ξαρ­τη­σία θα έπρε­πε να ευο­δώ­σει και την δημιουρ­γία ζωγρα­φι­κών έργων σύμ­φω­να με τις δομι­κές και αισθη­τι­κές αρχές της ζωγρα­φι­κής. Όμως αυτή η ανε­ξαρ­τη­σία εκτός ελα­χί­στων εξαι­ρέ­σε­ων, μας οδή­γη­σε μέσα από σχε­δόν αντι­στρό­φως ανά­λο­γες δια­δι­κα­σί­ες στην προ­τει­νό­με­νη εκμη­δέ­νι­ση της ζωγρα­φι­κής και κατ’ ανα­λο­γί­αν της γλυ­πτι­κής, της χαρα­κτι­κής κι άλλων εικα­στι­κών εκφρα­στι­κών μορ­φών  άμε­σης έκφρα­σης από την “εικο­νι­κή” τεχνο­λο­γι­κή επέ­λα­ση. Το τέλος του 20ουαιώ­να αυτές οι δια­πι­στώ­σεις τέθη­καν σε τρο­χιά επα­λή­θευ­σης. Κορε­σμέ­νο και ανια­ρό, μέσα σε μια αντιαι­σθη­τι­κή σκο­το­δί­νη, ενός ανερ­μά­τι­στου πλέ­ον «μετα­μο­ντέρ­νου» φορ­μα­λι­σμού, παρέ­δω­σε την τεχνι­κά παγκο­σμιο­ποι­η­μέ­νη κοι­νω­νία των αρχών του 21ου και την πολ­λα­πλή καλ­λι­τε­χνι­κή έκφρα­ση της στην μεγα­λο­δυ­να­μία της τεχνο­λο­γί­ας που συντο­νί­ζουν και στη­ρί­ζουν οι πολυ­ε­θνι­κές εταιρείες.

Η καλ­λι­τε­χνι­κή οντό­τη­τα του εικα­στι­κού δημιουρ­γού, αλλά και κάθε καλ­λι­τέ­χνη, έχει ουσια­στι­κά καλυ­φθεί από την πλη­θώ­ρα της προ­σποί­η­σης, της μίμη­σης και των συμ­φε­ρό­ντων που έχουν τα διε­θνή αλλά και εθνι­κά ή κρα­τι­κά δίκτυα προ­ώ­θη­σης της τέχνης, στη­ρι­ζό­με­να και καλύ­πτο­ντας τις απαι­τή­σεις και ελλεί­ψεις τους και όχι στην ανα­ζή­τη­ση της αλη­θι­νής έκφρα­σης που είναι άρρη­κτα σμι­λε­μέ­νη με τον ανθρω­πι­σμό, που αντι­προ­σω­πεύ­ει η γνή­σια καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουργία.

Μήπως όμως αισιό­δο­ξα δεχό­με­νοι το αύριο μπο­ρού­με να δού­με στοι­χεία ανα­γέν­νη­σης και ζωτι­κό­τη­τας; Μήπως οι καθο­ρι­στι­κές αξί­ες της τέχνης είναι υπαρ­κτές έστω και υπό διωγ­μό; ‘Οσοι ακό­μη θέτουν ερω­τή­μα­τα και αμύ­νο­νται ενά­ντια στη μόδα, τον κατα­να­λω­τι­σμό και την ιδε­ο­λο­γι­κή έρη­μο του παρό­ντος, που τεί­νει στην ισο­πέ­δω­ση των κρι­τη­ρί­ων και την παθη­τι­κή απο­δο­χή των αισθη­τι­κών κατα­σκευα­στι­κών εφέ, ίσως γνω­ρί­ζουν τις απα­ντή­σεις και διαι­σθά­νο­νται τις πιθα­νές διεξόδους.

ΕΡΓΟ TOY ΠΑΜΠΛΟ ΠΙΚΑΣΣΟ

ΕΡΓΟ TOY ΠΑΜΠΛΟ ΠΙΚΑΣΣΟ

Δια­πι­στώ­νου­με λοι­πόν ότι στο πρα­κτι­κό επί­πε­δο, όχι μόνο η θέση του καλ­λι­τέ­χνη δεν έχει σχέ­ση με την φημο­λο­γού­με­νη ανε­ξαρ­τη­σία, αλλά ότι η προ­σχώ­ρη­σή του σε εξω­καλ­λι­τε­χνι­κά κυκλώ­μα­τα και φορείς ( εξαι­τί­ας βέβαια της βιο­τι­κής ανά­γκης αλλά και των αντι­πνευ­μα­τι­κών παρα­γό­ντων που κυριαρ­χούν στην αγο­ρά ) οδη­γούν σε πιθα­νή εξα­φά­νι­ση την εικα­στι­κή έκφρα­ση. Κάτι που επι­τεί­νε­ται στις μέρες μας από την ολέ­θρια διε­θνή καπι­τα­λι­στι­κή κρί­ση – οικο­νο­μι­κή και πολι­τι­κή – που επι­βα­ρύ­νει σε βάθος την ψυχο­λο­γία τόσο των καλ­λι­τε­χνών, όσο και του κοι­νού και ελα­χι­στο­ποιεί τις δυνα­τό­τη­τες ανε­ξάρ­τη­της εικα­στι­κής ανά­πτυ­ξης. Θα μπο­ρού­σα­με να παρο­μοιά­σου­με τον σύγ­χρο­νο καλ­λι­τέ­χνη σαν σχοι­νο­βά­τη που επι­χει­ρεί τα πιο περί­ερ­γα και επι­κίν­δυ­να κόλ­πα. Οι άκρες του σχοι­νιού είναι αόρα­τες, αλλά αυτός προ­χω­ρεί με άλμα­τα και ταλα­ντώ­σεις. Αν τύχει (και πολ­λές φορές τυχαί­νει) να συντρι­βεί στο έδα­φος κανείς σχε­δόν δεν τον λυπά­ται… Ισως οι δια­πι­στώ­σεις αυτές φαί­νο­νται υπερ­βο­λι­κές. Κι όμως στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ο σύγ­χρο­νος άνθρω­πος ελά­χι­στα συγκι­νεί­ται από την τέχνη της επο­χής του ή του­λά­χι­στον από την τέχνη που του επι­βάλ­λουν τα media και οι έμπο­ροι, σαν τέχνη της επο­χής του. Η σύγ­χυ­ση και η προ­σποί­η­ση καλύ­πτουν ένα μεγά­λο φάσμα των ανα­ζη­τή­σε­ων του αιώ­να και παρά την πράγ­μα­τι μεγα­λύ­τε­ρη διά­δο­ση των έργων τέχνης, μέσω χαρα­κτι­κών και άλλων ανα­πα­ρα­γω­γι­κών μεθό­δων και στην προ­σέγ­γι­ση του καθη­με­ρι­νού ανθρώ­που με την Pop Art, τη Video Art, τα multimedia, αλλά και τη δυνα­τό­τη­τα επι­κοι­νω­νί­ας της mail-art, της electronic και  computer a rt,  η τέχνη δεν βιώ­νε­ται σαν ανθρώ­πι­νη ανά­γκη και πνευ­μα­τι­κό αγα­θό. Σχε­δόν πάντα μένει στο επί­πε­δο της δια­κό­σμη­σης ή της επέν­δυ­σης σε κάτι ακα­τα­νό­η­το μεν, αλλά που κάποιοι «επαί­ο­ντες» δίνουν μεγά­λη αξία. Υπάρ­χει μεγά­λη διέ­ξο­δος ανα­φο­ρι­κά και σχε­τι­κά με όλα αυτά; Oι πιθα­νές διέ­ξο­δοι και απα­ντή­σεις θα έρθουν μόνο από τους ίδιους τους γνή­σιους καλ­λι­τέ­χνες, που επι­μέ­νουν να εκφρά­ζουν την ψυχή και τις ιδέ­ες τους παρά τις αντι­ξο­ό­τη­τες. Υπάρ­χουν περί­ο­δοι που η συλ­λο­γι­κή δρά­ση καλ­λι­τε­χνών συσπει­ρω­μέ­νων ιδε­ο­λο­γι­κά ενά­ντια σε φασι­στι­κά, ρατσι­στι­κά και κατα­πιε­στι­κά καθε­στώ­τα έχει δώσει πολύ­τι­μα απο­τε­λέ­σμα­τα.  Αν η ανε­ξαρ­τη­σία του καλ­λι­τέ­χνη κρά­τη­σε όσο οι καλ­λι­τέ­χνες ήταν ενά­ντιοι στο κατε­στη­μέ­νο της παρά­δο­σης, η διά­σω­ση του καλ­λι­τέ­χνη στο μέλ­λον θα επι­τευ­χθεί μόνο, εάν ο καλ­λι­τέ­χνης συνει­δη­το­ποι­ή­σει ότι η απο­ξέ­νω­σή του από το κοι­νό και την ανθρώ­πι­νη ψυχή σημαί­νει παρα­δο­χή του «ανώ­φε­λου» της τέχνης και την προ­τει­νό­με­νη και μεθο­δευ­μέ­νη από τους παρά­γο­ντες του πνευ­μα­τι­κού σκο­τα­δι­σμού αντι­κα­τά­στα­σή της, από τα τεχνο­λο­γι­κά ευρή­μα­τα και εφέ, που ήδη κυριαρ­χούν και σαν επι­κοι­νω­νια­κά όπλα μπο­ρούν να επη­ρε­ά­σουν προ­πα­γαν­δι­στι­κά ή κατα­σταλ­τι­κά με παγκό­σμια εμβέλεια.

ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΝΤΟΝΥ ΤΑΠΙΕΣ

ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΝΤΟΝΥ ΤΑΠΙΕΣ

Ο σημε­ρι­νός άνθρω­πος ανα­ζη­τά την ταυ­τό­τη­τά του μέσα στο παγκό­σμιο χωριό, που παρό­λο τον άκαμ­πτο φιλε­λευ­θε­ρι­σμό, του υπό­σχε­ται άνε­ση και επι­κοι­νω­νία. Ο χρη­μα­τι­στη­ρια­κό ς νεο­πλου­τι­σμός και η τεχνο­λο­γι­κή υπερ­δύ­να­μη καλ­πά­ζουν με συστη­μα­τι­κές μεθό­δους επιρ­ρο­ής και επι­βο­λής. Ο καλ­λι­τέ­χνης, με το βιω­μα­τι­κό  έργο του και την αισθη­τι­κή έρευ­να και κατά­θε­ση του, έχει την ικα­νό­τη­τα να ανθί­στα­ται στην αλλο­τρί­ω­ση, την ισο­πέ­δω­ση και την αναι­σθη­σία. Ζει και εκφρά­ζει μια συνε­χή επα­νά­στα­ση, που μπο­ρεί να τον κρα­τά σε εννοιο­λο­γι­κή  και αισθη­τι­κή εγρήγορση.

Μοχλός ανά­δει­ξης της εκφρα­στι­κής δύνα­μης και της κοι­νω­νι­κής αξί­ας του  έργου του είναι αναμ­φί­βο­λα το συμ­με­το­χι­κό του στίγ­μα στους συλ­λο­γι­κούς αγώ­νες για παι­δεία, εργα­σία, δικαιο­σύ­νη και ανθρω­πι­σμό. Ο συνει­δη­το­ποι­η­μέ­νος καλ­λι­τέ­χνης δεν θα εκπλα­γεί από τις ανα­πό­φευ­κτες ιστο­ρι­κές εκπλή­ξεις και τις αισθη­τι­κές αλλα­γές και μεταλλαγές.

__________________________________________________________________________________________________________

Κώστας Ευαγγελάτος Ζωγράφος, Λογοτέχνης, θεωρητικός της τέχνης. Γεννήθηκε στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ζωγραφική και αισθητική θεωρία της σύγχρονης τέχνης στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης (University The New School). Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και την Κεφαλονιά. Εκθέτει έργα του στην Ελλάδα και το εξωτερικό.


Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο