Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Ο Ζέρβας έναν ήχο αγαπούσε: της λίρας, κι ένα βρόντο σκιαζόταν: της κουμπούρας» — Η Συμφωνία της Πλάκας στις 29 Φλεβάρη 1944

Γρά­φει ο Οικο­δό­μος //

Στις 29 Φλε­βά­ρη του 1944, σ’ ένα πετρό­κτι­στο δωμά­τιο που παλιά λει­τουρ­γού­σε ως τελω­νείο, δίπλα στο ξακου­στό πετρο­γέ­φυ­ρο της Πλά­κας, υπο­γρά­φτη­κε από τις οργα­νώ­σεις ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ ΚΑΙ ΕΚΚΑ, τη Συμ­μα­χι­κή Στρα­τιω­τι­κή Απο­στο­λή (Άγγλοι) και την Ελλη­νι­κή Στρα­τιω­τι­κή Διοί­κη­ση Καΐ­ρου, πρω­τό­κολ­λο που έμει­νε στην ιστο­ρία ως η Συμ­φω­νία της Πλά­κας – Μυρόφυλλου.

Η συμ­φω­νία προ­έ­βλε­πε την μετα­ξύ τους παύ­ση των εχθρο­πρα­ξιών και την κοι­νή δρά­ση κατά των Γερ­μα­νών κατα­κτη­τών της χώρας από τον ΕΛΑΣ και τον ΕΔΕΣ. Οι δια­πραγ­μα­τεύ­σεις μετα­ξύ ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ είχαν ξεκι­νή­σει μερι­κές μέρες πριν τη συμ­φω­νία της Πλά­κας, στο χωριό Μυρό­φυλ­λο του νομού Τρι­κά­λων και είχαν φτά­σει σε αδιέ­ξο­δο, αφού όλες οι προ­τά­σεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ για δημιουρ­γία ενιαί­ου στρα­τού, χαρα­κτη­ρί­ζο­νταν ως προ­σπά­θειες επι­βο­λής της κυριαρ­χί­ας του ένα­ντι των άλλων οργα­νώ­σε­ων και απορ­ρί­πτο­νταν από ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ. Η συμ­φω­νία της Πλά­κας υπο­γρά­φτη­κε κάτω από την πίε­ση της αγγλι­κής διπλω­μα­τί­ας, που ουσια­στι­κά διέ­σω­ζε τον ΕΔΕΣ από τη δια­φαι­νό­με­νη διά­λυ­σή του από τις δυνά­μεις του ΕΛΑΣ και περιό­ρι­ζε, επι­χει­ρώ­ντας να υπο­βαθ­μί­σει, τη δρά­ση του Λαϊ­κού Στρα­τού που ως ο αυθε­ντι­κός εκφρα­στής της αντί­στα­σης απέ­να­ντι στους γερ­μα­νούς κατα­χτη­τές, κέρ­δι­ζε την εκτί­μη­ση και την απο­δο­χή από ολο­έ­να και μεγα­λύ­τε­ρα τμή­μα­τα του Ηπει­ρώ­τι­κου λαού.

Ο Άρης Βελου­χιώ­της ήταν αντί­θε­τος στη συμ­φω­νία. Θέση και θέλη­ση του πρω­το­κα­πε­τά­νιου του ΕΛΑΣ ήταν η διά­λυ­ση του ΕΔΕΣ που όχι μόνο αντί­στα­ση δεν πρό­βα­λε στον κατα­χτη­τή, αλλά διευ­κό­λυ­νε ή και συνερ­γά­στη­κε ανοι­χτά με τους Γερ­μα­νούς. Ο πρω­το­κα­πε­τά­νιος του ΕΛΑΣ ήθε­λε να απο­τι­νά­ξει από τις «πλά­τες» του αγώ­να το βαρί­δι του Ζέρ­βα και του επι­τε­λεί­ου του, που λει­τουρ­γού­σε δια­σπα­στι­κά  και παρε­μπό­δι­ζε την οργα­νω­μέ­νη αντί­στα­ση του λαού, με τερά­στιο κόστος σε ανθρώ­πι­νες ζωές και άλλες απώλειες.

Με την ευκαι­ρία της σημε­ρι­νής επε­τεί­ου των 72 χρό­νων από τη συμ­φω­νία της Πλά­κας, μετα­φέ­ρου­με στο δια­δί­κτυο δυο ντο­κου­μέ­ντα. Το πρω­τό­κολ­λο που υπο­γρά­φτη­κε μετα­ξύ των αντι­προ­σώ­πων στην Πλά­κα και μαρ­τυ­ρία του ΕΛΑ­Σί­τη ποι­η­τή Γιώρ­γου Κοτζιούλα.

Σχε­τι­κά με το πρω­τό­κολ­λο (δηλα­δή την υπο­γρα­φό­με­νη συμ­φω­νία) θα πρέ­πει να σημειώ­σου­με ότι την βρή­κα­με ήδη στο δια­δί­κτυο, όμως με δια­φο­ρές και παρα­λεί­ψεις, χωρίς να ανα­φέ­ρε­ται η πηγή προ­έ­λευ­σής της. Τη μετα­φέ­ρου­με από το βιβλίο του στρα­τη­γού του ΕΛΑΣ Στέ­φα­νου Σαρά­φη (λεπτο­μέ­ρειες παρακάτω).

metonarhΟ Ηπει­ρώ­της (γεν. Πλα­τα­νού­σα Ιωαν­νί­νων) ποι­η­τής, συγ­γρα­φέ­ας, κρι­τι­κός και μετα­φρα­στής Γιώρ­γος Κοτζιού­λας, από το 1943 που εντά­χτη­κε στον ΕΛΑΣ, βρέ­θη­κε στο πλευ­ρό του Άρη Βελου­χιώ­τη και συμ­με­τεί­χε ο ίδιος ως πρω­τα­γω­νι­στής ή αυτό­πτης μάρ­τυ­ρας σε σημα­ντι­κά γεγο­νό­τα της Αντί­στα­σης που έλα­βαν χώρα σε Ήπει­ρο και Θεσ­σα­λία. Το κεί­με­νο που παρα­θέ­του­με στη συνέ­χεια είναι απο­σπά­σμα­τα από το βιβλίο του ΟΤΑΝ ΗΜΟΥΝ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΗ (ανα­μνή­σεις και μαρ­τυ­ρί­ες) που πρω­το­εκ­δό­θη­κε το 1965 και ξανα­κυ­κλο­φό­ρη­σε πριν λίγους μήνες (2015) σε νέα συμπλη­ρω­μέ­νη-ολο­κλη­ρω­μέ­νη έκδο­ση από τον οίκο Δρό­μων (δεί­τε περισ­σό­τε­ρα εδώ), και συγκε­κρι­μέ­να από το κεφά­λαιο «Η συμ­φω­νία της Πλάκας».

Τα γρα­φό­με­να του Γ. Κοτζιού­λα εκτός από την κατα­γρα­φή του γεγο­νό­τος, μας μετα­φέ­ρουν στο κλί­μα και την περιρ­ρέ­ου­σα ατμό­σφαι­ρα εκεί­νων των ημε­ρών. Βλέ­που­με ότι η βού­λη­ση του πρω­το­κα­πε­τά­νιου του ΕΛΑΣ Άρη Βελου­χιώ­τη «να ξεμπερ­δεύ­ου­με μια κι έξω με τον Ζέρ­βα και τον ΕΔΕΣ» ήταν και η κοι­νή λαχτά­ρα των ανταρ­τών. Επί­σης, είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κή η στά­ση (λει­τούρ­γη­σε ως «πυρο­σβέ­στης») του πάντα «διαλ­λα­κτι­κού» και διπλω­μά­τη πάτερ-Ανυ­πό­μο­νου, που ο Άρης πάντα άκου­γε τις συμ­βου­λές του και εμπι­στευό­ταν συχνά την κρί­ση του. Τέλος, με το περι­στα­τι­κό της δολο­φο­νί­ας του νεα­ρού ΕΛΑ­Σί­τη, ο ανα­γνώ­στης παίρ­νει μια γεύ­ση και του κλί­μα­τος που δεν ήταν δυνα­τό να απο­τρέ­ψει η συμ­φω­νία της Πλάκας.

Οι παρα­πο­μπές στο τέλος είναι από το βιβλίο. Τα  σκί­τσα είναι του Δημή­τρη Μεγα­λί­δη, από το “Λεύ­κω­μα του Αγώ­να”, συν­δια­μορ­φω­τής του οποί­ου υπήρ­ξε ο Γιώρ­γος Κοτζιού­λας με τα κεί­με­νά του. Εμείς τα πήρα­με από το βιβλίο του Γ. Κοτζιού­λα. Η δική μας «παρέμ­βα­ση» στο πρω­τό­τυ­πο κεί­με­νο εξα­ντλεί­ται με την επι­λο­γή των απο­σπα­σμά­των και την προ­σθή­κη τίτλων.

***

Η υπο­γρα­φή της συμφωνίας

Μπάμπης Κλάρας (Σκίτσο: Δημ. Μεγαλίδης)

Μπά­μπης Κλά­ρας
(Σκί­τσο: Δημ. Μεγαλίδης)

(…) Δικοί μας αντι­πρό­σω­ποι πέρα­σαν τότε ο στρα­τη­γός Σαρά­φης κι απ’ τους πολι­τι­κούς ο Ρού­σος, με το ψευ­δώ­νυ­μο τότε Νικόλας.[1] Γραμ­μα­τέ­ας της αντι­προ­σω­πεί­ας μας ήταν ο Μπά­μπης Κλάρας.

― Δεν ξέρω αν σου είπα, μου λέει μια μέρα ο Άρης. Έχω κι εγώ έναν αδερ­φό κομ­βο­λό­γιο… πρό­σθε­σε γελώ­ντας. Εννο­ού­σε το Μπά­μπη, που τον γνώ­ρι­σα στο φιλό­ξε­νο σπί­τι του κυρ Μιχαλάκη,[2] που μετα­βάλ­λο­νταν σε χάνι τέτιες περιστάσεις.

(…)Στο ίδιο σπί­τι γνω­ρί­στη­κα και με τους αντι­προ­σώ­πους της ΕΚΚΑ, τον έπει­τα υπουρ­γό Καρτάλη,[3] κι έναν ταγ­μα­τάρ­χη Δού­κα [4] στ’ όνο­μά του. Οι Αγγλοι φρό­ντι­ζαν, ακό­μα και σε αντάρ­τι­κες συσκέ­ψεις, να εξα­σφα­λί­ζουν με τον τρό­πο τους την πλειο­ψη­φία. Τους ήταν αρκε­τό για την ώρα, αφού δε μπο­ρού­σαν ακό­μα να μας διαλύσουν.

Με τη συμ­φω­νία της Πλά­κας έμπαι­νε τέρ­μα στις εχθρο­πρα­ξί­ες (που είχαν στα­μα­τή­σει άλλω­στε από πριν), επι­στρέ­φο­νταν οι αιχ­μά­λω­τοι, οι όμη­ροι κι από τις δυο μεριές, καθο­ρί­ζο­νταν η δικαιο­δο­σία των αντάρ­τι­κων οργα­νώ­σε­ων, επι­τρέ­πο­νταν να μπαί­νει η μια στην περιο­χή της άλλης αν εξα­να­γκά­ζο­νταν από ενέρ­γειες του εχθρού κι άλλα τέτια.

Ο καθέ­νας όμως κατα­λά­βαι­νε πως αυτά ήταν μπα­λώ­μα­τα κι όχι κάτι το ορι­στι­κό. Η συμ­φω­νία έγι­νε με την επέμ­βα­ση των Αγγλων για να σωθεί ο Ζέρ­βας, να δια­τη­ρη­θεί ο μισθο­φό­ρος τους. Κοντά στις άλλες τους οργα­νώ­σεις που ενί­σχυαν φανε­ρά ή κρυ­φά, μες στην Ελλά­δα και στο εξω­τε­ρι­κό, γι’ αντι­πε­ρι­σπα­σμό απο­κλει­στι­κά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, τους χρειά­ζο­νταν και οργα­νώ­σεις «του βου­νού». Γι’ αυτό λοι­πόν κου­βα­λού­σαν τον Καρ­τά­λη με τον άλλον από τα βου­νά της Δωρί­δας στις όχθες του Αράχθου.

Η συνά­ντη­ση έγι­νε σ’ έναν μικρό μαχα­λά, δώθε απ’ το γεφύ­ρι, ανα­το­λι­κά του ποτα­μού. [5] Ήρθε κει κι ο Ζέρ­βας με κάμπο­ση φρουρά. (…)

Πέτρος Ρούσος (Σκίτσο: Δημ. Μεγαλίδης)

Πέτρος Ρού­σος
(Σκί­τσο: Δημ. Μεγαλίδης)

― Μα για­τί δεν ήρθε ο Αρης; ρώτη­σε με αθω­ό­τη­τα μικρού παι­διού. Εγώ τον περί­με­να. «Δε μπο­ρεί, θάρ­θει», έλε­γα μέσα μου. Ομο­λο­γώ πως η προ-αίσθη­σή μου με γέλα­σε αυτή τη φορά. Εμέ­να δεν πρέ­πει να με παρε­ξη­γεί, όπως κι εγώ δεν παρε­ξη­γώ εκεί­νον. Αν αλλά­ζου­με λόγια καμιά φορά, ξέρεις τί φταί­ει; Είναι το σκα­ρί μας τέτιο. Έχου­με αψύ αίμα, κι εγώ κι εκεί­νος. Αλλά κατά βάθος συνεν­νο­ού­μα­στε, νιώ­θου­με ο ένας τον άλλον. Γι’ αυτό έπρε­πε νάρ­θει. Μ’ αυτόν θα τα σιά­ζα­με μια χαρά, όπως πέρ­σι εδώ παρα­πά­νω, στ’ Αγνα­ντα, δεν ήσουν εσύ. Ενώ μ’ ετού­τους τους δογ­μα­τι­κούς σας…» έκα­με έναν μορ­φα­σμό δυσα­ρέ­σκειας, προ­σέ­χο­ντας όμως να μην τον καταλάβουν.

Έτσι του γού­στα­ρε του Ζέρ­βα να μιλή­σει. Μήπως θα του ζητού­σε κανείς λογα­ρια­σμό για στα­θε­ρό­τη­τα, συνέ­πεια αρχών; Σήμε­ρα τάλε­γε έτσι, αύριο τα γύρι­ζε αλλιώς.

Αλλά η φρο­ντί­δα του να μαθαί­νει για τον Αρη, να τον ψυχο­λο­γεί και να τον κολα­κεύ­ει μέσω του αδερ­φού του, δεί­χνει πάντα την ακοί­μη­τη ανη­συ­χία του, τον αιώ­νιο του φόβο. [6] Τί σκέ­φτε­ται ο Αρης; Μήπως πρό­κει­ται να τον χτυ­πή­σει; Το ποτά­μι σε λίγον και­ρό θα περ­νιέ­ται. Το Στρα­τη­γείο Μέσης Ανα­το­λής είναι τόσο μακριά…

Σαράφης, Καρτάλης, Ζέρβας στην Πλάκα Πηγή φωτογραφίας: Θαν. Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ»

Σαρά­φης, Καρ­τά­λης, Ζέρ­βας στην Πλά­κα
Πηγή φωτο­γρα­φί­ας: Θαν. Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ»

Πρω­τό­κολ­λο της Συμ­φω­νί­ας της Πλάκας *

Προς απε­ρί­σπα­στον κατα­πο­λέ­μη­σιν των κατα­κτη­τών και των οργά­νων του, δημιουρ­γί­αν όρων διευ­κο­λυ­νό­ντων την προ­σπά­θειαν ενο­ποι­ή­σε­ως του ανταρ­τι­κού στρα­τού της Ελλά­δος δια την απε­λευ­θέ­ρω­σιν της χώρας και την κατο­χύ­ρω­σιν των λαϊ­κών ελευ­θε­ριών, οι κάτω­θι υπο­γε­γραμ­μέ­νοι εντε­ταλ­μέ­νοι εκπρό­σω­ποι εις τας δια­πραγ­μα­τεύ­σεις δια την ελλη­νι­κήν ενό­τη­τα αποφασίζουν:

1) Δέχο­νται την πρό­τα­σιν του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ περί τελειω­τι­κής κατα­παύ­σε­ως των εχθρο­πρα­ξιών μετα­ξύ των δυνά­με­ων ΕΛΑΣ — ΕΔΕΣ.
2) Τα τμή­μα­τα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ θα παρα­μεί­νουν εις τας σήμε­ρον κατε­χο­μέ­νας θέσεις των.
3) Αι Οργα­νώ­σεις ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ ανα­λαμ­βά­νουν την υπο­χρέ­ω­σιν να δρά­σουν δι’ όλων των δυνά­με­ών των ενα­ντί­ον των κατα­κτη­τών και των συνερ­γα­ζο­μέ­νων με αυτούς, είτε αυτο­τε­λώς εκά­στη εν τη περιο­χή της, είτε από κοι­νού κατό­πιν προη­γου­μέ­νης συνεννοήσεως.
4) Δια την καλυ­τέ­ραν αντι­με­τώ­πι­σιν του κατα­κτη­τού αι ανώ­τε­ραι διοι­κή­σεις των εν Ηπεί­ρω δυνά­με­ων των δύο οργα­νώ­σε­ων ΕΑΜ και ΕΔΕΣ θέλουν το ταχύ­τε­ρον εκπο­νή­σει κοι­νόν σχέ­διον ενερ­γεί­ας επι­θε­τι­κής ή αμυ­ντι­κής, καθο­ρί­ζον και τον τρό­πον ενδε­χο­μέ­νου ελιγ­μού των μονά­δων εκά­στης οργα­νώ­σε­ως υφι­στα­μέ­νης πίε­σιν του εχθρού εις την περιο­χήν της ετέ­ρας, εφ’ όσον τού­το επι­βάλ­λε­ται υπό λόγων στρα­τιω­τι­κής ανάγκης.
5) Εάν τμή­μα­τα μιας οργα­νώ­σε­ως απο­συρ­θούν εκ θέσε­ων τινών λόγω εισβο­λής των Γερ­μα­νών ή των συμπρατ­τό­ντων με αυτούς, ταύ­τα θέλου­σιν επα­νέλ­θη εις τας θέσεις των άμα τη εκδιώ­ξει ή απο­χω­ρή­σει τούτων.
6) Μικτή στρα­τιω­τι­κή επι­τρο­πή εξ αντι­προ­σώ­πων του ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ και ενδε­χο­μέ­νως της ΕΚΚΑ, θέλει επο­πτεύ­ει την τήρη­σιν της παρού­σης συμ­φω­νί­ας και λύει τας τυχόν ανα­φυο­μέ­νας διαφοράς.
7) Η Συμ­μα­χι­κή στρα­τιω­τι­κή απο­στο­λή παρα­κα­λεί­ται να μερι­μνή­ση όπως το Στρα­τη­γεί­ον Μέσης Ανα­το­λής εξα­σφα­λί­ση τον ισό­τι­μον εφο­δια­σμόν των εν Ηπεί­ρω δυνά­με­ων των δυο οργα­νώ­σε­ων, ανα­λό­γως των πραγ­μα­τι­κών ανα­γκών του πολέμου.
8) Εκφρά­ζε­ται η πανελ­λή­νιος ευχή όπως οι παθό­ντες, τόσον εκ της εισβο­λής των Γερ­μα­νών, όσον και εκ της συγκρού­σε­ως των οργα­νώ­σε­ων, τύχουν της αμε­ρί­στου ενι­σχύ­σε­ως όλων των Οργα­νώ­σε­ων. Ιδιαι­τέ­ρως παρα­κα­λεί­ται το συμ­μα­χι­κόν στρα­τη­γεί­ον όπως έλθη εις άμε­σον επι­κου­ρί­αν προς αυτούς.
9) Από της υπο­γρα­φής του παρό­ντος αφί­ε­νται ελεύ­θε­ροι όλοι οι αμοι­βαί­ως κρα­τού­με­νοι ως αιχ­μά­λω­τοι ή όμη­ροι δια λόγους πολι­τι­κών δια­φο­ρών, διευ­κο­λυ­νό­με­νοι να μετα­βούν εις τον τόπον της προ­τι­μή­σε­ώς των. Εξαι­ρού­νται οι βαρυ­νό­με­νοι με πρά­ξεις εθνι­κής προ­δο­σί­ας ή βαρεί­ας πρά­ξεις κοι­νού δικαίου. 
10) Η ισχύς του παρό­ντος άρχε­ται αμέσως.

Πλά­κα, 29 Φεβρουα­ρί­ου 1944

Αντι­προ­σω­πεία ΕΑΜ-ΕΛΑΣ: Σ. Σαρά­φης, Π. Ρούσος
Αντι­προ­σω­πεία ΕΔΕΣ: Π. Νικο­λό­που­λος, Κ. Πυρομάγλου
Αντι­προ­σω­πεία ΕΚΚΑ: Γ. Καρτάλης
Σ.Σ.Α. (Συμ­μα­χι­κή Στρα­τιω­τι­κή Απο­στο­λή): Κρις, συνταγ­μα­τάρ­χης βρε­τα­νι­κού στρα­τού, Ουάινς, ταγ­μα­τάρ­χης Ηνω­μέ­νων Πολι­τειών Αμερικής.
Αντι­προ­σω­πεία Ελλη­νι­κής στρα­τιω­τι­κής διοι­κή­σε­ως Καΐ­ρου: Κρις, συνταγ­μα­τάρ­χης βρε­τα­νι­κού στρατού

* Ανα­δη­μο­σιεύ­ε­ται από το βιβλίο του Στ. Σαρά­φη «Ο ΕΛΑΣ», Πολι­τι­κές και Λογο­τε­χνι­κές Εκδό­σεις, 1958, σελ. 294–295

«ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ, τόμος πρώ­τος», εκδ. Σύγ­χρο­νη Επο­χή, Αθή­να 1981

«Ο Άρης απ’ την άλλη μεριά έστε­κε χολιασμένος»

Στέφανος Σαράφης (Σκίτσο: Δημ. Μεγαλίδης)

Στέ­φα­νος Σαρά­φης
(Σκί­τσο: Δημ. Μεγαλίδης)

Ο Άρης απ’ την άλλη μεριά έστε­κε χολια­σμέ­νος. Η συμ­φω­νία της Πλά­κας, κάθε συμ­φω­νία με τον εχθρό, ήταν γι’ αυτόν η χει­ρό­τε­ρη λύση. Τέτια ημί­με­τρα κι ανα­βο­λές του έδι­ναν στα νεύ­ρα. Ο Ζέρ­βας, τον ήξε­ρε αυτός, έναν ήχο αγα­πού­σε: της λίρας ‑κι ένα βρό­ντο σκια­ζό­ταν: της κου­μπού­ρας. Από διπλω­μα­τί­ες και πρω­τό­κολ­λα δεν έπαιρ­νε χαμπέρι.

Έτσι, έβλε­πε την απο­στο­λή των δικών μας σα μια ματαιο­πο­νία. Τώρα τον είχαν παρα­με­ρί­σει τον ίδιον, αλλά θάρ­χο­νταν και­ρός να τον χρεια­στούν και πάλι. Ο Ζέρ­βας προ­σπα­θού­σε να κερ­δί­σει και­ρό. Κι οι δικοί μας χασο­με­ρού­σαν μαζί του. Αχ, αφέ­λεια επαναστατών!

Ο Αρης τέτιες ώρες δεν έμοια­ζε καθό­λου με Οδυσ­σέα, όπως μου είχε φανεί αρχι­κά. Ήταν ίδιος ο μηνί­ων Αχιλ­λεύς, ο φιλό­τι­μος πολε­μι­στής, που όταν δεν τον προ­τί­μη­σαν οι δικοί του απο­σύρ­θη­κε στο τσα­ντή­ρι του και καθό­ταν εκεί πει­σμω­μέ­νος, καρ­τε­ρώ­ντας να μετα­νιώ­σουν οι μεγά­λοι για το φέρ­σι­μό τους και να τον ξανα­ζη­τή­σουν παρακαλεστικά.

Αυτό εννο­εί­ται δεν ήταν και τόσο φανε­ρό. Αλλά εμείς που ζού­σα­με κοντά του το νιώ­θα­με. Ακό­μα κι οι Μαυ­ρο­ο­κού­φη­δες βρί­σκο­νταν σε αναταραχή.

― Έ, τι γίνε­ται, θα τα σιά­ξου­με! λέγαν οι αντάρ­τες ειρωνικά.

― Να ιδού­με όμως τι θα ειπεί κι ο αρχη­γός, μουρ­μού­ρι­ζε μου­τρω­μέ­νος ο πιστός Ντούλας.

Γι’ αυτούς υπέρ­τα­τη θέλη­ση ήταν ο λόγος του Αρη. Σ’ αυτόν πίστευαν τυφλά, τον είχαν για θεό τους. Αν η συμ­φω­νία της Πλά­κας δεν εγκρί­νο­νταν κι από τον ίδιον, ήταν ένα χαρ­τί άχρη­στο γι’ αυτούς, ας είχε όσες ήθε­λε υπογραφές.

Η στά­ση του πάτερ-Ανυπόμονου

Αρχιμανδρίτης Γερμανός Δημάκος (Ο πάτερ-Ανυπόμονος) Σκίτσο: Δημ. Μεγαλίδης

Αρχι­μαν­δρί­της Γερ­μα­νός Δημά­κος
(Ο πάτερ-Ανυ­πό­μο­νος)
Σκί­τσο: Δημ. Μεγαλίδης

Ο πάτερ Ανυ­πό­μο­νος βρι­σκό­ταν κι αυτός σε συγκί­νη­ση εκεί­νες τις μέρες. Με την ανά­γκη που έχει κάθε άνθρω­πος να εκφρά­ζε­ται σ’ έναν άλλον, ερχό­ταν και μ’ έβρι­σκε συχνά. Ήθε­λε να μου εξο­μο­λο­γη­θεί, να ξαλα­φρώ­σει απ’ τα βαριά μυστι­κά που του εμπι­στευό­ταν ο αρχηγός.

― Δεν του αρέ­σουν αυτές οι δου­λιές, δεν ξέρω κι εγώ πως τα κατα­φέρ­νουν. Τη μια χτύ­πα το Ζέρ­βα, την άλλη άστον. Τον πάμε ως τον Άρα­χθο, μας φτά­νει ως τον Αχε­λώο, αυτή η δου­λιά γίνε­ται από πέρ­σι. Δεν αφή­νουν να τελειώ­σου­με μια για πάντα. Οι αντάρ­τες μας είχαν ανε­βεί στο Ξερο­βού­νι. Σε δυο τρεις μέρες θα τον είχαν πιά­σει ή θα πηδού­σε στη θάλασ­σα. Οι αντάρ­τες του όλο και ξέκο­βαν στο δρό­μο. Στο τέλος θάμε­νε με το επιτελείο…

Τ’ όνει­ρο του Αρη ήταν πάντα να πιά­σει το Ζέρ­βα. Αυτή η σύγκρου­ση έπαιρ­νε πια χαρα­κτή­ρα μονο­μα­χί­ας, προ­σω­πι­κής διαπάλης.

Και συνέ­χι­ζε ο πάτερ Ανυπόμονος:

― Του αρχη­γού τούρ­χο­νται κάτι ιδέ­ες, που να στα πω! Να, λέει να τα πετά­ξει, να κάμει πέρα. Όσοι θέλουν, ας τον ακο­λου­θή­σουν. Δε μπο­ρεί αυτός νάχει τα χέρια του δεμέ­να. Αλλά εγώ του ζήτη­σα συγνώ­μην, τον παρα­κά­λε­σα να μ’ ακού­σει. «Θα σ’ ακο­λου­θή­σω όπου πας», του λέω, «αλλά δεν είναι σωστό. Πρέ­πει να πει­θαρ­χή­σου­με. Η ανυ­πα­κοή θα παρε­ξη­γη­θεί. Τότε είναι που θα δώσου­με όπλα σ’ εχθρούς και φίλους. Κοί­τα­ξε, θα ειπούν, τέτιος είναι ο Αρης, καπε­τάν ένας. Θέλει να γίνε­ται το δικό του, κι άμα δε γίνε­ται, παίρ­νει τα βουνά…».

Το συμπέ­ρα­σμα ήταν το εξής:

― Τον συμ­βού­λε­ψα να μην κάμει τίπο­τε στην έξα­ψή του. Το καλύ­τε­ρο είναι να πιά­σει μια άκρη και να περι­μέ­νει. Ας βγά­λει το σκού­φο του, ας αλλά­ξει κι όνο­μα, άμα θέλει. Τον στέλ­νω και στο μονα­στή­ρι για δόκι­μο, του είπα (χωρά­τευε ο πάτερ Ανυ­πό­μο­νος). Ας τα κανο­νί­σουν οι άλλοι χωρίς ν’ ανα­κα­τευ­τεί ο ίδιος. Στο τέλος, άμα έχει δίκιο, θα δικαιω­θεί. Δεν πρό­κει­ται για την ιστο­ρία, αλλά για τους αντάρ­τες, για όλους εμάς…

Έτσι απλά, ήρε­μα έβα­νε τα ζητή­μα­τα ο αντάρ­της καλό­γε­ρος, γεν­νη­μέ­νος διπλω­μά­της. Και φαί­νε­ται πως επη­ρέ­α­σε πάλι τον Αρη κατα­πραϋ­ντι­κά. Η ανταρ­σία του, κατα­πνιγ­μέ­νη τότε, θ’ αργού­σε να εκδη­λω­θεί, να ξεσπά­σει φανε­ρά. [7]

Πηγή φωτογραφίας: Θαν. Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ»

Πηγή φωτο­γρα­φί­ας: Θαν. Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ»

«Κατά το τέλος της συνε­δρί­α­σης ακού­στη­καν κανο­νιές. Οι Γερ­μα­νοί είχαν κινη­θεί από την Άρτα με πεζι­κό, πυρο­βο­λι­κό και άρμα­τα μάχης για να χτυ­πή­σουν τα τμή­μα­τα του ΕΛΑΣ στην περιο­χή Κάτω Καλε­ντί­νη. Επι­σπεύ­στη­κε η σύντα­ξη των πρα­κτι­κών. Το από­γευ­μα υπο­γρά­φη­κε το Πρω­τό­κολ­λο, που έμει­νε γνω­στό με το όνο­μα «Συμ­φω­νία της Πλάκας».

Το κεί­με­νο της Συμ­φω­νί­ας έχει δημο­σιευ­τεί πολ­λές φορές. Ο στρα­τη­γός Σαρά­φης το παρα­θέ­τει στο βιβλίο του Ό ΕΛΑΣ, σελ. 294. Αν όμως το ίδιο το κεί­με­νο δεν παρου­σιά­ζει ξεχω­ρι­στό ενδια­φέ­ρον, η σημα­σία της Συμ­φω­νί­ας είναι πολύ μεγά­λη: Στο Βου­νό έμε­νε μια ανοι­χτή πλη­γή που άνοι­γε δρό­μο για παγί­δες και βρα­χυ­κυ­κλώ­μα­τα, απα­ραί­τη­τα για τα αγγλι­κά σχέ­δια κυριαρ­χί­ας στην Ελλάδα.»

Θανά­ση Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ» (μέρος τρί­το), εκδ. ΔΩΡΙΚΟΣ (γ΄ έκδο­ση), Αθή­να 1983

Η δολο­φο­νία του νεα­ρού ΕΛΑ­Σί­τη και ο Άρης

Η συμ­φω­νία υπο­γρά­φη­κε, η αντι­προ­σω­πεία έφυ­γε. Πέρα­σαν απ’ το Βουρ­γα­ρέ­λι χωρίς να πολυ­στα­μα­τή­σουν. Και όλα πήραν τη νέα τους πορεία. Στο μετα­ξύ δεν έλει­παν και τα επει­σό­δια με τους χωριάτες.

Ο Βρετανός συνταγματάρχης Κρις, εκπρόσωπος της Συμμαχικής Στρατιωτικής Αποστολής (Πηγή φωτογραφίας: Θαν. Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ»)

Ο Βρε­τα­νός συνταγ­μα­τάρ­χης Κρις, εκπρό­σω­πος της Συμ­μα­χι­κής Στρα­τιω­τι­κής Απο­στο­λής (Πηγή φωτο­γρα­φί­ας: Θαν. Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ»)

Μια μέρα κάποιος αντάρ­της πήγε να κάμει έρευ­να σ’ ένα μικρο­μα­χα­λά του Βουρ­γα­ρε­λιού, σ’ ένα δυο σπί­τια. Είχε καταγ­γελ­θεί πως έκρυ­βαν όπλα. Κι αυτό απα­γο­ρευό­ταν αυστη­ρά. Τι τάθε­λαν τα ντου­φέ­κια οι πολί­τες; Την ασφά­λεια την είχαν με το παρα­πά­νω απ’ τους αντάρ­τες — κανέ­νας δεν τολ­μού­σε να τους πει­ρά­ξει στο παρα­μι­κρό. Αμα θέλαν να πολε­μή­σουν τον εχθρό, μπο­ρού­σαν να κατα­τα­χτούν στ’ αντάρ­τι­κο. Πάντως, αν κρα­τού­σαν όπλα κρυ­φά, μόνο ζημιά μπο­ρού­σαν να κάμουν.

Πραγ­μα­τι­κά, ο νοι­κο­κύ­ρης του σπι­τιού με τον αδερ­φό του, μόλις φάνη­κε ο αντάρ­της να πλη­σιά­ζει, παρα­φύ­λα­ξαν οπλι­σμέ­νοι και του ρίξαν. Έπε­σε κάτω νεκρός κι αυτοί κρύ­φτη­καν στο λόγγο.

Μόλις το έμα­θε ο Αρης, πήγε να σκά­σει. Να γίνει αυτό στην έδρα του, μπρο­στά του, δεν το συχω­ρού­σε ποτέ. Ο σκο­τω­μός του αντάρ­τη του φάνη­κε σαν πλήγ­μα ατομικό.

Θυμά­μαι ακό­μα τη φτω­χι­κή κηδεία που έγι­νε στο νεκρο­τα­φείο του Βουρ­γα­ρε­λιού. Ο αντάρ­της ήταν νεα­ρός, με λιγο­στά γενά­κια, με μια πρά­σι­νη μαντύα, ιτα­λι­κιά. Στο κού­τε­λό του είχε μια τρύ­πα. Κι από κει κατέ­βαι­νε στο μάγου­λο μια κόκι­νη αυλα­κιά. Τον είχαν απά­νω σε αμπλά­νι­στα σανί­δια, ούτε κάσα ούτε κορ­δέ­λες. Κι έβρε­χε για καλά, όπως άλλω­στε όλον εκεί­νον τον καιρό.

Το εκκλη­σά­κι μέσα δε χωρού­σε πολ­λούς. Εκεί ψέλ­νο­νταν η νεκρώ­σι­μη ακο­λου­θία. Εμείς οι άλλοι στέ­κα­με απέ­ξω, ορθοί. Μας έδερ­νε το γαζέ­πι απο­πά­νω, τα ρού­χα μας είχαν μου­σκέ­ψει, αλλά περι­μέ­να­με να τελειώ­σει. Το αισθα­νό­μα­σταν σαν υπο­χρέ­ω­ση προς το σκο­τω­μέ­νο συνα­γω­νι­στή. Έπει­τα, δεν ήμα­σταν μόνοι μας. Μαζί μας ήταν κι ο Αρης.

Ναι, ο ίδιος ο Αρης είχε αφή­σει εκεί­νη την ώρα γρα­φεία και χαρ­τιά κι όλα του για νάρ­θει σ’ αυτή την κηδεία. Ήταν άρα­γε από­λυ­τη ανά­γκη; Μπο­ρού­σε βέβαια να λεί­ψει, αφού τόσοι αντάρ­τες συνό­δευαν κι εδώ το νεκρό σύντρο­φό τους. Μα ήθε­λε να δώσει το παρά­δειγ­μα, να δεί­ξει πόσο συμπά­σχει με τον τελευ­ταίο του στρα­τιώ­τη. Εκεί­νος ο φτω­χο­ντυ­μέ­νος ανταρ­τά­κος με τ’ αξού­ρι­στο πρό­σω­πο και την τρύ­πα στο κού­τε­λο ήταν ένα σύμ­βο­λο, με τον τρό­πο κιό­λας που έπε­σε, θύμα του καθή­κο­ντος. Αν και κηδευό­ταν μακριά απ’ το σπί­τι του, δίχως νεκρο­στο­λί­σμα­τα μάνας ούτε μοι­ρο­λό­για δικών, όμως ένας Αρης ολό­κλη­ρος βρε­χό­ταν για χάρη του ορθός.

Τόβλε­παν όλοι αυτό και ζήλευαν, μπο­ρείς να πεις, το σκοτωμένο.

Η δολο­φο­νία του αντάρ­τη κόντε­ψε ν’ αφα­νί­σει εκεί­νον το μαχαλά.

Ο Αρης έβα­λε διο­ρία στους δρά­στες να παρου­σια­στούν. Μα επει­δή εκεί­νοι εξα­κο­λου­θού­σαν να κρύ­βο­νται, απο­φά­σι­σε να λάβει δρα­στι­κό­τε­ρα μέτρα. Έδω­σε εντο­λή να πιά­σουν τις οικο­γέ­νειές τους. Έπει­τα σκέ­φτη­κε να κάμει κάτι χει­ρό­τε­ρο. Αμα τόμα­θα έφρι­ξα κι εγώ.

Πηγή φωτογραφίας: Θαν. Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ»

Πηγή φωτο­γρα­φί­ας: Θαν. Χατζή: «Η ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ»

― Θα τους περ­νού­σε δια στό­μα­τος μαχαί­ρας. Κι όχι μόνο τους δικούς των, μα όλο το συγ­γε­νο­λόι, κάθε σερ­νι­κό από δώδε­κα χρό­νων κι απά­νω. Ήταν έτοι­μος ο Τζα­βέ­λας να φύγει. Δεν ξέρω πως όμως, το έμα­θε ο συνταγ­μα­τάρ­χης. Ζήτη­σε εξη­γή­σεις, άλλα­ξαν λόγια, τσα­κώ­θη­καν. Στο τέλος ο Παπα­στα­μα­τιά­δης απεί­λη­σε παραί­τη­ση. Έτσι ο Αρης καλ­μά­ρη­σε και δεν έγι­νε το κακό…

Δεν ξέρω αν μου το δια­τύ­πω­σαν υπερ­βο­λι­κά, αλλά η μαρ­τυ­ρία είναι του κύκλου του. Ούτε ζητάω σήμε­ρα να την εξακριβώσω.

Μα αυτό είναι απάν­θρω­πο! θα ξεφω­νί­σουν μερι­κοί. Αυτός ήταν Ηρώ­δης, να σφά­ζει τους ανθρώ­πους σαν αρνιά. Όχι, κύριοι ανθρω­πι­στές! Οι αντάρ­τες μας, τα παι­δε­μέ­να παι­διά, δεν ήταν κοτό­που­λα να τα σκο­τώ­νει απλή­ρω­τα ο ένας κι ο άλλος. Αν δε φύλα­γε ο Άρης το στρα­τό του με δρα­κό­ντεια μέτρα, κάθε πρωί θα βρί­σκα­με δίπλα μας σφαγ­μέ­νους. Όσο κι αν μας αγα­πού­σε ο λαός στην πλειο­νό­τη­τά του, δεν έλει­παν από που­θε­νά οι σπι­γού­νοι κι οι διώ­χτες μας, οι άνθρω­ποι του Ζέρβα.(…)

[1] Πέτρος Ρού­σος: ηγε­τι­κό στέ­λε­χος του ΚΚΕ.
[2] Πρό­κει­ται για τον Μιχα­ήλ Παπα­δό­που­λο από το Βουρ­γα­ρέ­λι Άρτας.
[3] Ο Γεώρ­γιος Καρ­τά­λης ήταν πολι­τι­κός με σημα­ντι­κή παρου­σία στη μετα­πο­λε­μι­κή ζωή της χώρας. Κατά τη διάρ­κεια της Κατο­χής ήταν ηγε­τι­κό στέ­λε­χος της ΕΚΚΑ.
[4] Ο Στέ­φα­νος Δού­κας ήταν στέ­λε­χος του 5/42 Συντάγ­μα­τος Ευζώνων.
[5] Πρό­κει­ται φυσι­κά για το περί­φη­μο μονό­το­ξο γεφύ­ρι της Πλά­κας Ραφτα­ναί­ων, το οποίο για 150 χρό­νια περί­που συνέ­δεε τις δυο όχθες του Αρά­χθου. Κατέρ­ρευ­σε κατά τη διάρ­κεια ακραί­ων και­ρι­κών φαι­νο­μέ­νων το Φεβρουά­ριο του 2015.
[6] Ο φόβος του Ζέρ­βα για τις προ­θέ­σεις του Άρη ήταν έντο­νος σε όλη αυτή την περίοδο.
[7] Ανα­φο­ρά στη στά­ση του Άρη μετά τη συμ­φω­νία της Βάρκιζας.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο