Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο… «κόντρα ρόλος» της Μαρίας Καραπιπέρη και 4 ποιήματα

Στη ζωή υπάρ­χουν ποι­η­τές που δεν έβγα­λαν ούτε ένα βιβλίο· υπάρ­χουν και κάποιοι που όσα βιβλία και να βγά­λουν δεν θα γίνουν ποτέ ποι­η­τές. Η Μαρία Καρα­πι­πέ­ρη είναι από τους ανθρώ­πους που εκφρά­ζουν τη σκέ­ψη, τα συναι­σθή­μα­τα και τα όνει­ρά τους με ποι­η­τι­κό τρό­πο. Άρα δεν θα μπο­ρού­σε να απο­τε­λεί εξαί­ρε­ση ο λόγος της. Το 2014 συμ­με­τεί­χε στον πανελ­λή­νιο δια­γω­νι­σμό ποί­η­σης των Εκδό­σε­ων Εντύ­ποις Εκδόσεις/Μωραϊτης. Ανά­με­σα σε 500 περί­που συμ­με­το­χές το ποί­η­μά της «κόντρα ρόλος» απέ­σπα­σε το Γ’ βρα­βείο. Το «Ατέ­χνως» εύχε­ται στην ―και― «δική του» Μαρία, να συνε­χί­σει να εμπνέ­ε­ται και να εκφρά­ζε­ται με το ίδιο πάθος και σύντο­μα να δού­με ποι­ή­μα­τά της σε βιβλίο. Ο λόγος ανή­κει στη Μαρία:

MK7AΓεν­νή­θη­κα και μένω στον Πει­ραιά. Είμαι εμπο­ρο­ϋ­πάλ­λη­λος και μέλος του Δ.Σ. του Συλ­λό­γου Εμπο­ρο­ϋ­παλ­λή­λων της Αθή­νας. Δεν έχω εκδώ­σει ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή. Η σχέ­ση μου με την ποί­η­ση χάνε­ται βαθιά στα περα­σμέ­να, και ελπί­ζω να με συντρο­φεύ­ει ως τους σει­σμούς που μέλ­λο­νται να ‘ρθουν. Πολύ πρό­σφα­τα ασχο­λή­θη­κα και με την συγ­γρα­φή σενα­ρί­ου κι έγρα­ψα τα σενά­ρια για δύο δια­δρα­στι­κές παρα­στά­σεις. Της παρά­στα­σης για τα 70 χρό­νια από την επέ­τειο του Μπλό­κου της Κοκ­κι­νιάς (βασι­σμέ­νο στην ιστο­ρι­κή μπρο­σού­ρα του ΚΚΕ του 1944) που παρου­σιά­στη­κε τον Σεπτέμ­βριο του 2014 στο Κηπο­θέ­α­τρο της Νίκαιας. Και της παρά­στα­σης για τα 96 χρό­νια Ιστο­ρί­ας του ΚΚΕ που βασί­στη­κε σε ντο­κου­μέ­ντα του ΕΑΜ και του ΔΣΕ από το αρχείο Χ. Φλω­ρά­κης και παρου­σιά­στη­κε στον Πει­ραιά το Νοέμ­βρη του 2014. Επί­σης παρου­σιά­ζω την μου­σι­κή εκπο­μπή ”Γειά σου περή­φα­νη κι αθά­να­τη εργα­τιά” στο δια­δι­κτυα­κό ραδιό­φω­νο του Π.Α.ΜΕ., από τον Νοέμ­βρη του 2013.

Το σημεί­ω­μα της συντα­κτι­κής ομά­δας του ΑΤΕΧΝΩΣ (”Είσαι ο και… λέγε­σαι”) ενσω­μα­τώ­νει και το δικό μου σώμα σε ότι αγα­πά­με και θα αγα­πή­σου­με στην τέχνη. Είτε δημιουρ­γώ­ντας είτε συμπά­σχο­ντας με παλιούς και νέους τεχνίτες.

Λευ­κό Κελί

Στο περι­θώ­ριο, εκεί
που γρά­φο­νται οι παραπομπές
με γράμ­μα­τα μικρά
γρα­φής συμπυκνωμένης

Μια γραμ­μα­το­σει­ρά ζωής θαρρείς
ληγ­μέ­νης, εγγε­γραμ­μέ­νης μεν

Ζωής αβί­ω­της, κατακερματισμένης
Απέ­φυ­γε η οδύ­νη να διέλθει
την θλί­ψη να διαδεχτεί

Άλλο δε μένει της ζωής
να επι­κα­λε­στεί τον πόνο
χτύ­πη­μα να της δώσει
προμελετημένο.
Αίμα να τρέ­ξει απ’ την πληγή
και το λευ­κό κελί να γκρεμιστεί

Ζωή ξημέ­ρω­σε,
μα η χαραυ­γή απούσα
λογί­ζε­ται ο πόνος αυταπάτη.
Μόνη δικαί­ω­ση απομένει
η κραυ­γή του τρόμου

Όμως κανείς δεν θα τρομάξει

*****

Χθες

Παρα­δο­ξο­λο­γία είναι η κοσμοσυρροή
να σε απομονώνει
Να απαι­τείς την εκω­φα­ντι­κή σιωπή
ανά­με­σα στη βοή
Αφό­ρη­τη προ­σπά­θεια ν’ ακούσεις
τους παλ­μούς της καρ­διάς σου

Κρυ­ψώ­να μυστι­κή η ομίχλη
την πόθη­σα βαθιά
σαν νύχτα που ήθε­λε να μείνει
αξημέρωτη…να μη χαθεί

Διά­στι­κτοι αστέ­ρες σπί­λω­ναν τον ουρανό
κι εγώ τον ήθε­λα κενό.
Μόνη φυγή η θάλασ­σα, καθρέφτης
της ματιάς, κενή στο μαύρο
Για να μη νιώ­θω μόνη μέσα στη κοσμοσυρροή
Μια τεχνι­κή που βοη­θά για να ξεχνάς…

Και πως μπο­ρείς, αφού ακούς
βήμα­τα που σε ακολουθούν
μα δε γυρ­νάς να δεις
όχι από φόβο μήπως είναι εχθρός
αλλά ίσως να είναι αυτός
που θα μιλή­σει και θα σπάσει
τη σιω­πή που λαχταρώ.

Ομί­χλη, κατα­φύ­γιο, κίτρι­να φώτα
σαν σκη­νι­κό του Θίασου.
Υγρα­σία, φέρ­νει κρύο, αχνι­στά δάκρυα
σκού­ρα από το μακι­γιάζ και αλμυρά.
Σαν θάλασσα.
Είμαι ζωντανή.
Έφυ­γε το πλοίο που νοσταλγώ
σαν φάντα­σμα το ακολουθώ

Θα αφε­θώ στο πέπλο της
νυχτε­ρι­νής ομίχλης
ευχό­με­νη να μεί­νω σκεπασμένη
κρυμ­μέ­νη νοερώς
για­τί δεν γίνε­ται αλλιώς.

*****

Ως μη γενόμενο

Είμαι βεβαία
Αν ξετυ­λί­ξεις το κουβάρι
θ’ απλω­θεί το νήμα.
Όταν θα προσπαθήσεις
να το μαζέψεις
θα είναι ατό­φιο αλλά
όχι στρογ­γυ­λό σαν πρώτα

«λίθον, ον απε­δο­κί­μα­σαν οι οικοδομούντες,
ούτος εγεν­νή­θη εις κεφα­λήν γωνίας»

Αν δώσεις σάρ­κα και οστά
στο λίθο τον βλέπεις.
Όταν του δώσεις και ονοματεπώνυμο
νομί­ζεις πως βρί­σκεις τεχνική
να ξετυ­λί­γεις και να μαζεύεις
Ατέρ­μο­νη κοπια­στι­κή προσπάθεια
Χέρια γεμά­τα χαρακιές

«ο ίδιος λίθος γίνε­ται ακρογωνιαίος»

Δεν ήταν νήμα, ήταν σχοινί
μάτω­σες τις παλάμες.
Δένεις την άκρη να μην ξετυ­λι­χτεί ξανά

«λίθον, ον απε­δο­κί­μα­σαν οι οικοδομούντες,
ούτος εγεν­νή­θη εις κεφα­λήν γωνίας»

Δεν ήταν δέσιμο
είναι θηλιά
«ο ίδιος λίθος γίνε­ται ακρογωνιαίος»
στη­ρί­ζει άλλο οικοδόμημα…
Σαθρό ήταν το δικό σου…
Κι εσύ απέρ­ρι­ψες την κεφα­λήν γωνίας…

*****

σου μοιά­ζω;

Στου έρω­τα τη μαγική
κι ατέρ­μο­νη εφηβεία
μες του ποτέ τη λύπη
σεργιανάω.…

Τ’ αγριε­μέ­να κύμα­τα κοιτάζω
κι ανα­ρω­τιέ­μαι: Θάλασσα!
Σου μοιάζω;

Σε βλέ­πω να χτυ­πιέ­σαι με μανία,
ν’ αφρί­ζεις και να χτυ­πάς τους βράχους,
ν’ απλώ­νε­σαι πίσω κι όταν γυρίζεις,
πιο δυνα­τά να υψώνεσαι
και να σκορ­πάς ψηλά αρμύρα…

Τι μου­σι­κή αιώνια!

Στέ­κο­μαι στα πόδια μου, πατώ γερά,
μπρο­στά σου ‚σε αντι­κρύ­ζω χωρίς φόβο.
Βρέ­ξε με, μού­σκε­ψέ με!

Σε κοι­τώ δε με φοβίζεις
μπο­ρεί να με λυτρώνεις

Τι δυνα­τός μαγνήτης!

Σε πλη­σιά­ζω …λές να χαθώ;
μες το απέ­ρα­ντο γαλάζιο
της καρ­διάς σου;

Ακό­μα κι αν χαθώ θα’ ναι,
ένας θάνα­τος γλυ­κός γεμά­τος πάθος.
θα συνα­ντή­σω το γλυ­κό κορ­μί σου.
θα την γευ­τώ του έρω­τά σου την αρμύρα.…

Μού­σκε­μα είμαι πιά, ήρθα τόσο κοντά…

Μοιά­ζεις με τ’ό­νει­ρό μου!

Θάλασ­σα, ζω! ζω! ζω!
κι ας χαθώ…

*****

κόντρα ρόλος.….

Σε κόντρα ρόλο δοκιμάστηκα
μ’ επιτυχία.
Είπα: Θα ερμη­νεύ­σω με λατρεία,
για­τί τάχα μου σα θέα­τρο δε μοιάζει
κι η ζωή;

Επι­τυ­χία είχε η παρά­στα­ση μεγάλη
και το κοι­νό ενθου­σιώ­δες χειροκροτεί,
σφυ­ρί­ζει και μπιζάρει.
Όρθιοι είναι οι θεα­τές, η αυλαία
ανοι­γο­κλεί­νει μιά, δυό και τρείς φορές

Μα φτά­νει πια ακού­τε θεατές,
δε θέλω θαυμαστές!
Υπάρ­χει ανά­με­σά σας ένας μόνο
ή κανείς;

Σε κάθε υπό­κλι­ση που κάνω
και δακρύ­ζω ‚δε συγκινούμαι
από τα μπρά­βο του κοινού.
Τα δάκρυα που βλέ­πε­τε είν’ απ’ τον πόνο
που δεν κατά­λα­βε κανείς σας
το δικό μου, κόντρα ρόλο…

Μία παρά­στα­ση θέλω να δώσω μόνο,
χωρίς τους προβολείς.
Μες το σκο­τά­δι μόνη μου επί σκηνής
ν’ αφή­σεις το τρυ­φε­ρό σου χάδι
στην άδεια μου καρδιά.
Και σου υπό­σχο­μαι καρδιά
πως δε θα ξανα­παί­ξω κόντρα ρόλο.…

Θα είναι αυτή η παρά­στα­ση μονόπρακτο
και δράμα.
Θ’ απο­δεί­ξω άλλη μια φορά πως ρεπερτορίου
είμαι ηθο­ποιός, μπο­ρώ να ερμη­νεύ­σω όποιον ρόλο.

Μα η αυλαία τού­τη τη φορά
θ’ ανοι­γο­κλεί­νει αέναα μόνο για ‘μένα
χωρίς σφυ­ρίγ­μα­τα, χωρίς χειροκροτήματα
μόνο σα ψίθυ­ρος χαράς.…

Κι όλοι θα πουν πως τελι­κά αυτός
δεν ήταν κόντρα ρόλος
μα της αλή­θειας η οπτική
κι ας με πονά!

Η μου­σι­κή γραμμένη
πάνω σ ‘εμέ­να..
Ένα ταγκό σε πρί­μα βίστα παρτιτούρα
Μεθυ­στι­κό σα θάνατος
με γεύ­ση σαν κρασί…
Ταγκό του πάθους του μοιραίου
με βήμα­τα σαν αίμα­τος ροή…
Ο καβα­λιέ­ρος είναι ο τελευ­ταί­ος εραστής,
κι ο θεα­τής με δέος ν’ απο­ρεί μες το σκοτάδι

Είναι γυμνή επί σκηνής;

Ναι είναι γυμνή , όπως γυμνή στο θάνα­το και στη ζωή!
Μπρο­στά στα πόδια της άλι­κο έχει χρώ­μα σαν ανθοδέσμη,
μα αν κοι­τά­ξεις πιο καλά θα δεις πιο κει ένα μαχαίρι.….
Μόλις το τρά­βη­ξε απ’ το στή­θος της μονάχη.….

Φινά­λε.

Μαρία Καραπιπέρη.…με θάρρος!

Η στή­λη «Νέοι Δημιουρ­γοί» θα φιλο­ξε­νεί μία φορά τη βδο­μά­δα ποι­ή­μα­τα ή διη­γή­μα­τα νέων δημιουρ­γών και όχι μόνο. Προ­ϋ­πό­θε­ση, να μην έχουν δημο­σιευ­τεί σε έντυ­πο ή ηλε­κτρο­νι­κό μέσο και φυσι­κά σε βιβλίο. Από αυτά που εσείς θα μας στέλ­νε­τε ο Λου­κάς Σπή­λιος (ψευ­δώ­νυ­μο ποι­η­τή) θα επι­λέ­γει και θα σας προτείνει.

Φιλο­δο­ξία μας είναι, στις αρχές του 2016 να εκδο­θεί μια συλ­λο­γή ποι­η­μά­των (και αντί­στοι­χη διη­γη­μά­των) που θα ανθο­λο­γη­θούν από αυτά που θα φιλοξενήσουμε.

Μπο­ρεί­τε να στέλ­νε­τε τη συμ­με­το­χή σας, μαζί με ένα μικρό βιο­γρα­φι­κό, στο e‑mail του περιο­δι­κού: [email protected]

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο