Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πέτρος Πικρός  (1894–1956), ένας αγνοημένος συγγραφέας

Γρά­φει ο Γιάν­νης Δ. Μπάρ­τζης //
Δρ Πανε­πι­στη­μί­ου Αθηνών
Πρό­ε­δρος της Εται­ρεί­ας Κοριν­θί­ων Συγγραφέων

 Ο Πέτρος Πικρός  ανή­κει στη χορεία των λησμο­νη­μέ­νων συγ­γρα­φέ­ων, παρά τη σημα­ντι­κή του συμ­βο­λή στη νεο­ελ­λη­νι­κή λογο­τε­χνία, στην παι­δι­κή λογο­τε­χνία και στη δημο­σιο­γρα­φία. Ήταν για χρό­νια ασα­φή και διφο­ρού­με­να τα στοι­χεία της βιο­γρα­φί­ας του, το πραγ­μα­τι­κό του όνο­μα, τα ψευ­δώ­νυ­μά του, η ακρι­βής ηλι­κία του, ενώ έχει χαθεί ή λαν­θά­νει ένα μέρος του έργου του.

pikros1Κατά τη δεκα­ε­τία του ’20 υπήρ­ξε ο εκπρό­σω­πος του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος Ελλά­δας στο χώρο της λογο­τε­χνί­ας, δημιουρ­γός ή βασι­κός συνερ­γά­της των πρώ­των αρι­στε­ρών φιλο­λο­γι­κών περιο­δι­κών και για αρκε­τό χρο­νι­κό διά­στη­μα αρχι­συ­ντά­κτης του Ριζο­σπά­στη. Το 1931, με αφορ­μή ζητή­μα­τα γύρω από την έκδο­ση του περιο­δι­κού Πρω­το­πό­ροι, επήλ­θε ρήξη στις σχέ­σεις του με την ηγε­σία του ΚΚΕ και εκδιώ­χθη­κε συκο­φα­ντού­με­νος από τους κόλ­πους της Αρι­στε­ράς. Κάποιοι μελε­τη­τές ισχυ­ρί­ζο­νται ότι έκτο­τε απο­γοη­τευ­μέ­νος σιώ­πη­σε και έπα­ψε να υπάρ­χει για τη λογο­τε­χνία μας. Αυτό όμως απο­δει­κνύ­ε­ται από διδα­κτο­ρι­κή μελέ­τη που έγι­νε στο ΠΤΔΕ του Πανε­πι­στη­μί­ου Αθη­νών (2002) ότι είναι ή λάθος ή σκό­πι­μη απο­σιώ­πη­ση του έργου του.[1]

Ο Ιωάν­νης Γενα­ρό­που­λος, όπως είναι το πραγ­μα­τι­κό του όνο­μα, προ­ερ­χό­ταν από οικο­γέ­νεια της Πόλης. Γεν­νή­θη­κε εκεί το 1894, αλλά από μικρή ηλι­κία έζη­σε και μορ­φώ­θη­κε στην Ελβε­τία, κοντά σε θείο του που ήταν ανώ­τε­ρος διπλω­μα­τι­κός υπάλ­λη­λος. Μετά από έναν κύκλο ιατρι­κών κυρί­ως σπου­δών σε πανε­πι­στή­μια της Γερ­μα­νί­ας και της Γαλ­λί­ας, έρχε­ται στην Ελλά­δα σε ηλι­κία 24 περί­που ετών.

Άγνω­στο για­τί, επι­λέ­γει αρχι­κά ως τόπο δια­μο­νής του τα Χανιά της Κρή­της. Η παρου­σία του εκεί για ένα διά­στη­μα είκο­σι περί­που μηνών ‑άνοι­ξη του 1919 έως φθι­νό­πω­ρο του 1920- λάν­θα­νε της φιλο­λο­γι­κής έρευ­νας. Το σημα­ντι­κό­τε­ρο όμως είναι ότι αγνο­εί­το έτσι ένα πολύ ενδια­φέ­ρον στοι­χείο της λογο­τε­χνι­κής του πορεί­ας, που είναι η εκκί­νη­σή του από την ποί­η­ση, αφού σε τοπι­κές εφη­με­ρί­δες των Χανί­ων δημο­σί­ευε τακτι­κά ποι­ή­μα­τά του[2] με το ψευ­δώ­νυ­μο Βάρ­δος Πικρός αρχι­κά και Πέτρος Πικρός[3] λίγο αργότερα.

Από το 1920 εμφα­νί­ζε­ται στους αθη­ναϊ­κούς φιλο­λο­γι­κούς κύκλους με μια δυνα­μι­κή, απο­κα­λυ­πτι­κή, τολ­μη­ρή, κοι­νω­νι­κή λογο­τε­χνία, στο ρεύ­μα του νατου­ρα­λι­σμού, με σημα­ντι­κά έργα, όπως η «Τρι­λο­γία των Χαμέ­νων κορ­μιών» (Χαμέ­να κορ­μιά, 1922, Σα θα γίνου­με άνθρω­ποι, 1924, Του­μπε­κί, 1927), Ο άνθρω­πος που έχα­σε τον εαυ­τό του, 1930, Η εταί­ρα που κυβέρ­νη­σε την Ελλά­δα, 1930 κ.ά.

Πρω­το­πό­ρος υπήρ­ξε και στην παι­δι­κή λογο­τε­χνία, όπου εμφα­νί­στη­κε αρχι­κά από τις σελί­δες του περιο­δι­κού Παι­δι­κή Χαρά (1924). Γνω­στά έργα του για παι­διά: Ο πιτσι­ρί­κος και η παρέα του, Ιστο­ρί­ες της Φρο­σού­λας, Από τον κόσμο που φεύ­γει στον κόσμο που έρχε­ται, Μίκυ Μάους και Καρα­γκιό­ζης κ.ά.

Άλλο ένα σημα­ντι­κό εύρη­μα που αγνο­εί­το από τη φιλο­λο­γι­κή έρευ­να, ήταν η μακρά και πλού­σια θητεία του Πέτρου Πικρού στη «λαϊ­κή» λογο­τε­χνία ή στην «παρα­λο­γο­τε­χνία». Τού­το εξη­γεί­ται απ’ το ότι τα σχε­τι­κά κεί­με­νά του δημο­σιεύ­ο­νταν με ψευ­δώ­νυ­μα σε εφη­με­ρί­δες και σε περιο­δι­κά ευρεί­ας κυκλο­φο­ρί­ας, ταυ­τό­χρο­να μάλι­στα με τα άλλα «στρα­τευ­μέ­να» ή φιλο­λο­γι­κά έγκυ­ρα και ιδε­ο­λο­γι­κά φορ­τι­σμέ­να έργα του, που δημο­σί­ευε με την υπο­γρα­φή του σε αρι­στε­ρά και σε φιλο­λο­γι­κά έντυ­πα.[4]

Πολύ γνω­στός ως δημο­σιο­γρά­φος της επο­χής του σε μεγά­λες αθη­ναϊ­κές αστι­κές εφη­με­ρί­δες (Ελεύ­θε­ρος Τύπος, Πατρίς, Ακρό­πο­λις, Βρα­δυ­νή, Αθη­ναϊ­κή, Ελευ­θέ­ρα Γνώ­μη κ.ά.) είχε καθιε­ρώ­σει τα «ζωντα­νά ρεπορ­τάζ», κατά τα οποία, πριν να γρά­ψει μια έρευ­να για τα προ­βλή­μα­τα μιας κοι­νω­νι­κής ή επαγ­γελ­μα­τι­κής ομά­δας, βίω­νε και ο ίδιος ‑μεταμ­φιε­σμέ­νος- την καθη­με­ρι­νή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα των μελών της. Γινό­ταν δάσκα­λος, χασά­πης, οδο­κα­θα­ρι­στής, σερ­βι­τό­ρος, λού­στρος, οικο­δό­μος… μέχρι και δύτης σφουγγαράς!

Μεγά­λες δημο­σιο­γρα­φι­κές του έρευ­νες που άφη­σαν επο­χή ήταν: για τη Ληστεία της Πέτρας (στην Ήπει­ρο το 1926), για τις ελλη­νι­κές φυλα­κές (1926), για το κολα­στή­ριο — λεπρο­κο­μείο της Σπι­να­λό­γκας (1932), για τους Άθλιους των Αθη­νών, για τους σφουγ­γα­ρά­δες του Αιγαί­ου (1938) κ.ά.[5]

Σημα­ντι­κή πρω­το­τυ­πία των άρθρων του στις εφη­με­ρί­δες ήταν ο συν­δυα­σμός της δυνα­μι­κής καταγ­γελ­τι­κής δημο­σιο­γρα­φί­ας με τη λογο­τε­χνι­κή γρα­φή. Έτσι έχουν το χάρι­σμα να δια­βά­ζο­νται μέχρι σήμε­ρα ως ντο­κου­μέ­ντα επο­χής και ως «μυθι­στο­ρή­μα­τα».

Ο Πέτρος Πικρός πέθα­νε στην Αθή­να το 1956. Κύκνειο άσμα του ήταν Η Λαμπη­δό­να του βυθού, ένα ποι­η­τι­κά γραμ­μέ­νο συναρ­πα­στι­κό μυθι­στό­ρη­μα με κεντρι­κό θέμα τους σφουγ­γα­ρά­δες του Αιγαίου.

Ο Πέτρος Πικρός στη φυλακή

Ο Πέτρος Πικρός στη φυλακή

 Ο Πέτρος Πικρός στην εφη­με­ρί­δα Ελεύ­θε­ρος Τύπος και η έρευ­νά του για τις ελλη­νι­κές φυλακές

Η εφη­με­ρί­δα Ελεύ­θε­ρος Τύπος, που ίδρυ­σε ο Ανδρέ­ας Καβα­φά­κης, κυκλο­φο­ρού­σε από τον Αύγου­στο του 1916. Ο Πέτρος Πικρός εμφα­νί­ζε­ται μετα­ξύ των συνερ­γα­τών της το 1926, όταν διευ­θυ­ντής της είναι ο Χρή­στος Α. Καβα­φά­κης, αρχι­συ­ντά­κτης ο Βασί­λης Βεκια­ρέλ­λης και γραμ­μα­τέ­ας συντά­ξε­ως ο Βησ­σα­ρί­ων Σκαλαίος.

Στις σελί­δες του συνή­θι­ζαν τότε να γρά­φουν, ως τακτι­κοί συνερ­γά­τες, γνω­στοί λογο­τέ­χνες, όπως ο Νίκος Πολί­της, ο Κωστής Μπα­στιάς, ο Κώστας Ουρά­νης, η Σοφία Σπα­νού­δη κ.ά., ενώ κατά και­ρούς εμφα­νί­στη­καν με φιλο­λο­γι­κά τους κεί­με­να και κρι­τι­κά σημειώ­μα­τα ο Κώστας Παρο­ρί­της, ο Τέλ­λος Άγρας, ο Κλέ­ων Παρά­σχος και ο Αντώ­νης Πρω­το­πά­τσης, ο οποί­ος συμ­με­τεί­χε σε πολ­λά φύλ­λα με σκί­τσα και προ­σω­πο­γρα­φί­ες. Στην ίδια εφη­με­ρί­δα ο Νίκος Καζαν­τζά­κης παρου­σί­α­σε σε συνέ­χειες τις ταξι­διω­τι­κές εντυ­πώ­σεις του από επι­σκέ­ψεις σε χώρες έξω από την Ελλά­δα, οι οποί­ες αργό­τε­ρα εκδό­θη­καν σε σει­ρά βιβλί­ων με το γενι­κό τίτλο «Ταξι­δεύ­ο­ντας».

Το 1927 παρου­σιά­στη­καν προ­βλή­μα­τα στην εφη­με­ρί­δα, ύστε­ρα από δια­φω­νί­ες των συνι­διο­κτη­τών της,[6] με απο­τέ­λε­σμα το κλεί­σι­μό της στις 27 Μαΐ­ου 1927.

Η πρώ­τη δημο­σί­ευ­ση του Πέτρου Πικρού στον Ελεύ­θε­ρο Τύπο έγι­νε στις 1 Φεβρουα­ρί­ου 1926 και ήταν ένα εύθυ­μο άρθρο του για το γάμο, που τον απο­φεύ­γουν «οι… δει­λοί και οι… νευ­ρι­κοί». Υπο­γρά­φε­ται με το γνω­στό μονό­γραμ­μα «Ω», αλλά δεν υπάρ­χει νέο ενυ­πό­γρα­φο κεί­με­νό του στα φύλ­λα των επό­με­νων πενή­ντα περί­που ημε­ρών. Δε γνω­ρί­ζου­με αν εργα­ζό­ταν και νωρί­τε­ρα εκεί ή αν μετά από τη δημο­σί­ευ­ση αυτή έγρα­φε άρθρα, χωρίς να τα υπο­γρά­φει. Πάντως από τα τέλη Μαρ­τί­ου 1926 εξε­λίσ­σε­ται σε μαχη­τι­κό στέ­λε­χος της εφη­με­ρί­δας και ανα­λαμ­βά­νει μεγά­λες δημο­σιο­γρα­φι­κές έρευ­νες, στις οποί­ες απο­κα­λύ­πτει με παρ­ρη­σία πρό­σω­πα και κατα­στά­σεις, εκθέ­τει με σοβα­ρό­τη­τα και γνώ­ση την άπο­ψή του και υπο­γρά­φει όχι με ψευ­δώ­νυ­μο αλλά με πλή­ρες το καθιε­ρω­μέ­νο ως όνο­μά του: «Πέτρος Πικρός».

Μεγά­λη αίσθη­ση είχε κάνει η έρευ­νά του για τις ελλη­νι­κές φυλα­κές, που την ξεχω­ρί­ζει και ο ίδιος από πολ­λές άλλες πολυ­σέ­λι­δες δημο­σιεύ­σεις του και το 1955 τη συμπε­ρι­λαμ­βά­νει στον κατά­λο­γο με τα σημα­ντι­κό­τε­ρα έργα του, στο τελευ­ταίο του βιβλίο Λαμπη­δό­να του βυθού.

Άρχι­σε να δημο­σιεύ­ε­ται στο φύλ­λο της 25ης Μαρ­τί­ου 1926 και διάρ­κε­σε μέχρι το φύλ­λο της 30ης Μαΐ­ου 1926, συμπλη­ρώ­νο­ντας τριά­ντα συνέχειες.

Το όλο δημο­σί­ευ­μα χαρα­κτη­ρι­ζό­ταν με υπέρ­τι­τλο ως «Μεγά­λη ανθρω­πι­στι­κή έρευ­να». Ακο­λου­θού­σε ο στα­θε­ρός πάντο­τε τίτλος «Μέσα εις τας ελλη­νι­κάς φυλα­κάς» και ο υπό­τι­τλος «Από ένα βάρ­βα­ρον παρελ­θόν προς ένα πολι­τι­σμέ­νο μέλ­λον». Ήταν απο­τέ­λε­σμα πολυ­ή­με­ρης και κοπιώ­δους δημο­σιο­γρα­φι­κής περι­ή­γη­σης και παρα­μο­νής του Πέτρου Πικρού στις περισ­σό­τε­ρες φυλα­κές που λει­τουρ­γού­σαν τότε στη χώρα. Κάποιες τις είχε γνω­ρί­ζει «από μέσα» πρω­τύ­τε­ρα και ως κρα­τού­με­νος για την πολι­τι­κή του δράση.

Για το συγκε­κρι­μέ­νο έργο θα μιλή­σουν εκλε­κτοί δημο­σιο­γρά­φοι και μελε­τη­τές, η κα Πόλυ Κρη­μνιώ­τη, ο κ. Παντε­λής Μπου­κά­λας και ο περισ­σό­τε­ρο από όλους μας ‑εξ επαγ­γέλ­μα­τος- σχε­τι­κός με το δια­πραγ­μα­τευό­με­νο θέμα (τις φυλα­κές) ο κ. Νίκος Βαρ­βα­τά­κος, ο οποί­ος είναι ο άνθρω­πος που απο­φά­σι­σε να το φέρει στο φως ενε­νή­ντα χρό­νια μετά την πρώ­τη του δημο­σί­ευ­ση και πρω­το­στά­τη­σε ως μελε­τη­τής να το πετύ­χει με τον καλύ­τε­ρο τρόπο.

 

[1]  Βλ. Γιάν­νης Δ. Μπάρ­τζης, Πέτρος Πικρός, Στρά­τευ­ση, Αντι­πα­ρα­θέ­σεις, Πικρί­ες στη Λογο­τε­χνία του Μεσο­πο­λέ­μου, εκδ. Αντώ­νη Στα­μού­λη, Θασ­σα­λο­νί­κη 2006.

[2]  Βλ. Πέτρος Πικρός, Από την άρρω­στη ζωή – Το νού­με­ρο 11 – Ζωή με όνει­ρα…, Διη­γή­μα­τα και ποι­ή­μα­τα αθη­σαύ­ρι­στα 90 χρό­νια μετά, Συλ­λο­γή, εισα­γω­γή, επι­μέ­λεια: Γιάν­νης Δ. Μπάρ­τζης, εκδ. Αντ. Στα­μού­λη, Θεσ­σα­λο­νί­κη 2011.

[3]  “Πικρός” είναι το αντί­στοι­χο του ρωσι­κού “Γκόρ­κι”, ενώ Πέτρος είναι το όνο­μα του πατέ­ρα του.

[4]  Ήδη κυκλο­φό­ρη­σαν από τις εκδό­σεις Αντώ­νη Στα­μού­λη, με επι­μέ­λεια του Γιάν­νη Δ. Μπάρ­τζη, τρία έργα του, που είχαν δημο­σιευ­θεί σε εφη­με­ρί­δες και περιο­δι­κά του μεσο­πο­λέ­μου σε συνέ­χειες. Θεο­φα­νώ — Η Μεσ­σα­λί­να του Βυζα­ντί­ου. Λου­κρη­τία Βορ­γία – Αιμο­στα­γείς έρω­τες του μεσαί­ω­νος. Σπι­να­λό­γκα – Ο τάφος των ζωντα­νών πτωμάτων.

[5]  Βλέ­πε κατά­λο­γο με κατα­γε­γραμ­μέ­νους περί­που 2.000 τίτλους άρθρων του Πέτρου Πικρού σε εφη­με­ρί­δες και περιο­δι­κά στο: Γιάν­νης Δ. Μπάρ­τζης, Πέτρος Πικρός, Στρά­τευ­ση, Αντι­πα­ρα­θέ­σεις, Πικρί­ες στη Λογο­τε­χνία του Μεσο­πο­λέ­μου, ό.π., σσ. 476–651.

[6]  Κώστας Μάγερ, Ιστο­ρία του ελλη­νι­κού τύπου – Αθη­ναϊ­καί εφη­με­ρί­δες 1901–1959, εκδ. Α. Δημό­που­λος, Αθή­να 1957, τ. Β΄, σ. 192.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο