Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ποιος ήταν ο λόγος που ο βαν Γκογκ έκοψε το αυτί του;

Νέα έρευ­να εγεί­ρει αμφι­βο­λί­ες για τη δημο­φι­λή θεω­ρία ότι ο ζωγρά­φος Βίν­σετ βαν Γκογκ έκο­ψε το αυτί του μετά από έντο­νη φιλο­νι­κία με τον συνά­δελ­φό του, Πολ Γκο­γκέν. Είναι η πιο διά­ση­μη πρά­ξη αυτο-ακρω­τη­ρια­σμού στην ιστο­ρία της τέχνης, αλλά το ακρι­βές κίνη­τρο ‑αγά­πη; ζήλια; εκδί­κη­ση;– της από­φα­σης του Βίν­σεντ βαν Γκογκ να κόψει το αυτί του παρέ­με­νε άγνω­στο για πάνω από έναν αιώ­να. Σύμ­φω­να με νέα έρευ­να από την Προ­βη­γκία, για την περί­ο­δο εκεί­νη, ο καλ­λι­τέ­χνης οδη­γή­θη­κε στη φρι­κτή δια­δι­κα­σία όταν έμα­θε ότι ο αδελ­φός του Τεό, ο πιο πιστός έμπι­στος και οικο­νο­μι­κός υπο­στη­ρι­κτής του ήταν έτοι­μος να παντρευ­τεί μετά από θυελ­λώ­δες ειδύλ­λιο. Στην έρευ­να δια­τυ­πώ­νο­νται αμφι­βο­λί­ες για τη θεω­ρία ότι ο Βαν Γκογκ έκο­ψε το αυτί του μετά από καυ­γά με τον καλ­λι­τέ­χνη Πολ Γκογκέν.

Ήταν γνω­στό ότι ο Βαν Γκογκ ήταν στε­νο­χω­ρη­μέ­νος από την είδη­ση του γάμου – ο οποί­ος θα μπο­ρού­σε να απει­λή­σει την εγγύ­τη­τα της σχέ­σης τους και επί­σης να απο­κτή­σει ο Τεό οικο­γέ­νεια, την οποία θα συντη­ρού­σε με απο­τέ­λε­σμα να μην μπο­ρεί πλέ­ον να ενι­σχύ­ει οικο­νο­μι­κά τον ζωγρά­φο, που δεν είχε που­λή­σει ούτε έναν πίνα­κα. Μέχρι πρό­τι­νος υπήρ­χε η άπο­ψη ότι είχε μάθει το νέο αφού είχε κόψει το αυτί του.

Όμως ο ιστο­ρι­κός τέχνης, Μάρ­τιν Μπέι­λι στο νέο του βιβλίο “Studio of the South” απο­κά­λυ­ψε ότι ο Βαν Γκογκ έμα­θε για τον γάμο του Τεό, από μια επι­στο­λή που του παρα­δό­θη­κε την Κυρια­κή 23 Δεκεμ­βρί­ου 1888.

Αργό­τε­ρα εκεί­νο το βρά­δυ ξέσπα­σε πράγ­μα­τι δια­μά­χη, αφού οι δύο καλ­λι­τέ­χνες είχαν περά­σει την ημέ­ρα ζωγρα­φί­ζο­ντας μαζί υπό συνε­χή βρο­χή, και ο Γκο­γκέν έφυ­γε από το σπί­τι απει­λώ­ντας ότι θα επι­στρέ­ψει στο Παρί­σι — όμως την απελ­πι­σία του Βαν Γκογκ δεν πυρο­δό­τη­σε αυτό, αλλά η είδη­ση που αφο­ρού­σε τον αδελ­φό του, πιστεύ­ει ο ιστο­ρι­κός τέχνης.

Μαζί με την επι­στο­λή ο Τεό είχε στεί­λει και 100 φρά­γκα. Στο γράμ­μα ανέ­φε­ρε ότι είχε συνα­ντή­σει ένα δεκα­πεν­θή­με­ρο νωρί­τε­ρα την παλιά φίλη του, Jo Bonger, η οποία προη­γου­μέ­νως τον είχε απορ­ρί­ψει και ότι αυτή τη φορά, μέσα σε μια εβδο­μά­δα, συμ­φώ­νη­σε να τον παντρευτεί.

Ο Μπέι­λι κατέ­λη­ξε στο συμπέ­ρα­σμα ότι ο Τεό είχε ήδη γρά­ψει στη μητέ­ρα του, ζητώ­ντας την άδεια να παντρευ­τεί και ότι η Jo είχε γρά­ψει στον μεγα­λύ­τε­ρο αδελ­φό της, ο οποί­ος απά­ντη­σε με συγ­χα­ρη­τή­ριο τηλε­γρά­φη­μα που έφθα­σε στις 23 Δεκεμ­βρί­ου. Ο Μπέι­λι είναι σίγου­ρος ότι ο Τεό έγρα­ψε την ίδια στιγ­μή και στον αδελ­φό του και ότι η είδη­ση ήταν στο γράμ­μα που παρα­δό­θη­κε στο διά­ση­μο Κίτρι­νο Σπί­τι της Αρλ στις 23 Δεκεμβρίου.

van-goghΌταν ο ζωγρά­φος έκο­ψε το αυτί του με το ξυρά­φι, το τύλι­ξε σε ένα κομ­μά­τι χαρ­τί και πήγε στο αγα­πη­μέ­νο του πορ­νείο. Το έδω­σε σε μια νεα­ρή γυναί­κα που γνώ­ρι­ζε. Σύμ­φω­να με άλλο βιβλίο που επί­σης εκδό­θη­κε πρό­σφα­τα, της Bernadette Murphy, η νεα­ρή δεν ήταν πόρ­νη, αλλά η κόρη ενός αγρό­τη που εργα­ζό­ταν στο πορ­νείο ως υπάλ­λη­λος. Η νεα­ρή κοπέ­λα έχα­σε τις αισθή­σεις της και ο Βαν Γκογκ έφυ­γε προ­τού φθά­σει η αστυνομία.

Ο Γκο­γκέν επέ­στρε­ψε στο σπί­τι το άλλο πρωί, παρα­μο­νή Χρι­στου­γέν­νων και βρή­κε την αστυ­νο­μία στην πόρ­τα και τον καλ­λι­τέ­χνη ξαπλω­μέ­νο στο αιμα­το­βαμ­μέ­νο κρε­βά­τι του. Ο Τεό, ο οποί­ος είχε την ελπί­δα να περά­σει τα πρώ­τα Χρι­στού­γεν­να με την αρρα­βω­νια­στι­κιά του, τελι­κά την ημέ­ρα των Χρι­στου­γέν­νων επι­σκέ­φθη­κε τον αδελ­φό του στο νοσο­κο­μείο. Ο Βαν Γκογκ αφού κρα­τή­θη­κε για λίγο σε ένα δωμά­τιο απο­μό­νω­σης — πήρε εξι­τή­ριο στις 7 Ιανουα­ρί­ου, και έγρα­ψε στον Τεό: “Σύντο­μα οι υπέ­ρο­χες ημέ­ρες θα έρθουν και θα ξεκι­νή­σω για τους οπω­ρώ­νες και πάλι”. Παρά την περαι­τέ­ρω κατάρ­ρευ­ση και μία ακό­μη εισα­γω­γή στο νοσο­κο­μείο, συνέ­χι­σε να ζωγρα­φί­ζει μέχρι που έφυ­γε από την Αρλ τον Απρίλιο.

Τα έργα ζωγρα­φι­κής από αυτή την περί­ο­δο απελ­πι­σί­ας της ζωής του είναι μετα­ξύ εκεί­νων που αγα­πή­θη­καν περισ­σό­τε­ρο. Ο Μπέι­λι ανα­φέ­ρε­ται στο έργο “Η κρε­βα­το­κά­μα­ρα”. Ήταν ένα από τα δύο διπλά κρε­βά­τια που αγό­ρα­σε όταν εξό­πλι­ζε με έπι­πλα το νοι­κια­σμέ­νο σπί­τι για να υπο­δε­χθεί τον Γκο­γκέν, σημειώ­νει ο Μπέι­λι και προ­σθέ­τει «Τα δύο μαξι­λά­ρια στο έργο δεί­χνουν ότι ακό­μα είχε μια επί­μο­νη ελπί­δα ότι θα μπο­ρού­σε να μοι­ρα­στεί τελι­κά το κρε­βά­τι του με μια γυναίκα”.

Το 1890, ο Βαν Γκογκ έστει­λε το κρε­βά­τι σιδη­ρο­δρο­μι­κώς στο Auvers, βόρεια του Παρι­σιού, όπου δημιούρ­γη­σε τα τελευ­ταία έργα του πριν από την αυτο­κτο­νία του τον Ιού­λιο. Ο Τεό πέθα­νε το επό­με­νο έτος, και η χήρα του κλη­ρο­νό­μη­σε το κρε­βά­τι και το χρη­σι­μο­ποί­η­σε σε ένα μικρό ξενώ­να στην Ολλαν­δία. Συζη­τή­θη­κε η επι­στρο­φή του σε ένα μου­σείο στο Κίτρι­νο Σπί­τι, αλλά το κτί­ριο κατα­στρά­φη­κε κατά τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο και το κρε­βά­τι δωρή­θη­κε από τον ανι­ψιό του σε χωρι­κούς των οποί­ων τα σπί­τια είχαν κατα­στρα­φεί. Ο Μπέι­λι δεν μπό­ρε­σε να βρει τα ίχνη του, αλλά εικά­ζει ότι το ανθε­κτι­κό ξύλι­νο κρε­βά­τι θα μπο­ρού­σε να είναι ακό­μα κάπου εκεί έξω…

Ο Βαν Γκογκ είναι σήμε­ρα ένας από τους πιο γνω­στούς καλ­λι­τέ­χνες στον κόσμο, αλλά το πόσο άγνω­στος ήταν τη δεκα­ε­τία του 1880 φαί­νε­ται από τις ανα­φο­ρές σε τέσ­σε­ρις εφη­με­ρί­δες της επο­χής του περι­στα­τι­κού του ακρω­τη­ρια­σμού του αυτιού του. Ο Μπέι­λι εντό­πι­σε τα δημο­σιεύ­μα­τα, σε δύο από τα οποία το όνο­μά του καλ­λι­τέ­χνη είναι γραμ­μέ­νο λάθος. Στο τρί­το δημο­σί­ευ­μα ανα­φε­ρό­ταν ότι “υπέ­στη σοβα­ρό τραυ­μα­τι­σμό” ένας άνδρας πολω­νι­κής υπηκοότητας.

 

Πηγή: The Guardian / ΑΠΕ / thepressroom

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο