Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πού πάμε σύντροφε;

Γρά­φει ο Βασί­λης Κρί­τσας//

Μετα­θα­νά­τια ωδή στο συγ­γρα­φι­κό ταλέ­ντο του Γ. Κακουλίδη

Το χιού­μορ του Χάρ­ρυ Κλυνν κατέρ­ρευ­σε κι εξα­φα­νί­στη­κε με τις αντε­πα­να­στα­τι­κές ανα­τρο­πές του 91’ και τη δική του πολι­τι­κή μετάλ­λα­ξη, που τον έφε­ρε κοντά στη βαρυ­χει­μω­νιά της Πολι­τι­κής Άνοι­ξης. Του­λά­χι­στον κρά­τη­σε μια συνε­πή αντι-ΠΑΣΟΚ πορεία, σε μια χώρα όπου τα πάντα ήταν ΠΑΣΟΚ, ακό­μα κι η πολι­τι­κή της ΝΔ για ένα διά­στη­μα, πχ με την περί­φη­μη σοσιαλ­μα­νία. Μέχρι που συνά­ντη­σε το ΠΑΣΟΚ της νέας επο­χής (Σύρι­ζα) και παρα­λί­γο να γίνει βου­λευ­τής του. Αλλά ο Χάρ­ρυ Κλυνν της τελευ­ταί­ας 20ετίας είναι μια τελεί­ως δια­φο­ρε­τι­κή ποιό­τη­τα από τον καλ­λι­τέ­χνη της δεκα­ε­τί­ας με τις βάτες, όπως η Ρωσία με τη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση ένα πράγ­μα. Δηλα­δή δύο, που δεν πρέ­πει να τα συγ­χέ­ου­με. Και που απο­δει­κνύ­ουν πως για να έχεις χιού­μορ στο κομ­μά­τι της πολι­τι­κής σάτι­ρας, πρέ­πει να έχεις και οξυ­μέ­νο πολι­τι­κό κρι­τή­ριο –αν όχι να είσαι κομμουνιστής.

Κάτι πάντως που δεν ισχύ­ει ακρι­βώς στην περί­πτω­ση του Κακου­λί­δη, που συνερ­γά­στη­κε σε κάποια σενά­ρια με τον Χάρ­ρυ Κλυνν και πέθα­νε την περα­σμέ­νη βδο­μά­δα, χτυ­πη­μέ­νος από την επά­ρα­τη νόσο. Όσο κι αν μπο­ρού­σε να τον μπερ­δέ­ψει κανείς με τους δικούς μας Κακου­λί­δη­δες στο Ριζο­σπά­στη, ήταν από παλιά στην άλλη όχθη. Υπο­ψή­φιος ευρω­βου­λευ­τής του ΠΑΣΟΚ το 84’, υπο­ψή­φιος στο επι­κρα­τεί­ας του Συνα­σπι­σμού το 96’ κι ιδρυ­τι­κό μέλος της ΔΗΜΑΡ αργό­τε­ρα –πάλι ΠΑΣΟΚ δηλ, ώστε να μην μπο­ρεί κανείς να πει «πώς ήσου­να και πώς έγι­νες». Παρό­λα αυτά, και μόνο για τη σενα­ριο­γρα­φι­κή του συμ­βο­λή στις δύο ται­νί­ες του Χαρού­λη στα 80’ς (Αλα­λούμ και Made in Greece) αξί­ζει πολ­λά συγ­χα­ρη­τή­ρια, με την έννοια ότι έφτια­ξε κάτι κορυ­φαίο και δια­χρο­νι­κό, που και τίπο­τα άλλο να μην είχε κάνει, θα αρκού­σαν αυτά και μόνο για να του εξα­σφα­λί­σουν την υστε­ρο­φη­μία του.

Ο Κακου­λί­δης έχει πρω­τα­γω­νι­στή­σει σε έναν από τους πιο σημα­δια­κούς, υπαρ­ξια­κούς μονό­λο­γους του ελλη­νι­κού κινη­μα­το­γρά­φου, με την ατά­κα «πού πάμε σύντρο­φε;», που μιλά­ει κατευ­θεί­αν στην καρ­διά κάθε συντρό­φου κι απο­τυ­πώ­νει την απέ­ρα­ντη μονα­ξιά του, καθώς ο διπλα­νός του απα­ντά­ει με κάθε καλή προ­αί­ρε­ση «στο αερο­δρό­μιο», χωρίς να έχει κατα­λά­βει γρι από όσα λέμε, ενώ ο ταξι­τζής μπρο­στά συμπλη­ρώ­νει. με τη λαϊ­κή σοφία του, τις φρά­σεις του Μαρξ με τα γκολ του Ρουμενίγκε.

Στην ίδια ται­νία, σατι­ρί­ζο­νται (προ­φη­τι­κά και με σχή­μα πρω­θύ­στε­ρο) οι σοσια­λι­στι­κές ανη­συ­χί­ες του Τσο­βό­λα για την υπε­ρα­ξία του ανθρώ­που, που προ­σπά­θη­σε θεω­ρη­τι­κά να ενσαρ­κώ­σει μια εκδο­χή του καλού ΠΑΣΟΚ, με το ΔΗΚΚΙ.

Ενώ στο Αλα­λούμ υπάρ­χει η κορυ­φαία απο­τύ­πω­ση του δικομ­μα­τι­σμού της επο­χής (και όχι μόνο), με την Γκόλ­φω και τον Τάσο, το χωρι­σμέ­νο στα δύο Λέτσο­βο, τον κόκ­κι­νο Τρα­μπά­κου­λα να ψέγει τον αφη­γη­τή που ξεχνά­ει ότι υπάρ­χουν κι άλλοι (στα τρία ρε, χαμέ­νε, α χαμέ­νε), και τους συγ­χω­ρια­νούς, πρά­σι­νους και βένε­τους, να είναι έτοι­μο να πια­στούν στα χέρια και να επι­τε­θούν με αλα­λαγ­μούς οι μεν στους δε, για να κατα­λή­ξουν σε μια μεγά­λη αγκα­λιά και το γάμο των δύο (πολι­τι­κών τους) επικεφαλής.

Κι αν τελι­κά κάποια πράγ­μα­τα στον αιώ­να μας φάνη­κε να πηγαί­νουν κατά δια­ό­λου ή μάλ­λον στο αερο­δρό­μιο και ένας κόσμος κου­ρά­στη­κε κι απο­γοη­τεύ­τη­κε, θα υπάρ­χουν πάντα αυτά τα μικρά δια­μα­ντά­κια, σα δια­χρο­νι­κά μνη­μεία πολι­τι­κής σάτι­ρας υψη­λού επι­πέ­δου. Και στην περί­πτω­ση του Κακου­λί­δη, μπο­ρεί να μην υπάρ­χει Παρί­σι, για να πού­με «we ‘ll always have Paris», αλλά θα έχου­με για πάντα το «Αλα­λούμ» και το «Made in Greece», για να θυμό­μα­στε το ταλέ­ντο του.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο