Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Στερνό αντίο στον επιστήμονα Γιώργο Βελλά

Σήμε­ρα, Σάβ­βα­το 24 Γενά­ρη 2015 «έφυ­γε» από τη ζωή ο σύντρο­φος και φίλος Γιώρ­γος Βελ­λάς, σε ηλι­κία 79 ετών.

Ο Γιώρ­γος Βελ­λάς γεν­νή­θη­κε στο χωριό Κάν­τσι­κο (Δρο­σο­πη­γή) Κόνι­τσας το 1936. Το 1948, τον και­ρό του εμφυ­λί­ου σπα­ραγ­μού περί­που 203 παι­δά­κια του χωριού του, για να σωθούν από τις επι­χει­ρή­σεις του Γράμ­μου, πήραν το δρό­μο της ξενι­τιάς και ανά­με­σα σ’ αυτά ο Γιώρ­γος και τα μικρό­τε­ρα αδέλ­φια του. Πέρα­σε στην Αλβα­νία το 1948 και έζη­σε στον παι­δι­κό σταθ­μό του Φιέ­ρη και από εκεί στο Βουκουρέστι.

Εκεί σπού­δα­σε και μυή­θη­κε στην ελλη­νι­κή γραμ­μα­τεία, αρχαία και νεό­τε­ρη, γνώ­ρι­σε και την παγκό­σμια λογο­τε­χνία. Άρχι­σε και τις πρώ­τες μεταφράσεις.

Το 1955 τελι­κά θα συνα­ντή­σει τους γονείς του στην Τασκέν­δη του Ουζ­μπε­κι­στάν όπου και θα μετα­κο­μί­σει. Εκεί άρχι­σε να δου­λεύω στις οικο­δο­μές της Τασκέν­δης, φορ­το­εκ­φορ­τω­τής και αργό­τε­ρα χτί­στης, ταυ­τό­χρο­να μάθαι­νε μόνος του τη ρώσι­κη γλώσ­σα. Αρχί­ζει να γρά­φει και ποι­ή­μα­τα τα οποία είδα­νε το φως της δημο­σιό­τη­τας στο «Νέο Δρό­μο», εφη­με­ρί­δα των πολι­τι­κών προ­σφύ­γων της Τασκένδης.

Το 1957 έδω­σε εισα­γω­γι­κές εξε­τά­σεις στη Φιλο­λο­γι­κή Σχο­λή στην Τασκέν­δη, στο Κρα­τι­κό Πανε­πι­στή­μιο και για την καλύ­τε­ρη αφο­μί­ω­ση της ρώσι­κης γλώσ­σας πέρα­σε στο Κρα­τι­κό Πανε­πι­στή­μιο της πόλης Βορό­νεξ το 1958. Συνέ­χι­σε να γρά­φει ποι­ή­μα­τα τα οποία είδα­νε το φως της δημο­σιό­τη­τας σε μετα­φρά­σεις στη ρώσι­κη γλώσ­σα, στις εφη­με­ρί­δες: «ΚΟΜΜΟΥΝΑ», «ΜΟΛΟΝΤΟΙ ΚΟΜΜΟΥΝΑΡ», «ΒΟΡΟΝΕΖΣΚΙΙ ΟΥΝΙΒΕΡΣΠΈΤ» και στα περιο­δι­κά «ΠΟΝΤΙΟΜ», «ΣΜΕΝΑ» κλπ.

Το 1962 είναι ήδη από­φοι­τος του Κρα­τι­κού Πανε­πι­στη­μί­ου της πόλης Βορό­νεζ, όπου και διο­ρί­ζε­ται σαν βοη­θός επι­στη­μών στην έδρα ξένων γλωσ­σών. Το 1969 δε εισή­χθη στην ασπι­ρα­ντού­ρα (ντο­κτο­ράτ) για μετα­πτυ­χια­κές διδα­κτο­ρι­κές σπου­δές, για να ασχο­λη­θεί με την αρχαιο­ελ­λη­νι­κή ιστο­ρία, αρχαιο­λο­γία και συγκε­κρι­μέ­να με το έργο του Γ. Κορ­δά­του, σαν ιστο­ρι­κό της Αρχαί­ας Ελλάδας.

Στην πόλη Βορό­νεζ, είδα­νε φως οι συλ­λο­γές ποι­η­μά­των στη ρωσι­κή γλώσ­σα: «Το μονο­πά­τι», «Η χει­ρα­ψία», «Οι ποι­η­τές του Βορό­νεζ» και με την επι­μέ­λειά του είδε φως μία ανθο­λο­γία ποι­η­μά­των του Πανε­πι­στη­μί­ου, που φέρ­νει τον τίτλο: «Η Μού­σα του Πανε­πι­στη­μί­ου». Το 1992 είδε το φως της δημο­σιό­τη­τας και το βιβλίο του: «Ελλά­δα αγά­πη μου». Από το 1977 τα ποι­ή­μα­τα του δημο­σιεύ­ο­νται σε μία σει­ρά ελλη­νι­κά περιο­δι­κά και εφη­με­ρί­δες εκτός Σοβιε­τι­κής Ενω­σης, στο περιο­δι­κό «Πυρ­σός» στη Λ.Δ. της Γερ­μα­νί­ας, στη «Χαραυ­γή» και «Βήμα» της Κύπρου και σε δύο μικρές ελλη­νι­κές συλ­λο­γές «Τα παι­διά μας γρά­φουν», Βου­κου­ρέ­στι 1954 και «Η ποί­η­ση της προ­σφυ­γιάς», Αθή­να 1979.

Το τελευ­ταίο βιβλίο του με ποι­ή­μα­τα «Με τα φτε­ρά του τρα­γου­διού» εκδό­θη­κε το 2000.

Βελάς5

Σαν επι­στή­μο­νας έχει δου­λέ­ψει από το 1962 έως το 1990 στο Πανε­πι­στή­μιο του Βορό­νεζ, όπου έχει εκδώ­σει πάνω από 140 επι­στη­μο­νι­κές εργα­σί­ες και ανά­με­σα σ’ αυτές η διπλω­μα­τι­κή μου εργα­σία «Οι Ελλη­νι­σμοί στη ρώσι­κη γλώσ­σα», «Ο Γ. Κορ­δά­τος ιστο­ρι­κός της αρχαί­ας Ελλά­δας», «Οι ανα­σκα­φές στη Δωδώ­νη» και πολ­λές άλλες εργα­σί­ες, οι οποί­ες άρχι­σαν να εκδί­δο­νται από το 1965.

Με τον επα­να­πα­τρι­σμό του στην Ελλά­δα και μέχρι το θάνα­τό του δού­λε­ψε στο Κέντρο Μελέ­της Ιστο­ρί­ας της Εθνι­κής Αντί­στα­σης της ΠΕΑΕΑ – ΔΣΕ.

Η κηδεία του θα γίνει τη Δευ­τέ­ρα από το Β΄ νεκρο­τα­φείο Αθήνας.

Επι­μέ­λεια: Ηρα­κλής Κακαβάνης

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο