Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα γιαλένια και οι ΣΔΙΤ

Γρά­φει o Cogito ergo sum //

Πάτρα, τέλη δεκα­ε­τί­ας ’60. Από την μια ο Δημη­τρά­κης, γόνος πλου­σί­ας οικο­γε­νεί­ας αλλά υπέρ το δέον αθώ­ος, δηλα­δή ψιλο­χα­ζού­λης. Από την άλλη ο Κώστας, γυιός τσα­γκά­ρη αλλά δια­ό­λου κάλ­τσα. Χώρος, το σκάμ­μα στην πάνω μεριά στα Ψηλα­λώ­νια, όπου κάθε από­γευ­μα μαζευό­ταν η μαρί­δα για να παί­ξει για­λέ­νια (κοι­νώς, βόλους).

Ο Δημη­τρά­κης συγκέ­ντρω­νε τον θαυ­μα­σμό αλλά και τον φθό­νο μας. Στην πάνι­νη σακ­κού­λα, που κου­βά­λα­γε πάντα μαζί του, υπήρ­χαν όλα τα αντι­κεί­με­να του πόθου μας σε άφθο­νες ποσό­τη­τες: μικρά για­λέ­νια όλων των δυνα­τών χρω­μα­τι­κών συν­δυα­σμών, μεγα­λύ­τε­ρες «μπάλ­λες» (κοι­νώς, «μπρο­μπό­νες»), αδιά­φα­νοι αλλά πολύ­χρω­μοι και πανά­κρι­βοι «αστα­κοί» κλπ. Τί κι αν ο Δημη­τρά­κης συνή­θως έχα­νε; Του αρκού­σε η χαρά που έπαιρ­νε επει­δή τον παί­ζα­με, άσχε­τα αν εμείς τον παί­ζα­με επει­δή συνή­θως έχα­νε. Άλλω­στε, το πλού­σιο χαρ­τζη­λί­κι του του επέ­τρε­πε να δια­τη­ρεί την πάνι­νη σακ­κού­λα του μονί­μως γεμάτη.

Ο Κώστας είχε βρει το κόλ­πο. Πλη­σί­α­ζε τον Δημη­τρά­κη όλο χαμό­γε­λα. «Παί­ζου­με για­λέ­νια;» ρωτού­σε με εντυ­πω­σια­κά φιλι­κό ύφος. «Παί­ζου­με!», απα­ντού­σε περι­χα­ρής ο Δημη­τρά­κης. «Ναι, αλλά επει­δή εγώ δεν έχω πάρει κοντά τα δικά μου, δώσε μου από τα δικά σου κι αν κερ­δί­σω θα σου τα επι­στρέ­ψω», πρό­τει­νε ο Κώστας. Ο Δημη­τρά­κης άνοι­γε αμέ­σως την σακ­κού­λα, ο Κώστας διά­λε­γε τα καλύ­τε­ρα για­λέ­νια κι άρχι­ζαν το παι­χνί­δι. Αν κέρ­δι­ζε ο Κώστας, επέ­στρε­φε τα «δανει­κά» και κρα­τού­σε τα υπό­λοι­πα. Αν έχα­νε, έδι­νε συγ­χα­ρη­τή­ρια στον αντί­πα­λό του κι έφευ­γε. Τί είχε; Τί έχασε;

Ζητώ συγ­γνώ­μη από τους φίλους ανα­γνώ­στες, μιας και τους ανά­γκα­σα να μοι­ρα­στούν τις ανα­μνή­σεις μου, που γύρι­σαν 45-τόσα χρό­νια πίσω για να θυμη­θούν δυο συμ­μα­θη­τές μου στο δημο­τι­κό. Όμως, δεν μπό­ρε­σα να απο­φύ­γω αυτόν τον συνειρ­μό καθώς διά­βα­ζα κάτι για το μετρό της Θεσ­σα­λο­νί­κης (το ποιό;) και τις Συμπρά­ξεις Δημό­σιου-Ιδιω­τι­κού Τομέα, τις περιώ­νυ­μες ΣΔΙΤ, τις οποί­ες επι­λέ­γει και η αρι­στε­ρή μας κυβέρ­νη­ση (όπως ακρι­βώς και οι προη­γού­με­νες) ως «όχη­μα» πραγ­μα­το­ποί­η­σης «μεγά­λων έργων». Τί σημαί­νει ΣΔΙΤ στην πρά­ξη; Ας δού­με ένα παράδειγμα:

Ας πού­με πως θέλει η κυβέρ­νη­ση να φτιά­ξει έναν δρό­μο, ο οποί­ος θα συν­δέ­ει τα Σέκλα­να με το Πορ­δό­τσι­τσι. Τί θα έκα­νε μια ευνο­μού­με­νη αλλά «παλαιο­λι­θι­κή» κυβέρ­νη­ση; Απλώς… θα τον έφτια­χνε. Όταν, όμως, είσαι κυβέρ­νη­ση μιας σύγ­χρο­νης χώρας, ενταγ­μέ­νης σε οργα­νι­σμούς όπως η Ευρω­παϊ­κή Ένω­ση, δεν επι­τρέ­πε­ται να ενερ­γείς με παλαιο­λι­θι­κά δεδο­μέ­να και σοβιε­τι­κού τύπου δια­δι­κα­σί­ες. Τί κάνεις; Προ­κη­ρύσ­σεις το έργο και καλείς τους ιδιώ­τες να υπο­βάλ­λουν προ­σφο­ρές. Έλα, όμως, που κανέ­νας ιδιώ­της δεν έχει ‑ή δεν θέλει να δια­θέ­σει- τα απαι­τού­με­να φρά­γκα για να γίνει το έργο! Τί κάνεις τότε; Του δίνεις το δικαί­ω­μα να εκμε­ταλ­λευ­τεί το έργο που ΘΑ γίνει, βάζο­ντας διό­δια. Πάει καλά ως εδώ;

Skitso1Ο ιδιώ­της, όμως, έχει ακό­μη κάποιες ανα­στο­λές. Βλέ­πε­τε, ένα έργο συνε­πά­γε­ται υπο­χρε­ώ­σεις, δάνεια, υπο­γρα­φές, σφρα­γί­δες, έξο­δα… Ναι, αλλά εσύ, ως κυβέρ­νη­ση, θες να γίνει. Δέχε­σαι, λοι­πόν, να κάνε­τε μια σύμπρα­ξη για να τον ξαλα­φρώ­σεις. Για παρά­δειγ­μα: δέχε­σαι να πλη­ρώ­σεις τις απαι­τού­με­νες απαλ­λο­τριώ­σεις των χωρα­φιών απ’ όπου θα περά­σει ο δρό­μος, εντάσ­σεις και το έργο σε κάποιο ευρω­παϊ­κό πρό­γραμ­μα (π.χ. ΕΣΠΑ), χορη­γείς και κάποιες φορο­α­παλ­λα­γές, εκχω­ρείς και το δικαί­ω­μα εκμε­τάλ­λευ­σης των διο­δί­ων για 30 χρό­νια,  δίνεις και μια προ­φο­ρι­κή εντο­λή στις υπη­ρε­σί­ες σου (π.χ. επι­θε­ώ­ρη­ση εργα­σί­ας) να μη του παρα­σκο­τί­ζουν τα μέζεα, του υπό­σχε­σαι κι ένα δικαί­ω­μα προ­τί­μη­σης σε κάποιον άλλο δρό­μο που θα φτιά­ξεις αργό­τε­ρα, ανα­λαμ­βά­νεις και την υπο­χρέ­ω­ση να βάλεις κι εσύ ένα μέρος των απαι­του­μέ­νων κεφα­λαί­ων (π.χ. το 40%,), του εξα­σφα­λί­ζεις με την εγγύ­η­σή σου και πρό­σβα­ση σε εύκο­λο και χαμη­λό­το­κο τρα­πε­ζι­κό δανει­σμό (ενδε­χο­μέ­νως με επι­δό­τη­ση των τόκων π.χ. μέσω ΤΕΜΠΜΕ) κλπ.

Παρέν­θε­ση πρώ­τη. Σύμ­φω­να με τα επί­ση­μα στοι­χεία (30/6/2015), η συνο­λι­κή δημό­σια δαπά­νη (δηλα­δή, οι επι­δο­τή­σεις) τού ΕΣΠΑ 2008–2014 πλη­σί­α­σε τα 24,5 δισ. ευρώ. Από αυτά, σχε­δόν 9 δισ. πήγαν σε εται­ρεί­ες συμ­φε­ρό­ντων Μπό­μπο­λα και Ψυχά­ρη (Ελλά­κτωρ, Τέρ­να και Άβαξ) ενώ συνο­λι­κά σχε­δόν 22 δισ. απορ­ρο­φή­θη­καν από μια χού­φτα μεγα­λο­ερ­γο­λά­βους και μεγα­λο­βιο­μή­χα­νους. Δηλα­δή, μέσα σε εφτά χρό­νια, το περιώ­νυ­μο ΕΣΠΑ διέ­θε­σε στους μικρο­με­σαί­ους σε όλη την Ελλά­δα σκάρ­τα 2,5 δισ. όλα κι όλα, από τα οποία επέ­στρε­ψαν στα δημό­σια ταμεία 650 εκα­τομ­μύ­ρια ως φόροι (οι επι­δο­τή­σεις φορο­λο­γού­νται). Κλεί­νει η πρώ­τη παρένθεση.

Κάπως έτσι, λοι­πόν, παίρ­νει ο ιδιώ­της το έργο, έχο­ντας εξα­σφα­λι­σμέ­νη την κερ­δο­φο­ρία του. Και, κυρί­ως, το παίρ­νει δίχως να χρεια­στεί να  βάλει δεκά­ρα από την τσέ­πη του ή, το πολύ-πολύ, βάζο­ντας κάτι πεντα­ρο­δε­κά­ρες (π.χ. το 5%-7% του συνο­λι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού), ποσό το οποίο μηδε­νί­ζε­ται στην πρά­ξη χάρη σε μερι­κές υπερ­τι­μο­λο­γή­σεις. Όσο δε για την ‑σπά­νια–  περί­πτω­ση που η δου­λειά πάει στρα­βά, μπο­ρεί κάλ­λι­στα να παρα­τή­σει το έργο ρίχνο­ντας την ευθύ­νη στο κρά­τος και, σέρ­νο­ντάς το στα δικα­στή­ρια, να διεκ­δι­κή­σει και απο­ζη­μιώ­σεις από πάνω!

Παρέν­θε­ση δεύ­τε­ρη. Θυμη­θεί­τε τον Μιχά­λη Α’ Χρυ­σο­χο­ΐ­δη τον Αδιά­βα­στο, ο οποί­ος, πέρυ­σι τον Αύγου­στο, ως υπουρ­γός υπο­δο­μών και δικτύ­ων,  πλή­ρω­σε στον Μπό­μπο­λα απο­ζη­μί­ω­ση 350 εκα­τομ­μυ­ρί­ων ευρώ. Για ποιό πράγ­μα απο­ζη­μιώ­θη­κε ο Μπό­μπο­λας; Επει­δή οι έλλη­νες δεν πολυ­τα­ξι­δεύ­ουν λόγω κρί­σης και οι εισπρά­ξεις του από διό­δια δια­μορ­φώ­θη­καν πολύ χαμη­λό­τε­ρα από εκεί που τις είχε προ­ϋ­πο­λο­γί­σει! Αν το κατα­λά­βα­με, ας κλεί­σου­με και την δεύ­τε­ρη παρένθεση.

Πεί­τε μου, λοι­πόν, πώς να μην έρθουν στο μυα­λό μου οι δυο τοτι­νοί συμ­μα­θη­τές μου; Πώς να μη δω το μεν ελλη­νι­κό δημό­σιο στο πρό­σω­πο του ψιλο­χα­ζού­λη Δημη­τρά­κη τον δε ιδιώ­τη στο πρό­σω­πο του τετρα­πέ­ρα­του απα­τε­ω­νί­σκου Κώστα; Πάλι καλά να λέτε που δεν θυμή­θη­κα τους ιθα­γε­νείς, οι οποί­οι αντάλ­λασ­σαν το χρυ­σά­φι τους με κάτι καθρε­φτά­κια και κάτι χρω­μα­τι­στές χάντρες…

Μόνο που στην περί­πτω­σή μας, ο Δημη­τρά­κης δεν έχει χαρ­τζη­λί­κι για να ανα­πλη­ρώ­σει τα χαμέ­να για­λέ­νια. Ζητά­ει από εμάς να του δώσου­με λεφτά. Από κεί­να που δεν έχουμε.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο