Επιμέλεια – μετάφραση: Βαγγέλης Γονατάς //
Αβάνα, Κούβα
Στις αρχές της εβδομάδας ο ρεπουμπλικάνος Αντιπρόσωπος του Αρκάνσας στο Κογκρέσο, Ρίκ Κρόφορντ, έβαλε το σπόρο στην αναζήτηση του τέλους των περιορισμών πωλήσεων αγροτικών προϊόντων στην Κούβα, από τις ΗΠΑ. Ο Νόμος για την εξαγωγή αγροτικών προϊόντων στην Κούβα (La Cuba Agricultural Exports Act) που κατατέθηκε την Τρίτη στο Κογκρέσο από τον Κρόφορντ, θα επιτρέπει την παραχώρηση πιστώσεων για τις αγορές της Κούβας και θα δίνει πρόσβαση στις βορειοαμερικάνικες εταιρείες στα προγράμματα του Υπουργείου Αγροτικής Οικονομίας.
“Ο Νόμος θα επιτρέψει στους παραγωγούς τον ισότιμο ανταγωνισμό στην κουβανική αγορά, πράγμα που αποτελεί μια ευκαιρία για τους κτηνοτρόφους τους αγρότες της χώρας”, δήλωσε ο βουλευτής στον Τύπο.
Η τελευταία αλλαγή του εν λόγω νομικού πλαισίου, έγινε το 2010 επί κυβέρνησης Κλίντον και επέτρεψε την πώληση αγροτικών προϊόντων στην Κούβα, όμως παράλληλα καθόριζε να πληρώνονται μετρητοίς και προκαταβολικά, χωρίς πρόσβαση σε πιστώσεις.
Ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα δεν μπορεί να αλλάξει αυτό το νόμο μέσω των εκτελεστικών του αρμοδιοτήτων – πολύ ανοικτές σε άλλα θέματα που δεν καθορίζει ο νόμος — και εξ αυτού προκύπτει η ανάγκη να αλλάξει ο νόμος από το Κογκρέσο.
Το σχέδιο νόμου του Κρόφορντ θα άνοιγε επίσης, αν και περιορισμένα, τις βορειοαμερικάνικες εισαγωγές στον κουβανικό κάμπο, πάντα όταν, οι υπάλληλοι της Ουάσινγκτον πιστοποιούν ότι οι επωφελούμενοι είναι ιδιώτες παραγωγοί και όχι εταιρείες “ελεγχόμενες από το κράτος”.
Ο ίδιος ο βορειοαμερικανός γραμματέας Αγροτικής Παραγωγής Τομ Βίλσακ, υπολόγισε σε πάνω από 1,7 δις δολάρια την δυναμικότητα της κουβανικής αγοράς, η οποία ιστορικά ήταν η φυσική αγορά (των βορειοαμερικανικών αγροτικών προϊόντων), η οποία όμως παρέμεινε στο περιθώριο, λόγω των νόμων του αποκλεισμού.
Η Κούβα έχει αποκτήσει περίπου 5 δις δολάρια αξίας βορειοαμερικανικά αγροτικά προϊόντα τα τελευταία 14 χρόνια, τα οποία εισήγαγε λόγω των ανταγωνιστικών τους τιμών και λόγω της κοντινής απόστασης των λιμανιών μεταφοράς τους.
Όμως, τα τελευταία χρόνια το νησί στράφηκε σε άλλες αγορές στη Νότια Αμερική, την Ασία και την Ευρώπη, οι οποίες αν και απείχαν χιλιάδες χιλιόμετρα, προσέφεραν πιο ευνοϊκές χρηματοπιστωτικές συνθήκες.
Το 2014 οι αγορές της κουβανικής κρατικής εταιρείας “Alimport” (από τις ΗΠΑ) έπεσαν κάτω από τα 291 εκατομμύρια, λιγότερο από το μισό και κάτι, από τα 710 εκατομμύρια που ήταν το 2008, το έτος με την υψηλότερο ποσόν.
“Με τον επικαιροποιημένο νόμο, οι βορειοαμερικανοί αγρότες μπορούν να εξάγουν αγροτικά προϊόντα στη Κούβα. Ωστόσο, οι περιορισμοί στη χρηματοδότηση και στην προώθηση κάνουν ζημιά στην ανταγωνιστικότητά μας στην κουβανική αγορά και περιορίζουν τη δυναμικότητα των εξαγωγών”, αναφέρει η επίσημη ιστοσελίδα του Κρόφορντ.
Αυτό είναι που θέλουν να αλλάξουν πολλοί νομοθέτες στις αγροτικές πολιτείες του κέντρου και του νότου της χώρας, στων οποίων τα αυτιά φτάνει όλο και πιο δυνατά, το μήνυμα των εκατοντάδων κτηνοτρόφων, αγροτών και ηγετών του κλάδου, που ταξιδεύουν στην Κούβα αναζητώντας να επεκταθούν σε μια αγορά μόνο 90 μίλια από τις ακτές τους.
Έτσι ακριβώς, ένας από τους τελευταίους “προσχωρήσαντες” ήταν ο κυβερνήτης του Αρκάνσας, Ασα Χουίτκινσον, ο οποίος ζήτησε να εξαλειφθούν οι περιορισμοί στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων και να δοθούν πιστώσεις, σαν πρώτο βήμα πριν την άρση του αποκλεισμού. Σε αυτήν την νοτιοανατολική Πολιτεία των ΗΠΑ, είναι επίσης ο ρεπουμπλικάνος Τζων Μπόζμαν, ο οποίος προώθησε στη Βουλή ένα σχέδιο νόμου παρόμοιο με του Κρόφορντ, που ήδη ψηφίστηκε στην αρμόδια επιτροπή αλλά δεν έχει τεθεί ακόμα σε ψηφοφορία στην ολομέλεια.
Στο μεγαλύτερο μέρος των αγροτικών Πολιτειών πλειοψηφούν οι ρεπουμπλικάνοι και γιαυτό δεν αποτελεί έκπληξη ότι νομοθέτες προερχόμενοι από αυτό το κόμμα – που κυριαρχούν και στα δύο νομοθετικά σώματα και φυσιολογικά αντιτίθενται σε κάθε σχέδιο του Ομπάμα – είναι εκείνοι που προωθούν αυτού του είδους σχέδια νόμου.
“Αυτό το γεγονός υπογραμμίζει ότι η βορειοαμερικάνικη ελίτ δεν έχει μια μονολιθική θέση και ότι ο αποκλεισμός έρχεται σε αντίθεση με τα συγκεκριμένα συμφέροντα των αγροτών, χωρίς να ενδιαφέρει η πολιτική τους στράτευση”, δήλωσε στην Γκράνμα ο Κουβανός πολιτειολόγος και καθηγητής Κάρλος Αλσουγαράι.
“Το Κογκρέσο δεν δρα πάντα σύμφωνα με ιδεολογικές προτιμήσεις, αλλά στη βάση συγκεκριμένων συμφερόντων των πολιτών της περιφέρειας, που αντιπροσωπεύει ο δοσμένος βουλευτής”, επεσήμανε ο Αλσουγαράι, υπενθυμίζοντας ότι η συγκρότηση αυτών των φιλοδοξιών έχει λίγες πιθανότητες, αν και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν έχουν κανένα μέλλον.
Στο Καπιτώλιο στην Ουάσινγκτον βρίσκονται επίσης σε εξέλιξη άλλες πρωτοβουλίες για να επιτραπούν γενικά τα τουριστικά και εμπορικά ταξίδια, στις οποίες προστίθενται κάθε εβδομάδα και νέοι νομοθέτες.
Εν των μεταξύ, ο Κρόφορντ έχει στο πλευρό του τον πρόεδρο της Αγροτικής Επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων, τον ρεπουμπλικάνο Μάικλ Κόναγουαι, με τον οποίο μοιράζεται την πατρότητα του νόμου. Τον υποστηρίζει επίσης, ο Αγροτικός Συνασπισμός των ΗΠΑ για την Κούβα (USACC) , του οποίου ο αντιπρόεδρος Πωλ Τζόνσον, δήλωσε σε ηλεκτρονική εφημερίδα ότι η οργάνωσή του υποστηρίζει τα σχέδια για τη βελτίωση των συνθηκών εμπορίου με τη χώρα μας.
Ο Τζόνσον έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο άρθρο του νόμου Κρόφορντ, αναφορικά με την πιθανότητα επενδύσεων στον κουβανικό κάμπο μέσω της δυνατότητας να μοιραστούν τεχνολογία, τεχνογνωσία και εμπειρία που θα αυξήσουν την εθνική παραγωγικότητα.
Ωστόσο, ο αντιπρόεδρος του USACC εξέφρασε την άποψη ότι αυτό δεν είναι εφικτό μέχρι τώρα σε καμιά περιοχή και αυτό που αποτελεί κλειδί για το μέλλον του εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών είναι “H ικανότητα των Κουβανών αγροτών να εξάγουν στις Ηνωμένες Πολιτείες”.
Αν και τα μέτρα που ανακοινώθηκαν τον περασμένο Γενάρη και τέθηκαν στο τραπέζι το Σεπτέμβρη άνοιξαν μια μικρή πόρτα για υπολογίσιμες εισαγωγές από πλευράς ΗΠΑ κουβανικών προϊόντων και υπηρεσιών από τον μη κρατικό τομέα, αν και δεν είναι καθαρό πως θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν μέσα σε συνθήκες του αποκλεισμού και τα δικά μας χαρακτηριστικά της εσωτερικής νομοθεσίας της χώρας. Αυτό χωρίς να αναφέρουμε το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον αγνοεί τις εκατοντάδες χιλιάδες παραγωγούς που συμμετέχουν σε κρατικές εταιρείες.
Ο Πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Κούβας, Ορλάντο Ερνάτες Γκιγιέν, δήλωσε στην Γράνμα ότι αυτός ο τύπος μονόπλευρων περιορισμών είναι “μεροληπτικές και άδικες”.
Ο Ερνάνες Γκιγιέν, που πριν λίγο καιρό συμμετείχε στην Ουάσιγκτον στην δημιουργία του Συμβουλίου Εμπορικών Συναλλαγών ΗΠΑ-Κούβας, προσέθεσε ότι τα πλοία ταξιδεύουν γεμάτα μέχρι την Κούβα και επιστρέφουν άδεια, πράγμα που αυξάνει το κόστος των ναύλων και θέτει τους εθνικούς παραγωγούς σε μειονεκτική θέση, συμπληρώνοντας: “Δεν μπορείς να μιλάς για ομαλοποίηση των εμπορικών συναλλαγών σε κανέναν τομέα ενόσω η ροή τους θα είναι προς μία μόνο κατεύθυνση”.
Sergio Alejandro Gómez / Granma - 9/10/2015