Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το παιδί μου στο σχολείο…

…και εγώ στο Σύλ­λο­γο Γονέων

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Σήμε­ρα ξεκι­νούν τα σχο­λεία μα μια βδο­μά­δα πριν ξεκί­νη­σε το άγχος για το πώς θα αντα­πο­κρι­θού­με στις υλι­κές απαι­τή­σεις της νέας σχο­λι­κής χρο­νιάς. Και δεν είναι λίγες. Από τα ανα­γκαία του παι­διού μας μέχρι τα ανα­γκαία για τη λει­τουρ­γία του σχο­λεί­ου (χαρ­τί τουα­λέ­τας, πετρέ­λαιο κλπ) . Αλλά και το ενδια­φέ­ρον για αυτή καθ’ αυτή τη μόρ­φω­ση και  το δια­παι­δα­γω­γι­κό έργο που συντε­λεί­ται εκεί είναι αυτο­νό­η­το για κάθε γονιό.

Με αφορ­μή την έναρ­ξη της σχο­λι­κής χρο­νιάς δημο­σιεύω μια τοπο­θέ­τη­σή μου, ως μέλος του Συλ­λό­γου,  στην κοι­νή συνε­δρί­α­ση δασκά­λων και  μελών Συλ­λό­γου Γονέ­ων του σχο­λεί­ου, πριν δύο χρό­νια. Κάποια πράγ­μα­τα επι­δει­νώ­θη­καν και αν χρεια­ζό­ταν και σήμε­ρα να μιλή­σω πάλι τα ίδια θα έλε­γα. Θα προ­σθέ­σω απλά σήμε­ρα ότι χρέ­ος μας είναι η συμ­με­το­χή στους Συλ­λό­γους Γονέων.

* * *

Robert Harris, Μία συνάντηση της σχολικής επιτροπής. 1885. Εθνική Πινακοθήκη του Καναδά

Robert Harris, Μία συνά­ντη­ση της σχο­λι­κής επι­τρο­πής. 1885. Εθνι­κή Πινα­κο­θή­κη του Καναδά

 

Ξανα­γυ­ρί­ζου­με έναν αιώ­να πίσω, τότε που οι Γλη­νός, Τρια­ντα­φυλ­λί­δης, Δελ­μού­ζος έθε­ταν το ζήτη­μα για μαθη­τές και δάσκα­λους χορ­τά­τους στο σχο­λείο με ταυ­τό­χρο­νο στό­χο την καλύ­τε­ρη δυνα­τή παιδεία.

Δυστυ­χώς όσο υπερ­βο­λι­κό και να ακού­γε­ται αρχί­ζει σιγά σιγά να δια­μορ­φώ­νε­ται μια τέτοια πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Η έλλει­ψη, η φτώ­χεια, η εξα­θλί­ω­ση ακό­μα διευ­ρύ­νο­νται. Εκα­τομ­μύ­ρια οι άνερ­γοι γονείς, εκα­το­ντά­δες χιλιά­δες όσοι έχουν καθυ­στέ­ρη­ση μισθού, εκα­τομ­μύ­ρια όσοι έχουν μεί­ω­ση μισθού. Μέσα σε αυτούς και εμείς οι γονείς και εσείς οι δάσκα­λοι, μηδέ του δικού μας σχο­λεί­ου εξαι­ρού­με­νοι. Και όλοι πλητ­τό­με­νοι περαι­τέ­ρω από τους δυσβά­στα­χτα μέτρα. Μαζί με όλα αυτά μεί­ω­ση των δια­θέ­σι­μων κον­δυ­λί­ων για την παι­δεία, τα οποία και αυτά συχνά κατα­βάλ­λο­νται με καθυστέρηση.

Εκφρα­ση αυτών στο σχο­λείο οι ελλεί­ψεις απα­ραί­τη­των ειδι­κών παι­δα­γω­γών (ειδι­κής αγω­γής πλέ­ον ανα­γκαί­οι σε κάποιες τάξεις), οι ελλεί­ψεις υλι­κών και μέσων απα­ραί­τη­των για την καθη­με­ρι­νή λει­τουρ­γία του σχο­λεί­ου (π.χ. Χαρ­τί τουα­λέ­τας) και παι­διά στην κυριο­λε­ξία νηστικά.

Η ίδια σκλη­ρή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μιλά, επι­δρά στα παι­διά, τα φέρ­νει αντι­μέ­τω­πα με τις συνέ­πειες που έχει η κρί­ση  στη ζωή των γονιών τους, των συμ­μα­θη­τών τους, των ίδιων. Παι­διά που με το δικό τους τρό­πο συναι­σθη­μα­τι­κά βιώ­νουν την ανερ­γία και τις δυσκο­λί­ες βιο­τι­κού τύπου των γονιών. Παι­διά χωρίς κολα­τσιό ή ακό­μη και χωρίς γεύ­μα αυτά που μένουν στο ολο­ή­με­ρο. Παι­διά που τα μικρά τους όνει­ρα ματαιώ­νο­νται, όπως π.χ. ένα πάρ­τι στη γιορ­τή τους. Ανα­γκα­στι­κά εσείς οι δάσκα­λοι  νιώ­θε­τε αυτή τη συναι­σθη­μα­τι­κή ανα­στά­τω­ση των παι­διών και καλεί­στε να τα βοη­θή­σε­τε και στο μαθη­σια­κό και στο συναι­σθη­μα­τι­κό κομμάτι.

Αυτό επι­βάλ­λει ένα νέο ρόλο και σε εσάς, να βοη­θή­σε­τε τα παι­διά να νιώ­σουν, όσο μπο­ρούν να συλ­λά­βουν με την άγου­ρη σκέ­ψη τους την ατμό­σφαι­ρα και την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μέσα στην οποία ζουν, να δημιουρ­γη­θούν οι προ­ϋ­πο­θέ­σεις, από τους δασκά­λους, κατα­νό­η­σης της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας χωρίς να χάνουν το χαμό­γε­λό τους. Να κατα­λά­βουν ότι αυτό που εμείς οι μεγά­λοι ονο­μά­ζου­με κρί­ση μόνο συλ­λο­γι­κά αντι­με­τω­πί­ζε­ται. Να μάθουν να στη­ρί­ζο­νται το ένα στο άλλο και να αγκα­λιά­ζουν και το «ξένο» συμ­μα­θη­τή τους. Αυτό επι­βάλ­λει και καλ­λιέρ­γεια αξιών όπως αλλη­λεγ­γύη και φιλία.

Στη νέα πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που έχει δια­μορ­φω­θεί το βάθε­μα και η διεύ­ρυν­ση αυτών των αξιών είναι η απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρη ασπί­δα. Κανείς μόνος του στην κρί­ση, με όποιο τρό­πο κι αν πλήτ­τε­ται από αυτή να έχει τη σιγου­ριά ότι θα βρει πρό­θυ­μους ανθρώ­πους να τον στη­ρί­ξουν, να συμπα­ρα­στα­θούν, να τον βοη­θή­σουν. Και εδώ δάσκα­λοι και γονείς πρέ­πει να έχου­με τα μάτια ανοι­χτά και τα αυτιά μας πρό­θυ­μα. Από το αν το παι­δί έχει θέρ­μαν­ση στο σπί­τι μέχρι το ανα­γκαίο κολα­τσιό στο σχο­λείο. Ποια­νών παι­διών οι γονείς είναι άνερ­γοι. Με τη δέου­σα βέβαια δια­κρι­τι­κό­τη­τα. Κάποια από αυτά τα προ­βλή­μα­τα μπο­ρού­με να τα αντι­με­τω­πί­σου­με ως σχο­λι­κή κοι­νό­τη­τα, τα άλλα σε συνερ­γα­σία ή επι­κοι­νω­νία με λαϊ­κούς φορείς της περιο­χής μας.

Η αλλη­λεγ­γύη βοη­θά στην αντι­με­τώ­πι­ση των καθη­με­ρι­νών πιε­στι­κών ανα­γκών. Ανά­γκες που αντα­να­κλούν στον ψυχι­σμό μας μιας και πλήτ­τε­ται η ικα­νό­τη­τα μας με αξιο­πρέ­πεια (όπως το ορί­ζα­με μέχρι σήμε­ρα) να καλύ­πτου­με τις ανά­γκες της οικο­γέ­νειάς μας. Αυτό το αίσθη­μα αξιο­πρέ­πειας θα το στη­ρί­ξου­με πλέ­ον στις σχέ­σεις αλλη­λεγ­γύ­ης, οι οποί­ες θα μας δώσουν και τη νηφα­λιό­τη­τα και την αισιο­δο­ξία να δού­με καθα­ρό­τε­ρα την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Είναι η αλλη­λεγ­γύη ασπί­δα σε όλους εκεί­νους που χρη­σι­μο­ποιούν τις ανά­γκες μας για να δια­χω­ρί­σουν τους ανθρώ­πους με βάση το χρώ­μα, τη θρη­σκεία, τη φυλή, την εθνι­κό­τη­τα και για να ενο­ποι­ή­σουν τον ξένο. Αυτό το πνεύ­μα αλλη­λεγ­γύ­ης με την ίδια ζεστα­σιά θα αγκα­λιά­σει και το παι­δί των μετα­να­στών που φοι­τά στο σχο­λείο μας, με το ίδιο ενδια­φέ­ρον θα νοια­στού­με και για την οικο­γέ­νειά του. Βιο­πα­λαι­στές — θύμα­τα της ίδιας πραγ­μα­τι­κό­τη­τας είμα­στε Ελλη­νες και μετα­νά­στες. Και μάλι­στα οι μετα­νά­στες δυο φορές θύματα.

Εφυ­γαν από τις χώρες τους για να γλι­τώ­σουν τις συνέ­πειες του πολέ­μου που ρήμα­ξε τη ζωή τους. Η τρα­γω­δία της μετα­νά­στευ­σης ανα­δει­κνύ­ε­ται από όσα οι ίδιοι διη­γού­νται για το ταξί­δι τους μέχρι να φτά­σουν στην Ελλά­δα. Αδυ­να­τεί ακό­μα και ο πιο ευφά­ντα­στος σενα­ριο­γρά­φος να τα απο­δώ­σει κινηματογραφικά.

Οσο υπάρ­χει πόλε­μος, όσο υπάρ­χουν ανι­σό­τη­τες στον κόσμο θα υπάρ­χουν και μετα­νά­στες. Και ως Πύλη εισό­δου στην Ευρώ­πη θα δεχό­μα­στε ως χώρα πολ­λούς. Δε γίνε­ται να κλεί­σου­με τα μάτια μας ούτε να πιστέ­ψου­με ότι αυτοί είναι η πηγή των προ­βλη­μά­των μας. Το μέτρο του πολι­τι­σμού μας ως κοι­νω­νία και της προ­σω­πι­κής μας αξιο­πρέ­πειας το καθο­ρί­ζουν οι αρχές του ανθρω­πι­σμού και της αλλη­λεγ­γύ­ης. Αυτό είναι και το πνεύ­μα που επι­σή­μως αντι­προ­σω­πεύ­ει και η Παι­δεία μας. Ο άνθρω­πος ως αδιαί­ρε­το σύνο­λο και οι ανά­γκες του. Και αυτό το πνεύ­μα πρέ­πει να καλ­λιερ­γή­σει στα παι­διά μας μέσα από τη διδα­κτι­κή πρά­ξη αλλά και από τις πρω­το­βου­λί­ες δρά­σεις που θα ανα­λά­βει. Να ανα­χαι­τί­σει ένα πνεύ­μα αδια­φο­ρί­ας, ατο­μι­σμού και δια­φο­ρε­τι­κό­τη­τας που με περισ­σή ευκο­λία δια­χέ­ε­ται από τα ΜΜΕ για παρά­δειγ­μα, και όχι μόνο. Και αυτό είναι ακό­μα πιο σημα­ντι­κό για­τί είτε τα ίδια μπο­ρεί να γίνουν μετα­νά­στες είτε για­τί με το παι­δί του μετα­νά­στη θα διεκ­δι­κή­σουν μια ευκαι­ρία λει­ψής ζωής σε μια κοι­νω­νία που έχει καταρ­γή­σει τα δικαιώ­μα­τα. Σε αυτή την κοι­νω­νία όσο το παι­δί μου θα βλέ­πει το μετα­νά­στη ως αντί­πα­λο και πηγή της δυστυ­χί­ας του τόσο θα χει­ρο­τε­ρεύ­ουν οι όροι της ζωής του για­τί δε θα μπο­ρεί να δει την πραγ­μα­τι­κή αιτία των προ­βλη­μά­των του.

Θεω­ρώ πολύ σημα­ντι­κή σε επί­πε­δο συμ­βο­λι­σμού την πρω­το­βου­λία του σχο­λεί­ου να εκδη­λώ­σει την αλλη­λεγ­γύη του στα παι­διά του καταυ­λι­σμού του Λαυ­ρί­ου η οποία θα πρέ­πει να αξιο­ποι­η­θεί και στην τάξη. Είναι άλλω­στε συνέ­χεια αντί­στοι­χων πρω­το­βου­λιών που με δια­κρι­τι­κό­τη­τα έχουν ανα­λά­βει οι δάσκα­λοι μέσα στο σχο­λείο, αλλά και εκτός σχο­λεί­ου με τη δρά­ση του τοπι­κού Συλ­λό­γου Γ. Σεφέ­ρης. Αυτό είναι και για εμάς τους γονείς ένα μάθη­μα και ώθη­ση να ανα­λά­βου­με πρω­τό­βου­λη αντί­στοι­χη δρά­ση. Αυτο­νό­η­τη δε, πρέ­πει να είναι η στή­ρι­ξη σχε­τι­κών δρά­σε­ων του σχο­λεί­ου. Κατά την άπο­ψη μου, όποιος συνει­δη­τά αρνεί­ται να στη­ρί­ξει αυτή τη δρά­ση δεν έχει θέση ούτε στο σύλ­λο­γο ούτε στο γονεϊ­κό κίνη­μα. Οσοι με ευκο­λία και επι­πό­λαιη σκέ­ψη κατέ­λη­ξαν στην άρνη­ση, πρέ­πει να το ξανα­σκε­φτούν και να ανα­ρω­τη­θούν αν μήπως ασυ­νεί­δη­τα ανοί­γουν την κερ­κό­πορ­τα για να μπουν στο σχο­λείο ιδέ­ες ξένες με το περιε­χό­με­νο της Παι­δεί­ας ή αν με την αθώα επι­φα­νεια­κά διά­κρι­ση ότι η συμπα­ρά­στα­ση μας έχει απο­κλει­στι­κό απο­δέ­κτη τους συμπα­τριώ­τες μας μολύ­νουν το αίσθη­μα της αλλη­λεγ­γύ­ης και της φιλί­ας των ανθρώ­πων και των λαών. Θεω­ρώ αυτο­νό­η­τη ελά­χι­στη από­δει­ξη της στή­ρι­ξης της πρω­το­βου­λί­ας από το σχο­λείο την κάλυ­ψη από το Σύλ­λο­γο Γονέ­ων του εξό­δου μετα­κί­νη­σης των μαθη­τών για την παρά­δο­ση του υλικού.

Μέσα σε αυτή την εξαι­ρε­τι­κά δύσκο­λη κατά­στα­ση το αίτη­μα για δημό­σια δωρε­άν εκπαί­δευ­ση δηλα­δή εξα­σφά­λι­ση όλων των ανα­γκαί­ων, δεν προ­έρ­χε­ται μόνο από το συνταγ­μα­τι­κά κατο­χυ­ρω­μέ­νο κοι­νω­νι­κό αγα­θό, ούτε μόνο από το γεγο­νός ότι μέσω της φορο­λο­γί­ας έχου­με πλη­ρώ­σει όλα τα προ­σφε­ρό­με­να σε παι­δεία υγεία κλπ. Πλέ­ον πηγά­ζει από την ίδια την αδυ­να­μία μας να τα καλύ­ψου­με από τη δική μας τσέ­πη. Σήμε­ρα πιο ανα­γκαίο από ποτέ γίνε­ται να απαι­τή­σου­με — διεκ­δι­κή­σου­με από το κρά­τος και το δήμο τους ανα­γκαί­ους πόρους για τη λει­τουρ­γία του σχο­λεί­ου. Και επι­πλέ­ον ένα γεύ­μα για κάθε παι­δί. Οπως και την κάλυ­ψη των ανα­γκαί­ων ενι­σχυ­τι­κών εκπαι­δευ­τι­κών δραστηριοτήτων.

Με δεδο­μέ­νη όμως την αδυ­να­μία, αδια­φο­ρία, συγκα­λυμ­μέ­νη υπεκ­φυ­γή των αρμο­δί­ων να αντα­πο­κρι­θούν στις απαι­τή­σεις τους (καθέ­νας μπο­ρεί να το χαρα­κτη­ρί­σει δια­φο­ρε­τι­κά), τι κάνου­με; Το ζήτη­μα μπαί­νει πιε­στι­κά και ζητά λύση. Τι θα κάνου­με; Θα κρυώ­σουν τα παι­διά; Σαφώς όχι. Χωρίς να υιο­θε­τώ καμιά αντί­λη­ψη ότι ο σύλ­λο­γος είναι ο κου­μπα­ράς για τέτοιες περι­πτώ­σεις, σαφώς και θα πρέ­πει να στα­θεί όπως μπο­ρεί σε κάθε περί­πτω­ση. Αυτό για εμέ­να όμως έχει ένα παρο­νο­μα­στή. Ούτε ο σύλ­λο­γος θα εξα­ντλεί την ευρη­μα­τι­κό­τη­τά του για να αφαι­μάσ­σει τις τσέ­πες των γονιών προ­κει­μέ­νου να γεμί­ζει ο κου­μπα­ράς, ούτε οι δάσκα­λοι να είναι αδιά­φο­ροι στην υπε­ρά­σπι­ση του δικαιώ­μα­τος της Παι­δεί­ας ως κοι­νω­νι­κό αγα­θό. Στη διεκ­δί­κη­ση του. Θέλω να βλέ­πω δασκά­λους που αν χρεια­στεί μαζί με τους γονείς θα κλεί­σουν και το σχολείο.

Ιδιαί­τε­ρα πιε­στι­κό και λεπτό είναι το ζήτη­μα του ανα­γκαί­ου ειδι­κού εκπαι­δευ­τι­κού προ­σω­πι­κού, η καθυ­στέ­ρη­ση έλευ­σης του οποί­ου μπο­ρεί να έχει απο­τε­λέ­σμα­τα τα οποία σήμε­ρα δεν μπο­ρού­με να φαντα­στού­με ή δε θέλου­με να πιθανολογήσουμε. (…)

Πρέ­πει να δού­με ως σύλ­λο­γος σε συζή­τη­ση με τους γονιούς κατά τάξη πώς επι­κου­ρι­κά θα συμ­βάλ­λου­με στην παι­δα­γω­γι­κή δια­δι­κα­σία του σχο­λεί­ου. Οπως για παρά­δειγ­μα, για την τάξη του παι­διού μου, να δημιουρ­γή­σου­με μια συλ­λο­γή οπτι­κού και ακου­στι­κού υλι­κού για να αξιο­ποιεί­ται από τους δασκά­λους στην ώρα που για κάποιο λόγο τα παι­διά πρέ­πει να απα­σχο­λη­θούν. Ηδη αξιο­ποιεί­ται η σχο­λι­κή βιβλιο­θή­κη που πρέ­πει να βρού­με τρό­πους να την εμπλου­τί­ζου­με (Σε καμιά περί­πτω­ση όμως δεν εννοώ τα παζά­ρια βιβλί­ου που κακώς επι­τρά­πη­κε να γίνει στο παρελ­θόν). Μέσα από την προ­σω­πι­κή εμπει­ρία θα έλε­γα ότι πρέ­πει να γίνε­ται συζή­τη­ση με τα παι­διά και πριν δια­βά­σουν το βιβλίο και μετά, για να μπο­ρούν να κατα­λά­βουν αυτό που δια­βά­ζουν, για­τί το μέτρο σύγκρι­σης είναι αυτό που βλέ­πουν στην τηλε­ό­ρα­ση ή στο κομπιού­τερ με απο­τέ­λε­σμα να απορ­ρί­πτουν το βιβλίο.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο