Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Φαρμακονήσι II

ξανά στους δρό­μους της προ­σφυ­γιάς, μητέρα
ξανά οι υπο­κρι­τές, οι φαρι­σαί­οι, οι γραφειοκράτες
με τη βία σε διώ­χνουν απ’ την πατρίδα

ναι, μητέ­ρα, απ’ την πατρίδα
ναι, μητέ­ρα, από το και­νούρ­γιο σπι­τι­κό μας
γι’ αυτό δεν φύγα­με από τη γη των προγόνων;
γι’ αυτό δεν με έπνι­ξαν στα νερά του Αιγαίου;
και τι ζητήσαμε
λίγη γη, ένα κρε­βά­τι, δουλειά
ελεύ­θε­ροι να ζήσου­με, σαν άνθρωποι
σαν άνθρωποι…

αλλά όπως φαίνεται
μια φορά κυνη­γη­μέ­νος, σημαίνει
μόνι­μα να ζεις στην εξορία
μακριά απ’ τις πολι­τεί­ες των ανθρώπων
άγνω­στος μετα­ξύ αγνώστων
το μαχαί­ρι σου να ακονίζεις
για να μη κλέ­ψουν την καρ­διά σου

ναι, το ξέρω, ανά­ξιοι είναι να αγαπήσουν
Θεός τους είναι το χρήμα
κι η κατα­στο­λή, ένας άγγε­λος της καταστροφής
έπνι­ξαν εμέ­να, τώρα πνί­γουν εσάς
τον Αχμέτ, τον Σαχ­ζάτ, τον Αμπντούλ
στο όνο­μα της “εθνι­κής ενότητας”
στο όνο­μα των λαϊ­κών συμφερόντων
που, όπως πάντα, την έναρ­ξη σημαίνουν
μιας μακρό­χρο­νης λεηλασίας

ξανά στους δρό­μους της προ­σφυ­γιάς, μητέρα
ξανά οι υπο­κρι­τές, οι φαρι­σαί­οι, οι γραφειοκράτες
με τη βία σε διώ­χνουν απ’ την πατρίδα

ναι, μητέ­ρα, απ’ την πατρίδα
μακριά σε στέλ­νουν απ’ το σπί­τι σου
σε παλιά κοντέι­νερ, σε σάπιες ψαρόβαρκες
σε στρα­τό­πε­δα συγκέντρωσης
φυλα­κί­ζουν, πάλι, την ελπί­δα σου

εμπρός, μητέ­ρα, σήκω­σε φωνή
διεκ­δί­κη­σε τη ζωή σου
τα δάκρυα δεν φέρ­νουν την αλλαγή
πολέ­μη­σε, όπως τόσο καλά ξέρεις,
σήκω­σε το κεφά­λι, χαμογέλασε
σε φοβού­νται, μητέρα
το δίκιο μας φοβούνται

σε αυτή τη μάχη όσοι αγα­πούν τη ζωή
θα είναι οι νικητές
ύστε­ρα, όταν νικήσεις
θα μπο­ρείς πάλι να κλάψεις
κι αν μπο­ρείς, να με θυμάσαι
όχι σαν ένα θύμα
αλλά ως ήρωα
ενός πολέ­μου ταξικού

Ειρη­ναί­ος Μαράκης
18/8/2015

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο