Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι…

Γρά­φει ο Βασί­λης Κρί­τσας //

…θα σου αγο­ρά­σω ένα βιβλίο. Που δεν κάνει κάποιο ιδιαί­τε­ρο θόρυ­βο, σαν το κοκο­ρά­κι και τα άλλα ζωντα­νά, και απαι­τεί συνή­θως ησυ­χία, για να το δια­βά­σεις. Αλλά είναι σε πολύ καλή τιμή ‑παζά­ρι γαρ- και κατά κανό­να σε κάνει πολύ πιο πλού­σιο από άλλα δώρα και προ­ϊ­ό­ντα που βρί­σκεις στις εκπτώ­σεις, αυτές τις μέρες.

Ο μέσος νεο­έλ­λη­νας κατα­να­λώ­νει πολύ, αλλά δια­βά­ζει ελά­χι­στα. Αν και είναι σχε­τι­κή η σημα­σία των ρημά­των στις μέρες μας, πόσο κατα­να­λώ­νει δηλ κανείς μες στην κρί­ση και τι ακρι­βώς δια­βά­ζει, όταν δυσκο­λεύ­ε­ται να παρα­μεί­νει συγκε­ντρω­μέ­νος σε κάθε κεί­με­νο που ξεπερ­νά το μέγε­θος ενός δια­δι­κτυα­κού τιτι­βί­σμα­τος. Το που­λά­κι τσίου-τσίου…

Παρό­λα αυτά, ο συνω­στι­σμός κι οι ουρές στο παζά­ρι (που μετα­κό­μι­σε εδώ και λίγα χρό­νια στην πλα­τεία Εθνι­κής Αντι­στά­σε­ως ή Κοτζιά, όπως την ξέρουν οι περισ­σό­τε­ροι), είναι σχε­δόν πάντα μεγά­λες. Κι αυτό δεν οφεί­λε­ται απλά στον κατα­να­λω­τι­σμό που επε­κτεί­νε­ται και στο χώρο του βιβλί­ου, ή στη μανία να αγο­ρά­ζου­με κάτι χωρίς να είναι και σίγου­ρο πως θα το δια­βά­σου­με τελι­κά. Αλλά ακρι­βώς στο ότι το στε­ρε­ό­τυ­πο του νεο­έλ­λη­να δεν αφο­ρά τους πάντες και σίγου­ρα όχι τόσο πολ­λούς, όσο πιστεύ­ε­ται. Και στο ότι οι μη τυπι­κοί νεο­έλ­λη­νες διψά­νε για φτη­νά καλά βιβλία. Κι αν το “καλός” έχει κι ένα στοι­χείο υπο­κει­με­νι­κό­τη­τας, ανά­λο­γα με τα γού­στα και τις προ­τι­μή­σεις του καθε­νός, το φτη­νό βιβλίο είναι αντι­κει­με­νι­κά είδος που σπα­νί­ζει ανε­ξή­γη­τα από την αγορά.

Πολ­λοί βέβαια θεω­ρούν ‑κι έχουν δίκιο- ως απο­τρε­πτι­κό παρά­γο­ντα το μεγά­λο βαθ­μό επα­νά­λη­ψης των τίτλων από χρό­νο σε χρό­νο, και πως πέφτουν συνέ­χεια στα ίδια και τα ίδια ‑χώρια ο κίν­δυ­νος να αγο­ρά­σεις ξανά κάτι, που δεν ήσουν αν το είχες ή όχι. Πάντα υπάρ­χει όμως κάτι “και­νού­ριο” να ανα­κα­λύ­ψεις, που δεν το είχες ξετρυ­πώ­σει στις προη­γού­με­νες επι­σκέ­ψεις σου ή είχες τσι­γκου­νευ­τεί να το πάρεις, ή απλά δεν είχε τρα­βή­ξει την προ­σο­χή σου μέχρι τώρα.

Για παρά­δειγ­μα, μπο­ρείς να βρεις την “Ξεχερ­σω­μέ­νη Γη” του Σολό­χοφ, ίσως το πιο αξιό­λο­γο λογο­τε­χνι­κό έργο για την επο­χή της κολε­κτι­βο­ποί­η­σης, ΚΟΜΕΠ από την επο­χή της Αντί­στα­σης και των Δεκεμ­βρια­νών, το (άκρως επί­και­ρο αυτές τις μέρες) αγρο­τι­κό επί­και­ρο του Γιά­νη Κορ­δά­του (με ένα νι και αυτός, αλλά καμία σχέ­ση με το… συνο­νό­μα­το), την κλα­σι­κή λογο­τε­χνία του Ζαχα­ρό­που­λου, πολ­λά παι­δι­κά βιβλία, ακό­μα κι ένα βιβλίο του Σταύ­ρου Θεο­δω­ρά­κη, που δεν παρου­σιά­ζει κανέ­να ιδιαί­τε­ρο ενδια­φέ­ρον, μέχρι να παρα­τη­ρή­σεις πως είχε κυκλο­φο­ρή­σει προ­φη­τι­κά από τις εκδό­σεις “Ποτα­μός”! Και πάρα πολ­λά άλλα, ό,τι μπο­ρεί να φαντα­στεί κανείς, και δεν μπο­ρεί να χωρέ­σει σε μια μικρή παρά­γρα­φο ή κι ένα ολό­κλη­ρο κείμενο.

Σε κάθε περί­πτω­ση, μια δοκι­μή θα σας πεί­σει. Σπεύ­σα­τε λοι­πόν, μέχρι την Κυρια­κή που ρίχνει αυλαία το φετι­νό παζά­ρι (κι ας καρ­τε­ρού­με ένα άλλο).

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο