Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Έτσι ύψωσα τη σημαία της νίκης στο Ράιχσταγκ»

Επι­μέ­λεια: Οικο­δό­μος //

Στις 30 Απρί­λη του 1945 οι λοχί­ες του Κόκ­κι­νου Στρα­τού Μελί­των Βαρ­λά­μο­βιτς Καντά­ρια και Μιχα­ήλ Αλε­ξέ­γιε­βιτς Γεγκό­ροφ υψώ­νουν την κόκ­κι­νη Σημαία της Νίκης, στην ψηλό­τε­ρη κορυ­φή του Ράιχσταγκ.

Το «κάρ­φω­μα» του κόκ­κι­νου λάβα­ρου με το σφυ­ρο­δρέ­πα­νο την «καρ­διά» του φασι­σμού, σημα­το­δο­τού­σε το τέλος του πολέ­μου (που θα ερχό­ταν λίγες μέρες αργό­τε­ρα με την άνευ όρων παρά­δο­ση της ναζι­στι­κής Γερ­μα­νί­ας) και έστελ­νε στα πέρα­τα του κόσμου το μήνυ­μα ότι ο Κόκ­κι­νος Στρα­τός, ο στρα­τός του πρώ­του προ­λε­τα­ρια­κού κρά­τους στην ιστο­ρία της ανθρω­πό­τη­τας ήταν ο αδιαμ­φι­σβή­τη­τος νικητής.

Μιχαήλ Αλεξέγιεβιτς Γεγκόροφ και Μελίτων Βαρλάμοβιτς Καντάρια με τη Σημαία της Νίκης

Μιχα­ήλ Αλε­ξέ­γιε­βιτς Γεγκό­ροφ και Μελί­των Βαρ­λά­μο­βιτς Καντά­ρια με τη Σημαία της Νίκης

Τριά­ντα χρό­νια αργό­τε­ρα, στην επέ­τειο της Μεγά­λης Αντι­φα­σι­στι­κής Νίκης των Λαών ο Ριζο­σπά­στης θα φιλο­ξε­νή­σει τη μαρ­τυ­ρία ενός από τους δυο ήρω­ες του Σοβιε­τι­κού Λαού που με την πρά­ξη τους πρό­σθε­σαν με ανε­ξί­τη­λα γράμ­μα­τα τα ονό­μα­τά τους  στις γεμά­τες από αίμα και ηρω­ι­σμό σελί­δες της παγκό­σμιας ιστορίας.

Ο Μελί­των Καντά­ρια θυμά­ται με συγκί­νη­ση και περι­γρά­φει τις στιγ­μές που το κόκ­κι­νο λάβα­ρο υψώ­θη­κε στον ουρα­νό της λεύ­τε­ρης πια από φασι­σμό ανθρωπότητας.

Μελίτων Βαρλάμοβιτς Καντάρια

Μελί­των Βαρ­λά­μο­βιτς Καντάρια

Κάθε φορά που επι­σκέ­πτο­μαι την όμορ­φη πρω­τεύ­ου­σα της Λ.Δ. Γερ­μα­νί­ας, την πόλη που ανα­δύ­θη­κε από τα ερεί­πια, η καρ­διά μου πλημ­μυ­ρί­ζει από υπε­ρη­φά­νεια για όλους τους σοβιε­τι­κούς στρα­τιώ­τες που πήραν μέρος στην ιστο­ρι­κή εκεί­νη έφο­δο για την κατά­λη­ψη του τελευ­ταί­ου οχυ­ρού του φασι­σμού. Μπρο­στά στα μάτια μου περ­νά­νε οι δικοί μου δρό­μοι του μετώ­που. Όλα τα χρό­νια του πολέ­μου τα πέρα­σα στην πρώ­τη γραμ­μή. Κι ύστε­ρα από τέσ­σε­ρα χρό­νια τόσων δοκι­μα­σιών, είχα την τύχη να πολε­μή­σω στους δρό­μους του Βερο­λί­νου, πυρ­πο­λη­μέ­νου από τους ίδιους τους υπε­ρα­σπι­στές του…

Η Σημαία της Νίκης στο Ράιχσταγκ!…

Ποιος μπο­ρεί να μη θυμά­ται εκεί­νη τη συγκλο­νι­στι­κή τελευ­ταία στιγ­μή του πολέμου!

Το τυλιγ­μέ­νο στους καπνούς γκρί­ζο κτί­ριο, μισο­γκρε­μι­σμέ­νο από τις οβί­δες και τους όλμους, το μαυ­ρι­σμέ­νο, μπα­ρου­το­κα­πνι­σμέ­νο ουρα­νό του Βερο­λί­νου, και το κόκ­κι­νο φλά­μπου­ρο να ανε­μί­ζει περή­φα­να ψηλά στο θόλο.

reihstag

Ήταν η πολε­μι­κή σημαία της δικής μας 3ης στρα­τιάς κρού­σης, όπου στο 756 σύνταγ­μα υπη­ρε­τού­σα ανι­χνευ­τής μαζί με τον Μιχα­ήλ Γεγκό­ροφ. Με τι αγώ­να σκαρ­φα­λώ­σα­με μαζί σε κεί­νες τις φλο­γι­σμέ­νες ώρες ως το θόλο του κτιρίου…

Οι τελευ­ταί­ες μάχες στο Βερο­λί­νο ήταν ιδιαί­τε­ρα σκλη­ρές. Το φασι­στι­κό θηρίο λυσ­σο­μα­νού­σε στην επι­θα­νά­τια αγω­νία του. Ο στρα­τός μας έσφιγ­γε την πόλη στην ατσα­λέ­νια λαβί­δα του. Εμείς πολε­μού­σα­με στο κέντρο της  πόλης που οι χιτλε­ρι­κοί το είχαν μετα­τρέ­ψει σε απόρ­θη­το, κατά τη γνώ­μη τους, φρού­ριο. Οι αμυ­ντι­κές τους γραμ­μές κι οι κόμ­βοι αντί­στα­σης ήταν παρα­γε­μι­σμέ­νοι με κανό­νια, όλμους και πάτζερ.

Το πρωί στις 29 Απρί­λη άρχι­σε η προ­ε­τοι­μα­σία των μονά­δων της 3ης στρα­τιάς για την έφο­δο στο Ράιχ­σταγκ. Η έφο­δος άρχι­σε την άλλη μέρα στις 13:30. Ο εχθρός πρό­βα­λε λυσ­σα­σμέ­νη αντί­στα­ση. Η πρώ­τη έφο­δος δεν πέτυ­χε. Στις 18:30 άρχι­σε η δεύ­τε­ρη και τελευ­ταία έφο­δος κατά του κτι­ρί­ου. Με την κάλυ­ψη του πυρο­βο­λι­κού, τα τάγ­μα­τα κρού­σης μας ρίχτη­καν στην έφο­δο. Πάνω στην έξα­ψη της μάχης εμέ­να και τον Γεγκό­ροφ μας φώνα­ξε ο διοι­κη­τής του συντάγ­μα­τος Φ. Ζιν­τσιέν­κο και μας έδω­σε τη σημαία λέγοντας:

«Η σημαία αυτή θα γίνει σύμ­βο­λο της νίκης μας κατά του φασι­σμού. Θα γίνει, αν εσείς δεί­ξε­τε εξυ­πνά­δα και παλι­κα­ριά. Από αυτή τη στιγ­μή δεν είστε πια ανι­χνευ­τές, είστε σημαιο­φό­ροι. Σας εύχο­μαι καλή επιτυχία!».

Η πολεμική σημαία της 3ης στρατιάς, η Σημαία της Νίκης

Η πολε­μι­κή σημαία της 3ης στρα­τιάς, η Σημαία της Νίκης

Ύστε­ρα ο συνταγ­μα­τάρ­χης γονά­τι­σε και φίλη­σε τη σημαία. Εμείς μιμη­θή­κα­με το παρά­δειγ­μά του.

Το Ράιχ­σταγκ είχε δυό­μι­σι ορό­φους και το χώρο κάτω από τη στέ­γη. Τρι­γύ­ρω ο εχθρός δεν στα­μα­τού­σε στιγ­μή τα καται­γι­στι­κά του πυρά. Για να ανε­βού­με στη στέ­γη ήταν το ίδιο σαν να βγαί­να­με στα μετό­πι­σθεν του εχθρού. Με μια ομά­δα στρα­τιω­τών που είχαν επι­κε­φα­λής τον υπο­λο­χα­γό Α. Μπέ­ρεστ και με την κάλυ­ψη του λόχοι του Ι. Σιά­νωφ ανε­βή­κα­με γρή­γο­ρα τη μεγά­λη σκά­λα. Αρχί­σα­με τους φασί­στες με τις χειροβομβίδες.

Τελι­κά φτά­σα­με στη στέ­γη. Κάτω απλω­νό­ταν το Βερο­λί­νο. Ζυγώ­σα­με στο άγαλ­μα του αλό­γου που έστε­κε σχε­δόν στην κορυ­φή του κτι­ρί­ου. Εκεί­νη τη στιγ­μή ένα θραύ­σμα χτύ­πη­σε στο άγαλ­μα και του τρύ­πη­σε την κοι­λιά. Εμείς βάλα­με το κοντά­ρι της σημαί­ας σ’ αυτήν την τρύ­πα, αλλά είδα­με ότι η σημαία φαι­νό­τα­νε μόνο από τη μια μεριά. Τότε σκαρ­φα­λώ­σα­με πιο ψηλά στο θόλο. Εκεί στε­ριώ­σα­με το πολε­μι­κό μας φλάμπουρο.

Την άλλη μέρα, από το πολε­μι­κό ανα­κοι­νω­θέν του σοβιε­τι­κού γρα­φεί­ου πλη­ρο­φο­ριών έμα­θε ολό­κλη­ρος ο κόσμος το εξαι­ρε­τι­κό εκεί­νο γεγο­νός. Εμείς όμως είχα­με κι άλλες μάχες.

Στις 2 του Μάη, ώρα 15:00 είχε τσα­κι­στεί πια η αντί­στα­ση της φρου­ράς του Βερο­λί­νου και κατά το βρά­δυ η πόλη είχε κατα­λη­φθεί ολό­κλη­ρη από το στρα­τό μας.

Τότε άφη­σα κι εγώ μαζί με άλλους στρα­τιώ­τες το αυτό­γρα­φό μου στον τοί­χο του Ράιχ­σταγκ κι ήπια το φαντα­ρί­στι­κο ποτή­ρι για τη νίκη που πλη­σί­α­ζε. Στο Ράιχ­σταγκ ήρθε ο διοι­κη­τής του 1ου λευ­κο­ρω­σι­κού μετώ­που στρα­τάρ­χης Ζού­κωφ και άλλοι στρα­τη­γοί. Μας συγ­χά­ρη­καν όλους εμάς, όσοι λάβα­με μέρος στην τολ­μη­ρή ανά­βα­ση στη στέ­γη του Ράιχσταγκ.

Ο Μελίτων Καντάρια (δεύτερος από δεξιά) μαζί με άλλους αξιωματικούς μπροστά στη Σημαία της Νίκης

Ο Μελί­των Καντά­ρια (δεύ­τε­ρος από αρι­στε­ρά) μαζί με άλλους αξιω­μα­τι­κούς μπρο­στά στη Σημαία της Νίκης

Ανά­με­σα στα πολ­λά παρά­ση­μα και μετάλ­λια που φοράω περή­φα­να στο στή­θος μου, είναι και το «Μετάλ­λιο για την κατά­λη­ψη του Βερο­λί­νου» που δόθη­κε προς τιμή της ιστο­ρι­κής Νίκης σε 1.100.000 πολε­μι­στές. Πάνω από 600 στρα­τιώ­τες και αξιω­μα­τι­κοί που δια­κρί­θη­καν ιδιαί­τε­ρα στην επί­θε­ση κατά της φασι­στι­κής πρω­τεύ­ου­σας τιμή­θη­καν με τον τίτλο του ήρωα της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης και 187 μονά­δες ονο­μά­στη­καν «Βερο­λι­νέ­ζι­κες». Σήμε­ρα επω­φε­λού­μαι από την ευκαι­ρία να στεί­λω εγκάρ­διο χαι­ρε­τι­σμό σε όλους τους συμπο­λε­μι­στές για τη γιορ­τή της Μεγά­λης Νίκης.

Δεί­τε ακόμα:
«Εμείς απ’ τη γη δεν περά­σα­με άσκο­πα. Εμείς υπε­ρα­σπι­στή­κα­με τη ζωή της γης!»

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο