Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Gasoline

Γρά­φει ο Βασί­λης Κρί­τσας //

Ανα­σκό­πη­ση στο Ευρω­μπά­σκετ του Γκασόλ

Οι παρα­στά­σεις που μας χάρι­σε ο Πάου Γκα­σόλ στα γήπε­δα της Γαλ­λί­ας ήταν βγαλ­μέ­νες από τα χρό­νια της βιντε­ο­κα­σέ­τας, όπου δεν υπήρ­χε υψη­λή ευκρί­νεια στις οθό­νες, παρά μόνο τετρα­γω­νά­κια, σε στιλ Τέτρις, με πίξελ, όπως τώρα δηλα­δή, στη ρετρό, ρομα­ντι­κή εικό­να από τις μετα­δό­σεις του Αντ1. Η μπα­σκε­τι­κή ραψω­δία που έγρα­ψε στον ημι­τε­λι­κό με τους οικο­δε­σπό­τες Γάλ­λους, όπου το κοντέρ έγρα­ψε 40(!) και πέτυ­χε ακρι­βώς τους μισούς πόντους της ομά­δας του, ήταν το πιο εκθαμ­βω­τι­κό one man show (μόνος μου και όλοι σας) μετά από τους 45 πόντους του Γκά­λη στους Σοβιε­τι­κούς, στον ημι­τε­λι­κό του 89’ –τότε που υπήρ­χε δηλ ακό­μα το Τεί­χος, ενώ στην Ελλά­δα βρι­σκό­ταν σε εξέ­λι­ξη η δια­δι­κα­σία των διε­ρευ­νη­τι­κών εντο­λών, που οδή­γη­σαν στην κυβέρ­νη­ση Τζα­νε­τά­κη. Έκτο­τε όμως το μπά­σκετ έχει αλλά­ξει συγκλο­νι­στι­κά (όπως και ο κόσμος άλλω­στε) και δεν είναι υπό­θε­ση του ενός –κάτι που δίνει ακό­μα μεγα­λύ­τε­ρη αξία στα κατορ­θώ­μα­τα του Ισπα­νού σέντερ (ή μήπως Κατα­λα­νού; Και τι θα διά­λε­γε αλή­θεια, αν τελι­κά προ­χω­ρού­σε η ανε­ξαρ­τη­το­ποί­η­ση της Κατα­λο­νί­ας κι ο δια­χω­ρι­σμός της από το ισπα­νι­κό κρά­τος, που κιν­δυ­νεύ­ει να δια­λυ­θεί στα εξ ων συνετέθη;).

Ένα άλλο σημείο που δίνει δόξα στο νικη­τή είναι η αξία του ηττη­μέ­νου και τα μεγά­λα ονό­μα­τα που οδή­γη­σε στη συντα­ξιο­δό­τη­ση η Ισπα­νία του Γκα­σόλ: ο Νοβί­τσκι, που ήρθε για το κύκνειο άσμα του με την εθνι­κή Γερ­μα­νί­ας (κι ας μην ήταν το πιο όμορ­φο απ’ όλα)· ο Σπα­νού­λης, που ο ταλαι­πω­ρη­μέ­νος οργα­νι­σμός του δε θα άντε­χε του χρό­νου το βάρος ενός προ­ο­λυ­μπια­κού από Ιού­λιο μήνα· ενώ είναι ζήτη­μα αν θα συνε­χί­σει στους τρι­κο­λόρ ο Τόνι Πάρ­κερ, που έχει πατή­σει κι αυτός τα 33.

Ίσως όμως το μεγα­λύ­τε­ρο επί­τευγ­μα του Πάου να ήταν πως κατά­φε­ρε να κατα­στή­σει σχε­δόν συμπα­θή εαυ­τόν και την ομά­δα του σε ένα “μπα­σκε­τι­κό έθνος” (το ελλη­νι­κό), που λατρεύ­ει να μισεί τους Ισπα­νούς, θεω­ρεί το Ναβά­ρο «μπα­σκε­τι­κό σίχα­μα» (κατά μία παλιό­τε­ρη φρά­ση του μακα­ρί­τη Συρί­γου) και ότι ο Ρού­ντι Φερ­νά­ντες κοντρά­ρει άνε­τα τον Κρι­στιά­νο Ρονάλ­ντο στο δια­γω­νι­σμό για τον πιο αντι­πα­θη­τι­κό κάγκου­ρα των γηπέδων.

Όσο για την Εθνι­κή, είχε μόλις μία ήττα, λιγό­τε­ρες από τους πρω­τα­θλη­τές Ισπα­νούς και από κάθε άλλη ομά­δα στη διορ­γά­νω­ση (μαζί με τους Γάλ­λους), αλλά την έκα­νε στο πιο κρί­σι­μο σημείο (προη­μι­τε­λι­κός) κι έμει­νε στην 5η θέση (τη θέση του κορόι­δου, όπως τη λένε οι δημο­σιο­γρά­φοι), που για οποιο­δή­πο­τε άλλο εθνι­κό συγκρό­τη­μα θα θεω­ρού­νταν μεγά­λη επι­τυ­χία. Και στην οποία θέση είχε βρε­θεί και το 2003 (όπου ο τελι­κός ήταν πάλι Ισπα­νία-Λιθουα­νία) με το καθή­κον της ανα­νέ­ω­σης να προ­βά­λει επι­τα­κτι­κό. Δεν ξέρω αν είναι σύμ­πτω­ση, αλλά η φιλο­λο­γία γύρω από τη φετι­νή Εθνι­κή κινή­θη­κε σε προ­ε­κλο­γι­κούς σχε­δόν ρυθ­μούς, για το νέο που δεν μπο­ρεί να γεν­νη­θεί ακό­μα και το παλιό που αρνεί­ται να πεθά­νει, και με το συνή­θη δικομ­μα­τι­σμό των αιω­νί­ων αντι­πά­λων (πρά­σι­νων και κόκ­κι­νων) να δηλη­τη­ριά­ζει την κρί­ση και τα σχό­λια πχ για την αξία και τη χρη­σι­μό­τη­τα του Σπα­νού­λη. Ο οποί­ος φεύ­γο­ντας από την Εθνι­κή, θυμί­ζει στον καθέ­να μας, με έναν τρό­πο, πως φεύ­γουν τα καλύ­τε­ρά μας χρόνια…

Κατά τα άλλα, στον τελι­κό (που δεν είχε πολ­λές συγκι­νή­σεις, αλλά τι άλλο να ζητή­σεις μετά από τέτοιους ημι­τε­λι­κούς;) βρέ­θη­καν οι ομά­δες δυο προ­πο­νη­τών, που σύμ­φω­να με τους… «ειδή­μο­νες» των ΜΜΕ, είναι άμπα­λοι κι άσχε­τοι: ο «μπρι­για­ντί­νης», «ζελε­δά­κιας» Σκα­ριό­λο και ο Υπνά­ου­σκας των Λιθουα­νών. Ενώ εμείς μεί­να­με με την ικα­νο­ποί­η­ση του σκε­πτό­με­νου μπά­σκετ, του ενός πικ εν ρολ, που το έκο­βαν όλοι, και της 5ης θέσης. Γάτες με πέτα­λα εμείς, γατά­κια όλοι οι άλλοι με τα μετάλλια.

Έμει­νε επί­σης η ικα­νο­ποί­η­ση της διορ­γα­νώ­τριας αρχής για τα 4 συνε­χό­με­να ρεκόρ προ­σέ­λευ­σης (σε ένα κλει­στό, που κατα­σκευά­στη­κε για τις ανά­γκες της διορ­γά­νω­σης πάνω σε ένα ποδο­σφαι­ρι­κό γήπε­δο) και το πετυ­χη­μέ­νο εισπρα­κτι­κά σύστη­μα με τη φιλο­ξε­νία της φάσης των ομί­λων σε 4 δια­φο­ρε­τι­κές χώρες (μετά την αντι­κει­με­νι­κή αδυ­να­μία της Ουκρα­νί­ας, που ήταν η αρχι­κή διορ­γα­νώ­τρια, να αντεπεξέλθει).

Από το 17’ το Ευρω­μπά­σκετ θα γίνε­ται κάθε 4 χρό­νια, για να ελα­φρύ­νει ελα­φρώς το μπα­σκε­τι­κό καλε­ντά­ρι των καλο­και­ριών για τους διε­θνείς. Αλλά το ζήτη­μα είναι ποιος θα παί­ζει στις εθνι­κές το χει­μώ­να, τώρα που επα­νέρ­χο­νται τα προ­κρι­μα­τι­κά, μετα­ξύ άλλων για να στρι­μώ­ξουν την ULEB (που έχει ανοι­χτή κόντρα με τη FIBA) και τις ημε­ρο­μη­νί­ες της Ευρω­λί­γκας. Είναι αυτό που στο δικό μας ιδιό­λε­κτο θα λέγα­με «ενδοϊ­μπε­ρια­λι­στι­κές αντι­θέ­σεις». Κι ο μόνος χαμέ­νος είναι φυσι­κά το ίδιο το μπάσκετ…

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο