Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η Βενεζουέλα και η οπορτουνιστική θεωρία του «Σοσιαλισμού του 21ου αιώνα»

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Οι εξε­λί­ξεις των τελευ­ταί­ων μηνών στη Βενε­ζου­έ­λα είναι καται­γι­στι­κές. Από την εκλο­γι­κή νίκη της δεξιάς-αντι­δρα­στι­κής αντι­πο­λί­τευ­σης τον περα­σμέ­νο Δεκέμ­βρη, μέχρι την πρό­σφα­τη δολο­φο­νία του πρώ­ην διοι­κη­τή της μπο­λι­βα­ρια­νής πολι­το­φυ­λα­κής παρα­τη­ρού­με μια σει­ρά γεγο­νό­των που οδη­γούν στην απο­στα­θε­ρο­ποί­η­ση της κυβέρ­νη­σης Μαδού­ρο. Δεκα­ο­χτώ χρό­νια από τον ερχο­μό του Ούγκο Τσά­βες στην εξου­σία το 1998, η λεγό­με­νη «μπο­λι­βα­ρια­νή Επα­νά­στα­ση» τρί­ζει επι­κίν­δυ­να, με την συντη­ρη­τι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση να έχει περά­σει στην αντε­πί­θε­ση και μια σει­ρά εξω­τε­ρι­κών παρα­γό­ντων (ΗΠΑ, γει­το­νι­κές κυβερ­νή­σεις, Οργα­νι­σμός Αμε­ρι­κα­νι­κών Κρα­τών κλπ.) να επι­χει­ρούν ποι­κι­λο­τρό­πως παρέμ­βα­ση στα εσω­τε­ρι­κά ζητή­μα­τα της χώρας.

Η κρί­ση στη Βενε­ζου­έ­λα έχει δύο όψεις:  Η μια όψη είναι ότι η κυβέρ­νη­ση και ο λαός της χώρας δέχο­νται μια πολυ­πλό­κα­μη επί­θε­ση από ιμπε­ρια­λι­στι­κά κέντρα, με σκο­πό την όξυν­ση της κατά­στα­σης σε τέτοιο βαθ­μό που να δικαιο­λο­γεί πιθα­νή στρα­τιω­τι­κή επέμ­βα­ση. Η επί­θε­ση στη Βενε­ζου­έ­λα εντάσ­σε­ται στο πλαί­σιο ευρύ­τε­ρων ενδοι­μπε­ρια­λι­στι­κών-ενδο­α­στι­κών συγκρού­σε­ων και αντα­γω­νι­σμών που, με τις ευλο­γί­ες των ΗΠΑ, λαμ­βά­νουν χώρα στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή. Αυτό προ­κύ­πτει και από τις εξε­λί­ξεις στη Βρα­ζι­λία (7η μεγα­λύ­τε­ρη οικο­νο­μία στον κόσμο) όπου η ενδο­α­στι­κή «φαγω­μά­ρα» και το όργιο σκαν­δα­λο­λο­γί­ας οδή­γη­σε στην απο­πο­μπή της προ­έ­δρου Ντ.Ρούσεφ.

Η δεύ­τε­ρη- και εξό­χως σημα­ντι­κή- όψη της κρί­σης της Βενε­ζου­έ­λας σχε­τί­ζε­ται με τον ίδιο το χαρα­κτή­ρα της «μπο­λι­βα­ρια­νής επα­νά­στα­σης» αλλά και ευρύ­τε­ρα των αρι­στε­ρών-προ­ο­δευ­τι­κών κινη­μά­των που ανα­δύ­θη­καν στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή τις τελευ­ταί­ες δεκα­ε­τί­ες. Τίθε­νται, λοι­πόν, αυτό­μα­τα ορι­σμέ­να ερω­τή­μα­τα: Τι ταξι­κό πρό­ση­μο είχε η μπο­λι­βα­ρια­νή δια­δι­κα­σία αλλά και ριζο­σπα­στι­κά, αρι­στε­ρά ρεύ­μα­τα σε χώρες όπως η Βολι­βία του Μορά­λες;  Πως δια­χει­ρί­στη­καν οι δυνά­μεις αυτές τα ερεί­πια της φτώ­χειας και της εξα­θλί­ω­σης που άφη­σαν πίσω τους δεκα­ε­τί­ες δεξιών-συντη­ρη­τι­κών κυβερ­νή­σε­ων; Προς τα που οδη­γή­θη­κε πολι­τι­κά και οικο­νο­μι­κά το ριζο­σπα­στι­κό κίνη­μα που ανα­δεί­χθη­κε στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή στα τέλη του 20ου αιώνα;

Είναι αδιαμ­φι­σβή­το ότι την τελευ­ταία εικο­σα­ε­τία συνέ­βη­σαν θετι­κές κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κές διερ­γα­σί­ες στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή. Πρό­κει­ται για διερ­γα­σί­ες και αλλα­γές που- δικαί­ως- συνο­δεύ­τη­καν από την προσ­δο­κία και ελπί­δα ότι οι λαοί της κατα­πιε­σμέ­νης και κατα­λη­στευ­μέ­νης αυτής ηπεί­ρου θα μπο­ρού­σαν να σπά­σουν τα ιμπε­ρια­λι­στι­κά τους δεσμά. Ταυ­τό­χρο­να, όμως, οι ίδιες αυτές αλλα­γές συνο­δεύ­τη­καν από αυτα­πά­τες και στρε­βλώ­σεις για το πως θα μπο­ρού­σαν τα μαζι­κά λατι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κα κινή­μα­τα να προ­σεγ­γί­σουν τον σοσια­λι­σμό. Οι αυτα­πά­τες αυτές βρή­καν πρό­σφο­ρο έδα­φος σε μια επο­χή που ο μαρ­ξι­σμός-λενι­νι­σμός, ο ιστο­ρι­κός σοσια­λι­σμός του 20ου αιώ­να, δέχο­νταν ανη­λεή επί­θε­ση από φορείς «ανα­νε­ω­τι­κών», οπορ­του­νι­στι­κών αντι­λή­ψε­ων. Η ιδε­ο­λο­γι­κή λάσπη που δέχθη­κε η σοσια­λι­στι­κή οικο­δό­μη­ση του 20ου αιώ­να πήγε χέρι-χέρι με την ανά­δυ­ση ενός νέου «ιδε­ο­λο­γή­μα­τος»- του λεγό­με­νου «σοσια­λι­σμού του 21ου αιώ­να». Στη θεω­ρία αυτή βασί­στη­καν κινή­μα­τα όπως η μπο­λι­βα­ρια­νή επα­νά­στα­ση του Τσά­βες, η κυβέρ­νη­ση του Έβο Μορά­λες στη Βολι­βία, η κυβέρ­νη­ση του Ράφα­ελ Κορέα στο Εκουα­δόρ και άλλες δυνά­μεις στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή, σε μια προ­σπά­θεια να συσπει­ρώ­σουν και να κινη­το­ποι­ή­σουν ευρύ­τε­ρες λαϊ­κές μάζες.

Το πρό­βλη­μα με τον «σοσια­λι­σμό του 21ου αιώ­να» συνί­στα­ται σε δύο βασι­κά πράγ­μα­τα: Πρώ­τον, αν και εμφα­νί­ζε­ται ως σχε­τι­κά νέα θεω­ρία, επί της ουσί­ας είναι ένα σύνο­λο παλιών, αντι­μαρ­ξι­στι­κών ιδε­ο­λο­γη­μά­των με νέο περι­τύ­λιγ­μα. Δεύ­τε­ρον, δεν συνι­στά «σοσια­λι­σμό», αλλά ένα τρο­πο­ποι­η­μέ­νο είδος σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας. Αν και η θεω­ρία αυτή εισήλ­θε δυνα­μι­κά στο δημό­σιο διά­λο­γο με αφορ­μή την παγκό­σμια καπι­τα­λι­στι­κή κρί­ση (2007–2008), εντού­τοις η ιδε­ο­λο­γι­κή της σύλ­λη­ψη ξεκι­νά το 1996 από το γερ­μα­νό κοι­νω­νιο­λό­γο Χάνς Ντί­τριχ Στεφαν.

Αντι­μαρ­ξι­στι­κά ιδε­ο­λο­γή­μα­τα με επα­να­στα­τι­κό περιτύλιγμα.

venez7Η θεω­ρία του «σοσια­λι­σμού του 21ου αιώ­να» κινεί­ται στις ίδιες ιδε­ο­λο­γι­κές ράγες με αυτές του λεγό­με­νου «ευρω­κομ­μου­νι­σμού» (δημο­κρα­τι­κός δρό­μος προς το σοσια­λι­σμό), επε­κτεί­νο­ντας τις αυτα­πά­τες και τον οπορ­του­νι­σμό ένα βήμα παρα­πέ­ρα. Ξεκι­νά­ει με την παρα­δο­χή ότι τόσο ο Καπι­τα­λι­σμός, όσο και ο Σοσια­λι­σμός που οικο­δο­μή­θη­κε τον 20ο αιώ­να, χαρα­κτη­ρί­ζο­νται από τερά­στιο έλλει­μα δημο­κρα­τί­ας και απέ­τυ­χαν να δώσουν λύσεις σε επεί­γο­ντα ζητή­μα­τα της ανθρω­πό­τη­τας. Με λίγα λόγια, η θεω­ρία του Ντί­τριχ «τσου­βα­λιά­ζει» τις κατα­κτή­σεις του ιστο­ρι­κού Σοσια­λι­σμού που γνω­ρί­σα­με με την καπι­τα­λι­στι­κή βαρ­βα­ρό­τη­τα. Δε μένει, όμως, εκεί. Εμφο­ρού­με­νη από μια ιδε­α­λι­στι­κή, αντι­μαρ­ξι­στι­κή αντί­λη­ψη της Ιστο­ρί­ας, η νέα θεω­ρία συνί­στα­ται επι­γραμ­μα­τι­κά στα εξής:

  1. Αρνεί­ται τον ιστο­ρι­κό ρόλο της εργα­τι­κής τάξης ως επα­να­στα­τι­κού υπο­κει­μέ­νου. Προ­πα­γαν­δί­ζει δε «το τέλος των βασι­κών κοι­νω­νι­κών προ­γραμ­μά­των της μεγα­λο­α­στι­κής τάξης και της ιστο­ρι­κής εργα­τι­κής τάξης» (Ντί­τριχ). Ως εκ τού­του, η ταξι­κή πάλη δεν είναι ανα­γκαία και τη θέση της μπο­ρεί να πάρει ένα είδος συνερ­γα­σί­ας των τάξεων.
  1. Αρνεί­ται τη δικτα­το­ρία του προ­λε­τα­ριά­του. Αντι­θέ­τως, προ­κρί­νει ένα είδος «συμ­με­το­χι­κής δημο­κρα­τί­ας» και την ανα­γκαιό­τη­τα ύπαρ­ξης ενός κρά­τους με θεσμούς (οικο­νο­μι­κούς, πολι­τι­κούς, στρα­τιω­τι­κούς κλπ.) που θα ρυθ­μί­ζουν την κοι­νω­νι­κή ζωή. Απο­φεύ­γει να ανα­φέ­ρει το ποιά τάξη θα βρί­σκε­ται στην εξου­σία, αφή­νο­ντας να εννοη­θεί- γενι­κά και αόρι­στα- την ύπαρ­ξη ενός υπο­τι­θέ­με­να ανε­ξάρ­τη­του, ατα­ξι­κού(!)  κρά­τους προς όφε­λος όλων.
  1. Μει­κτή οικο­νο­μία και απο­δο­χή της ατο­μι­κής ιδιο­κτη­σί­ας στα μέσα παρα­γω­γής: Σε αυτό το σημείο, απο­κα­λύ­πτε­ται πλή­ρως- και πέραν πάσης αμφι­βο­λί­ας- ο σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κός χαρα­κτή­ρας της θεω­ρί­ας. Ο καπι­τα­λι­σμός δεν χρειά­ζε­ται να ανα­τρα­πεί, αλλά χρή­ζει δια­χεί­ρι­σης προς όφε­λος του… κοι­νού καλού. Το ιδιω­τι­κό κεφά­λαιο, σύμ­φω­να με τον γερ­μα­νό κοι­νω­νιο­λό­γο, θα ανα­γκα­στεί (πως άρα­γε;) από την κυρί­αρ­χη κρα­τι­κή παρα­γω­γή, να δου­λέ­ψει για την ανά­πτυ­ξη του συνό­λου του λαού! Ο ίδιος ο Χ.Ντίτριχ παρα­δέ­χε­ται: «Ο μόνος εφι­κτός τρό­πος (για τον σοσια­λι­σμό) είναι μια μει­κτή οικο­νο­μία, που θα έχει τρία συστα­τι­κά στοι­χεία, το Κρά­τος, την ιδιω­τι­κή πρω­το­βου­λία και τη δημό­σια περιου­σία στη μορ­φή συνε­ται­ρι­σμών».

Ο περί­φη­μος, λοι­πόν, «σοσια­λι­σμός του 21ου αιώ­να» δεν είναι τίπο­τα περισ­σό­τε­ρο και τίπο­τα λιγό­τε­ρο από μια θεω­ρία που ενσω­μα­τώ­νει στοι­χεία του ευρω­κομ­μου­νι­σμού και της σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας, διαν­θι­σμέ­νη με αντι­νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη ρητο­ρι­κή. Πρό­κει­ται για θεω­ρία άκρως βολι­κή για την αστι­κή τάξη και την εξου­σία των μονο­πω­λί­ων, καθώς λει­τούρ­γη­σε και λει­τουρ­γεί απο­προ­σα­να­το­λι­στι­κά για μεγά­λο μέρος των εργα­τι­κών-λαϊ­κών μαζών, τόσο στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή, όσο και στην Ευρώπη.

Βλ.περισσότερα: Νίκος Μότ­τας, «Σοσια­λι­σμός του 21ου αιώ­να»: επα­να­στα­τι­κή θεω­ρία η σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κός οπορ­του­νι­σμός, Μαρ­ξι­στι­κή Επι­θε­ώ­ρη­ση Praxis, Τεύχος.3, 2013. http://praxisreview.gr/21/

Το αντι­μαρ­ξι­στι­κό ιδε­ο­λο­γι­κό κατα­σκεύ­α­σμα του «σοσια­λι­σμού του 21ου αιώ­να» άσκη­σε τερά­στια επιρ­ροή στα λατι­νο­α­με­ρι­κα­νι­κά κινή­μα­τα των τελευ­ταί­ων χρό­νων. Υιο­θε­τή­θη­κε δε, με επι μέρους παραλ­λα­γές, ως εναλ­λα­κτι­κό μοντέ­λο απέ­να­ντι στο νεο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό από μια σει­ρά ηγε­σί­ες της λατι­νο­α­με­ρι­κα­νι­κής ηπεί­ρου: Τσά­βες, Μορά­λες, Κορέα, Λού­λα κλπ. Στη Βενε­ζου­έ­λα, η «μπο­λι­βα­ρια­νή επα­νά­στα­ση» χτί­στη­κε στις βάσεις αυτής της θεω­ρί­ας (ο Χ.Ντίτριχ υπήρ­ξε για ένα διά­στη­μα σύμ­βου­λος του προ­έ­δρου Τσά­βες), επι­χει­ρώ­ντας να προ­χω­ρή­σει σε δίκαιη ανα­δια­νο­μή πλού­του, επι­τρέ­πο­ντας την ύπαρ­ξη και δρα­στη­ριο­ποί­η­ση του ιδιω­τι­κού κεφαλαίου.

Δύο εκ των ηγε­τι­κών στε­λε­χών του PSUV (Ενιαίο Σοσια­λι­στι­κό Κόμ­μα της Βενε­ζου­έ­λας), οι Άλι Ροντρί­γκες Αρά­κε και Αλμπέρ­το Μού­γερ Ρόχας, γρά­φουν σχε­τι­κά με τον «σοσια­λι­σμό του 21ου αιώ­να»: «είναι μια δια­δι­κα­σία που δεν περιο­ρί­ζει τις οικο­νο­μι­κές ελευ­θε­ρί­ες καθώς θεω­ρεί ότι ο αντα­γω­νι­σμός είναι δημο­κρα­τι­κός υπό τον όρο να είναι σαφής και να μην οδη­γεί στη δημιουρ­γία ολι­γο­πω­λί­ων ή μονο­πω­λί­ων», «δεν πέφτει στο λάθος να θεω­ρεί ότι μπο­ρεί να επι­βλη­θεί μέσω της δικτα­το­ρί­ας του προ­λε­τα­ριά­του», στο­χεύ­ει «στη διεύ­ρυν­ση του δημό­σιου χώρου», στην «ανά­πτυ­ξη του παρα­γω­γι­κού μηχα­νι­σμού στο πλαί­σιο μιας βιώ­σι­μης οικο­νο­μί­ας μέσω της δημιουρ­γί­ας νέων ‑δημό­σιων, κοι­νο­τι­κών και ιδιω­τι­κών- επι­χει­ρή­σε­ων και την ενί­σχυ­ση των ήδη υπαρ­χου­σών». (Α.Ρ. Αρά­κε – Α.Μ. Ρόχας: «Ο σοσια­λι­σμός της Βενε­ζου­έ­λας και το κόμ­μα που θα τον προ­ω­θή­σει», εκδ. ΚΨΜ, Αθή­να 2009).

Ο παραλ­λη­λι­σμός με τις γνω­στές σε Ευρώ­πη και Ελλά­δα δοκι­μα­σμέ­νες σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κές συντα­γές είναι ανα­πό­φευ­κτος. Ο σοσια­λι­σμός της μπο­λι­βα­ρια­νής επα­νά­στα­σης — πέραν των όποιων αδιαμ­φι­σβή­τη­των καλών προ­θέ­σε­ων- ήταν και είναι ένας σοσια­λι­σμός της αγο­ράς, μια φιλο­λαϊ­κή μεταρ­ρυθ­μι­στι­κή προ­σπά­θεια μέσα στα πλαί­σια του καπι­τα­λι­στι­κού συστή­μα­τος και της ατο­μι­κής ιδιο­κτη­σί­ας στα μέσα παρα­γω­γής. Πόσο όμως φιλο­λαϊ­κό και κυρί­ως, για πόσο διά­στη­μα απο­τε­λε­σμα­τι­κό, μπο­ρεί να είναι ένα εγχεί­ρη­μα που, επί της ουσί­ας, επι­χει­ρεί να προ­σεγ­γί­σει τον σοσια­λι­σμό μέσα από κοι­νω­νι­κά προ­γράμ­μα­τα, ενί­σχυ­ση των συνε­ται­ρι­σμών, κρα­τι­κο­ποι­ή­σεις τομέ­ων της οικο­νο­μί­ας και ανα­δια­νο­μή εισο­δή­μα­τος, χωρίς να αγγί­ζει την ουσία του προ­βλή­μα­τος; Πόσο πραγ­μα­τι­κά φιλο­λαϊ­κό μπο­ρεί να είναι ένα εγχεί­ρη­μα που προ­σπα­θεί να συγκε­ρά­σει τις ανυ­πέρ­βλη­τες ταξι­κές δια­φο­ρές, αφή­νο­ντας άθι­κτη την ατο­μι­κή ιδιο­κτη­σία στα μέσα παρα­γω­γής και έναν ιδιω­τι­κό τομέα να κυριαρχεί;

Μια προ­δια­γε­γραμ­μέ­νη εξέλιξη

Οι πρό­σφα­τες εξε­λί­ξεις στη Βενε­ζου­έ­λα δεν ήρθαν ως κεραυ­νός εν αιθρία. Απο­τε­λούν λογι­κή συνέ­πεια της πορεί­ας που ακο­λού­θη­σε η μπο­λι­βα­ρια­νή επα­νά­στα­ση, ασχέ­τως της φυσι­κής ή μη παρου­σί­ας του Ούγκο Τσά­βες. Η αστι­κή τάξη της χώρας- η οποία συν­δέ­ε­ται στε­νά με αμε­ρι­κα­νι­κά μονο­πω­λια­κά συμ­φέ­ρο­ντα- έψα­χνε την κατάλ­λη­λη χρο­νι­κά ευκαι­ρία ώστε να χτυ­πή­σει. Και το έπρα­ξε αυτό εκμε­ταλ­λευό­με­νη μια σει­ρά απο παρά­γο­ντες (οικο­νο­μι­κή κρί­ση, πολι­τι­κή δια­φθο­ρά στος κόλ­πους του PSUV, κλπ.) και μειο­νε­κτή­μα­τα της μπο­λι­βα­ρια­νής εξουσίας.

Η κρί­ση της Βενε­ζου­έ­λας απο­δει­κνύ­ει τη λαθε­μέ­νη αντί­λη­ψη που υπάρ­χει σε κόλ­πους της λατι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κης (αλλά και της ευρω­παϊ­κής) αρι­στε­ράς για το ζήτη­μα του Ιμπε­ρια­λι­σμού. Πρό­κει­ται για την αντί­λη­ψη που θεω­ρεί τις- πράγ­μα­τι υπαρ­κτές- ανι­σό­τι­μες σχέ­σεις μετα­ξύ των χωρών της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής και των ΗΠΑ ως σχε­δόν απο­κλει­στι­κή αιτία καθυ­στέ­ρη­σης και υπα­νά­πτυ­ξης των οικο­νο­μιών τους. Έτσι, πολ­λά απ’ τα λατι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κα κινή­μα­τα (συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του «τσα­βι­σμού») έδω­σαν βάση στο λεγό­με­νο αντι-αποι­κια­κό, αντι-ιμπε­ρια­λι­στι­κό αγώ­να, στην απε­ξάρ­τη­ση δηλα­δή από τα δεσμά του αμε­ρι­κα­νι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού, υπο­βαθ­μί­ζο­ντας το ρόλο των ντό­πιων αστι­κών τάξε­ων. Ως εκ τού­του, παρα­τη­ρή­θη­κε το φαι­νό­με­νο να δια­χω­ρί­ζε­ται η αστι­κή τάξη («ξενό­δου­λη» ή «πατριω­τι­κή») κάθε χώρας με βάση την στά­ση που κρα­τά απέ­να­ντι στον αμε­ρι­κα­νι­κό ιμπε­ρια­λι­σμό. Πρό­κει­ται για λαθε­μέ­νη αντί­λη­ψη που αυτο­νο­μεί τις σχέ­σεις εξάρ­τη­σης και αλλη­λε­ξάρ­τη­σης από τον αγώ­να για την ανα­τρο­πή των ίδιων των καπι­τα­λι­στι­κών σχέ­σε­ων παραγωγής.

che77«Η εθνι­κή αστι­κή τάξη είναι ανί­κα­νη να πάρει μια αγω­νι­στι­κή θέση κατά του ιμπε­ρια­λι­σμού. Αυτό απο­δει­κνύ­ει πως φοβά­ται περισ­σό­τε­ρο τη λαϊ­κή επα­νά­στα­ση, πατά τη δεσπο­τι­κή πίε­ση των μονο­πω­λί­ων που κακο­ποιούν τον εθνι­κό χαρα­κτή­ρα, προ­σβά­λουν τα πατριω­τι­κά αισθή­μα­τα και αποι­κιο­ποιούν την οικο­νο­μία. Η υψη­λή αστι­κή τάξη (μπουρ­ζουα­ζία) δεν διστά­ζει να συμ­μα­χή­σει με τον ιμπε­ρια­λι­σμό και τους λατι­φου­ντί­στες για να πολε­μή­σει το λαό και να εμπο­δί­σει το δρό­μο του προς την επανάσταση».

[…]

«Όταν μας μιλούν για την κατά­κτη­ση της εξου­σί­ας με κανο­νι­κές εκλο­γές, η ερώ­τη­σή μας είναι πάντα η ίδια: αν ένα λαϊ­κό κίνη­μα κατα­κτή­σει την εξου­σία με μεγά­λη πλειο­ψη­φία και απο­φα­σί­σει να αρχί­σει τις μεγά­λες κοι­νω­νι­κές αλλα­γές, κατά το πρό­γραμ­μα, δεν θα βρε­θεί αμέ­σως σε σύγκρου­ση με τις αντι­δρα­στι­κές τάξεις της χώρας;»

- Τσε Γκε­βά­ρα, Κού­βα: Μονα­δι­κή περί­πτω­ση ή πρω­το­πό­ρος στον αγώ­να κατά του Ιμπε­ρια­λι­σμού; Άρθρο για το περιο­δι­κό Verde Olivo, 9 Απρίλη1961.

Η παρα­πά­νω αντί­λη­ψη που ανα­φέ­ρα­με είχε επί­πτω­ση και στην στρα­τη­γι­κή κομ­μου­νι­στι­κών κομ­μά­των της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής, πολ­λά από τα οποία προ­έ­τα­ξαν τη δημιουρ­γία ριζο­σπα­στι­κών αστι­κο­δη­μο­κρα­τι­κών, αντι-ιμπε­ρια­λι­στι­κών μετώ­πων δρά­σης, βάζο­ντας σε δεύ­τε­ρη μοί­ρα την ανα­γκαιό­τη­τα της ταξι­κής πάλης και της σοσια­λι­στι­κής επα­νά­στα­σης. Επί της ουσί­ας, τα λατι­νο­α­με­ρι­κα­νι­κά κινή­μα­τα, όπως η μπο­λι­βα­ρια­νή επα­νά­στα­ση, σήκω­σαν τα λάβα­ρα ενός εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κού αγώ­να απέ­να­ντι στους γιάν­κη­δες, χαμη­λώ­νο­ντας όμως ταυ­τό­χρο­να- χάρην της εσω­τε­ρι­κής δια­τα­ξι­κής ενό­τη­τας- την σημαία του ταξι­κού αγώνα.

Το κοι­νω­νι­κό υπο­κεί­με­νο που ηγή­θη­κε της μπο­λι­βα­ρια­νής δια­δι­κα­σί­ας, σημειώ­νει το ΚΚ Βενε­ζου­έ­λας (PCV), «αντι­στοι­χεί σε ένα ταξι­κό προ­φίλ μεσαί­ων και μικρο­α­στι­κών στρω­μά­των, όχι στην εργα­τι­κή τάξη, που είναι το πραγ­μα­τι­κό κοι­νω­νι­κό υπο­κεί­με­νο που καλεί­ται ιστο­ρι­κά να οικο­δο­μή­σει το σοσια­λι­σμό» (14ο Συνέ­δριο, 2011). Την ίδια στιγ­μή, η ντό­πια αστι­κή τάξη και οι βορειο­α­με­ρι­κα­νοί σύμ­μα­χοι της συνέ­χι­σαν να έχουν επιρ­ροή σε τμή­μα­τα της εργα­τι­κής αρι­στο­κρα­τί­ας. Να θυμή­σου­με πως η Συνο­μο­σπον­δία Εργα­τών Βενε­ζου­έ­λας (CTV) ήταν εκ των πρω­τερ­γα­τών του πρα­ξι­κο­πή­μα­τος ενά­ντια στον Ούγκο Τσά­βες το 2002. Αυτό απο­τε­λεί άλλη μια από­δει­ξη της έλλει­ψης ενός κόμ­μα­τος επα­να­στα­τι­κής πρω­το­πο­ρί­ας, με μαρ­ξι­στι­κά-λενι­νι­στι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά, αντί του πολυ­συλ­λε­κτι­κού και ιδε­ο­λο­γι­κά νεφε­λώ­δους κυβερ­νη­τι­κού συνα­σπι­σμού PSUV. Ο πολι­τι­κός χαρα­κτή­ρας, η ταξι­κή σύν­θε­ση και η ιδε­ο­λο­γι­κή κατεύ­θυν­ση του τσα­βι­κού PSUV απο­τε­λούν ένα ζήτη­μα ξεχω­ρι­στής μελέ­της που, ασφα­λώς, δε μπο­ρεί να ανα­λυ­θεί εκτε­νώς στα πλαί­σια ενός άρθρου.

Συμπε­ρά­σμα­τα

agalmaΗ παγκό­σμια καπι­τα­λι­στι­κή κρί­ση ανέ­δει­ξε ακό­μη περισ­σό­τε­ρο τη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή ως πεδίο ενδοϊ­μπε­ρια­λι­στι­κών συγκρού­σε­ων και αντι­θέ­σε­ων. Στο πλαί­σιο αυτό ανα­δεί­χθη­καν περισ­σό­τε­ρο από ποτέ άλλο­τε οι αδυ­να­μί­ες της δια­χεί­ρι­σης του καπι­τα­λι­στι­κού συστή­μα­τος σε μια σει­ρά χώρες, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης της Βρα­ζι­λί­ας και της Βενε­ζου­έ­λας. Κανείς δε μπο­ρεί να προ­βλέ­ψει πως θα εξε­λι­χθεί η κρί­ση της μπο­λι­βα­ρια­νής επα­νά­στα­σης. Αυτό που βγαί­νει ως κατα­στά­λαγ­μα τόσο των πρό­σφα­των γεγο­νό­των, όσο και της συνο­λι­κής πορεί­ας της μπο­λι­βα­ρια­νής δια­δι­κα­σί­ας, είναι ότι ο λεγό­με­νος «σοσια­λι­σμός του 21ου αιώ­να» απο­δεί­χθη­κε αυτό που, εξ’ αρχής, ήταν: μια λατι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κη έκδο­ση του «ευρω­κομ­μου­νι­σμού», μια αυτα­πά­τη δηλα­δή ότι το καπι­τα­λι­στι­κό σύστη­μα μπο­ρεί να καλω­πι­στεί, να εξαν­θρω­πι­στεί, να γίνει δια­χει­ρί­σι­μο προς όφε­λος των λαϊ­κών στρωμ­μά­των. Τα πει­ρά­μα­τα των αρι­στε­ρών, προ­ο­δευ­τι­κών, σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών κυβερ­νή­σε­ων στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή ήρθαν να προ­στε­θούν στην συσ­σω­ρευ­μέ­νη ιστο­ρι­κή πεί­ρα που λέει ότι δημο­κρα­τι­κός δρό­μος προς τον σοσια­λι­σμό δεν υπάρ­χει. Είχαν προη­γη­θεί άλλω­στε, αρκε­τές δεκα­ε­τί­ες πριν, η Γουα­τε­μά­λα του Χάκο­μπο Άρμπενς το 1954 και η πικρή εμπει­ρία της Χιλής του Σαλ­βα­δόρ Αλιέ­ντε το 1973.

Οφεί­λου­με, ωστό­σο, να σημειώ­σου­με και κάτι ακό­μη: Η αλλη­λεγ­γύη απέ­να­ντι στο λαό της Βενε­ζου­έ­λας – που πρέ­πει να είναι αυτο­νό­η­τη για κάθε κομ­μου­νι­στή- δε μπο­ρεί παρά να συνο­δεύ­ε­ται από τα ανα­γκαία συμπε­ρά­σμα­τα. Η ξεκά­θα­ρη κατα­δί­κη της ιμπε­ρια­λι­στι­κής βαρ­βα­ρό­τη­τας που «βάζει χέρι» τη Βενε­ζου­έ­λα οφεί­λει να πηγαί­νει μαζί με την κρι­τι­κή, τη δια­λε­κτι­κή ανά­λυ­ση και επε­ξερ­γα­σία των γεγο­νό­των, ώστε να παρά­γε­ται εμπει­ρία και γνώ­ση. Για να δια­λύ­ο­νται οι αυταπάτες.

Η επο­χή μας- επο­χή κυριαρ­χί­ας του μονο­πω­λια­κού καπι­τα­λι­σμού, δηλα­δή του ιμπε­ρια­λι­σμού- είναι επο­χή περά­σμα­τος από τον σάπιο καπι­τα­λι­σμό στον σοσια­λι­σμό. Είναι επο­χή προ­λε­τα­ρια­κών επα­να­στά­σε­ων. Σε αυτό δεν χωρά­νε ούτε «τρί­τοι δρό­μοι», ούτε απά­τες και αυταπάτες.

____________________________________________________________________________

Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο