Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο καλλιτέχνης του ποδοσφαίρου

Γρά­φει ο Βασί­λης Κρί­τσας //

Κάποιοι ήταν αρι­στε­ροί, για­τί τους άρε­σε ο μύθος του Μαρα­ντό­να. Η Νάπο­λι, ο φτω­χός ιτα­λι­κός νότος, η σύγκρου­ση με το κατε­στη­μέ­νο της ΦΙΦΑ, η Κού­βα, το τατουάζ με τον Τσε στο μπράτσο.

Κάποιοι έγι­ναν δεξιοί, για­τί τους άρε­σε το αρχο­ντι­κό στιλ του Πελέ κι οι καλές του σχέ­σεις με τους εκά­στο­τε άρχο­ντες. Το αστρα­φτε­ρό χαμό­γε­λο, οι χορη­γοί, το υπουρ­γι­λί­κι, τα βρα­βεία για το αμφί­βο­λο ρεκόρ τερ­μά­των με τη δημιουρ­γι­κή λογιστική.

Και σε κάποιους εναλ­λα­κτι­κούς, άρε­σε ο Κρόιφ κι έγι­ναν παι­διά των λου­λου­διών και φανα­τι­κοί οπα­δοί των ορά­νιε, με σήμα την τουλίπα.

Υπάρ­χει μια (σχε­δόν υλι­στι­κή) ανά­λυ­ση για το πώς ανέ­πτυ­ξαν οι Ολλαν­δοί το “ολο­κλη­ρω­τι­κό ποδό­σφαι­ρο”. Ζώντας σε μια χώρα, που ένα μεγά­λο τμή­μα της βρί­σκε­ται κάτω από τη στάθ­μη της θάλασ­σας, αντι­λαμ­βά­νο­νται πολύ καλά τη σημα­σία του χώρου και της αξιο­ποί­η­σής του, μεγα­λώ­νο­ντας τις δια­στά­σεις του γηπέ­δου στην επί­θε­σή τους και μειώ­νο­ντάς τες, όταν αμύ­νο­νται. Κάτι που φαί­νε­ται να αντί­κει­ται στα όρια της τυπι­κής λογι­κής, αλλά φλερ­τά­ρει με τα όρια της διαλεκτικής.

Η δεύ­τε­ρη βασι­κή αρχή του ολο­κλη­ρω­τι­κού ποδο­σφαί­ρου είναι ότι όλοι οι παί­κτες, ανε­ξαρ­τή­τως θέσης, πρέ­πει να ξέρουν να επι­τί­θε­νται και να αμύ­νο­νται, θυμί­ζο­ντας κάπως τη στα­δια­κή εξά­λει­ψη του κατα­με­ρι­σμού εργα­σί­ας σε ένα άλλο κοι­νω­νι­κό σύστη­μα, που κάποιοι το βάφτι­σαν “ολο­κλη­ρω­τι­κό” για τους δικούς τους λόγους, αλλά πιθα­νό­τα­τα αγνο­ούν την καθο­ρι­στι­κή τεχνι­κή-προ­πο­νη­τι­κή συμ­βο­λή του στη δια­μόρ­φω­ση του total football.

Ο Κρόιφ ήταν σημαιο­φό­ρος κι ιερα­πό­στο­λος αυτού του ποδο­σφαί­ρου, χτί­ζο­ντας μια ιστο­ρία με πολ­λά, παρα­μυ­θι­κά στοιχεία.

Ήταν παι­δί μιας καθα­ρί­στριας του γηπέ­δου του Άγιαξ, που κατά­φε­ρε να ανα­δει­χθεί και να γίνει η μεγα­λύ­τε­ρη φυσιο­γνω­μία στην ιστο­ρία του Αίαντα.

Έβα­λε τη σφρα­γί­δα του σε όλους στο δια­στη­μι­κό ποδό­σφαι­ρο που παί­ζει η Μπαρ­τσε­λό­να, στον πρώ­το της μεγά­λο ευρω­παϊ­κό τίτλο, αλλά και σε όσους ακο­λού­θη­σαν, κατα­φέρ­νο­ντας να την αλλά­ξει επί­πε­δο και να την κάνει όντως κάτι παρα­πά­νω από έναν απλό σύλ­λο­γο (mes que un club).

Άφη­σε όμως την “ορά­νιε”, την εθνι­κή Ολλαν­δί­ας, βασί­λισ­σα χωρίς στέμ­μα, που να σφρα­γί­ζει την ανω­τε­ρό­τη­τά της, σαν τους μεγά­λους καλ­λι­τέ­χνες που αφή­νουν τα έργα τους ημιτελή.

Ήταν αντι­κομ­φορ­μι­στής, φανα­τι­κός καπνι­στής μέχρι να υπο­βλη­θεί σε εγχεί­ρι­ση ανοι­χτής καρ­διάς, κι ιδε­ο­λό­γος, που απεί­χε πχ από το Μου­ντιάλ του 78′ στην Αργε­ντι­νή, για να μη νομι­μο­ποι­ή­σει το καθε­στώς του Βιντέλα.

Είχε ένα μεγά­λο αντί­πα­λο στην επο­χή του, το Φραντς Μπε­κεν­μπά­ου­ερ, που κατά­φε­ρε να κατα­κτή­σει Μου­ντιάλ σαν παί­κτης και σαν προ­πο­νη­τής με τη Γερ­μα­νία, αλλά δεν έφτα­σε ούτε ένα κλά­σμα της κατα­λυ­τι­κής επιρ­ρο­ής του Κρόιφ και των ιδε­ών του στην εξέ­λι­ξη του ποδο­σφαί­ρου ως τις μέρες μας.

Ο Κρόιφ εκτός από χορευ­τής ήταν ένας ποδο­σφαι­ρι­κός φιλό­σο­φος, που έλε­γε μετα­ξύ άλλων πως το να παί­ξεις ποδό­σφαι­ρο είναι πολύ απλό, αλλά το να παί­ξεις απλό ποδό­σφαι­ρο είναι το πιο δύσκο­λο πράγ­μα στον κόσμο. Και πίστευε πως δεν είναι απα­ραί­τη­το να τρέ­χεις συνέ­χεια πίσω από την μπά­λα, αρκεί να έχεις την κατο­χή της και να τη βάλεις να τρέ­χει αυτή αντί για σένα.

Δεν είναι πως του έλει­παν οι φαντε­ζί ενέρ­γειες, τα θεα­μα­τι­κά γκολ κι οι περί­τε­χνες ντρί­πλες που ζαλί­ζουν τον αμυ­ντι­κό. Πρέ­σβευε ένα ποδό­σφαι­ρο όπου το θέα­μα ήταν πιο σημα­ντι­κό από το απο­τέ­λε­σμα και προ­ϋ­πό­θε­σή του, χωρίς να είναι ένας κινη­μα­το­γρα­φι­κός υπε­ρή­ρω­ας, τύπου Κρ. Ρονάλ­ντο, που τρέ­χει, σου­τά­ρει, πηδά­ει καλύ­τε­ρα από τον καθέ­να, με υπερ­φυ­σι­κή δύνα­μη κι αφή­νει πίσω τους αμυ­ντι­κούς, σαν προ­πο­νη­τι­κές κορίνες.

Ο Κρόιφ ήταν ένα από τα μεγά­λα αστέ­ρια που ερί­ζουν δικαί­ως για τον τίτλο του κορυ­φαί­ου άσου όλων των επο­χών. Βλέ­πο­ντας λοι­πόν αυτό το αστέ­ρι να πέφτει από τον ουρα­νό, δε μένει παρά να κάνου­με μια ευχή: να είναι ή να γίνει το σύγ­χρο­νο ποδό­σφαι­ρο τόσο θελ­κτι­κό και θεα­μα­τι­κό, σαν αυτό που δίδα­σκε ο ιπτά­με­νος Ολλαν­δός και τα δημιουρ­γή­μα­τά του, που πέρα­σαν χτες στην ποδο­σφαι­ρι­κή αθανασία…

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο