Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Όποιος δε γνώρισε τη βροχή του Αη Στράτη δεν ξέρει τι θα πει θάνατος». Κώστας Βάρναλης — Γιώργος Φαρσακίδης

Επι­μέ­λεια: Οικο­δό­μος //

Οι άθλιες συν­θή­κες δια­βί­ω­σης των πολι­τι­κών εξο­ρί­στων του Αη Στρά­τη δίνο­νται μέσα από τις μαρ­τυ­ρί­ες του Κώστα Βάρ­να­λη και του Γιώρ­γου Φαρσακίδη.

Ο Κ. Βάρ­να­λης βρέ­θη­κε εξό­ρι­στος στον Αη Στρά­τη το διά­στη­μα Οκτώ­βρη-Δεκέμ­βρη του 1935, όταν επι­τρε­πό­ταν ακό­μα στους εξό­ρι­στους να νοι­κιά­ζουν φτω­χό­σπι­τα από τους κατοί­κους του νησιού και να αντι­με­τω­πί­ζουν λιγό­τε­ρο επώ­δυ­να τις σκλη­ρές χει­μω­νιά­τι­κες και­ρι­κές συνθήκες.

Ο Γ. Φαρ­σα­κί­δης εκτο­πί­στη­κε στον Αη Στρά­τη κατά τη μετα­βαρ­κι­ζια­νή περί­ο­δο (1948–49 και 1950–61), επο­χή που οι εξό­ρι­στοι ήταν υπο­χρε­ω­μέ­νοι να μένουν σε φτιαγ­μέ­να με κακής ποιό­τη­τας υλι­κά αντί­σκοι­να. Αυτό είχε σαν απο­τέ­λε­σμα οι σκλη­ρές και­ρι­κές συν­θή­κες να αντι­με­τω­πί­ζο­νται  ακό­μα πιο δύσκολα.

ΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΚΑΙΝΕ

ΑΗ – ΣΤΡΑΤΗΣ

ΤΟ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ ΤΟΥ κ. Κ. ΒΑΡΝΑΛΗ

Θυμώ­σα­νε τα ποτά­μια της Β. Ελλά­δας. Κάμποι και πολι­τεί­ες γενή­κα­νε θάλασ­σα. Φωνά­ζουν οι ναυαγοί:

― Βοή­θεια!

Το κρά­τος ακού­ει, αλλά γυρί­ζει από τ’ άλλο πλευ­ρό. Ασχο­λεί­ται με τα υψη­λά και μεγά­λα. Έλλη­νες φωνά­ζουν. Δεν είναι ξένοι να δια­τά­ζουν!… Και τα νερά, τι να κάνουν; Απο­σύ­ρο­νται μονα­χά τους!

Φωνά­ζουν, λοι­πόν, οι Έλλη­νες. Αλλά φωνά­ζουν κ’ οι μη Έλλη­νες; Οι εξό­ρι­στοι τ’ Αη Στρά­τη; Ναυα­γοί κι αυτοί! Με ποιο δικαίωμα!

― Βοή­θεια! Πνιγήκαμε.

Αη Στράτης. Διάνοιξη της κοίτης των χειμάρρων μετά από πλημμύρα. Αρχείο Βασίλη και Βύρωνα Μανικάκη. Πηγή: Μουσείο Δημοκρατίας Άγιος Ευστράτιος

Αη Στρά­της. Διά­νοι­ξη της κοί­της των χει­μάρ­ρων μετά από πλημ­μύ­ρα.
Αρχείο Βασί­λη και Βύρω­να Μανι­κά­κη.
Πηγή: Μου­σείο Δημο­κρα­τί­ας Άγιος Ευστράτιος

Και βέβαια πνι­γή­κα­νε. Υπάρ­χει ο κατα­κλυ­σμός του Νώε. Που βαστά­ει σαρά­ντα μέρες και σαρά­ντα νύχτες. Τα χώμα­τα γίνο­ντα πηλός, τα μαύ­ρα καλ­ντε­ρί­μια γλύ­στρες. Τα δέντρα σαπί­ζου­νε. Τα σπί­τια λιώ­νου­νε! Και το ξερο­πό­τα­μο, που αρχί­ζει από το Μετό­χι και κατη­φο­ρά­ει κατά τη θάλασ­σα, γίνε­ται Ρίο Γκρά­ντε και παρα­σύ­ρει και τα ριζι­μιά λιθά­ρια. Που ν’ ανθέ­ξου­νε τα χάρ­τι­να τσα­ντή­ρια, όπου τους στε­γά­ζει ο «δυτι­κός» ανθρω­πι­σμός του «πατρι­κού» μας κράτους!

Όποιος δε γνώ­ρι­σε τη βρο­χή του Αη Στρά­τη δεν ξέρει τι θα πει θάνα­τος. Όλα κι όλοι μου­σκεύ­ου­νε. Οι γεροί αρρω­σταί­νουν, οι άρρω­στοι πεθαί­νουν. Το πέλα­γο λυσ­σο­μα­νά. Βαπό­ρι και πλε­ού­με­νο δε ζυγώ­νει. Σαρά­ντα μέρες και σαρά­ντα νύχτες. Μόνον η Κιβω­τός του Νώε θα μπο­ρού­σε ν’ αντι­με­τω­πί­σει αυτήν την οργή του Θεού! «Και εγέ­νε­το κατα­κλυ­σμός τεσ­σα­ρά­κο­ντα ημέ­ρας και τεσ­σα­ρά­κο­ντα νύκτας επί της γης και επή­ρε την Κιβω­τόν και υψώ­θη από της γης… Και απέ­θα­νε πάσα σαρξ κινού­με­νη… και πας άνθρωπος…»…

Πώς ν’ ανθέ­ξου­νε σ’ αυτόν τον κατα­κλυ­σμό τα χάρ­τι­να τσα­ντή­ρια των εξο­ρί­στων; Τα «επαί­ρει» το νερό και τα εκσφεν­δο­νί­ζει στον απύθ­με­νον πόντον! Και μαζί με τα τσα­ντή­ρια «επαί­ρει» και τα ξυλο­κρέ­βα­τα, τις κου­βέρ­τες, τα παλ­τά τους, τα βιο­λιά τους. Και την ελπί­δα. «Μια ελπί­δα σωτη­ρί­ας των απελ­πι­σμέ­νων: να μην ελπί­ζου­νε καμιά σωτη­ρία»! (Βιρ­γί­λιος).

Νεκροί από κεραυνό που χτύπησε τη σκηνή τους στον 'Αη-Στράτη το 1947. Προσπαθούσαν να συγκρατήσουν τον ορθοστάτη της σκηνής. Aρχείο Βασίλη και Βύρωνα Μανικάκη. Πηγή: Μουσείο Δημοκρατίας Άγιος Ευστράτιος

Νεκροί από κεραυ­νό που χτύ­πη­σε τη σκη­νή τους στον ‘Αη-Στρά­τη το 1947. Προ­σπα­θού­σαν να συγκρα­τή­σουν τον ορθο­στά­τη της σκη­νής.
Aρχείο Βασί­λη και Βύρω­να Μανι­κά­κη.
Πηγή: Μου­σείο Δημο­κρα­τί­ας Άγιος Ευστράτιος

Δεν είναι σήμε­ρα. Δεν είναι χτες. Χρό­νια πολ­λά, εικο­σι­πέ­ντε χρό­νια, χρη­σι­μο­ποιεί­ται το ξερό­νη­σο για τόπος «περι­συλ­λο­γής» των πολι­τι­κών αντι­πά­λων του κρά­τους. Και κάθε χρό­νο με την ίδια μαθη­μα­τι­κήν ακρί­βεια, τέτιον και­ρό, πνί­γο­νται με τον ίδιο τρό­πο οι ίδιοι ά ν θ ρ ω π ο ι ― παρ­ντόν δια την φρά­σιν! Και το Κρά­τος ανα­κου­φί­ζε­ται. Η Φύσις έρχε­ται προς βοή­θειάν του! Εκτε­λεί αυτή ό,τι επι­θυ­μεί το Κρά­τος: αραιώ­νει το μπου­λού­κι των… αμαρτωλών!

Ο κατα­κλυ­σμός του Νώε έγι­νε το καλο­καί­ρι και μόνο μια φορά. Ο κατα­κλυ­σμός του Αη Στρά­τη γίνε­ται χει­μώ­να και κάθε χρό­νο. Άρα τους ναυα­γούς δεν τους πολε­μά­ει μονά­χα το νερό παρά κι ο χιο­νιάς. Κάθε χρό­νο! Όλοι τους είναι άρρω­στοι και τριά­ντα του θανα­τά. Και κάθε χρό­νο ζητά­νε «βοή­θεια»! Να τους στεί­λει το Κρά­τος τρό­φι­μα, ρού­χα, φάρ­μα­κα και να τους επι­τρέ­πει να κατα­φύ­γου­νε σε σπί­τια του χωριού. Και κάθε χρό­νο το Κρά­τος «μελε­τά»!… Και ξέρε­τε τι ’ναι τα σπί­τια; Κόσκι­να. Η βρο­χή μπαί­νει, αλλ’ επι­τέ­λους δεν πνί­γει. Ο χιο­νιάς μπαί­νει, αλλ’ όχι ολάκερος…

Τέτια ζητή­μα­τα δεν «χρή­ζουν μελέ­της». Ολί­γη ανθρω­πιά και ντρο­πή χρειάζεται.

Αυγή, 29  του Γενά­ρη 1955
Πηγή: Αρχεία Σύγ­χρο­νης Κοι­νω­νι­κής Ιστο­ρί­ας (ΑΣΚΙ)

Όταν δημο­σιευό­ταν το χρο­νο­γρά­φη­μα του Κώστα Βάρ­να­λη ο Γιώρ­γος Φαρ­σα­κί­δης βρι­σκό­ταν για δεύ­τε­ρη φορά εξό­ρι­στος στον Αη Στρά­τη. Δεν ήταν λίγες οι φορές που μαζί με τους συνε­ξό­ρι­στους συντρό­φους του ήρθαν αντι­μέ­τω­ποι με τη μανία της φύσης, που λες και συμ­μα­χού­σε με το «Κρά­τος» στην επι­χεί­ρη­ση «συμ­μόρ­φω­σης» και «σωφρο­νι­σμού» των «εχθρών» της πατρί­δας. Υπήρ­χαν και φορές, όμως, που οι εξό­ρι­στοι στέ­κο­νταν πιο «τυχε­ροί», όπως περι­γρά­φει ο Γιώρ­γος Φαρσακίδης.

«Πλυμμήρα». Ξυλογραφία σε όρθιο ξύλο και φυσικό μέγεθος. Στην κορφή δεξιά το φυλάκιο του Αη Μηνά κι ο σταυρός απ’ το μνημείο στους νεκρούς εξόριστους της Κατοχής. Μέσα στην κρύπτη του, τριάντα τρία κρανία με τ’ όνομα του καθενός.

«Πλημ­μύ­ρα». Ξυλο­γρα­φία σε όρθιο ξύλο και φυσι­κό μέγε­θος. Στην κορ­φή δεξιά το φυλά­κιο του Αη Μηνά κι ο σταυ­ρός απ’ το μνη­μείο στους νεκρούς εξό­ρι­στους της Κατο­χής. Μέσα στην κρύ­πτη του, τριά­ντα τρία κρα­νία με τ’ όνο­μα του καθενός.

Ο χει­μώ­νας δε χωρα­τεύ­ει στον Αη Στράτη

Ο χει­μώ­νας δε χωρα­τεύ­ει στον Αη Στρά­τη. Το νησί κατα­με­σίς του πελά­γου δέρ­νε­ται απ’ όλους τους αέρη­δες. Το μπου­γά­ζι από τη Μαύ­ρη Θάλασ­σα φέρ­νει το χιο­νιά, μου­διά­ζει τη ζωή στο νησί. Με τις μεγά­λες κακο­και­ρί­ες θεό­ρα­τα κύμα­τα σπά­νε μου­γκρί­ζο­ντας, σκε­πά­ζουν τ’ από­το­μα βρά­χια με άχνη υδά­τι­νη κι ο αχός τους, μού­γκρι­σμα θεριών, αντι­λα­λεί καμιά φορά για μερό­νυ­χτα, ως πέρα στις ρεμα­τιές του στρατοπέδου.

Όσα μέτρα κι αν πάρεις, το πανί, το περι­τοί­χι­σμα, το μαγκα­λά­κι, ελά­χι­στα προ­στα­τεύ­ουν από το κρύο. Τις νύχτες με παγω­νιά, στρι­φο­γυ­ρί­ζεις μες στα στρω­σί­δια, να βολευ­τείς να μη σε βρί­σκουν οι στά­λες του χιο­νό­νε­ρου, οι παγω­μέ­νες ριπές του αέρα.

Κι αλί­μο­νο τέτοια νύχτα αν δεν αντέ­ξου­νε, το σαπι­σμέ­νο καρα­βό­πα­νο, ο «ορθο­στά­της» τ’ αντί­σκη­νου, αν έχουν μπο­σκά­ρει οι πάσ­σα­λοι. Αλί­μο­νο σ’ όποιους άγρια μεσά­νυ­χτα βρε­θούν με γκρε­μι­σμέ­νη σκη­νή, κάτω απ’ το χει­μω­νιά­τι­κο ουρανό.

Λίγο πριν τη δικτα­το­ρία της Χού­ντας, είχα­με στρώ­σει κου­βέ­ντα με φίλους για το «πώς νιώ­θεις την ευτυ­χία»! Και θυμά­μαι πως κάπως παρά­δο­ξα τους φάνη­καν τα λόγια μου. Χτες νύχτα, τους είχα πει, με μισο­ξύ­πνη­σε η βρο­χή κι είχα απλώ­σει το χέρι, να δω αν στά­ζει κι αν μού­σκε­ψαν οι κου­βέρ­τες. Μην το πάει για πλημ­μύ­ρα, ήταν το πρώ­το που πέρα­σε απ’ το νου μου. Να τρέ­ξου­με να γλι­τώ­σου­με ρού­χα και σκη­νι­κά, μην παρα­σύ­ρει και πάλι ο χεί­μαρ­ρος τ’ αντί­σκη­να του Θεάτρου.

Αη Στράτης. Ο Γιώργος Φαρσακίδης προσπαθεί να περισώσει ένα κομμάτι από σκηνικό θεάτρου σε πλημμύρα του 1951. Αρχείο Γ. Φαρσακίδη.

Αη Στρά­της. Ο Γιώρ­γος Φαρ­σα­κί­δης προ­σπα­θεί να περι­σώ­σει ένα κομ­μά­τι από σκη­νι­κό θεά­τρου σε πλημ­μύ­ρα του 1951.
Αρχείο Γ. Φαρσακίδη.

Κι όταν κατά­λα­βα τελι­κά πως βρί­σκο­μαι κάτω από στέ­γη, πως μπο­ρού­σα να ξανα­τυ­λι­χτώ στη ζεστα­σιά της κου­βέρ­τας ως το πρωί, σκέ­φτη­κα τότε πως η ζωή είναι, μα παρα­εί­ναι ωραία!

Γιώρ­γος Φαρσακίδης

Γ. Φαρ­σα­κί­δη: ΤΟΠΟΙ ΕΞΟΡΙΑΣ, στρα­τό­πε­δα πολι­τι­κών εξο­ρί­στων 1948–1972, Μακρό­νη­σος, Αη Στρά­της, Γυά­ρος – Λέρος, έκδ. Τυπο­εκ­δο­τι­κή, Αθή­να 1994

Σχε­τι­κά θέματα:

«Ούτε σε ξερο­νή­σια, ούτε σε φυλα­κές…» – Προ­σκύ­νη­μα στον Αη Στράτη

Αη Στρά­της, βρά­χος εξο­ρί­ας – σφυ­ρί κι αμό­νι της ταξι­κής πάλης

«Άμα ζήσεις να γρά­ψεις δυο λέξεις για τον Άη Στράτη…»

Αη Στρά­της 1941–42: Ο Γιάν­νης Λίπ­πας θυμάται…

«Όποιος δεν είναι έτοι­μος να πεθά­νει σήμε­ρα ούτε αύριο θα ’ναι…»

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο