Γράφει ο Βασίλης Κρίτσας //
20 Ιουνίου 1976. Στο μικρό Μαρακανά του Βελιγραδίου, στον τελικό του Κυπέλλου Εθνών, όπως λεγόταν τότε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, αναμετρώνται η (ενιαία και ποδοσφαιρικά κραταιά) Τσεχοσλοβακία με τη Γερμανία, που φέρει τον τίτλο της πρωταθλήτριας Ευρώπης από την προηγούμενη διοργάνωση (με νίκη επί των Σοβιετικών στον τελικό) και στο ενδιάμεσο έχει αναδειχτεί πρωταθλήτρια κόσμου νικώντας στον τελικό του Μουντιάλ την Ολλανδία. Στα ημιτελικά οι Τσεχοσλοβάκοι απέκλεισαν τους Ολλανδούς του Κρόιφ κι οι Γερμανοί τους διοργανωτές Γιουγκοσλάβους ‑και τα δύο ματς πήγαν στην παράταση.
Το παιχνίδι είναι δυνατό και με ενδιαφέρουσα διακύμανση. Η Τσεχοσλοβακία προηγείται με 2–0 στο 25′ και μοιάζει να αγγίζει το τρόπαιο, αλλά τα πάντσερ κάνουν μία από τις θρυλικές ανατροπές τους, την ολοκληρώνουν στο 89′ και στέλνουν το παιχνίδι στην παράταση και τα πέναλτι, μια σχετικά πρόσφατη ‑τότε- διαδικασία, αφού τη δεκαετία του 60′, οι προκρίσεις αποφασίζονταν με το στρίψιμο του νομίσματος (έτσι αποκλείστηκαν οι Σοβιετικοί στον ημιτελικό του 68′).
Οι πρώτες επτά εκτελέσεις βρίσκουν στόχο κι ο Γερμανός Ούλι Χένες γίνεται ο πρώτος που αστοχεί και ο μοιραίος παίκτης για την ομάδα του. Μένει όμως μία ακόμα αποφασιστική εκτέλεση. Ο Αντονίν Πανένκα, με το νούμερο 7 στην πλάτη, παίρνει φόρα και στέλνει τον (μεγάλο τερματοφύλακα της Μπάγερν) Ζεπ Μάγιερ στην αριστερή γωνιά και την μπάλα στο κέντρο της εστίας, με ένα γλυκό, ψηλοκρεμαστό πλασεδάκι. Η φαντασία στην εξουσία και την κορυφή της Ευρώπης.
Η Τσεχοσλοβακία, με οκτώ Σλοβάκους και τρεις Τσέχους στη σύνθεσή της (για όσους επιμένουν να τη βλέπουν μόνο ως πρόδρομο της Τσεχίας), μια χώρα με μεγάλη ποδοσφαιρική παράδοση αλλά χωρίς τρόπαια, είναι πρωταθλήτρια Ευρώπης και φτάνει στο μοναδικό τίτλο που μπόρεσε ποτέ να κατακτήσει, είτε αυτή είτε οι απόγονοί της (οι Τσέχοι έφτασαν 20 χρόνια μετά στον τελικό, αλλά έχασαν από ‑ποιους άλλους;- τους Γερμανούς).
Η σύλληψη της ιδέας έγινε κατά τη διάρκεια της προπόνησης, στα πλαίσια ενός στοιχήματος του Πανένκα με το συμπαίκτη του Ζντένεκ Χρούσκα. Ο Πανένκα επινόησε αυτόν τον τρόπο για να νικάει στις εκτελέσεις πέναλτι τον ικανότατο τερματοφύλακα κι όπως εξηγεί αστειευόμενος: “το καλό ήταν πως άρχισα να τον κερδίζω. Το κακό ήταν πως άρχισα να παχαίνω”, καθώς το στοίχημα αφορούσε μπίρες και σοκολάτες. Μετά από μερικές γενικές δοκιμές στο πρωτάθλημα Τσεχοσλοβακίας και κάποια φιλικά παιχνίδια, η πατέντα ήταν έτοιμη για να παρουσιαστεί στο ευρύ κοινό. Κι η τύχη το έφερε έτσι, που να γίνει στο πιο κρίσιμο σημείο της διοργάνωσης, κρίνοντας τον τελικό νικητή. Η τέχνη συνάντησε το ποδόσφαιρο κι έγραψε ιστορία…
Μετά από τον τελικό του 76′, ο Πανένκα επιχείρησε άλλη μία φορά την κομπίνα του επιτυχώς, σε έναν αγώνα με τη Γαλλία. Αλλά το παράδειγμά του βρήκε πολλούς μιμητές, που αντέγραψαν την κίνηση που καθιέρωσε, είτε επιτυχώς, είτε με τραγελαφικά αποτελέσματα. Γιατί, όπως λέει και ο δημιουργός της, δε φτάνει μόνο η ιδέα, πρέπει κιόλας να την εφαρμόσεις σωστά (κάτι που ισχύει για κάθε τι στη ζωή).
Αλλά με αυτήν την κίνηση, καθιέρωσε και την αναφορά, τιμής ένεκεν, στο όνομά του (που κέρδισε μια θέση στην αθανασία), κάθε φορά που κάποιος παίκτης επιχειρεί το ίδιο κόλπο. Κι αυτή η φήμη, που δε θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί σαράντα χρόνια πριν, είναι κάτι που δε θα άλλαζε με τίποτα…