Επιμέλεια Βασίλης Κρίτσας //
Την περασμένη Κυριακή, “έφυγε” πλήρης ημερών, στα 90 του χρόνια, ο σπουδαίος Γερμανός λογοτέχνης, Χέρμαν Καντ.
Ο Χέρμαν Καντ, μεγάλος αδελφός του Ούβε Καντ (που έγινε γνωστός συγγραφέας έργων παιδικής λογοτεχνίας), γεννήθηκε το 1926 στο Αμβούργο, σε μια εργατική, φτωχή οικογένεια. Μαθήτευσε ως ηλεκτρολόγος και το 44′ επιστρατεύτηκε στη ναζιστική Βέρμαχτ. Αιχμαλωτίστηκε από τους Πολωνούς, αντιμετώπισε πλαστές κατηγορίες και κρατήθηκε για αρκετό διάστημα στη φυλακή και σε στρατόπεδο εργασίας, όπου ανέπτυξε σημαντική αντιφασιστική δράση (την περιπέτεια αυτή την αφηγείται σε μία αυτοβιογραφική νουβέλα του). Μετά από την απελευθέρωσή του, επέλεξε να πάει στη ΛΔΓ και έγινε μέλος του ΕΣΚΓ (Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Γερμανίας). Σπούδασε Γερμανική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Χούμπολτ, όπου έγινε ερευνητής, ενώ παράλληλα έκανε την πρώτη εμφάνισή του στα γράμματα με τη συλλογή διηγημάτων “Ein bisschen Südsee”. Άρχισε να εργάζεται συστηματικά ως συγγραφέας κι έγινε μέλος και αργότερα πρόεδρος, για πολλά χρόνια, του Συνδέσμου Λογοτεχνών της ΛΔΓ, ενώ το 67′ τιμήθηκε με το βραβείο “Χάινριχ Μαν”. Τα τελευταία χρόνια ύπαρξης της ΛΔΓ (Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας), διετέλεσε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΣΚΓ, από το 1986 έως το 1989.
Ο Χέρμαν Καντ ήταν ένας από τους μεγαλύτερους λογοτέχνες της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Πολλά έργα του διακρίνονταν από ένα σατιρικό ύφος, το οποίο στρεφόταν πολλές φορές και στα κακώς κείμενα της ίδιας της χώρας του, της ΛΔΓ, όταν το έκρινε αναγκαίο. Παρόλα αυτά, μετά τις ανατροπές και την επικράτηση της αντεπανάστασης, έγινε προσπάθεια να μειωθεί το έργο του ως “παπαγαλισμός” όσων του ζητούσε η κομματική ηγεσία, ενώ κατηγορήθηκε πολλές φορές ως συνεργάτης-πληροφοριοδότης της Στάζι, πληρώνοντας ουσιαστικά την περήφανη στάση και την έλλειψη μεταμέλειας για τις υπεύθυνες, διοικητικές θέσεις που είχε αναλάβει κατά καιρούς στη ΛΔΓ. Όπως είπε χαρακτηριστικά, σε μία από τις τελευταίες του δηλώσεις: “το πιο σημαντικό σχετικά με τη ΛΔΓ, είναι το όραμα και τα ιδανικά, που σήμαινε για εμάς. Κι εγώ παρέμεινα πιστός σε αυτό το όραμα”.