Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ρίτσος και Παττακός — Η Έρη Ρίτσου θυμάται

Το 1970 δίνε­ται άδεια στον Ρίτσο να ταξι­δέ­ψει από τη Σάμο, όπου βρι­σκό­ταν σε κατ’ οίκον περιο­ρι­σμό, στην Αθήνα.

Στο Καρ­λό­βα­σι όπου ζού­σα­με περ­νού­σε τις δια­κο­πές του και ο Μιχά­λης Περα­τι­κός, που την επο­χή εκεί­νη ήταν γραμ­μα­τέ­ας, αν δεν κάνω λάθος, του συλ­λό­γου Ελλή­νων εφο­πλι­στών στο Λον­δί­νο. Ο Περα­τι­κός ήταν άνθρω­πος που αγα­πού­σε τις τέχνες και εκτι­μού­σε ιδιαί­τε­ρα το έργο του πατέ­ρα μου. Με πρω­το­βου­λία και ενέρ­γειες του λοι­πόν ήρθε για τον Ρίτσο μια πρό­σκλη­ση να πάρει μέρος ως τιμώ­με­νο πρό­σω­πο στο Διε­θνές Φεστι­βάλ Ποί­η­σης του Λον­δί­νου, μαζί με τον Πάμπλο Νερούδα.

Η πρό­σκλη­ση μετα­φέρ­θη­κε στους δικτά­το­ρες από τον Σύλ­λο­γο Ελλή­νων Εφο­πλι­στών και φυσι­κά μια τέτοια πρό­τα­ση που έρχε­ται μέσω τέτοιας οδού δεν θα μπο­ρού­σαν να αρνη­θούν να την εξετάσουν.

Έτσι, ο Ρίτσος παίρ­νει άδεια να ταξι­δέ­ψει στην Αθή­να, όπου ο Στυ­λια­νός Πατ­τα­κός τον καλεί στο γρα­φείο του για να του κάνει συστά­σεις, τί πρέ­πει να πει στο Λον­δί­νο εάν ερω­τη­θεί για την κατά­στα­ση στην Ελλά­δα. Ο Πατ­τα­κός θεω­ρού­σε τον εαυ­τό του μέγα θεω­ρη­τι­κό και φιλό­σο­φο και έπη­ξε τον πατέ­ρα μου στις μπούρ­δες στην προ­σπά­θειά του να τον απο­τρέ­ψει από το να κατα­φερ­θεί κατά της Χού­ντας. Ο Ρίτσος του είπε πως αν ερω­τη­θεί, θα πει απλώς την αλήθεια.

-Και ποιά είναι η αλή­θεια κύριε Ρίτσο; τον ρώτη­σε ο Παττακός.

-Αυτή που πολύ καλά γνω­ρί­ζε­τε, Πως στην Ελλά­δα υπάρ­χει μια στυ­γνή στρα­τιω­τι­κή δικτατορία.

Κατό­πιν τού­του ο Ρίτσος πήρε το δρό­μο για Πει­ραιά, τμή­μα μετα­γω­γών, Καρ­λό­βα­σι, και οι διορ­γα­νω­τές στο Λον­δί­νο πήραν την απά­ντη­ση πως ο Ρίτσος αρνεί­ται να ταξιδέψει.

Περιτ­τό να πω πως ο πατέ­ρας μου άκου­γε “Πατ­τα­κός” και του σηκω­νό­ταν η τρί­χα κάγκε­λο, ενθυ­μού­με­νος το θρά­σος και τις φιλο­σο­φι­κές μπούρ­δες του ανό­η­του φασιστοδικτατορίσκου.

 

(Από τον «τοί­χο» της κόρης του ποι­η­τή στο facebook)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο