Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σταύρος Ζουμπουλάκης: «Χρυσή Αυγή και Εκκλησία, εκδ. Πόλις»

Γρά­φει ο Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης //

Ένα δια­φο­ρε­τι­κό βιβλίο από αυτά που έχου­με συνη­θί­σει στις μέχρι τώρα δημο­σιεύ­σεις μας, παρου­σιά­ζου­με σήμε­ρα και με αφορ­μή τη συμπλή­ρω­ση τριών χρό­νων από τη δολο­φο­νία του Παύ­λου Φύσ­σα από το Τάγ­μα Εφό­δου της Νίκαιας της Χρυ­σής Αυγής. Ένα βιβλίο με αρκε­τές αδυ­να­μί­ες αλλά και με πολύ χρή­σι­μες παρα­τη­ρή­σεις και κατα­γρα­φές με στά­ση ενά­ντια στην νεο­να­ζι­στι­κή συμ­μο­ρία της Χρυ­σής Αυγής, μια οργά­νω­ση όχι μόνο ρατσι­στι­κή αλλά και παγα­νι­στι­κή, αντι­ση­μι­τι­κή, αντΐ­ι­σλα­μι­κή και ότι άλλο κακό βάλει ο νους του ανθρώ­που, σύμ­φω­να με σχό­λιο του συγ­γρα­φέα, η οποία είναι ταυ­τό­χρο­να και μια αντι­χρι­στια­νι­κή οργάνωση.

Το βιβλίο «Χρυ­σή Αυγή και Εκκλη­σία» του Σταύ­ρου Ζου­μπου­λά­κη που κυκλο­φο­ρεί από τις εκδό­σεις Πόλις (2013), αντί­θε­τα από ότι θα περί­με­νε ο ευαί­σθη­τος ανα­γνώ­στης, δεν χαρί­ζε­ται ή του­λά­χι­στον δεν στη­ρί­ζει τις θέσεις της Ελλα­δι­κής Εκκλη­σί­ας και όσο αφο­ρά την απρο­κά­λυ­πτη και συνει­δη­τή στή­ρι­ξη που παρέ­χει στους νεο­να­ζί. Κάτω από αυτό το πρί­σμα ο συγ­γρα­φέ­ας υπο­στη­ρί­ζει ότι η ίδια η Εκκλη­σία έχει την υπο­χρέ­ω­ση να καταγ­γεί­λει και να απο­δο­κι­μά­σει τη Χρυ­σή Αυγή.

Το πρώ­το από τα κεί­με­να του μικρού αυτού βιβλί­ου γρά­φτη­κε τον Μάιο του 2012, την επαύ­ριο της πρώ­της εκλο­γι­κής επι­τυ­χί­ας της Χρυ­σής Αυγής. Το δεύ­τε­ρο σχε­τί­ζε­ται με τη βίαιη δημό­σια εμφά­νι­σή της, προς υπε­ρά­σπι­ση της Ορθο­δο­ξί­ας, με αφορ­μή τη θεα­τρι­κή παρά­στα­ση του “Corpus Christi” στην Αθή­να. Η οπτι­κή του κει­μέ­νου αυτού, που έχει ως θέμα του τη βλα­σφη­μία, ορί­ζει την οπτι­κή και την κεντρι­κή ιδέα και των άλλων τεσ­σά­ρων κει­μέ­νων που ακο­λου­θούν. Στα έξι αυτά κεί­με­να ο συγ­γρα­φέ­ας πρό­σθε­σε δύο παλαιό­τε­ρα για τον Ορθό­δο­ξο αντι­ση­μι­τι­σμό και φοντα­με­ντα­λι­σμό, για­τί έκρι­νε και πολύ σωστά κατά τη γνώ­μη μας, ότι το πνευ­μα­τι­κό κλί­μα που περι­γρά­φουν φωτί­ζει τους λόγους οι οποί­οι η Ορθό­δο­ξη Εκκλη­σία δεν απο­δο­κι­μά­ζει επί­ση­μα και χωρίς περι­φρά­σεις τη Χρυ­σή Αυγή.

Παρα­τη­ρεί μάλι­στα ότι:

«Ως ένα μεγά­λο βαθ­μό η Ελλα­δι­κή Εκκλη­σία δομή­θη­κε πάνω σ’ έναν κομ­μου­νι­στο­φα­γι­κό λόγο, ενα­γκα­λι­ζό­με­νη με την εθνι­κό­φρο­να δρά­ση. Μετά το 1974, η Εκκλη­σία ήταν ο μόνος θεσμός που δεν πέρα­σε σε βάθος η απο­χου­ντο­ποί­η­ση. Όταν στή­θη­κε το αυταρ­χι­κό κρά­τος των ξερο­νη­σιών και των εκτε­λέ­σε­ων, η Εκκλη­σία δεν είχε την τόλ­μη να πει, εγώ αυτά δεν τα εγκρί­νω. Εκεί­νοι που μπο­ρούν να απο­νο­μι­μο­ποι­ή­σουν τη Χ.Α. ιδε­ο­λο­γι­κά και ηθι­κά, είναι οι άνθρω­ποι και οι θεσμοί του συντη­ρη­τι­κού κόσμου».

Η Χρυ­σή Αυγή ως «νόμι­μος» συνομιλητής

Στα άρθρα Ακραί­ος αντι­ση­μι­τι­σμός, άκρα σιω­πή και Νέα ανα­θέ­μα­τα, παλαιά ερω­τή­μα­τα παρου­σιά­ζει με διε­ξο­δι­κό και άκρως ικα­νο­ποι­η­τι­κό τρό­πο τη δρά­ση υπέρ της Χρυ­σής Αυγής μητρο­πο­λι­τών όπως του Πει­ραιώς, Σερα­φείμ που έχει πρω­τα­γω­νι­στή­σει σε αντΐ­ι­σλα­μι­κά, αντι­ση­μι­τι­κά και σεξι­στι­κά παρα­λη­ρή­μα­τα ενώ έχει φρο­ντί­σει να “νομι­μο­ποι­ή­σει” με κάθε τρό­πο τους νεο­να­ζί δολο­φό­νους. Αλλά ο συγ­γρα­φέ­ας δεν τρέ­φει αυτα­πά­τες ότι η Εκκλη­σία ως επί­ση­μος φορέ­ας θα κατα­δι­κά­σει εύκο­λα τη Χρυ­σή Αυγή, όσο και αν το επι­θυ­μεί και μάλι­στα από μία θέση που κρί­νε­ται ως χρι­στια­νι­κή και συντη­ρη­τι­κή στο βάθος της. Αντί­θε­τα, όπως σημειώνει:

«Αν από τον αρχιε­πί­σκο­πο και τους επι­σκό­πους δεν περι­μέ­νω τίπο­τε, εξα­κο­λου­θώ να περι­μέ­νω μια αντί­δρα­ση εκ μέρους κάποιων ιερέ­ων για τις μισαλ­λό­δο­ξες, φανα­τι­κές και βαθιά αντι­χρι­στια­νι­κές δηλώ­σεις του Σερα­φείμ (και άλλων τινών). Περι­μέ­νω μια κάποια συλ­λο­γι­κή αντί­δρα­ση, εκ μέρους λίγων έστω ιερέ­ων, απέ­να­ντι σε έναν εκκλη­σια­στι­κό λόγο που τους εκθέ­τει ενώ­πιον Θεού και ανθρώ­πων. Την περι­μέ­νω χρό­νια, μα δεν την έχω δει ποτέ. Η σιω­πή δεν είναι πάντο­τε αρε­τή, τις περισ­σό­τε­ρες φορές είναι δει­λία. Για­τί να ακού­γε­ται συλ­λο­γι­κά μόνο η φωνή των φοντα­με­ντα­λι­στών ιερέ­ων; Ως πότε θα τους αφή­νουν όλο τον χώρο»;

Η αλή­θεια είναι ότι από μεμο­νω­μέ­νους ιερείς και επι­σκό­πους υπάρ­χουν σχε­τι­κές αντι­δρά­σεις, που φυσι­κά δεν αγγί­ζουν το ζήτη­μα στις βαθύ­τε­ρες αιτί­ες του, αλλά που απο­τε­λούν όμως σημα­ντι­κές παρεμ­βά­σεις μπρο­στά στο ιδε­ο­λο­γι­κό σκο­τά­δι που επι­βάλ­λει η Ελλα­δι­κή Εκκλη­σία. Επί­σης, για τον συγ­γρα­φέα η νομι­μο­ποί­η­ση ως ισό­τι­μων ομι­λη­τών φαι­δρών αλλά ακραί­ων ιδε­ο­λο­γι­κά και πολι­τι­κά συνο­μι­λη­τών όπως του Καρα­τζα­φέ­ρη — μην ξεχνά­με ότι το 2012 είχα­με ακό­μα τη συγκυ­βέρ­νη­ση του τεχνο­κρά­τη Παπα­δή­μου με τους φασί­στες του ΛΑΟΣ — απο­τε­λεί ένα μεγά­λο πρό­βλη­μα. Και φυσι­κά, είναι μια παρα­τή­ρη­ση που δεν χάνει την επι­και­ρό­τη­τα της όσον αφο­ρά και τη στά­ση μας απέ­να­ντι στη Χρυ­σή Αυγή σήμε­ρα, όπου ακό­μα και η πρώ­ην  Πρό­ε­δρος της Βου­λής, Ζωή Κων­στα­ντο­πού­λου (και επί­δο­ξη… σωτή­ρα της χώρας), παρέ­καμ­ψε εισαγ­γε­λείς και δικα­στές, αντι­με­τω­πί­ζο­ντας τους νεο­να­ζί βου­λευ­τές ως ισό­τι­μους ομι­λη­τές, δίνο­ντας τους το δικαί­ω­μα να παρου­σιά­ζο­νται σαν δημο­κρα­τι­κό και αντι­μνη­μο­νια­κό κόμ­μα στη Βου­λή. Για να φτά­σου­με μέχρι σήμε­ρα που οι δολο­φό­νοι της Χρυ­σής Αυγής έχουν δικό τους τηλε­ο­πτι­κό χρό­νο στην Δημό­σια Τηλε­ό­ρα­ση (ΕΡΤ) και που κυκλο­φο­ρούν ελεύθεροι.

Όπως ισχυ­ρί­ζε­ται ο συγγραφέας:

“Νομι­μο­ποιώ­ντας τον όμως ως ισό­τι­μο συνο­μι­λη­τή και εταί­ρο στη συγκυ­βέρ­νη­ση εθνι­κής σωτη­ρί­ας, νομι­μο­ποι­ή­σα­με τις ιδέ­ες του και βλέ­που­με σήμε­ρα, αφε­νός, τη ανά­πτυ­ξη αυτού του ακρο­δε­ξιού τόξου που ανέ­φε­ρα παρα­πά­νω αλλά και τη διά­χυ­ση, αφε­τέ­ρου, των ακρο­δε­ξιών ιδε­ών και σε κόμ­μα­τα που βρί­σκο­νται αρι­στε­ρά του ακρο­δε­ξιού τόξου. Ανά­λο­γα ισχύ­ουν και για τον Ορθό­δο­ξο φοντα­με­ντα­λι­σμό. Είναι επι­κίν­δυ­νος, ακό­μη και όταν οι εκφρα­στές του είναι γελοία πρόσωπα.”

Σοβα­ρές αδυναμίες

Και εδώ ερχό­μα­στε στο κρί­σι­μο και πολύ σημα­ντι­κό σημείο όπου το βιβλίο και οι εκτι­μή­σεις του συγ­γρα­φέα εμφα­νί­ζουν τις πολύ σοβα­ρές αδυ­να­μί­ες τους που σε μεγά­λο βαθ­μό υπο­σκά­πτουν τις θετι­κές παρα­τη­ρή­σεις και τα συμπε­ρά­σμα­τά του αλλά και που οδη­γούν μέσα από συγκε­κρι­μέ­νες διό­δους στην επι­βε­βαί­ω­ση δια­φό­ρων συντη­ρη­τι­κών απόψεων.

Το βασι­κό­τε­ρο είναι ότι δεν ζητά­ει την πολι­τι­κή ευθύ­νη για τη αξιο­ποί­η­ση ως νόμι­μων συνο­μι­λη­τών του Ελλη­νι­κού Κρά­τους της Χρυ­σής Αυγής. απο­φεύ­γο­ντας να θίξει τα κακώς κεί­με­να και χωρίς να εξη­γεί τον ρόλο των κυβερ­νή­σε­ων Παπαν­δρέ­ου και Παπα­δή­μου (της περιό­δου του­λά­χι­στον που γρά­φτη­κε το βιβλίο) στην καλ­λιέρ­γεια της ρατσι­στι­κής ρητο­ρι­κής και της φασι­στι­κής βίας. Κατα­λή­γει έτσι να ζητά την ύπαρ­ξη ενός μεγά­λου δημο­κρα­τι­κού τόξου για την αντι­με­τώ­πι­ση του προ­βλή­μα­τος με τη Χρυ­σή Αυγή. μαζί δηλα­δή και με τα κόμ­μα­τα και τις πολι­τι­κές του ρατσι­σμού και της ισλα­μο­φο­βί­ας που την έφε­ραν στην επι­φά­νεια. Καλ­λιερ­γώ­ντας έτσι μια σει­ρά από σοβα­ρές αντι­φά­σεις. Από τη μια αρνεί­ται την θεω­ρία των δύο άκρων και από την άλλη εκθέ­τει τις από­ψεις του με βάση αυτή τη συλλογιστική!

Γρά­φει χαρακτηριστικά:

«ότι η θεω­ρία των δύο άκρων, όπως δια­τυ­πώ­νε­ται σήμε­ρα στην Ελλά­δα, ταυ­τί­ζο­ντας τη ναζι­στι­κή βία με βίαιες συμπε­ρι­φο­ρές ομά­δων της Αρι­στε­ράς, είναι εκα­τό τοις εκα­τό λάθος: ενι­σχύ­ει και νομι­μο­ποιεί τη Χρυ­σή Αυγή και τη ναζι­στι­κή βία. Ωστό­σο, εκτι­μώ ότι η άρνη­ση της θεω­ρί­ας των δύο άκρων, δεν πρέ­πει να μας οδη­γή­σει ανα­δρο­μι­κά, όπως κάνουν πολ­λοί σοβα­ροί επι­στή­μο­νες και φίλοι, σε μια άρνη­ση των κοι­νών χαρα­κτη­ρι­στι­κών στα­λι­νι­σμού και φασι­σμού, ιστο­ρι­κά. Η θεω­ρία της Χάν­να Άρεντ για τον ολο­κλη­ρω­τι­σμό, την οποία εγώ προ­σω­πι­κά δέχο­μαι, μπο­ρεί να μας βοη­θή­σει να κατα­λά­βου­με τον χαρα­κτή­ρα αυτών των καθε­στώ­των, με όλες τις ιστο­ρι­κές δια­φο­ρές τους. Άλλω­στε, όταν στε­γά­ζεις κάποια φαι­νό­με­να κάτω από μια γενι­κή έννοια, δεν σημαί­νει και ότι τα ταυ­τί­ζεις — και στο εσω­τε­ρι­κό του φασι­στι­κού φαι­νο­μέ­νου, ο ιτα­λι­κός φασι­σμός και ο γερ­μα­νι­κός ναζι­σμός δια­φέ­ρουν πάρα πολύ. Τέλος, το γεγο­νός ότι είμα­στε κατά της θεω­ρί­ας των δύο άκρων, επει­δή είναι επι­κίν­δυ­νη πολι­τι­κά, επει­δή ενι­σχύ­ει τον ναζι­σμό και τη Χρυ­σή Αυγή σήμε­ρα, δεν σημαί­νει επ’ ουδε­νί ότι πρέ­πει να κάνου­με υπο­χω­ρή­σεις στο ζήτη­μα της νομι­μό­τη­τας, των κανό­νων της δημο­κρα­τί­ας, του δικαί­ου. Πρέ­πει να είμα­στε στα­θε­ρά ενα­ντί­ον των ενερ­γειών που παρα­βιά­ζουν το δίκαιο, και όταν προ­έρ­χο­νται από την πλευ­ρά της Αρι­στε­ράς ή των κινη­μά­των. Και, ταυ­τό­χρο­να, δεν μπο­ρού­με βέβαια, σε καμιά περί­πτω­ση, να λέμε ότι «τα δύο άκρα ταυ­τί­ζο­νται». Για­τί αυτό ανοί­γει τον δρό­μο στον ναζι­σμό, στη Χρυ­σή Αυγή».

Καθή­κο­ντα και υποχρεώσεις

Αυτά ως μία μικρή και όσο γίνε­ται περιε­κτι­κό­τε­ρη παρου­σί­α­ση του βιβλί­ου. Σήμε­ρα, και σε σχέ­ση με το 2012, τα πράγ­μα­τα έχουν αλλά­ξει προς το καλύ­τε­ρο όσον αφο­ρά τη δρά­ση της Χρυ­σής Αυγής αλλά και όσο αφο­ρά τον τρό­πο που την αντι­με­τω­πί­ζει ο κόσμος της εργα­τιάς, το αντι­φα­σι­στι­κό και αντι­ρα­τσι­στι­κό κίνη­μα. Ο ίδιος ο κόσμος – που ενα­ντί­ον του στρέ­φε­ται η δρά­ση της νεο­να­ζι­στι­κής συμ­μο­ρί­ας – δίνει τις μάχες, τόσο δικα­στι­κά, όσο και αυτό είναι το βασι­κό­τε­ρο μέσα στην κοι­νω­νία, ανα­γνω­ρί­ζο­ντας ότι υπάρ­χει δια­πλο­κή μιας εγκλη­μα­τι­κής οργά­νω­σης με ένα πολι­τι­κό κόμ­μα, που στη­ρί­ζει και στη­ρί­ζε­ται αντί­στοι­χα από την ελλη­νι­κή αστι­κή τάξη και τους πολι­τι­κούς εκπρο­σώ­πους της για να κατα­στεί­λουν την μαζι­κή, απερ­για­κή και κινη­μα­τι­κή δρά­ση του λαού. Τα βιβλία κι οι μελέ­τες που έχουν δημο­σιευ­τεί τα τελευ­ταία χρό­νια μπο­ρούν να βοη­θή­σουν όσους γίνε­ται περισ­σό­τε­ρο για να ξεκα­θα­ρί­σουν σε αυτό το ζήτη­μα, χωρίς αυτό να σημαί­νει ότι δεν θα δέχο­νται την κρι­τι­κή που τους πρέ­πει πάντα από μια σκο­πιά αγω­νι­στι­κή κι αντι­ρα­τσι­στι­κή. Δεν ξεχνά­με ότι η δολο­φο­νία του εργά­τη και ράπερ Παύ­λου Φύσ­σα ξεσή­κω­σε τον λαό που αυτός οδή­γη­σε αρχι­κά στη φυλα­κή τους νεο­να­ζί – μέχρι να τους απε­λευ­θε­ρώ­σει το επί­ση­μο κρά­τος. Αλλά εάν οι ναζί βρί­σκο­νται σε οργα­νω­τι­κή διά­λυ­ση και πολι­τι­κή απορ­ρύθ­μι­ση, όσο κι αν προ­σπα­θούν να εμφα­νι­στούν ξανά στον δρό­μο μέσα από επι­τρο­πές «αγα­να­κτι­σμέ­νων κατοί­κων» ή «γονέ­ων», αυτό δεν σημαί­νει ότι δεν είναι επι­κίν­δυ­νοι. Γι’ αυτό χρειά­ζε­ται να επα­γρυ­πνού­με. Είναι αρκε­τοί αυτοί που χρειά­ζο­νται τη Χρυ­σή Αυγή, από το επί­ση­μος κρά­τος, το επι­χει­ρη­μα­τι­κό κεφά­λαιο μέχρι την Εκκλη­σία για να τσα­κί­σουν την εργα­τι­κή αφύ­πνι­ση και πάλη.

Γι’ αυτό χρειά­ζε­ται να βρε­θού­με όλοι μαζί στον δρό­μο του μαζι­κού αντι­φα­σι­στι­κού αγώ­να. Όπως ανα­γκά­σα­με τα τάγ­μα­τα εφό­δου σχε­δόν να εξα­φα­νι­στούν από τις πόλεις, όπως πετύ­χα­με τη μετα­φο­ρά της δίκης στο Εφε­τείο, όπως ανα­γκά­σα­με το Υπουρ­γείο Παι­δεί­ας να απο­δε­χτεί την εγγρα­φή των προ­σφυ­γό­που­λων στα σχο­λεία, όπως εξα­σφα­λί­σα­με την κατα­δί­κη των δολο­φό­νων του Σαχ­ζάτ Λουκ­μάν έτσι θα εξα­σφα­λί­σου­με ότι οι δολο­φό­νοι της Χρυ­σής Αυγής θα μπουν για πάντα στη φυλα­κή και οι ιδέ­ες τους πίσω στους υπο­νό­μους της ιστο­ρί­ας. Ταυ­τό­χρο­να χρειά­ζε­ται να συγκρου­στού­με με τις ρατσι­στι­κές πολι­τι­κές δυνα­μώ­νο­ντας το κίνη­μα αλλη­λεγ­γύ­ης στους πρό­σφυ­γες . Να αντι­στα­θού­με στις κατα­σταλ­τι­κές πολι­τι­κές κυβέρ­νη­σης, ΕΛΑΣ και Δημάρ­χων και φασι­στι­κών και ρατσι­στι­κών ιδε­ών που κρύ­βο­νται πίσω από το προ­σω­πείο «αγα­να­κτι­σμέ­νων πολι­τών» κατά των δικαιω­μά­των των προ­σφύ­γων και του κινή­μα­τος αλλη­λεγ­γύ­ης. Και τέλος να παλέ­ψου­με για ανοι­κτές πόλεις και δομές για την υπο­δο­χή τους και ανοι­χτά σύνο­ρα για την ελεύ­θε­ρη μετα­κί­νη­ση τους, διεκ­δι­κώ­ντας δικαί­ω­μα στη δου­λειά, στην παι­δεία και την υγεία για τους πρό­σφυ­γες και τα παι­διά τους.»

Ο συγ­γρα­φέ­ας μάλι­στα και για να επι­στρέ­ψου­με στο βιβλίο, από την δική του οπτι­κή γωνία (που κι εδώ υπάρ­χουν ενστά­σεις, αφού η εκλο­γι­κή μέχρι ενός σημεί­ου ενί­σχυ­ση της συμ­μο­ρί­ας δεν ήρθε από τους άνερ­γους εργά­τες του τόπου μας…) σχο­λιά­ζει ότι «Μέσα στη δίνη της οικο­νο­μι­κής κρί­σης και τον κοι­νω­νι­κό πόνο της ανερ­γί­ας, πολ­λοί είναι εκεί­νοι που υπο­τι­μούν σήμε­ρα τον κίν­δυ­νο της Χρυ­σής Αυγής. Κάνουν λάθος. Όταν η νεο­να­ζι­στι­κή μπό­ρα περά­σει, ας μη θεω­ρή­σουν πάντως ότι είχαν δίκιο που δεν ανη­συ­χού­σαν. Η μπό­ρα τού­τη θα περά­σει, επει­δή ορι­σμέ­νοι άλλοι, μέσα στην ίδια αυτή δίνη, δεν την υπο­τί­μη­σαν μα την αντιπάλεψαν».

Αυτό μπο­ρεί να είναι μια χρή­σι­μη υπεν­θύ­μι­ση για τα καθή­κο­ντα μας και για το τσά­κι­σμα του ναζι­σμού σήμερα.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο