Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τεκμήριο αθωότητας

Γρά­φει ο Cogito ergo sum //

Η συζή­τη­ση στο γρα­φείο για τους πρό­σφυ­γες είχε αρχί­σει να ξεφεύ­γει. Ο συντη­ρη­τι­κών πεποι­θή­σε­ων συνά­δελ­φος ακου­γό­ταν λίγο ανή­συ­χος αλλά συνά­μα και απει­λη­τι­κός. «Ξέρεις τι φοβά­μαι, ρε συ; Όσο περισ­σό­τε­ροι μαζεύ­ο­νται, τόσο θα αγριεύ­ουν τα πράγ­μα­τα. Ο κόσμος θα πάρει όπλα». «Ε, και;», προ­σπά­θη­σα να ελα­φρύ­νω το κλί­μα, «αφού με την νομι­μό­τη­τα δεν γίνε­ται τίπο­τε, μπο­ρεί με μερι­κές μπα­τα­ριές κάτι να γίνει». Δεν κατά­λα­βε το πνεύ­μα μου. «Δηλα­δή, ρε Θόδω­ρε, αν σκο­τω­θούν αθώ­οι άνθρω­ποι θα λυθεί το πρό­βλη­μα;»

Η συνέ­χεια της κου­βέ­ντας δεν έχει σημα­σία. Όμως, εκεί­νο το «αθώ­οι άνθρω­ποι» επέ­στρε­ψε αργό­τε­ρα στο μυα­λό μου.

Αθώ­οι άνθρω­ποι. Μια περί­φρα­ση που την ακού­με συχνά πυκνά όταν κάποιοι χάνουν βίαια την ζωή τους, άσχε­τα από τον τρό­πο που γίνε­ται αυτό: έγκλη­μα, τρο­μο­κρα­τι­κή επί­θε­ση, σει­σμός, πόλε­μος, ναυά­γιο, πεί­να… Βάζω στοί­χη­μα ότι η συντρι­πτι­κή πλειο­ψη­φία, ίσως το σύνο­λο όλων μας, αν μας ρωτού­σαν, θα κατα­τάσ­σα­με τους εαυ­τούς μας στους «αθώ­ους ανθρώ­πους». Όμως, υπάρ­χουν δυο σχε­τι­κά ερω­τή­μα­τα στα οποία έχουν ενδια­φέ­ρον οι απα­ντή­σεις, ένα έλασ­σον και ένα μεί­ζον. Το έλασ­σον είναι: ως προς ποιά κατη­γο­ρία είμα­στε αθώ­οι; Και το μεί­ζον: είμα­στε όντως αθώ­οι; Αν και το πρώ­το ερώ­τη­μα μπο­ρεί να δεχτεί οποια­δή­πο­τε υπο­κει­με­νι­κή απά­ντη­ση, το δεύ­τε­ρο φοβά­μαι πως θα μας δυσκο­λέ­ψει. Κι επει­δή το έλασ­σον περιέ­χε­ται στο μεί­ζον, ας ασχο­λη­θού­με με το μείζον.

Άρα­γε, είμα­στε όντως αθώ­οι

  • … για τον θάνα­το δεκά­δων ηλι­κιω­μέ­νων, οι οποί­οι αυτο­κτό­νη­σαν για­τί δεν μπο­ρού­σαν να ζήσουν με την κου­τσου­ρε­μέ­νη σύντα­ξή τους και δεν άντε­χαν να γίνο­νται βάρος στα άνερ­γα παι­διά τους;
  • … για τις δεκά­δες οικο­γέ­νειες που, ενώ στε­ρού­νται ως και το φαΐ, μένουν άστε­γες επει­δή είτε η πολι­τεία είτε οι τρά­πε­ζες κατά­σχουν τα σπί­τια τους;
  • … για τις δεκά­δες χιλιά­δες που, μέσα σε λίγα χρό­νια, βυθί­στη­καν στην ανερ­γία, είτε επει­δή απο­λύ­θη­καν είτε επει­δή «δια­τέ­θη­καν» είτε επει­δή ανα­γκά­στη­καν να κλεί­σουν τα μαγα­ζά­κια τους;
  • … για τον ξερ­ρι­ζω­μό τρια­κο­σί­ων χιλιά­δων νέων ανθρώ­πων, οι οποί­οι είτε έχουν ήδη μετα­να­στεύ­σει είτε έχουν κατα­θέ­σει τα βιο­γρα­φι­κά τους προ­κει­μέ­νου να μεταναστεύσουν;
  • … για τις χιλιά­δες πρώ­ην περή­φα­νων απλών ανθρώ­πων, οι οποί­οι κου­ρέ­λια­σαν την περη­φά­νεια τους και γυρ­νά­νε στα συσ­σί­τια ή ψάχνουν στα σκου­πί­δια για να βρουν κάτι να φάνε;
  • …για το στέ­ριω­μα ναζι­στι­κών και φασι­στι­κών οργα­νώ­σε­ων και γκρου­πού­σκου­λων, τα οποία καμώ­νο­νται τους υπε­ρα­σπι­στές τής ηθι­κής αλλά βγά­ζουν άφθες όταν θίγο­νται τα αφε­ντι­κά τους;

Όχι, βέβαια! Δεν μπο­ρεί να είμα­στε αθώ­οι για όλα αυτά, από την στιγ­μή που…

  • … με οποιον­δή­πο­τε τρό­πο (είτε με την ψήφο μας είτε με τις θέσεις μας είτε με τον τρό­πο ζωής μας) υπο­στη­ρί­ζου­με το σάπιο σύστη­μα που τα προκαλεί.
  • … η αντί­δρα­σή μας σε όσα μας πλη­γώ­νουν περιο­ρί­ζε­ται σε δυο φάσκε­λα στην οθό­νη τής τηλε­ό­ρα­σης ή σε βλα­κώ­δεις καφε­νεια­κές αναλύσεις.
  • … απα­ξιώ­νου­με την οργα­νω­μέ­νη κοι­νή δρά­ση και ενδια­φε­ρό­μα­στε απο­κλει­στι­κά για τους εαυ­τού­λη­δές μας.
  • … η πολι­τι­κή μας παι­δεία έχει εκφυ­λι­στεί σε ηλί­θια ωχα­δερ­φι­κά τσι­τά­τα τού είδους «όλοι ίδιοι είναι», «θέλουν όλοι κρέ­μα­σμα» ή «ό,τι και να κάνου­με δεν αλλά­ζει τίποτε».
  • … δεν κατα­δε­χό­μα­στε ούτε καν να σηκω­θού­με από την καρέ­κλα τής καφε­τέ­ριας για να πάμε να ψηφίσουμε.
  • … όχι μόνο δεν έχου­με συμ­με­τά­σχει ποτέ σε απερ­γία αλλ’ επί πλέ­ον έχου­με και «τεκ­μη­ριω­μέ­νη» άπο­ψη για την «ορθό­τη­τα» αυτής της στά­σης μας.
  • … επι­κρο­τού­με όχι αυτόν που τρώ­ει τα χαστού­κια αλλά αυτόν που τα ρίχνει.
  • … καμω­νό­μα­στε τους αμύ­ντο­ρες της ηθι­κής αλλά ξεχνά­με ότι όλοι οι άνθρω­ποι είναι ίσοι και μας ενο­χλούν οι μετα­νά­στες που κάθο­νται δίπλα μας στα παγκά­κια τής πλατείας.
  • … απαρ­νη­θή­κα­με την τάξη μας επει­δή θεω­ρή­σα­με πως «ψηλώ­σα­με» (τρο­μά­ρα μας!) και τακι­μιά­σα­με με τους δυνά­στες μας.
  • … ενώ τα χέρια μας έχουν ρόζους, εμείς νοια­ζό­μα­στε για το ποιος θα ανα­λά­βει δια­χει­ρι­στής τής φτώ­χειας μας αντί να παλεύ­ου­με για να πάρου­με εμείς την διαχείριση.

Αθώ­οι άνθρω­ποι

Πόσο σίγου­ροι είμα­στε ότι έχου­με ακα­τα­μά­χη­το τεκ­μή­ριο αθω­ό­τη­τας;

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο