Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Έφυγε» ο σ. Γιώργης Μωραΐτης

Η ΚΕ του ΚΚΕ ανα­κοι­νώ­νει, «με βαθιά θλί­ψη, το θάνα­το του συντρό­φου Γιώρ­γη Μωρα­ΐ­τη, ο οποί­ος για 75 χρό­νια τίμη­σε τον τίτλο του στε­λέ­χους του ΚΚΕ. Ο σύντρο­φος Γιώρ­γης οργα­νώ­θη­κε στο ΚΚΕ το 1943, διε­τέ­λε­σε μέλος της ΚΕ του Κόμ­μα­τος από το 9ο ως και το 13ο συνέ­δριο, δημο­σιο­γρά­φος, μέλος της διεύ­θυν­σης και αρχι­συ­ντα­ξί­ας του “Ριζο­σπά­στη”».

Η ΚE του ΚΚΕ εκφρά­ζει τα πιο θερ­μά της συλ­λυ­πη­τή­ρια και την αμέ­ρι­στη συμπα­ρά­στα­σή της στη συντρό­φισ­σά του Όλγα και σε όλη την οικο­γέ­νειά του.

Η πολι­τι­κή τελε­τή απο­χαι­ρε­τι­σμού του Γιώρ­γη Μωρα­ΐ­τη, θα γίνει την Πέμ­πτη 27 Σεπτεμ­βρί­ου και ώρα 4.00 μμ, στην αίθου­σα του δημο­τι­κού συμ­βου­λί­ου του δήμου Αμα­ρου­σί­ου και η ταφή στο νεκρο­τα­φείο Αμαρουσίου.

Στην ανα­κοί­νω­ση της ΚΕ του Κόμ­μα­τος ανα­φέ­ρε­ται: «Ο σύντρο­φος Γιώρ­γης Μωρα­ΐ­της γεν­νή­θη­κε στη Βοδο­νί­τσα (Μεν­δε­νί­τσα) Λοκρί­δας στις 3 Μάρ­τη του 1927. Προ­ερ­χό­ταν από φτω­χή αγρο­τι­κή — εργα­τι­κή οικο­γέ­νεια. Ο πατέ­ρας του Νίκος πήρε μέρος στην ΕΑΜι­κή αντί­στα­ση, καπε­τά­νιος του εφε­δρι­κού ΕΛΑΣ, οργα­νώ­θη­κε στο ΚΚΕ και μετά την απε­λευ­θέ­ρω­ση κατέ­φυ­γε στην Αθή­να. Η μητέ­ρα του Ρήνα εντά­χθη­κε στο ΔΣΕ το 1947, πιά­στη­κε το 1949 και φυλα­κί­στη­κε μέχρι το 1952.

Ο σύντρο­φος Γιώρ­γης από πολύ μικρός ζει μέσα από τις περι­πλα­νή­σεις της οικο­γέ­νειάς του τη ζωή της εργα­τι­κής τάξης. Όπως ανα­φέ­ρει ο ίδιος “εντε­λώς συναι­σθη­μα­τι­κά και αυθόρ­μη­τα από μικρός βλέ­πο­ντας τον πατέ­ρα μου με τη φόρ­μα της δου­λειάς, ακού­γο­ντας συζη­τή­σεις πηγαί­νο­ντας στο εργο­τά­ξιο και γνω­ρί­ζο­ντας εργά­τες είχα μια αγά­πη και συμπά­θεια στην εργα­τι­κή τάξη, που μαζί με την αγά­πη στην αγρο­τιά από τις εμπει­ρί­ες του χωριού, την αγά­πη στους εργα­ζό­με­νους θα ολο­κλη­ρω­θεί με τον και­ρό και θα γίνει συνείδηση”.

Το 1942 οργα­νώ­νε­ται στην Ένω­ση Νέων Αγω­νι­στών Ρού­με­λης (ΕΝΑΡ), εντάσ­σε­ται στην ΕΠΟΝ το 1943, και κατα­τάσ­σε­ται στον ΕΛΑΣ το 1944, όπου παίρ­νει μέρος σε απο­στο­λές και ενέ­δρες που χτυ­πού­σαν τις τελευ­ταί­ες φάλαγ­γες των χιτλε­ρι­κών που εγκα­τέ­λει­παν στην Ελλάδα.

Παίρ­νει μέρος στη μάχη της Αθή­νας τον Δεκέμ­βρη του 1944, με το Τάγ­μα του Λoκρού που κατε­βαί­νει στην Αθή­να. Τον Ιού­λη του 1946 κατα­φεύ­γει ξανά στην Αθή­να μαζί με τον πατέ­ρα του, γνω­ρί­ζο­ντας ότι υπήρ­χε σχέ­διο δολο­φο­νί­ας τους. Κατα­τά­χτη­κε στο ΔΣΕ το Μάρ­τη του 1947 στο Αρχη­γείο Παρ­νασ­σί­δος με επι­κε­φα­λής τον Δια­μα­ντή. Πήρε μέρος στις μάχες Κρό­κι, Πέτρα, Αρά­χω­βα, Μώλο — Μεν­δε­νί­τσα, ‘Αμφισ­σα. Υπη­ρε­τεί σε διά­φο­ρες απο­στο­λές ως ελεύ­θε­ρος σκο­πευ­τής και ασυρματιστής.

Μετά την υπο­χώ­ρη­ση του ΔΣΕ βρέ­θη­κε πολι­τι­κός πρό­σφυ­γας στην Ουγ­γα­ρία και τη Ρου­μα­νία. Στην Ουγ­γα­ρία δου­λεύ­ει στο χτί­σι­μο του χωριού “Νίκος Μπε­λο­γιάν­νης”, για μια σχο­λι­κή χρο­νιά δάσκα­λος στον παι­δι­κό σταθ­μό στο Ντίγκ, αργό­τε­ρα διευ­θυ­ντής στο κολέ­γιο “Παπα­ρή­γας”. Στη Ρου­μα­νία φοι­τά τρεις μήνες στη σχο­λή “Νίκος Μπελογιάννης”.

Ο σύντρο­φος Γιώρ­γης Μωρα­ΐ­της το Δεκέμ­βρη του 1954, μετά από αίτη­μά του, στέλ­νε­ται παρά­νο­μα στην Ελλά­δα με απο­στο­λή να δου­λέ­ψει στον μηχα­νι­σμό του Κόμ­μα­τος στην παρα­νο­μία, όπου θα κρα­τού­σε με τον ασύρ­μα­το την επα­φή του κλι­μα­κί­ου της ΚΕ στην Ελλά­δα με την καθο­δή­γη­ση στο εξωτερικό.

Συλ­λαμ­βά­νε­ται με ασύρ­μα­το στο τέλος του 1955 και κατα­δι­κά­ζε­ται δις σε θάνα­το από στρα­το­δι­κείο, με βάση τον Α.Ν. 375 το 1957. Για τα επό­με­να 11 χρό­νια ο σύντρο­φος Γιώρ­γης θα φυλα­κι­στεί στις φυλα­κές Ιτζε­δίν, Αλι­καρ­νασ­σού, Αίγι­νας, Κέρ­κυ­ρας, Αβέ­ρωφ, Χαλ­κί­δας κ.α. Στους τοί­χους της Γενι­κής Ασφά­λειας της οδού Μπου­μπου­λί­νας, όπου βρί­σκε­ται σε απο­μό­νω­ση, σκα­λί­ζει για να δια­βά­σουν, όπως λέει, οι επό­με­νοι αγω­νι­στές και να μη τα σβή­σουν οι ασφα­λί­τες: “Συμ­βου­λή: Όταν μπαί­νεις εδώ μέσα ξέχα­σέ τα όλα. Και να σκέ­φτε­σαι μόνο το Λαό και το Κόμμα”.

Απο­φυ­λα­κί­ζε­ται με όρους το 1966. Ανα­λαμ­βά­νει δου­λειά στην ΕΔΑ, ως μέλος του Γρα­φεί­ου της Αθή­νας. Με το πρα­ξι­κό­πη­μα της χού­ντας, ξεφεύ­γει τη σύλ­λη­ψη και περ­νά στην παρα­νο­μία. Ως μέλος του Γρα­φεί­ου της Κομ­μα­τι­κής Οργά­νω­σης Αθή­νας του ΚΚΕ ανα­λαμ­βά­νει δου­λειά για την έκδο­ση του “Ριζο­σπά­στη”, της “Αδού­λω­της Αθή­νας”, του “Οδη­γη­τή” και άλλων εντύ­πων για την περί­ο­δο 1967–1968.

Ο σ. Γιώρ­γης Μωρα­ΐ­της το Φλε­βά­ρη του 1968 ατα­λά­ντευ­τα παίρ­νει θέση υπε­ρά­σπι­σης των απο­φά­σε­ων της 12ης Ολο­μέ­λειας της ΚΕ, γρά­φει και την ανα­κοί­νω­ση που δημο­σιεύ­ε­ται στην “Αδού­λω­τη Αθή­να” και στον “Ριζο­σπά­στη”.

Συλ­λαμ­βά­νε­ται το Νοέμ­βρη του 1968 και κατα­δι­κά­ζε­ται από στρα­το­δι­κείο σε κάθειρ­ξη 24 χρό­νων. Ακο­λου­θούν 5 χρό­νια φυλά­κι­σης ξανά στις φυλα­κές Αβέ­ρωφ, Κορυ­δαλ­λού, Ιτζε­δίν, Αλι­καρ­νασ­σού και Χαλκίδας.

Απο­λύ­ε­ται προ­σω­ρι­νά “λόγω κιν­δύ­νου ανη­κέ­στου βλά­βης” το 1973. Φυγα­δεύ­ε­ται παρά­νο­μα στο εξω­τε­ρι­κό. Παίρ­νει μέρος στο 9ο Συνέ­δριο του ΚΚΕ, όπου για πρώ­τη φορά εκλέ­γε­ται στην Κεντρι­κή Επι­τρο­πή. Μετά το Συνέ­δριο χρε­ώ­νε­ται στον ραδιο­σταθ­μό “Φωνή της Αλήθειας”.

Ο σύντρο­φος Γιώρ­γης επι­στρέ­φει στην Ελλά­δα το 1974 και τοπο­θε­τεί­ται στη διεύ­θυν­ση και την αρχι­συ­ντα­ξία του “Ριζο­σπά­στη”. Ήταν υπο­ψή­φιος βου­λευ­τής του ΚΚΕ στις εκλο­γές του 1977,1981 και 1985 στη Φθιώτιδα.

Στο 13ο Συνέ­δριο, έδω­σε τη μάχη για την υπε­ρά­σπι­ση του επα­να­στα­τι­κού χαρα­κτή­ρα του Κόμ­μα­τος ενά­ντια στην οπορ­του­νι­στι­κή ομά­δα, που στό­χευε στη διά­λυ­ση και διά­χυ­σή του στον ΣΥΝ.

Από το 1991 έως το 2004 ήταν μέλος της διεύ­θυν­σης του Ριζο­σπά­στη. Επί­σης διε­τέ­λε­σε πρό­ε­δρος της Πανελ­λή­νιας Ομο­σπον­δί­ας Αντι­στα­σια­κών Οργα­νώ­σε­ων (ΠΟΑΟ) και αντι­πρό­ε­δρος της Πανελ­λή­νιας Ένω­σης Αγω­νι­στών Εθνι­κής Αντί­στα­σης και Δημο­κρα­τι­κού Στρα­τού Ελλά­δας (ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ).

Ο Γιώρ­γης Μωρα­ΐ­της έχει γρά­ψει 12 βιβλία και έχει τιμη­θεί με μετάλ­λιο από το Ανώ­τα­το Σοβιέτ στα σαρα­ντά­χρο­να της αντι­φα­σι­στι­κής νίκης. Υπε­ρα­σπί­στη­κε σε όλη του τη ζωή τον επα­να­στα­τι­κό χαρα­κτή­ρα του ΚΚΕ, τον μαρ­ξι­σμό — λενι­νι­σμό, στά­θη­κε απέ­να­ντι σε κάθε λογής “ανα­θε­ω­ρη­τές”. Όπως έγρα­φε ο ίδιος για το κόμ­μα, στην ΚΟΜΕΠ του 1975: “Ο χώρος αυτός από την ίδια του τη φύση δεν προ­σφέ­ρε­ται σε εύκο­λη εκμε­τάλ­λευ­ση, και σε κανε­νός είδους “ανα­νέ­ω­ση”, “ανα­θε­ώ­ρη­ση” ή “αμφι­σβή­τη­ση”. Ό,τι γρά­φε­ται με αίμα δεν ξεγρά­φει, δεν σβή­νει, δεν ανα­τρέ­πε­ται. Είναι αδύ­να­τη η αντι­στρο­φή των αξιών που έχουν καθα­για­στεί με τη θυσία”».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο