Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Γεύση» μιας άλλη εποχής

Επι­μέ­λεια Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Αρχές δεκα­ε­τί­ας του 1950. Στο τρέ­νο (Ηλε­κτρι­κό), αρκε­τοί ποδο­σφαι­ρι­στές του Ολυ­μπια­κού με προ­ο­ρι­σμό το γήπε­δο Καραϊ­σκά­κη, για τον αγώ­να.  Ρωσ­σί­δης – Κοτρί­δης έχουν πιά­σει την κου­βέ­ντα. Ρωτά ο πρώ­τος τον δεύ­τε­ρο τι έφα­γε, και απα­ντά ο Κοτρί­δης, Φακές… έσπα­σα και μια μπε­κά­τσα… Εφα­γα καλά!

(από τη αφή­γη­ση φίλου, 7χρονος τότε στο ίδιο βαγό­νι με τον παπ­πού του που τον πήγαι­νε στο γήπε­δο για να δει τον Ολυμπιακό).

Τι είναι η μπε­κά­τσα; Το κρεμ­μύ­δι που, από ό,τι μου είπε ο φίλος, έτσι το λέγαν τότε οι Πει­ραιώ­τες και τη Δρα­πε­τσώ­να την ελέ­γα­νε Κρεμ­μυ­δα­ρά επει­δή εκεί ξεφορ­τώ­ναν τα κρεμμύδια

Σήμε­ρα, οι ποδο­σφαι­ρι­στές (του επι­πέ­δου Ρωσ­σί­δη – Κοτρί­δη) αμεί­βο­νται πλου­σιο­πά­ρο­χα, της δια­τρο­φής τους επι­με­λού­νται διαι­το­λό­γοι και μετα­κι­νού­νται με πολυ­τε­λή λεω­φο­ρεία των ομά­δων τους.

(Στη φωτό στη μέση ο Κοτρί­δης και δεξιά ο Ρωσ­σί­δης, αρι­στε­ρά ο Μουράτης).

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο